Μεγάλος αριθμός παιδιών αναμένεται να νοσήσουν είτε ελαφριά, είτε βαριά τον φετινό χειμώνα Getty Images/iStockphoto

ΓΡΙΠΗ, ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ, ΚΟΚΚΥΤΗΣ ΚΑΙ RSV: ΑΠΟ ΠΟΥ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΦΥΛΑΧΤΟΥΝ ΠΡΩΤΑ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ

Από τέσσερα μεταδιδόμενα νοσήματα απειλούνται παιδιά και βρέφη τους επόμενους μήνες, όπως εξηγούν διακεκριμένοι επιστήμονες στο The Magazine

Μπορεί η πανδημία του κορονοϊού να επηρέασε τα τελευταία τρία χρόνια τις ζωές όλων μας, αποχωρώντας όμως, έχει προκαλέσει ένα νέο κύμα από παλιούς και ξεχασμένους ιούς του αναπνευστικού, οι οποίοι θα μας απασχολήσουν τα επόμενα χρόνια.

Το δυσάρεστο είναι ότι ενώ ο κορονοϊός αποτελούσε κυρίως πρόβλημα για τους ηλικιωμένους και τους ανθρώπους με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα, οι ιοί που αναδύονται είναι επικίνδυνη για την υγεία και σε κάποιες περιπτώσεις για τη ζωή παιδιών και νεογνών.

Ο νεότερος ιός που φαίνεται ότι θα απασχολήσει κυρίως τους γονείς τους επόμενους μήνες είναι ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV), για τον οποία μέχρι σήμερα ούτε ο ΕΟΔΥ δεν διαθέτει επιδημιολογικά δεδομένα.

«Υπάρχουν δεκάδες ιώσεις του αναπνευστικού συστήματος που μελετάμε. Το RSV ήταν χαμηλής προτεραιότητας, διότι είχε χαμηλή κυκλοφορία. Εντούτοις, τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι αυξάνεται και έτσι μεγαλώνει η σημασία του. Κάτι που με τη σειρά του σημαίνει ότι είναι ένας ιός που η σημασία του πρέπει να αναβαθμιστεί και ως εκ τούτου υπάρχει πιθανότητα να μπει στο στόχαστρο της επιδημιολογικής επιτήρησής», εξηγεί στο The Magazine ο Γκίκας Μαγιορκίνης, καθηγητής στο τμήμα Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής στο ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του ΕΟΔΥ για τα λοιμώδη νοσήματα.

Μάλιστα, όπως προσθέτει ο ίδιος, υπάρχει σύσταση από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) να γίνει επιτήρηση του ιού και ενδέχεται σύντομα μαζί με το εβδομαδιαίο επιδημιολογικό δελτίο της γρίπης, ο ΕΟΔΥ να εκδίδει και τα στατιστικά του RSV.

Ο ιός βέβαια σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται με τα σημερινά δεδομένα να προκαλέσει κάποιου τύπου πανδημία και να απειλήσει παιδιά, βρέφη και ηλικιωμένους. Εντούτοις, ακόμη και αύξηση των περιστατικών ενδέχεται σε συνδυασμό με τους ιούς της γρίπης, του κορονοϊού και του κοκκύτη, να προκαλέσουν έμφραγμα στα παιδιατρικά νοσοκομεία.

Κάτι που με τη σειρά του θα προκαλέσει ένα ντόμινο αρνητικών εξελίξεων, αφού οι δομές δεν θα μπορούν να αντιμετωπίσουν τόσο μεγάλο όγκο ασθενών.

«Το ότι αυξάνονται τα κρούσματα RSV είναι δεδομένα, δεν χρειάζονται ακριβή στατιστικά σε αυτή τη φάση. Το βλέπουμε καθημερινά όταν εξετάζουμε παιδάκια», προσθέτει μιλώντας στο Magazine ο Κώστας Νταλούκας, παιδίατρος και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων.

Μάλιστα, τα κρούσματα είναι πολύ πιο αυξημένα σε σχέση με την χειμερινή περίοδο 2018-2019, δηλαδή την προ κορονοϊού εποχή. «Ήδη από πέρυσι είχαν αρχίσει να εμφανίζονται κρούσματα RSV, ενώ δεν είχαμε κρούσματα γρίπης», διευκρινίζει ο κ. Μαγιορκίνης.

Ποιοι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τον RSV

Ο RSV στο μικροσκόπιο. AP

Σύμφωνα με τους ειδικούς, τον μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν παιδιά και ηλικιωμένοι άνω των 60 ετών.

«Αν προσβάλει παιδιά κάτω των δύο ετών, μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στους πνεύμονες και να προκαλέσει βρογχιολίτιδα, η οποία κάνει έντονα συμπτώματα δύσπνοιας, έντονο βήχα, καταρροή και ίσως πυρετό. Αυτό όμως που μας ανησυχεί περισσότερο, είναι ότι στα βρέφη, μπορεί να προκαλέσει ακόμη και θάνατο αν δεν αντιμετωπιστεί γρήγορα», εξηγεί ο κ. Νταλούκας.

Μάλιστα, όπως αποκαλύπτει, στα παιδιατρικά νοσοκομεία έχουν ξεκινήσει ήδη οι νοσηλείες και μάλιστα σε μία περίοδο που η κυκλοφορία του ιού είναι σε χαμηλά επίπεδα, αφού οι μήνες που καταγράφονται τα περισσότερα περιστατικά στη χώρα μας είναι ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος.

«Τα μικρότερα βρέφη έχουν υψηλό κίνδυνο να μπουν στο νοσοκομείο», εξηγεί στους New York Times η Έμιλι Μάρτιν, αναπληρώτρια καθηγήτρια επιδημιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν. «Αν ένα παιδί γεννηθεί το καλοκαίρι και εκτεθεί για πρώτη φορά το χειμώνα, κινδυνεύει να νοσήσει πιο σοβαρά. Αλλά με πολλά βρέφη δεν συνέβη αυτό, ιδιαίτερα αν γεννήθηκαν το 2020 ή μετά».

Γιατί εμφανίστηκε τώρα ο ιός

Υπό φυσιολογικές συνθήκες, δηλαδή προ πανδημίας, το 1% έως 2% των μωρών κάτω των 6 μηνών με RSV λοίμωξη μπορεί να χρειαζόταν να νοσηλευτούν. Και σχεδόν όλα τα παιδιά είχαν νοσήσει με RSV μέχρι την ηλικία των 2 ετών.

Ωστόσο, πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι τα μέτρα προστασίας, η κοινωνική απόσταση, το κλείσιμο των σχολείων και άλλες προφυλάξεις που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια του πρώτου ή των δύο ετών της πανδημίας προστάτευσαν τα περισσότερα παιδιά από την έκθεση στον ιό και άλλα μικρόβια.

«Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν ακόμη πολλά παιδιά ηλικίας κάτω των 3 ετών που δεν έχουν εκτεθεί ποτέ σε RSV», λέει ο δρ Τζέιμς Αντον, επίκουρος καθηγητής παιδιατρικής στο πανεπιστήμιο Vanderbilt του Νάσβιλ. «Ο ιός πλέον ενδέχεται να προσβάλει όλα αυτά τα παιδιά», τονίζει.

«Εμβόλιο» για τον RSV

Αυτή τη στιγμή χορηγείται και στην Ελλάδα σε παιδιά και βρέφη που είναι υψηλού κινδύνου μία ανοσοπροφύλαξη, η οποία στην πραγματικότητα αποτελεί ενός τύπου εμβόλιο, καθώς προστατεύει τα παιδιά από τη νόσο.

«Υπάρχει ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που λειτουργεί ως ανοσοπροφύλαξη (περίπου σαν εμβόλιο), το οποίο είναι εγκεκριμένο από τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές και για τη χορήγησή του ακολουθούμε τις συστάσεις της Ελληνικής Νεογνολογικής Εταιρείας (ΕΝΕ). Το κόστος του καλύπτεται μετά από έγκριση ειδικής επιτροπή. Χορηγείται μία φορά κάθε μήνα, από τον Νοέμβριο έως και τον Μάρτιο. Ενδεικτικά, το λαμβάνουν εξαιρετικά πρόωρα νεογνά, παιδιά με συγγενείς καρδιοπάθειες και γενικά όσοι έχουν αυξημένο κίνδυνο βαριάς νόσησης», εξηγεί στο The Magazine η Βασιλική Δρόσου-Αγακίδου, επίκουρη καθηγήτρια Νεογνολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ).

Μάλιστα, η χορήγησή του γίνεται από τον παιδίατρο και δεν απαιτείται το παιδί να επισκεφτεί νοσοκομείο.

Υπάρχει τεστ για τη διάγνωση του RSV;

Υπάρχουν γρήγορες εξετάσεις αντιγόνου και μοριακές εξετάσεις, αλλά συνήθως προορίζονται για μικρά παιδιά ή μεγαλύτερους ενήλικες, οι οποίες γίνονται μόνο σε νοσοκομείο και όχι με κάποιο self test. Εάν ένας ασθενής εμφανίζει σημάδια σοβαρής λοίμωξης, ένας επαγγελματίας υγείας μπορεί επίσης να ελέγξει την αναπνοή του με στηθοσκόπιο και να ζητήσει μέτρηση λευκών αιμοσφαιρίων ή άλλες εξετάσεις, όπως ακτινογραφία θώρακα ή αξονική τομογραφία.

Πώς μεταδίδεται

Το RSV μπορεί να μεταδοθεί όταν οι άνθρωποι αγγίζουν μολυσμένες επιφάνειες και ακολούθως βάζουν το χέρι στο στόμα ή στο μάτι. Εξαπλώνεται επίσης μέσω σταγονιδίων του αναπνευστικού, λέει η δρ Μάρτιν.

Επομένως, είναι καλή ιδέα να απολυμαίνετε επιφάνειες, ιδιαίτερα σε χώρους όπως κέντρα ημερήσιας φροντίδας, όπου τα μικρά παιδιά αγγίζουν συνεχώς πράγματα, φτερνίζονται πάνω σε πράγματα και μετά τα βάζουν στο στόμα τους.

Αντιμετώπιση και θεραπεία

Τα πρόωρα βρέφη και τα παιδιά με ορισμένες ιατρικές παθήσεις μπορούν επίσης να λαμβάνουν φάρμακο μονοκλωνικών αντισωμάτων που ονομάζεται παλιβιζουμάμπη κατά τη διάρκεια περιόδου που εμφανίζεται το RSV για να περιορίσουν τον κίνδυνο νοσηλείας.

Αν και αρκετά προληπτικά και με μεγάλη διάρκεια εμβόλια σε κλινικές δοκιμές έχουν αρχίσει να δείχνουν πολλά υποσχόμενα για το RSV, κανένα δεν είναι ακόμη διαθέσιμο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ειδικοί συνιστούν πιο γενικά μέτρα για την πρόληψη της μόλυνσης, όπως το συχνό πλύσιμο των χεριών και για όσους είναι άρρωστοι, να μένουν σπίτι.

Μπορούν οι ενήλικες να νοσήσουν με RSV;

Η απάντηση είναι «ναι μπορούν». «Οι ενήλικες εξακολουθούν να νοσούν αρκετά τακτικά και μπορούν να μολυνθούν εκ νέου πολλές φορές κατά τη διάρκεια της ζωής του», λέει η δρ Μάρτιν. Επειδή όμως οι ενήλικες έχουν ήδη πολλά αντισώματα κατά του ιού από προηγούμενη έκθεσή τους στον ιό, η ασθένειά τους τείνει να είναι πολύ πιο ήπια. Στην πραγματικότητα, μπορεί να είναι σχεδόν δυσδιάκριτη από το κοινό κρυολόγημα ή ακόμα και ένα ήπιο κρούσμα γρίπης ή Covid-19, είπε.

Οι περισσότεροι ενήλικες με RSV είναι σε θέση να αναρρώσουν από μια λοίμωξη σε μια ή δύο εβδομάδες, αλλά οι ηλικιωμένοι και όσοι έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, καθώς και εκείνοι με χρόνια πνευμονική ή καρδιακή νόσο, μπορεί να νοσήσουν πιο σοβαρά.

Φόβοι για τη νέα έξαρση του κοκκύτη

Η λύση του εμβολιασμού. Getty Images/iStockphoto

Την ίδια στιγμή οι παιδίατροι προειδοποιούν για νέα επιδημία κοκκύτη, μία βακτηριακή νόσο η οποία επίσης έχει αύξηση των κρουσμάτων.

«Τα κρούσματα του κοκκύτη έχουν αρχίσει να αυξάνονται και στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόβλημα. Μάλιστα, το 2016 στη χώρα μας πέθανε παιδί δύο μηνών από κοκκύτη, τον οποίο είχε κολλήσει από τη μητέρα του» λέει ο κ. Νταλούκας.

Γι’ αυτό και είναι σημαντικό όχι μόνο τα βρέφη και τα νεογέννητα να ξεκινήσουν το εμβολιαστικό σχήμα που απαιτεί μερικά χρόνια για να κάνει πλήρη ανοσοποίηση, αλλά και οι γονείς να εμβολιαστούν, καθώς πρόκειται για ένα εμβόλιο, για το οποίο υπάρχει σύσταση στους ενήλικες να κάνουν αναμνηστική δόση κάθε 10 χρόνια.

«Συνολικά στη χώρα μας από το 2004 μέχρι το 2019 πέθαναν τρία παιδιά από κοκκύτη που κόλλησαν από το οικογενειακό περιβάλλον. Στόχος των παιδιάτρων είναι κανένα παιδί να μην χάνει τη ζωή του», συμπληρώνει ο ίδιος.

Έτσι, είναι απαραίτητο προληπτικό μέτρο ο εμβολιασμός όχι μόνο των παιδιών, αλλά και των γονέων, καθώς μπορούν να μεταφέρουν το βακτήριο, το οποίο εκτός από τα παιδιά, μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα και σε ηλικιωμένους, καθώς τα συμπτώματα είναι βαριά και ταλαιπωρούν τους ασθενείς με δύσπνοια και βήχα για περίπου δύο μήνες.

Τι είναι ο κοκκύτης;

Ο κοκκύτης είναι μια λοιμώδης νόσος που οφείλεται σε βακτήριο και προσβάλλει τους πνεύμονες και τους αεραγωγούς. Οφείλεται σε βακτήρια τα οποία υπάρχουν στο στόμα, τη μύτη και τον φάρυγγα ενός ατόμου που έχει μολυνθεί.

Τα συμπτώματα

Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως από 7 έως και 10 ημέρες μετά τη λοίμωξη, αλλά μπορεί να εμφανιστούν έως και 21 ημέρες μετά.

Τα πρώτα συμπτώματα είναι παρόμοια με εκείνα του κοινού κρυολογήματος (φτέρνισμα, καταρροή, ήπιος πυρετός και ήπιος βήχας).

Μετά από δύο εβδομάδες, ο βήχας γίνεται εντονότερος και χαρακτηρίζεται από επεισόδια παροξυσμικού βήχα ακολουθούμενου από υψίσυχνο εισπνευστικό συριγμό («κοκκοράκι»).

Αρχικά τα επεισόδια αυτά εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της νύχτας και στη συνέχεια γίνονται συχνότερα κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ ενδέχεται να επανεμφανίζονται για διάστημα ενός έως δύο μηνών.

Στα βρέφη, ενδεχομένως να μην εμφανιστεί καθόλου ο συνήθης συριγμός, ενώ μετά τα επεισόδια παροξυσμικού βήχα μπορεί να ακολουθήσει διακοπή της αναπνοής για σύντομα χρονικά διαστήματα (άπνοια).

Μετά την ολοκλήρωση αυτού του σταδίου οι παροξυσμοί γίνονται αραιότεροι και ηπιότεροι και η κατάσταση του βρέφους σταδιακά βελτιώνεται (το στάδιο αυτό μπορεί να διαρκέσει έως και τρεις μήνες).

Οι έφηβοι, οι ενήλικες και τα παιδιά που έχουν λάβει μερική ανοσοποίηση παρουσιάζουν κατά κανόνα ηπιότερα ή ελαφρώς διαφορετικά συμπτώματα. Στις ομάδες αυτές, καθώς και στα πολύ νεαρά βρέφη, η διάγνωση του κοκκύτη είναι δυσκολότερη.

Οι επιπλοκές του κοκκύτη

Οι πιο σοβαρές περιπτώσεις κοκκύτη εμφανίζονται στα βρέφη. Τα μη εμβολιασμένα βρέφη ή τα βρέφη των οποίων η μητέρα δεν είχε εμβολιαστεί εμφανίζουν τις σοβαρότερες εκδηλώσεις της νόσου. Στις επιπλοκές περιλαμβάνονται η πνευμονία, η εγκεφαλοπάθεια (μια εγκεφαλική νόσος), οι επιληπτικές κρίσεις, ακόμη και ο θάνατος.

Στις επιπλοκές που εμφανίζονται στους ενήλικες και τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας περιλαμβάνονται η αδυναμία αναπνοής για σύντομα χρονικά διαστήματα, τα κατάγματα στα πλευρά, η πρόπτωση του ορθού και οι κήλες.

Πώς μεταδίδεται

Η μετάδοση του κοκκύτη γίνεται από τον αέρα και μέσω σταγονιδίων που παράγονται όταν το μολυσμένο άτομο βήχει. Ο κοκκύτης μπορεί επίσης να μεταδοθεί ακόμη και από άτομα με ήπια μορφή της νόσου ή από μολυσμένα άτομα που δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα.

Συχνά, τα μεγαλύτερα αδέλφια και οι γονείς που μπορεί να είναι φορείς του βακτηρίου μεταφέρουν τη νόσο στο σπίτι με αποτέλεσμα να μολύνονται τα βρέφη.

Ποιοι έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο

Κάθε άτομο το οποίο δεν έχει εμβολιαστεί κατά του κοκκύτη ή δεν γνωρίζει αν και κατά πόσο έχει εμβολιαστεί (κατάσταση εμβολιασμού), κινδυνεύει να μολυνθεί από την νόσο.

Πώς προλαμβάνεται

Ο καλύτερος τρόπος για την πρόληψη του κοκκύτη είναι η πλήρης ανοσοποίηση. Το εμβόλιο του κοκκύτη χορηγείται συνήθως σε συνδυασμό με τα εμβόλια της διφθερίτιδας και του τετάνου.

Σύμφωνα με το ECDC, αρχικός κύκλος εμβολιασμού αποτελείται από 2 με 3 δόσεις και χορηγείται συνήθως κατά την ηλικία των τριών ετών.

Συνιστάται η χορήγηση τρίτης ή τέταρτης δόσης κατά την ηλικία των 11-24 μηνών καθώς και ακόμη μίας δόσης κατά την ηλικία των τριών έως επτά ετών.

Αντιμετώπιση και θεραπεία

Για τη θεραπεία του κοκκύτη και την πρόληψη της περαιτέρω εξάπλωσής του μπορούν να χρησιμοποιηθούν αντιβιοτικά. Ωστόσο, για τη διασφάλιση της μέγιστης αποτελεσματικότητας της θεραπείας, η χορήγηση των αντιβιοτικών θα πρέπει να ξεκινάει κατά το αρχικό στάδιο της νόσου, εντός της πρώτης ή της δεύτερης εβδομάδας προτού ξεκινήσουν τα επεισόδια του παροξυσμικού βήχα.

Γρίπη και κορονοϊός

Μαθητές σχολείου (Αρχείο) Getty Images/iStockphoto

Όσον αφορά τη γρίπη, τα αυξανόμενα περιστατικά έχουν προκαλέσει έντονο προβληματισμό στους ειδικούς, δεδομένου πως η εξαρσή της κανονικά αναμένεται τον Ιανουάριο.

Η γρίπη στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού δεν προκαλεί σοβαρά συμπτώματα, σε κάποιο μικρό ποσοστό, όμως, μπορεί να κάνει υψηλό πυρετό και πνευμονία. Έτσι, το παιδί θα πρέπει να νοσηλευτεί.

Ο κορονοϊός δεν έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τους επιστήμονες, σε σχέση πάντα με τα παιδιά, καθώς είναι μία νόσος που γενικά κάνει ήπια συμπτώματα.

«Αυτό που θέλουμε σίγουρα να αποφύγουμε είναι να μην χτυπήσουν και οι τέσσερις ιοί μαζί και γεμίσουν τα νοσοκομεία. Τότε η κατάσταση θα γίνει αφόρητη και υπάρχει, δυστυχώς, περίπτωση παιδιά να χάσουν τη ζωή τους. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό τα παιδιά και οι γονείς να έχουν κάνει όλα τα εμβόλια που συστήνονται, δηλαδή γρίπης, κορονοϊού και κοκκύτη, ενώ θα προτείνεται και η χρήση της μάσκα σε κάθε περίπτωση», καταλήγει ο κύριος Νταλούκας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα