Molteni MottaUIG/ALAMY/VISUALHELLAS.GR

ΝΕΝΕΚΟΣ, Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΡΟΔΟΤΗΣ ΤΟΥ 1821

Πώς από οπλαρχηγός και αγωνιστής της Επανάστασης βρέθηκε να πολεμάει Έλληνες στο πλευρό του Ιμπραήμ. Η ιστορία του πλέον διαβόητου προδότη του '21.

Με ένα όνομα συνώνυμο πια της προδοσίας και του “προσκυνήματος”, η φήμη του Δημήτριο Νενέκου επιζεί ως τις μέρες μας, θυμίζοντάς μας όλες εκείνες τις φορές που οι αντιφάσεις, οι διαμάχες αλλά και οι προδοσίες μεταξύ των εξεγερμένων έθεσαν σε κίνδυνο τον αγώνα τους για ελευθερία.

Ο Νενέκος, παρότι ξεκίνησε ως ένας από τους γεναιότερους οπλαρχηγούς, όταν πια ήταν βέβαιος ότι η επανάσταση θα καταπνιγεί απ’ τον Ιμπραήμ, δέχτηκε τα δώρα του Αιγύπτιου Πασά και άλλαξε ευχαρίστως στρατόπεδο, πολεμώντας εναντίον των πρώην συντρόφων του. Προσκύνησε και αργότερα θα το πλήρωνε με την ίδια του τη ζωή, και αυτός και πολλοί από τους Έλληνες που ακολούθησαν το παράδειγμά του.

Ποιος ήταν

Ο Δημήτριος Νενέκος ήταν ένας Αρβανίτης οπλαρχηγός από την Πάτρα, και πιο συγκεκριμένα από το χωριό Ζουμπάτα (σήμερα Πηγή) της Αχαΐας.

Ο Καπετάν Νενέκος μάζευε άνδρες από τις γύρω περιοχές, από τα λεγόμενα “Ζουμπατοχώρια” και κατά τα πρώτα χρόνια της επανάστασης διακρίθηκε ως οπλαρχηγός, αποκτώντας σεβασμό και δύναμη μεταξύ των συμπατριωτών του. Στρατιωτικά υπαγόταν στον προεστό της Αχαΐας, Θάνο Κανακάρη, και στον γιο του, Μπενιζέλο Ρούφο και λέγεται ότι προκειμένου να αποκτήσει την πρωτοκαθεδρία μεταξύ των οπλαρχηγών του τελευταίου, δολοφόνησε τους “αντίζηλούς” του, τον Σπανοκυριάκο και τον Σαγιά.

Παρόλες τις ραδιουργίες που του αποδίδονται, είναι γενικά αποδεκτό ότι πολέμησε με μεγάλη γενναιότητα στο πλευρό σπουδαίων προσωπικοτήτων του ‘21, όπως ήταν ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, ο Ανδρέας Ζαΐμης και ο Ανδρέας Λόντος. Μεταξύ άλλων, διακρίθηκε κατά την πολιορκία της Πάτρας, ενώ αργότερα εκστράτευσε μαζί με τους δύο τελευταίους στο Μεσολόγγι κατά την πρώτη πολιορκία της πόλης. Χαρακτηριστικό της δύναμής και της φήμης του που συνεχώς μεγάλωναν ήταν το γεγονός ότι κάποια στιγμή έφτασε να έχει στο ασκέρι τους κοντά στους δύο χιλιάδες άνδρες.

Historisches Auge Ralf Feltz/ALAMY/VISUALHELLAS.GR

Η προδοσία του “Μπέη Νενέκου”

Το 1825, με την άφιξη του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και των σχεδόν 35.000 Αιγυπτίων του, ο αγώνας άρχισε να παίρνει άσχημη τροπή για τους Έλληνες. Μία μία οι περιοχές έπεφταν ξανά στα χέρια των Οθωμανών (Τρίπολη, Ναυαρίνο, Μεσολόγγι, κα)… Στον Μωριά οι εστίες αντίστασης έσβηναν σιγά σιγά και η πλάστιγγα έδειχνε να γέρνει προς τη μεριά του Σουλτάνου.

Η Πάτρα, που δεν είχε βρεθεί ποτέ σε ελληνικά χέρια, δημιουργούσε πολλά προβλήματα στους γύρω Έλληνες, λόγω του απόρθητου φρούριού της. Στρατιώτες που ακόμη και πριν την άφιξη του Ιμπραήμ πηγαινοέρχονταν στην περιοχή, τώρα είχαν την κάλυψη για να κάνουν όποια αγριότητα είχαν στο μυαλό τους.

Ο Ιμπραήμ προσέγγισε τους κατοίκους των Ζουμπατοχωρίων και εκμεταλλευόμενος την άθλια κατάστασή τους, τους έταξε πώς αν προσκυνήσουν, αν δηλαδή δηλώσουν υποταγή, τα βάσανά τους θα τελείωναν. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν ένας ένας να αποκηρύσσουν τον αγώνα και να δηλώνουν την πίστη τους στην Υψηλή Πύλη.

Πρωταγωνιστής σε όλη αυτήν την διαδικασία υπήρξε ο Νενέκος “από τον οποίον ἤγοντο καὶ ἐφέροντο όλοι οι Αρβανίτες των χωριών της Πάτρας”, όπως ισχυρίζεται ο Φωτάκος στα απομνημονεύματά του.

Ο πρώην οπλαρχηγός, όχι μόνο υπέγραψε το λεγόμενο “προσκυνοχάρτι” αλλά εξαπέλυσε εναντίον των κατοίκων ένα πρωτοφανές κύμα βίας και τρομοκρατίας για να τους αναγκάσει να προσκυνήσουν κι αυτοί.

Άλογα, γαίες, χρήματα και μεγάλη εξουσία για τον ίδιο και τους απογόνους τους, ήταν μόνο μερικά από όσα έταξε ο Ιμπραήμ στον Νενέκο για να τον φέρει προς το μέρος του. Μάλιστα, με επίσημο σουλτανικό φιρμάνι ο πρώην καπετάνιος της Επανάστασης πήρε και το όνομα “Μπέης Νενέκος”, δίνοντας έτσι έναν αποτρόπαιο χαρακτήρα στην προδοσία του. Αλλά δεν έμεινε μόνο εκεί.

Ο Νενέκος μαζί με τους άνδρες του αποτελούσε κάτι σαν οπισθοφυλακή του Ιμπραήμ με τον οποίο πλέον πολεμούσαν μαζί τους Έλληνες (πχ στη μάχη του Τσετσεβά) τους οποίους δεν ήταν και λίγες οι φορές που κατάφερε να τους νικήσει.

Σύμφωνα πάλι με τον Φωτάκο, οι υπόλοιποι σύντροφοι του Νενέκου που τον είχαν ακολουθήσει στο προσκύνημα, γρήγορα αποσπάστηκαν από τους προδότες, χωρίς να προλάβουν να πολεμήσουν στο πλάι των Τούρκων. Για την ιστορία πρόκειται για τους οπλαρχηγούς Κοντογεωργακαίους, για τον Σταμάτη Μποτιώτη, τον Χαρμπίλα, τον Γκολφίνο Λουμπεστιάνο, τους Τσετσεβίτες, τον Κώστα Γκερμπεσιώτη και τους αδελφούς Οικονομόπουλους. Ωστόσο, τα πράγματα δεν άλλαξαν και πολύ αφού τα πλήθη των χωρικών ακολουθούσαν πλέον τυφλά τον Νενέκο.

Heritage Images/ALAMY/VISUALHELLAS.GR

Ο Κολοκοτρώνης δίνει την εντολή για τη δολοφονία του

Μια ημέρα ο Ιμπραήμ μαζί με έναν μόνο σωματοφύλακά του ξεκίνησε απ’ την Πάτρα για τα Καλάβρυτα αλλά κάπου κοντά στο χάνι του Βερβένικου χάθηκε μέσα στο δάσος. Ο “Μπέης Νενέκος” ήταν ο μοναδικός που ήξερε που βρισκόταν εκείνη τη στιγμη ο Πασάς και είχε μαζί του μεγάλη δύναμη ανδρών. Εκείνη την ημέρα ο Νενέκος θα μπορούσε να θυμηθεί έστω για λίγο το ποιος πραγματικά ήταν και να αιχμαλωτίσει ή ακόμα και να σκοτώσει τον Ιμπραήμ, και την ασήμαντη δύναμη που είχε μαζί του. Αντ’ αυτού, προτίμησε να τηρήσει τη συμφωνία τους, να τον βρει μέσα στο δάσος και να τον φέρει πίσω στις τάξεις του στρατού του με ασφάλεια.

Το γεγονός αυτό πραγματικά εξόργισε τον Κολοκοτρώνη και -λέγεται- ότι ήταν η αφορμή για να πει το ιστορικό “τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους” αλλά και για να επικηρύξει το κεφάλι του Νενέκου.

Παράλληλα, άρχισαν τότε τα αντίποινα, με τους Έλληνες να βάζουν φωτιά σε ολόκληρα χωριά που είχαν προσκυνήσει ομαδικά και να απαγχονίζουν στις πλατείες όσους συνεργάζονταν με τον Ιμπραήμ και τους προσκυνημένους. Αυτό συγκράτησε αρκετά τους Έλληνες που είχαν αρχίσει κατά δεκάδες να δηλώνουν την υποταγή τους.

Η δολοφονία του από τον συγγενή του

Το τέλος του Νενέκου ήρθε το 1828 από το χέρι του Αθανάσιου Σαγιά, μακρινού συγγενή του -ο Φωτάκος τον αναφέρει ως ξάδερφό του. Ο Σαγιάς, αν και αρχικά δέχτηκε να δολοφονήσει τον προδότη, στη συνέχεια το μετάνιωσε και έφυγε για τη Μεσσηνία. Εκεί, άνθρωποι του Κολοκοτρώνη τον εντόπισαν και τον υποχρέωσαν να ολοκληρώσει τη συμφωνία που είχε κάνει με τον Γέρο του Μωριά.

Ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης περιγράφει στα απομνημονεύματά του :

“…ὁ Νενέκος εἰς τὰς 26 τοῦ Μαρτίου ἐπῆρε τοὺς Τούρκους καὶ ἐπῆγε κι ἐχάλασε μία οἰκογένεια Καρυτινὴ ὁποὺ ἦτον ἀπὸ παλαιὰ εἰς τὴν Πάτρα, ἐσκλάβωσε τὰ παιδιά, οἱ ἄνδρες ἐγλύτωσαν μόνον μὲ τὸ κορμί, μὲ τὸ τουφέκι στὸ χέρι, τοὺς πῆρε 6.000 σφαχτά. Εἰς τὰ 26, ὅταν ἐπρωτοπροσκύνησε, εἶχα διατάξει ἕναν λεγόμενον Σαγιᾶ νὰ τὸν σκοτώσει. Ὁ Σαγιᾶς μοῦ ἐζήτησε τὴν ἄδειαν καὶ ἐγὼ εἶχα τὴν ὄρεξιν, καὶ πάλιν ὅταν ἄκουσα καὶ ἐσκλάβωσε τοὺς Ἕλληνας τὸν ἐντεμπίχιασα μὲ ἕνα γράμμα: ‘Ἄπιστε, διατί δὲν τὸν σκοτώνεις, ποὺ ἀκόμη μὲ τοὺς Τούρκους εἶναι, ἀφοῦ ἦλθε ὁ Κυβερνήτης;’. Τότε ὁ Σαγιᾶς ἔσμιξε τὸν Νενέκο καὶ ἐσκοτώθη ὁ Νενέκος. Εἰς τὰ 1828 ἔγιναν παράπονα. Ὁ Νενέκος εἶχε φερμάνι ἀπὸ τὴν Πόλη καὶ τὸν ἔλεγαν Μπέη Νενέκο”.

Τα “παράπονα” για τα οποία κάνει λόγο ο Κολοκοτρώνης είναι η επίσημη διαμαρτυρία που έκανε η Οθωμανική Πύλη προς την Ελληνική Πολιτεία, δεδομένου του γεγονότος πως ο Νενέκος έφερε τον επίσημο τίτλο του μπέη.

Ο ιστορικός Θάνος Βερέμης μιλά στον Σταύρο Διοσκουρίδη για τους μύθους του 1821.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα