Ο Νίκος Καραθάνος πρωταγωνιστεί στην παράσταση που σκηνοθετεί η Λένα Κιτσοπούλου Andreas Simopoulos

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΑΘΑΝΟΣ: “ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΜΕΙΣ, Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ”

Ο Νίκος Καραθάνος μιλά στο Magazine με αφορμή την παράσταση “Φράνκενσταϊν – Ο Χαμένος Παράδεισος” που σκηνοθετεί η Λένα Κιτσοπούλου στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης.

Ο Νίκος Καραθάνος και η Λένα Κιτσοπούλου μπήκαν από άλλη “πόρτα” στον ίδιο παράδεισο. Συμφυτεύτηκαν θα έλεγε κανείς. Μετά το Cry που είδαμε στο θέατρο Τέχνης, τώρα ψάχνουν τον χαμένο παράδεισο στο patchwork του “Φράνκενσταϊν”, του ανθρωπόμορφου κτήνους που έπλασε η Μαίρη Σέλλεϋ στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.

Οι συζητήσεις με τον Νίκο Καραθάνο έχουν πάντα μία ιδιαίτερη χροιά, καθώς χαρακτηρίζονται από ελλειπτικότητα, έντονο συμβολισμό, αλλά από έναν μαγικό φιλοσοφικό συνειρμό.

Φρανκεστάιν και παιδιά του… Νότου

Είμαστε παιδιά του Νότου και ως εκ τούτου ακούγοντας τη λέξη “Φρανκεστάιν” έρχεται στο νου μας μια κεντροευρωπαϊκή ιστορία με κάποιο τέρας και πολλές πολλές καταιγίδες. Το βιβλίο αυτό η Μαίρη Σέλλεϋ το έγραψε στη Λίμνη της Γενεύης, όπου και είχε αποκλειστεί γιατί είχε σκάσει ένα ηφαίστειο στην Ινδονησία και ο καιρός της Ευρώπης είχε αλλάξει, για δύο χρόνια ήταν απόλυτα μουντός. Στο μυαλό μας, λοιπόν, έχει μείνει ένα τέρας και κάποιος που ανακαλύπτει την επιστήμη και την πάει ως τα άκρα. Είναι πολύ ωραίο βιβλίο.

Η Λένα (Κιτσοπούλου) κάνει κάτι μοναδικό στην παράσταση αυτή. Πιάνει την ουσία και το κόκαλο του έργου. Αφήνει το δέρμα και το περιτύλιγμα λίγο διάφανο για να φανεί το εσωτερικό του, η ουσία της οικογένειας και των ανθρώπων που ζουν μαζί σαν οικογένεια. Ξέρεις κάποτε οι άνθρωποι, τα ξαδέλφια, οι υπηρέτες, οι κόρες, οι ψυχοκόρες, οι γείτονες, αποτελούσαν μια κάποια οικογένεια. Αλλά η σχέση αίματος και συγγένειας ήταν πολύ σημαντική. Γι’ αυτό και πολλές φορές παντρευόντουσαν μεταξύ τους, υπήρχε ένας μαγνήτης προς το ίδιο αίμα. Ένας πυρήνας είναι η οικογένεια και ταυτιζόμαστε όλοι με αυτόν…

Θυμάμαι μια φορά ήμουν στην Παλαιστίνη και συζητούσα με κάποιους, μουσουλμάνους στο θρήσκευμα, και μου είπαν, “θα φύγουμε και θα πάμε στην Πολωνία να κάνουμε μία επιχείρηση”. Τους ρωτάω τι ακριβώς θα κάνετε; Μου απαντούν “αγαλματάκια μικρά. Του Ιησού, της Παναγίας, all the holy family!”. Και λέω, Παναγία μου, all the holy family; Αυτό είμαστε..”

Πόσο holy είμαστε όμως;
Ναι, αυτό το holy κάτι κρύβει φυσικά… Ξέρεις, ανοίγω την τηλεόραση και βλέπω συνέχεια εγκλήματα που φωνάζουν “μη μου φύγεις, μη γίνεις κάτι άλλο, μη γίνεις μονάδα, έλα να μείνουμε διπλοί, να πολλαπλασιαστούμε, μη φύγεις ποτέ“. Από τη στιγμή που γινόμαστε ζευγάρι, είναι σαν να βάζουμε χειροπέδες ο ένας τον άλλο για να μη μας εγκαταλείψουν… Και συνέχεια ακούμε ειδήσεις για εγκληματα οικογενειακής φύσης. Σήμερα, ένα παιδί σκότωσε τη μάνα του και έβαλε φωτιά στο σπίτι του. Το ακούς και μέσα σου καταλαβαίνεις πώς έγινε, πως στράφηκε προς αυτόν που το γέννησε, στράφηκε εναντίον της ίδια της ζωής, δεν άντεξε, ήθελε να τη χαλάσει. Η αλήθεια είναι είναι πως δεν περίμενα πως αυτό το θέμα το έχει πιάσει τόσο καλά η αρχαία τραγωδία…

Συνήθως οι γονείς είναι τα πιο αγαπημένα πρόσωπα, η ρίζα, το παρελθόν, το παρόν. Ακόμη και στο μέλλον μας στέκονται εκεί, σαν φαντάσματα.Έχεις ακούσει γονιό που λέει: “Γιατί ζω; Για σένα ζω, δεν έχω άλλο λόγο να ζω”. Ειδικά εδώ στην Ελλάδα. Λες και η ζωή είναι ένα καταφύγιο κι ένα μυστήριο που αλληλοεξαρτόμαστε. Μιλάμε για εξαρτήσεις, αλλα τα μεγαλύτερα ναρκωτικά είμαστε εμείς, ο ένας προς τον άλλον…

"Έχεις καταλάβει πως όλοι κάνουμε παρέες για να συμφωνούμε; Και μόλις αποφασίζουμε πως έχουμε όλοι δίκιο, ήδη το έχουμε γεννήσει το ωραίο το τέρας." Andreas Simopoulos


Μεγαλώνοντας,όμως, όλες τις ρίζες του κακού τις αποδίδουμε εκεί, στους γονείς…
Γιατί είναι ο μικροπλανήτης μας. Εκεί μέσα μεγαλώσαμε και παραπονιόμαστε και γκρινιάζουμε μέχρι μια ηλικία. Περπατάμε σαν ανθρωποι παραπέρα και ακόμη συνεχίζουμε να γκρινιάζουμε. Δεν καταλαβαίνουμε πως πλέον είμαστε ελεύθεροι να πράξουμε όπως θέλουμε. Το κλάμα μας για το παρελθόν πρέπει να έχει και ένα τέρμα, δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον…

Μόνο η αγάπη μάς ενώνει με έναν άνθρωπο άλλου ύψους, άλλου χρώματος, άλλου φύλου, άλλου ίδιου φύλου, άλλης χώρας, οτιδήποτε. Αυτός είναι ο Χαμένος Παράδεισος, ακριβως αυτός. Η κατάργηση των διαφορών μας…

Λέμε όλοι πως έχουμε το dna του πατέρα μας μέσα από τα μαλλιά, τα νύχια, τα μάτια, πως μοιάζει η χροιά της φωνής μας ή πως μοιάζουμε με τον παππού, τον προπάππου. Πάντα ζητάμε μια ρίζα. Αλλα το κλαδί δεν κάθεται να βρίζει το χώμα. Κοιτά ψηλά τον ήλιο και τον αέρα. Και εμείς είμαστε προορισμένοι σαν είδος να ανήκουμε στη ζωή, στη φύση, όχι τόσο σε έναν τόπο, ούτε μέσα μας πρέπει να έχουμε σύνορα. Μόνο η αγάπη μάς ενώνει με έναν άνθρωπο άλλου ύψους, άλλου χρώματος, άλλου φύλου, άλλου ίδιου φύλου, άλλης χώρας, οτιδήποτε. Αυτός είναι ο Χαμένος Παράδεισος, ακριβως αυτός. Η κατάργηση των διαφορών μας…

Τα σύγχρονα τέρατα

Όμως αυτά όλα θέλουν πολλή δουλειά. Γιατί παραμονεύουν τα σύγχρονα τέρατα που παράγουμε και κατασκευάζουμε εμείς οι ίδιοι. Στις σκέψεις, στις κουβέντες, στις γνώμες μας. Έχεις καταλάβει πως όλοι κάνουμε παρέες για να συμφωνούμε; Και μόλις αποφασίζουμε πως έχουμε όλοι δίκιο, ήδη το έχουμε γεννήσει το ωραίο το τέρας. Και μετά θέλουμε να βρούμε και άλλους πέντε να τους κάνουμε να έχουν την ίδια γνώμη. Να συμπαρασύρουμε και τους υπόλοιπους και να είμαστε όλοι κάτω από αυτό το δίκιο και να νιώθουμε όλοι το ίδιο. Δε δεχόμαστε να αφήνουμε χώρο να είναι τα πράγματα αλλιώς.

Κι αυτή την ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα που με αίμα κατακτήσαμε για να μπορέσουμε να λογαριαστούμε, ευχαρίστως θα τα χρησιμοποιούσαμε ο ένας προς τον άλλο βάναυσα.

Τι κάνουμε ρε παιδιά; Πώς τον περπατάμε τον κόσμο, τι μαθαίνουμε, τι δίνουμε ο ένας στον άλλον αυτόν τον λίγο καιρό που είμαστε μαζί; Αυτόν τον λίγο καιρό…

Ένα patchwork φτιαγμένο από κομμάτια ανθρώπων είναι ο Φρανκεστάιν. Συνδέουμε, δηλαδή, όλοι μαζί τα κομμάτια μας και φτιάχνουμε ένα τέρας… Ξέρεις είμαστε γλυκούληδες στη ζωή, καλοντυμένοι και καμιά φορά διασκεδαστικοί. Σε συναθροίσεις, σε θέατρα και σε μαζώξεις ωστόσο, ώρες ώρες βλέπεις αυτούς τους ανθρώπους και από μέσα τους ακούγεται ένα βρυχηθμός, κακός, κανιβαλιστικός, εκφοβιστικός..

Τι ξυπνά αυτόν τον βρυχηθμό;
Το ότι δεν έχουμε κάνει ειρήνη με τον εαυτό μας και τη ζωή. Νομίζουμε πως ο άλλος ζει λίγο καλύτερα από εμάς και ζηλεύουμε. Δεν έχουμε ανακαλύψει γιατί ήρθαμε στον κόσμο. Τι κάνουμε ρε παιδιά; Πώς τον περπατάμε τον κόσμο, τι μαθαίνουμε, τι δίνουμε ο ένας στον άλλον αυτόν τον λίγο καιρό που είμαστε μαζί; Αυτόν τον λίγο καιρό…

"Μόνο η αγάπη μάς ενώνει με έναν άνθρωπο άλλου ύψους, άλλου χρώματος, άλλου φύλου, άλλου ίδιου φύλου, άλλης χώρας, οτιδήποτε. Αυτός είναι ο Χαμένος Παράδεισος, ακριβως αυτός. Η κατάργηση των διαφορών μας…" Andreas Simopoulos

Αυτά τα δύο χρόνια που ήρθαμε σε επαφή με τη θνητότητά μας ζώντας εν μέσω πανδημίας και συνειδητοποιήσαμε το λίγο της ζωής μας αλλάξαμε; Νομίζω πως και στον δικό σου τον Προμηθέα είδα έναν τέτοιο προβληματισμό…
Ναι, αλλά δεν είχε ξεκινήσει ο προβληματισμός μου με την πανδημία, αλλά λίγο πριν. Σκεφτόμουν πώς ζούμε, πώς μαθαίνουμε όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα, πώς συλλαβίζουμε ακόμη και την ίδια την τέχνη, τα έργα που πιάνουμε στο χέρι μας, γιατί ψάχνουμε να γυρίσουμε ανάποδα τις σελίδες, γιατί ψάχνουμε ανάμεσα στις γραμμές, γιατί δε μας αρκεί πια μια ωραια απομίμηση ενός τύπου παράστασης. Στο παρελθον κάναμε πολύ επιτυχημένες παραστάσεις , μιμούμενοι άλλες παραστάσεις, άλλων στιγμών και εποχών, γιατί φοβόμασταν να είμαστε αληθινοί και διαφορετικοί.

Ολα αυτά δε χρειάζεται μια πανδημία για να αλλάξουν. Δεν αρρωσταίνεις μόνο στην πανδημία, αρρωσταίναμε και πριν, εγώ τουλάχιστον αρρώσταινα πιο πολύ από κρυώματα. Εδώ σου συμβαίνει κάτι συνολικό και πρέπει να λογαριάσεις και τον κόσμο, αλλά ο κόσμος όταν λογαριάζεται πιο πολύ, παίρνει και τα όπλα.

Όλη αυτή η έξαρση της βίας πώς πιστεύεις πως προέκυψε; Αυτή κρύβει μέσα της έναν φόβο να βρούμε και κάποιο νόημα στη ζωή… Δεν είναι λίγοι αυτοί που λένε “ας γυρίσω στα παιδιά και στη σχέση μου, δεν βρήκα κάτι παραπάνω στη ζωή”. Μα και μόνο που αναπνέεις είναι ένα δώρο. Και πρέπει να την περπατάς σαν ένα θείο δώρο που σου δόθηκε, σαν ένα μυστήριο.

“Μα θέλω να αγαπιέμαι και δεν αγαπιέμαι” λένε πολλοί… Τρομοκρατήθηκα διαβάζοντας για έναν άνθρωπο στην Ηλεία που του έκαναν μπούλινγκ και του πετούσαν κροτίδες έξω από το σπίτι του. Ξέρεις, δεν υπάρχει πιο τρομακτικό πράγμα από το να θέλουν την ανυπαρξία σου.

Πώς όμως θα καταλάβεις ότι έχει νόημα να ζεις; Όταν καταλάβεις πως και το χώμα που πατάς είναι ιερό, είναι ωραίο. Πάτα το, αγάπησέ το. Κι αν φτιάξεις κι έναν κήπο στη ζωή σου, καλό είναι. Πόσο χαίρομαι που βλέπω κάποιες γυναίκες να φροντίζουν γλάστρες στα μπαλκόνια τους. Δημιουργούν κάτι, του ξαναδίνουν ζωή…

Παλιά τα σπίτια είχαν πόρτες, κήπους, είχαν μία φάτσα, είχαν προσωπικότητες, δεν κρύβονταν από τον περαστικό. Στόλιζαν κάτι μπροστά στην πόρτα για να το βλεπουν οι άλλοι. Από τον κήπο έβλεπες τι σπίτι ήταν αυτό. Το σπίτι το ίδιο στεκόταν και σε κοίταζε.

Μετά κάτι κάναμε και πήγαμε και κρυφτήκαμε πίσω από πρασινάδες που τις σηκώναμε όλο και πιο ψηλά για να μη βλέπουμε. Γιατί δεν κοιταζόμαστε πια; Η μεγαλύτερη χαρά είναι το χάζι. Γι΄αυτό πάμε και σε ένα μαγαζί, να κοιτάμε ο ένας τον άλλον, γιατί όχι, δωρεάν είναι; Πού έχει κίνηση και είναι σταυροδρόμι; Να πάμε ρε παιδιά να κάνουμε χάζι.

Εσύ νιώθεις πως σου φεύγει η ζωή μέσα από τα χέρια;
Κι εγώ ένας άνθρωπος είμαι… δεν είμαι κάτι άλλο. Όταν αρχίζουμε και ερχόμαστε σε μία επαφή με τον θάνατο των αγαπημένων μας ανθρώπων, τότε υπάρχει μία μορφή ανακούφισης που λεμε, “ώστε έτσι είναι ε; Αυτό είναι ε;” Και λίγο λειαίνονται όλα τα άλλα. Και έρχεται και σε συναντά το δειλινό των ανθρώπων. Έρχεται άλλοτε ακαριαία, άλλοτε σιγά σιγά…

Στην Έλλάδα έχουμε και μία διάθεση θρηνωδίας για τα παλιά. Είμαστε πολύ ηλικιωμένοι, είμαστε 2500-3000 χρόνων. Άλλος είναι 6000, άλλον τον πιάνεις από το Βυζάντιο, άλλον πιο μετά. Έχουμε βάρος. Και γι΄ αυτό δε χρειάζεται να κάνουμε κάτι.

Το θέατρο σε βοηθά στις υπαρξιακές σου αναζητήσεις;
Οι άνθρωποι στο θέατρο θέλουν να αρέσουν, να αγαπιούνται και να τα λενε ωραία. Και να τους λέμε και μπράβο. Και όσο πιο πολλά μπράβο, τόσο πιο χαρούμενοι είναι. Οι στιγμές όμως που ανακατεύεσαι με τους ανθρώπους, που δεν ακούς κανένα μπράβο και γελάς μαζί τους και δίνεις δωρεάν το σώμα και τις λέξεις σου προς τον άλλον είναι ανεπανάληπτες.

Αν καταλάβουμε πως δεν πρέπει να φυλαγόμαστε και πως πρέπει κάτι να παραδώσουμε στο αύριο, ίσως κάτι αλλάξει. Η νύχτα έχει ένα τέλος… Ξέρεις στον Χαμένο Παράδεισο, τίποτα δε σε ενοχλεί μέχρι κάποιος να σου πει “Μη”... Δε μας ενοχλούσε τίποτα τι κάναμε σεξουαλικά μικροί μέχρι να μας πουν τι είναι αυτό. Και μόλις μας το είπανε ντραπήκαμε… Andreas Simopoulos


Αυτές τις στιγμές ζεις με τη Λένα (Κιτσοπούλου);
Είναι πολύς ο καιρός που γνωριζόμαστε με τη Λένα. Σχεδόν συμφυτευτήκαμε. Έχουμε μπει από άλλη πόρτα στον ίδιο παράδεισο…

Πώς νιώθεις τώρα που μπαίνεις στον δικό της εκφραστικό παράδεισο;
Θεωρώ πως η Λένα με το ιδιοφυές δραματουργικό της ταλέντο, κάνει κάτι τόσο μοναδικό που είναι ευτυχία να είσαι εκεί. Είναι κάτι θα περίμενα από έναν νέο άνθρωπο, έναν 18αρη που θα ερχόταν με τα μπούνια να σαρώσει. Και το συναντώ στη Λένα.

Φρανκεστάιν και σύγχρονος Προμηθέας; Πώς επικοινωνούν;
Ακόμη και ο Αδάμ επικοινωνεί κι ο Προμηθέας κι ο Φρανκενστάιν. Στη δημιουργία, στον πρώτο ηλεκτρισμό, στο θαύμα το ίδιο, το πρωτοκύτταρο, στο σπέρμα για τη πρώτη έκφανση της ζωής. Στο ότι έχουμε τη δυνατότητα να ξαναδημιουργησουμε ζωή, άσχετα με το αν θα παλέψουμε και θα τιμωρηθούμε. Έχουμε όμως τη δυνατότητα να ανάψουμε τη σπίθα…

Ρε παιδί μου, κάνε κάτι, πάρε το κέντρο της Αθήνας στα χέρια σου και χάλασέ το. Να φτιάξεις κάτι όμορφο.

Έχεις ελπίδα για το μέλλον;
Είμαι μη ευοίωνος λιγάκι, αλλά ταυτόχρονα νιώθω λίγο σαν να πρόκειται να δουν τα μάτια μας κάτι μοναδικό. Και ίσως να ζήσουμε πράγματα που δεν είχαμε φαντασιωθεί ποτέ, πράγματα φοβερά. Ακόμη και τα φοβερά όμως κάποτε γυρνάνε. Το ξέρεις πια…

Αν καταλάβουμε πως δεν πρέπει να φυλαγόμαστε και πως πρέπει κάτι να παραδώσουμε στο αύριο, ίσως κάτι αλλάξει. Η νύχτα έχει ένα τέλος… Ξέρεις στον Χαμένο Παράδεισο, τίποτα δε σε ενοχλεί μέχρι κάποιος να σου πει “Μη”… Δε μας ενοχλούσε τι κάναμε σεξουαλικά μικροί μέχρι να μας πουν τι είναι αυτό. Και μόλις μας το είπανε ντραπήκαμε…

Στην Έλλάδα έχουμε και μία διάθεση θρηνωδίας για τα παλιά. Είμαστε πολύ ηλικιωμένοι, είμαστε 2500-3000 χρόνων. Άλλος είναι 6000, άλλον τον πιάνεις από το Βυζάντιο, άλλον πιο μετά. Έχουμε βάρος. Και γι αυτό δε χρειάζεται να κάνουμε κάτι. Καριέρες, μεγαλεία… Αυτές τις λέξεις ο Έλληνας τις παίρνει πάντα δάνειο, δεν τις μασάει για να δει τη γεύση τους και να τις εννοήσει. Ενώ η γλώσσα μας έχει και τη λέξη βίος…

Ρε παιδί μου, κάνε κάτι, πάρε το κέντρο της Αθήνας στα χέρια σου και χάλασέ το. Να φτιάξουμε κάτι όμορφο. Μας λείπει αυτό που το έχουμε όλοι στην οικογένειά μας, γιατί όλοι σκεφτόμαστε“πώς θα μεγαλώσει το παιδί μου, τι θα κάνει αύριο, τι καλύτερο να του δώσω”. Αυτό το έχουμε σε έναν φοβερό βαθμό ιδιωτικό. Δημόσια γιατι δεν το έχουμε;

Φωτογραφία από την παράσταση Προμηθέας που σκηνοθέτησε ο Νίκος Καραθάνος Ανδρέας Σιμόπουλος

Θα δούμε όλα αυτά στον Φρανκεστάιν; Αυτά είναι τα κομμάτια του; Με τη γνωστή εκφραστική σκληρότητα της Κιτσοπούλου;
Ναι, αυτά και πολλά πολλά άλλα. Η Λένα νομίζουν ότι γράφει σκληρά, ενώ σε κόβει με το φτερό. Από κάτω και κατά βάθος είναι ένας πολύ ευγενής άνθρωπος.

Τον Ιούνιο θα ταξιδέψεις με τον Προμηθέα σου στο Μονπελιέ…
Ναι, είναι ένα πολύ ωραίο φεστιβάλ με πολύ ωραίες συμμετοχές. Ήρθαν το είδαν και το θέλουν. Νιώθω πολύ ωραία γιατί τον Προμηθέα τον κάναμε για εμάς, για να μιλήσουμε ο ένας στον άλλον… Ήταν σαν να κοίταζες τη γειτονιά σου, δίπλα σου, τους ανθρώπους σου. Αν αυτό ακουστεί και στο εξωτερικό είναι ευλογία. Στην αρχή έλεγα στους συνεργάτες μου πως αυτό που κάνουμε μπορεί να είναι και αντιθεατρικό. Αλλά από την άλλη, μπορούμε να προσφέρουμε κάτι σήμερα στο διεθνές κοινό, κάτι ολόδικό μας; Γιατί τόσα χρόνια στο θέατρο ξέρω πως γίνεται μια παράσταση ωραία. Τώρα, θέλω απλώς να κάτσω να σου μιλήσω στα ελληνικά.

Πάντως εγώ θυμάμαι ακόμη τον μονόλογο της Ιούς, λεπτό προς λεπτό…
Αυτός ο μονόλογος της Ιούς είναι ένα 10σελιδο ταξίδι στον κόσμο. Και λες, ποιον ενδιαφέρει αυτό σήμερα; Ακούγεται όμως στην παράσταση, όμως, σαν να σου λένε τον καφέ. Σαν να λέει η θεία στο παιδί, θα κάνεις αυτό, θα ζήσεις έτσι, θα παντρευτείς μετά, αυτή την περιπλάνηση δηλαδή που είναι η ίδια η ζωή μας.

Ψάχναμε αν είμαστε εμείς μέσα στα κείμενα αυτά ή απλώς κάποια παράδοση. Μα εμείς είμαστε τα κόκαλα, εμείς κι η παράδοση, εμείς η μνήμη, εμείς οι άνθρωποι, για τις δικές μας ιστορίες μιλάνε. Μένει η μεγάλη αυτή η ανάγκη του να ξαναμιλήσουμε, να ξανασυστηθούμε. Μόνο εκεί είναι το νόημα, αλλά και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε. Γιατί χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον…

Στέγη Ιδρύματος Ωνάση/18 Μαΐου – 5 Ιουνίου 2022/Κεντρική Σκηνή Παραστάσεις: Τετάρτη έως Κυριακή 20:30Διάρκεια παράστασης: 120 λεπτά/

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα