Ανδρέας Σιμόπουλος

ΒΕΒΗΛΟΣ: “ΗΤΑΝ ΜΑΓΚΙΑ ΠΟΥ ΕΠΑΙΡΝΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΠΑΙΝΟΒΓΑΙΝΑ ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ;”

Έχει ζήσει τη φυλακή, τα ναρκωτικά και έχει επιστρέψει χωρίς να μετανιώνει για τίποτα, γιατί όπως λέει, αυτές οι δυσκολίες έφτιαξαν τον άνθρωπο που είναι σήμερα. Και τον σπουδαίο καλλιτέχνη θα συμπληρώναμε εμείς.

Έμπλεξε, χάθηκε για χρόνια, άφησε τις φήμες να κάνουν τη δουλειά τους, και όταν ξέμπλεξε, κατάφερε με δύο μεγάλα άλμπουμ, όχι απλά να θυμίσει στη σκηνή ποιος είναι, αλλά να ξανασυστηθεί ως κάτι το εντελώς καινούργιο. Με πιο κοφτερούς στίχους από ποτέ, γεμάτους με λυρισμό αν και γραμμένους μέσα σε κελιά και υπόγεια σπίτια, ο Βέβηλος την τελευταία δεκαετία κατάφερε να αναδειχθεί -ξανά- σε έναν απ’ τους σημαντικότερους ράπερς του χώρου, αδιαφορώντας για τις δάφνες που ήδη είχε περασμένες στο κεφάλι του απ’ τα τιμημένα 90s.

Συναντηθήκαμε στο στούντιο όπου ετοιμάζει -σιγά σιγά- το νέο του άλμπουμ και δεν αρνήθηκε να απαντήσει σε τίποτα από όσα είχα προετοιμάσει, αλλά ούτε και σε όσα προέκυψαν. Μιλήσαμε για τις μέρες που κρυβόταν στο Άγιο Όρος, για τη δίκη του Ζακ και το τραγούδι που έγραψε στη μνήμη του, για τη φυλακή, τις απεργίες πείνας, την ποίηση που τον ενθουσιάζει και την αγάπη που του έλειψε όσο πνιγόταν στις ουσίες. Αλλά κυρίως για τη μουσική και τους στίχους του, που όπως λέει, κρύβονται κατά χιλιάδες στα συρτάρια του.

Ξέρεις, μου κάνει εντύπωση το ότι δεν πούλησες ποτέ μαγκιά για ναρκωτικά και νταλαβέρια, παρότι τα έχεις ζήσει και παρότι γνωρίζεις καλά ότι αυτό “πουλάει” στο χιπ χοπ.
Μα αναγνωρίζω και μόνος μου ότι δεν ήταν καμιά μαγκιά έτσι κι αλλιώς, δηλαδή δεν ήταν μαγκιά που εγώ ήμουν πνιγμένος στα ναρκωτικά και σακάτευα τη ζωή μου, και τελικά κατέληξα να μπαινοβγαίνω στις φυλακές. Μάγκας είναι αυτός που δεν τα κάνει.

Όταν όμως βλέπεις τους άλλους να ραπάρουν με περηφάνια γι’ αυτά ενώ αντίθετα με σένα, δεν πρέπει να έχουν ιδέα και απλά παριστάνουν τους gangstas, πώς σου φαίνεται;
Σίγουρα με διώχνει. Υπάρχει κι ένα κοινωνικό κακό που γίνεται: το κάνεις εύπεπτο στα μάτια ενός πιτσιρικά. Άλλωστε αναγνωρίζεις και μόνος σου ότι λέγοντας όλα αυτά δεν θα σε πάρει στα σοβαρά κανείς απ’ τα 30 και πάνω, οπότε ξέρεις ότι επικοινωνείς με πιτσιρικάδες. Γίνεσαι “επικίνδυνος”. Δεν είναι μαγκιά το να πίνουμε.

Ε, και να πίνουμε, δεν το λέμε. Δεν υπάρχει λόγος να ξέρει ο καθένας τι κάνω εγώ στην προσωπική μου ζωή. Αν κάνω νταλαβέρια, αν έχω όπλα….

"Κοίτα τώρα, τιμωρηθούν δεν τιμωρηθούν, ο Ζακ δεν γυρίζει πίσω. Σίγουρα θα υπάρξει μια δικαίωση για τους δικούς του, αλλά δεν νομίζω να τιμωρηθούν στον βαθμό που θα ‘πρεπε." Ανδρέας Σιμόπουλος

Δεν γελάς κιόλας καμιά φορά μ’ αυτούς τους στίχους;
Ε ναι, γελάω. Φαντάσου όμως τώρα έναν άνθρωπο σαν κι εμένα που έχει έναν τάδε κόσμο που τον στηρίζει, να έλεγε “παιδιά, είναι πάρα πολύ εύκολο να μπλέξεις, να μπαινοβγαίνεις στις φυλακές και να αποφασίσεις μια μέρα να τα κόψεις όλα αυτά και να γίνεις ένας άνθρωπος που θα μαζεύει πέντε χιλιάδες κόσμο από κάτω”. Δεν είναι επικίνδυνο; Πρέπει να προσέχουμε τι επικοινωνούμε.

Ειδικά όταν ξέρουμε ότι στο κοινό μας υπάρχουν παιδιά που διαμορφώνονται σαν πλαστελίνη μέσα απ’ τα λόγια μας.

Έχεις πει ότι “Οι φυλακές είναι γεμάτες με στίχους μου. Όχι επειδή είμαι καλός στιχουργός. Αλλά επειδή έγινα η φωνή τους…”. Το ‘χεις συναντήσει, το ‘χεις δει;
Ναι, μου στέλνουν φωτογραφίες από μέσα, από ντουβάρια, από κρατητήρια, που υπάρχουν στίχοι μου. Και δεν είναι από φανς -έτσι κι αλλιώς δεν χρησιμοποιώ αυτόν τον όρο ποτέ. Απλά ήμουν ένα μέλος αυτής της κοινωνίας που επικοινώνησε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν μέσα εκεί και τους εκφράζω.

Το να γράψει κάποιος πέντε στίχους για να τους βλέπουν και οι υπόλοιποι, είναι κάτι που το έκανα κι εγώ, γράφοντας στίχους άλλων πάνω σε τοίχους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους δικούς μου στίχους πια, και είμαι κι ένας άνθρωπος που μιλάω λίγο καλύτερα τη γλώσσα τους.

Όταν γράφεις ένα τετράγραμμο πάνω σε ένα μεταγωγικό, ταξιδεύοντας, θα περάσουν από εκεί δεκάδες άνθρωποι, και όλο και κάτι μπορεί να κρατήσει κάποιος απ’ αυτό που μπορεί να τον βοηθήσει.

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΖΑΚ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟ

Ξεκίνησε επιτέλους η δίκη για τον Ζακ και αναρωτιέμαι αν πιστεύεις ότι όντως θα τιμωρηθούν.
Κοίτα τώρα, τιμωρηθούν δεν τιμωρηθούν, ο Ζαχαρίας δεν γυρίζει πίσω. Σίγουρα θα υπάρξει μια δικαίωση για τους δικούς του, αλλά δεν νομίζω να τιμωρηθούν στον βαθμό που θα ‘πρεπε. Χώρια που και να τιμωρηθούν αυτοί, θα τη γλιτώσουν κάποιοι άλλοι, κάποιοι που έβγαιναν και έκαναν δημοσκοπήσεις στην τηλεόραση αν έπραξε σωστά ο κοσμηματοπώλης, ή άλλοι που βιντεοσκοπούσαν να τον σκοτώνουν.

Δεν είναι λίγο δύσκολο να μπει αστυνομικός στη φυλακή;
Η αλήθεια είναι ότι βλέπεις, έχω πετύχει.

Πώς είναι να είναι μέσα;
Προστατευόμενα μέλη είναι. Εντάσσονται με τα χρόνια -αν κάτσουν χρόνια βέβαια, δύσκολη περίπτωση αυτή.

Μιλάνε με άλλους;
Ναι, κοίτα, αυτοί συνήθως έχουν και θέσεις κλειδιά, ας πούμε στην καντίνα. Οπότε υπάρχει μια κοινωνική αυτοματοποίηση πάνω σ’ αυτό, ότι πρέπει να του μιλήσεις για να σου φέρει τσιγάρα. Είναι λίγο περίεργα τα πράγματα.

Να πούμε λίγο για το “Σεζάριο”, το τραγούδι που έγραψες για τον Ζακ; Και από πού βγαίνει το όνομα του κομματιού.
Με τον Ζαχαρία δεν ήμασταν φίλοι, αλλά είχαμε μιλήσει δυο τρεις φορές από κοντά. Ήταν ένας χαρούμενος άνθρωπος, κάναμε λίγο χαβαλέ, αυτός με τον τρόπο του, εγώ με τον δικό μου.

Εκείνος είχε μια drag περσόνα, του μιλούσα κι εγώ για τη μουσική μου, και κάπως μια φορά περάσαμε απ’ τους Βαβυλώνα και τους δαντικούς χαρακτήρες που θύμιζαν τα ονόματά μας: ο Παράφρων, ο Βέβηλος, ο Πυροβάτης κι όλα αυτά.

Και τον θυμάμαι να μου λέει ότι ο όρος “drag” προέρχεται απ’ τα γραπτά του Σαίξπηρ, γιατί σε εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν γυναίκες ηθοποιοί, δεν το επέτρεπε η κοινωνία, οπότε τους γυναικείους ρόλους τους ενσάρκωναν άντρες. Έτσι στα θεατρικά του υπήρχε μια υποσημείωση που έλεγε “dressed as girl” δηλαδή “drag”, οπότε βγήκε από εκεί.

Και έχοντας αυτήν την πληροφορία, έψαξα τα θεατρικά του Σαίξπηρ και βρήκα στη “12η Νύχτα”, μία τύπισσα που ερωτεύεται έναν λόρδο και για να τον πλησιάσει ντύνεται άντρας με το όνομα “Σεζάριο”.

Πολλή πληροφορία, το πήγες πολλά επίπεδα παρακάτω.
Μα ξέρεις είχα ήδη την πρώτη εικόνα, οπότε το ψάξιμο ήταν το λιγότερο που μπορούσα να κάνω. Είχα ήδη γράψει και το υπόλοιπο τραγούδι και ήθελα να είναι αφιερωμένο στον Ζακ, να σε πηγαίνει εκεί χωρίς όμως να χρειαστεί να στο πω.

"Έχω κάτσει οκτώ χρόνια μέσα και φαντάσου ότι κάποια απ’ αυτά τα χρόνια δεν τα θυμάμαι, όχι γιατί περνούσα καλά, αλλά γιατί έγραφα, γιατί το μυαλό μου ήταν αλλού." Ανδρέας Σιμόπουλος


ΤΟ ΝΕΟ ΑΛΜΠΟΥΜ ΚΑΙ ΤΑ ΣΚΟΤΑΔΙΑ ΤΟΥ

Να σε ρωτήσω για το live του προηγούμενου Σαββάτου στο Θέατρο Πέτρας, πώς πήγε. Είδα έναν χαμό σε stories.
Χαμός γίνεται πάντα, το vibe που παίρνεις διαφέρει. Εδώ ήταν πιο συγκινησιακό, πιο κλειστό, γιατί νομίζω ότι ήρθε συγκεκριμένα ο κόσμος που μας αγαπάει, ότι ήρθε ο πυρήνας, ας το πω έτσι. Κι αυτό επειδή ανακοινώσαμε ότι θα είναι και μία απ’ τις τελευταίες μας συναυλίες, γιατί θα αφιερωθούμε στο κομμάτι το δισκογραφικό, ώστε να τα πούμε πάλι το επόμενο καλοκαίρι.

Οπότε τώρα ετοιμάζεις το νέο άλμπουμ; Σε ποιο σημείο είστε;
Ναι έχουμε αρχίσει να το δουλεύουμε. Επειδή θέλουμε να κάνουμε κάτι τελείως διαφορετικό, και γενικά αλλά και στην παρουσίαση του δίσκου, δουλεύουμε με ένα ανορθόδοξο τρόπο, όχι τόσο χιπ χοπ, βασισμένο όμως πάνω σε αυτό. Για παράδειγμα δεν χρησιμοποιούμε λούπες, τα παίζουμε όλα μόνοι μας, με σκοπό να καταφέρουμε κάποια στιγμή να μας πλαισιώσει μια ορχήστρα από βιολιά, φλάουτα, τσέλα κλπ.

Στο live;
Ναι, αλλά για μία φορά στην παρουσίαση, δεν θα το κάνουμε πάντα, ούτε θα το έχουμε στην ηχογράφηση την κανονική. Γενικά μ’ αρέσει να κάνω διαφορετικά πράγματα.

Μπορείς να μου κάνεις ένα σπόιλερ για το νέο άλμπουμ;
Θα λέγεται “Το βιβλίο των σκιών” και θέλουμε να βγει στις 6 Μαΐου του ‘22. Είναι το τρίτο κατά σειρά, κλείνοντας έτσι μια τριλογία. Θα ‘ναι θα ναι πιο σκοτεινό και με πιο λίγα κομμάτια αυτήν τη φορά, γύρω στα 11 με 13. Ήδη έχουμε αρχίσει να το δουλεύουμε, είμαστε στη δημιουργία.

“ΑΜΑ ΡΩΤΗΣΟΥΝ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΑ”

Κάποια συνεργασία που μπορεί να έχει;
Δεν ξέρω, επειδή έχω αυτό το πολύ σκοτεινό μου κομμάτι μέσα, δεν νομίζω ότι μπορώ να βάλω κάποιον. Ίσως βάλω κάποια συμμετοχή για να το φωτίσει λίγο (σ.σ. γελάει).

Ο καθένας έχει τα δικά του σκοτάδια που μπορεί να ταιριάξουνε με τα δικά σου, όπως για παράδειγμα στο “Άμα ρωτήσουν που χάθηκα” τα σκοτάδια μου ταίριαξαν απόλυτα με εκείνα του Anser.

Θέλω να σε ρωτήσω γι’ αυτό το τραγούδι, γιατί μόλις είπα σε κάποιους ότι θα σου πάρω συνέντευξη, αμέσως μου σχολίασαν “ρώτησε τον σε εκείνο το κομμάτι τι ψυχή βγάλανε, πώς μάς μάτωσαν έτσι”.
Η αλήθεια είναι ότι είναι απ’ τα δύσκολα τραγούδια. Κοίτα, η συνεργασία με τον Anser ξεκίνησε πριν από κάποια χρόνια. Μέσα στη χιπ χοπ κοινότητα υπάρχουν γενικά κάποιες συμπάθειες, κι εγώ τον άκουγα και είχα καταλάβει για κάποια δύσκολα βιώματα που είχε μέσα απ’ τα τραγούδια του. Το αγαπημένο μου τραγούδι του ακόμα και τώρα είναι “Το τανγκό της”.

Οπότε κάνοντας συναυλίες ήθελα να τον έχω σαν καλεσμένο, και για να τον γνωρίσω, αλλά και για να παίξουμε παρέα αυτά που αγάπησα μέσα απ’ αυτόν. Αυτό μας έφερε πολύ πιο κοντά και αρχίσαμε να δένουμε.

Πριν γίνει η σύμπραξη live, το σκεφτόταν και ο Γιάννης λίγο τότε, το πως θα καταφέρουμε να ταιριάξουμε. Του ‘λεγα “θα ταιριάξουμε ρε φίλε, τα ίδια λέμε πάνω κάτω, εσύ λίγο πιο ρυθμικά, εγώ λίγο πιο υπόγεια”…

Ναι, είναι ένα ερώτημα για το πως κολλήσατε τόσο οι δυο σας.
Ετοίμαζα λοιπόν τον δίσκο, του λέω “Γιάννη, θα φτιάξουμε ένα τραγούδι παρέα;”, και μου λέει “έχω μία φοβερή μουσική που την έχω και κάθεται”. Έστειλε το κομμάτι, μιλήσαμε για το τι θα γράψουμε, πώς θα βάλει ο καθένας τους δικούς του δαίμονες εκεί μέσα και βγήκε αυτό το αποτέλεσμα.

Τώρα δεν θα αναλύσω τα ενδότερα του κομματιού, ο καθένας καταλαβαίνει. Έχει μέσα στίχους όπως το “έκαψα φλέβες μέσα στο κρύο μου κι όμως στιγμή δεν ζεστάθηκα”, που δεν θέλω και να πω παραπάνω.

Τώρα αν ο καθένας μπορεί να κλέψει κάτι απ’ αυτό, ή ακόμη και αν αντέχει να κουβαλήσει κάτι, γιατί εκεί μέσα είναι οι δαίμονες και οι φοβίες μας, αυτό με κάνει χαρούμενο.

Και το ‘χει αγαπήσει και τόσο πολύ ο κόσμος, το βλέπω σε κάθε live πώς χοροπηδάει, πως το χαίρεται, που κάθε φορά αυτό με ανακουφίζει και λίγο.

Γιατί σε ανακουφίζει; Είναι σαν να σου ξορκίζει τους δαίμονες;
Κάπως έτσι πάει. Είναι όλα πιο σημαντικά όταν τα λες μπροστά τους. Και αν είναι λιγότερος ο κόσμος στο live έχεις περισσότερο βάρος, γιατί δεν κουβαλάει τόσο πολύ απ’ αυτό, κατάλαβες; Αλλά όταν είναι περισσότερος, βρίσκεις κι απάγκιο κιόλας εκεί.

Γιατί είναι δύσκολα τα κομμάτια μας, δεν κάνουμε μουσική για να διασκεδάζουμε, οπότε καταλαβαίνεις και τι κόσμος έρχεται να σε ακούσει. Είναι και αυτός δύσκολος, με τα δικά του θεματάκια.

Είπες ότι αυτός ο δίσκος που θα βγάλεις τώρα θα είναι σκοτεινός και μου κάνει εντύπωση γιατί έχεις βγάλει ήδη δύο δίσκους…
…που δεν είναι και οι πιο ευχάριστοι (σ.σ. γέλια).

Ναι. Δεν ησύχασε δηλαδή το μέσα σου;
Δεν ησυχάζει μωρέ, δεν γίνεται τώρα αυτό να ηρεμήσει.

Δεν μαλάκωσε κάπως όμως μετά από τόσα χρόνια, τόσα τραγούδια;
Να μαλακώσει μπορεί να γίνει αλλά πάντα το κουβαλάς. Και όσο μεγαλώνω κιόλας, αυτό ωριμάζει, και πλέον το αναλύω και με διαφορετικό τρόπο. Και γνωρίζω ότι πια μπορώ και να το επικοινωνήσω και καλύτερα, με περισσότερη λυρικότητα, χωρίς να πάρω ανθρώπους στον λαιμό μου, αλλά με το να γίνω βοηθητικός μέσα απ’ τα βιώματα μου.

Ε, και λειτουργεί και σε μένα σαν μια ψυχοθεραπεία. Και βέβαια μετράει και το ότι γίνεται και αποδεκτό, βρίσκω ανθρώπους που όντως ζούνε κι εκείνοι σε μία δική τους φυλακή, και κάπου ταυτίζονται.

Γιατί πάντα λέω και στις συναυλίες ότι οι φυλακές δεν μόνο αυτές που έχουν κάγκελα και τοίχους.

Έχω κάτσει οκτώ χρόνια μέσα και φαντάσου ότι κάποια απ’ αυτά τα χρόνια δεν τα θυμάμαι, όχι γιατί περνούσα καλά, αλλά γιατί έγραφα, γιατί το μυαλό μου ήταν αλλού.

Πάντα βέβαια η καταμέτρηση πρωί-βράδυ, το κλείδωμα-ξεκλείδωμα, με βάραινε, αυτό δεν άλλαζε.

"Τι εννοείς «πάτο»; Εδώ οι βιαστές έχουν δική τους φυλακή στην Τρίπολη. Υπάρχουν και δημοσιογράφοι που πηγαίνουν και τους ξεπλένουν…"

ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠ’ ΤΑ ΣΙΔΕΡΑ

Είχα πάει κάποτε στις φυλακές του Δομοκού, και εκεί μας είπαν οι φύλακες ότι κρατούμενοι δεν διάβαζαν μπροστά σε άλλους, γιατί έτσι κάποιος θα μπορούσε να θεωρηθεί μαλακός, ότι δεν είναι “αντρική συμπεριφορά”. Ισχύει αυτό;
Όχι, δεν νομίζω να ισχύει.

Δηλαδή εσύ διάβαζες κι έγραφες μπροστά σε άλλους;
Ναι, όλοι το κάνουνε. Εντάξει οι πιο μεγάλοι έχουν λίγο την τηλεόραση, οι πιο πιτσιρικάδες έχουν και λίγο το βιβλίο και λίγο το παιχνίδι, αλλά όχι, δεν είναι δείγμα αδυναμίας. Ένα τέτοιο δείγμα θα ήταν να κλαίει ο άλλος στο τηλέφωνο, να τσακώνεται με τους γονείς του γιατί δεν του στείλανε λεφτά, να παραπονιέται γιατί δεν τον βγάζουν έξω. Αυτό είναι δείγμα αδυναμίας.

Και νομίζω είναι καλύτερο να σου πει κάποιος τι “κάθεσαι και διαβάζεις;” απ’ το να σχεδιάζεις την επόμενη ληστεία.

Θυμάσαι τι διάβασες περισσότερο στη φυλακή;
Έπεσε στα χέρια μου το βιβλίο του Ζακ Μεστρίν, το “Ένστικτο του Θανάτου” και το είχα λιώσει. Είναι η αυτοβιογραφία ενός ληστή όπου είχε δραπετεύσει από όλες τις φυλακές που τον είχανε κλείσει και κάποια στιγμή τελικά τον φάγανε σε ένα φανάρι. Υπάρχει και ταινία που λέγεται “Δημόσιος Κίνδυνος νο 1”.

Α, κάτσε αυτό με τον Κασέλ;
Ναι, αυτό, απ’ το βιβλίο είναι. Τώρα δεν θυμάμαι τι άλλα βιβλία διάβασα. Από “Μικρό πρίγκιπα” μέχρι…

“Μικρό Πρίγκιπα” μέσα στη φυλακή;
Ναι, κι όμως… Μα είναι από δωρεές, δεν τα αγοράζουμε εμείς τα βιβλία, οπότε πετυχαίνεις τα πάντα. Μέχρι κι ενός ιερωμένου έπεσε στα χέρια μου, νομίζω λεγόταν Πατέρας Κιλίφης, και μου άρεσε κάτι που είχε γράψει, ότι η λέξη μάγκες είναι τουρκική και σημαίνει “ομάδα ενόπλων ατάκτων”.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ

Ήθελα να σε ρωτήσω και για τον Οδυσσέα από τους Razastarr, που πρόσφατα τον παρέσυρε άγνωστος με το αυτοκίνητο του, σκοτώνοντάς τον. Τον γνώριζες έτσι;
Τον γνώριζα πολύ καλά, από μικρός, ήταν παιδί της γειτονιάς εκεί στο Βύρωνα και ευθύνεται για πολλά πράγματα, ήταν απ’ τα άτομα που μας έβαλαν στη φάση.

Φαντάσου όταν εμείς ξεκινήσαμε να κάνουμε χιπ χοπ -εμείς ήμασταν 13-14, αυτοί ήταν ήταν γύρω στα 19, πολύ πιο μεγάλοι δηλαδή για εκείνες τις ηλικίες- και όταν τελειώνανε την πρόβα σε ένα μικρό στούντιο, καθόντουσαν μετά με τα drum machines να μας βοηθήσουν.

Και μας έδειχναν λίγο τους κώδικες, το πως μπορείς να γράψεις καλύτερα για να ‘σαι πάνω στο μέτρο, για να παίρνεις τις ανάσες σου, ή έστω για να βγαίνει νόημα σε αυτά που λες. Καταλαβαίνεις κι εσύ ήταν λίγο ατσούμπαλα όλα τότε για μας, 13ών χρονών παιδιά ήμασταν.

Ακόμα περιμένουνε οι δικοί του να βρούνε μια πληροφορία. Δεν ξέρω αν θα βρούνε ποτέ τους ενόχους, έχει παραμεληθεί εντελώς. Τις πρώτες μέρες υπήρχαν ρεπορτάζ σε δελτία ειδήσεων κλπ, τώρα έχει χαθεί τελείως η υπόθεση.

Ήσασταν και φαν τους τότε, έτσι;
Ήμασταν αλλά φαντάσου ότι όσο εμείς μεγαλώναμε και αυτοί γινόντουσαν οι Razastarr, γινόμασταν κι εμείς οι Βαβυλώνα, οπότε πηγαίναμε και λίγο παράλληλα.

Ο Αντρέας και ο Νικόλας ήταν απ’ τα καλά παιδιά της φάσης, μπορεί για τον οποιονδήποτε να ακούσεις και πέντε κακές κουβέντες, για τα συγκεκριμένα δύο παιδιά δεν θα ακούσεις τίποτα. Και αυτό είναι ένα δείγμα του πόσο εστιασμένοι πάνω σε αυτό ήτανε, χωρίς να ενοχλούν. Ήταν ήρωες της σκηνής, χωρίς να είναι ποτέ πρώτο όνομα, αλλά ήταν πάντα εκεί, με σκυμμένο το κεφάλι πάνω στα τραγούδια τους, στα live τους. Ήταν παράδειγμα για όλους.

Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ

Ένας τύπος που το κάνει αυτό, που χτυπάει με το αυτοκίνητο και εγκαταλείπει, αργότερα ιεραρχικά στη φυλακή πού βρίσκεται;
Δεν υπάρχουν σίγουρες θέσεις στη φυλακή, εδώ βλέπεις μαστροπούς και είναι κεφάλια εκεί μέσα.

Νόμιζα ότι θα ήταν στον πάτο.
Τι εννοείς “πάτο”; Εδώ οι βιαστές έχουν δική τους φυλακή στην Τρίπολη. Υπάρχουν και δημοσιογράφοι που πηγαίνουν και τους ξεπλένουν…

Λίγο το χρήμα και λίγο οι γνωριμίες, αυτό δημιουργεί ιεραρχία. Και τα χρόνια που το ‘ζησα εγώ έπαιζε ρόλο και η φυλή, γιατί οι κρατούμενοι ομαδοποιούνται.

Πρώτη φορά μπήκα μέσα το 2000 σε μια ακτίνα στον Κορυδαλλό, τη Γ.

"Κοίτα, εμένα γενικότερα μ’ αρέσει να διασκεδάζω, το γέλιο είναι καθημερινότητά μου. Και στα πιο μαύρα πράγματα βρίσκω έναν μικρό λόγο, τον πιο ανούσιο ίσως, για να κάνουμε πλάκα πάνω σε αυτό." Ανδρέας Σιμόπουλος

Εκεί ήταν οι τοξικομανείς;
Όχι, στη Β ήταν αυτοί. Στη Γ ήταν οι λίγο πιο σκληροπυρηνικοί.

Το πιο πρόβατο που γνώρισες στη φυλακή, ο πιο πράος άνθρωπος; Να λες τι θέλει αυτός εδώ μεσα;
Στην πρώτη μου φυλακή είχα πετύχει έναν γέρο που την έβγαζε ώρες ανάποδα κρεμασμένος στο μονόζυγο. Μιλάμε ένας ζεν τύπος, κοκκαλιάρης… Έπινε τα φαρμακάκια του, τα τσιπουράκια του, αλλά σου λέω, δεν έχω δει πιο ήρεμο άνθρωπο.

Τι μπορεί να είχε κάνει αυτός;
Τώρα δεν μπορώ να ανατρέξω τόσο πίσω να σου πω, αλλά είχαμε σχέσεις γιατί βάραγε τατού. Έχω ένα δικό του πάνω μου.

Κάπου το είχα διαβάσει αυτό, ότι είχες κάνει ένα τατού στη φυλακή.
Ε ναι, αυτό συμβαίνει όταν κάθεσαι τόσα χρόνια μέσα, είναι ένας τρόπος για να περνάς την ώρα σου.

Είχες κάνει και πριν ή εκεί ήταν το πρώτο σου;
Όχι, είχα κάνει και δυο τρία πριν, αλλά μετά πήγα μέσα, και μετά έμαθα να κάνω κι εγώ.

Δεν φοβήθηκες; Μην κολλήσεις τίποτα εννοώ.
Ε ντάξει, τώρα, σκέψου ότι τρως απ’ το καζάνι της φυλακής (σ.σ γελάει), ότι χρησιμοποιείς μια τουαλέτα που πάνε πόσοι… Αλλά με το αυτοσχέδιο τατού δεν έχει κάτι να φοβηθείς γιατί το φτιάχνεις εκείνη τη στιγμή, παίρνεις το ελατήριο απ’ τον αναπτήρα. Δεν είναι δηλαδή ότι κυκλοφορεί μια βελόνα και τρυπιόμαστε όλοι.

Απ’ τους φύλακες υπήρξε κάποιος που να ήταν ο πιο ανθρώπινος;
Ε υπάρχουνε ρε, υπάρχουν. Είναι και κάποιοι που βοηθάνε.

Βέβαια, υπάρχουνε πολλοί που έχουνε και τον ρόλο του μπάτσου, αυτό έχει να κάνει με την μαγκιά και την καύλα τους, ξέρεις, βρήκανε τώρα σε ανθρώπους που δεν μπορούν να τους κάνουν τίποτα να πουλήσουνε μαγκιά.

Και που δεν το κάνουνε και σε όλους γιατί ξέρουνε ότι κάποιοι κρατούμενοι θα το φυλάνε, οπότε κι εκεί φαίνεται ότι δεν είναι καθόλου μάγκες.

Σίγουρα οι περισσότεροι έχουνε μια ειρωνεία, έναν σταρχιδισμό, του τύπου “τι με νοιάζει εμένα αν σε πονάει το δόντι σου, δεν σε πάω πουθενά”, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που προσπαθούν να βοηθήσουν.

ΣΤΟ ΜΑΤΙ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΑΠΟ ΜΙΚΡΟΣ

Έχει τύχει ποτέ αστυνομικός να σου πει ότι σε ακούει;
Το έχω πάθει πάρα πολλές φορές. Και μέσα στα τμήματα και μέσα στη ΓΑΔΑ, μού έχουν πει ότι “οι φίλοι μου με κορόιδευαν όταν πέρασα στη σχολή βάζοντάς μου το ‘Policemania’”. Και πιο παλιά, τότε που ήταν και στα φόρτε του το κομμάτι όταν βγήκε, έχω φάει και κρατητήριο.

Πώς έγινε αυτό, με τι δικαιολογία;
Με τη λογική ότι “ποιος νομίζεις ότι είσαι εσύ που μας βρίζεις έτσι, οπότε θα σε ταλαιπωρήσουμε λίγο”.

Για παράδειγμα θυμάμαι μετά από μια συναυλία στο Πέραμα που μας λένε “ελάτε να σας κάνουμε μια εξακρίβωση” και πάνω στον χαβαλέ “ποιος έγραψε το τραγούδι; Εσύ, ε; Έλα λίγο παραμέσα”.

Υπάρχουν και κάποιοι που κατά καιρούς το έχουν πάρει στον χαβαλέ, υπάρχουνε και άλλοι που λένε για “ράπαρε το μας λίγο”, και τώρα εκεί σου έρχεται και μια δεύτερη σκέψη, λες “σε κάθε στίχο θα τρώω και από μια μπάτσα; Γιατί μου το ζητάει;”.

Αν δεν είχες κάνει φυλακή, για τι πράγμα πιστεύεις θα μιλούσαν τα τραγούδια σου σήμερα;
Τώρα αυτό δεν μπορώ να στο απαντήσω. Αν με ρωτούσες πάντως αν μετανιώνω για κάτι, αν μπορούσα κάτι να αλλάξω, νομίζω πάλι έτσι θα το πήγαινα ακριβώς. Χαίρομαι πολύ αυτό που είμαι σήμερα, οπότε μάλλον έπρεπε να γίνουν όλα αυτά.

Νομίζω ότι αυτήν τη στιγμή έχω φτιάξει έναν καλό χαρακτήρα, θα με παντρευόμουν ας πούμε (σ.σ. γέλια), θα με έκανα παρέα, οπότε όλη αυτή η πορεία, όλα αυτά τα δύσκολα δημιούργησαν αυτόν τον άνθρωπο, αυτήν τη σκέψη. Το ένα έφερε το άλλο. Μια λογική αλληλουχία δηλαδή που κατέληξε να επικοινωνείται μέσα απ’ τα τραγούδια. Αλλά σου λέω δεν θα άλλαζα τίποτα ρε.

Άρα αν σε ρωτήσω τι θα έλειπε απ’ τη μουσική σου, θα πάρω την ίδια απάντηση; Ή θα μου πεις ότι δεν θα ήταν τόσο σκοτεινή;
Κοίτα, εμένα γενικότερα μ’ αρέσει να διασκεδάζω, το γέλιο είναι καθημερινότητά μου. Και στα πιο μαύρα πράγματα βρίσκω έναν μικρό λόγο, τον πιο ανούσιο ίσως, για να κάνουμε πλάκα πάνω σε αυτό. Τώρα περνάω καλά μέσα απ’ τη μουσική μου, αλλά δεν μπορώ να πω ότι διασκεδάζω κιόλας, ότι το ρίχνω έξω κάνοντας μια συναυλία ή φτιάχνοντας έναν δίσκο.

Οπότε ίσως με τη μουσική μου να ήμουν περισσότερο σε μια φάση “να περάσουμε καλά ρε παιδί μου”. Μ’ αρέσει όμως που είναι έτσι τα τραγούδια μου γιατί έχει και συγκεκριμένους ανθρώπους που φέρνει κοντά μου, που όντως θα καταλάβουν αυτά που λέω και θα θέλουν να γνωρίσουν περισσότερο τον Θανάση παρά τον Βέβηλο.

Αυτό της διασκέδασης είναι πιο επιφανειακό και δεν ξέρω και αν θα μπορούσα να το υποστηρίξω.

Το “Βέβηλος” είναι ένα όνομα που το πήρες σε πολύ μικρή ηλικία αλλά το κουβαλάς ακόμα. Νιώθεις ότι ακόμα σε αντιπροσωπεύει;
Δεν μας δόθηκαν τυχαία τα ονόματα, είχαν να κάνουν με τον χαρακτήρα του ανθρώπου.

Ήσουν όμως πιτσιρικάς πολύ.
Πιτσιρικάς αλλά με αυτές τις βλέψεις, δηλαδή ήξερα ότι θα πάω μια μέρα φυλακή (σ.σ. γελάει). Ήταν δρομολογημένο ρε παιδί μου ότι θα αρχίσω να γαμάω τη ζωή μου, φαινότανε.

Απ’ την άλλη αν η ονοματοδοσία δεν λειτουργούσε έτσι, να παίρνεις δηλαδή το όνομα απ’ τον παππού και τη γιαγιά, και αν οι γονείς μου μπορούσαν να βγάλουν οτιδήποτε τους ερχόταν στο μυαλό, νομίζω και πάλι “Βέβηλο” θα με βάπτιζαν…

Βρίσκω έναν τρόπο να μου γαμάω τη ζωή, δεν μπορείς να φανταστείς.

"Εγώ στα πράγματα έχω έναν ερωτισμό. Μ’ αρέσει όλη αυτή η διαδικασία, δένομαι. Δεν αλλάζω τους φίλους μου για παράδειγμα. Ακόμα και οι σχέσεις μου ήταν μεγάλες." Ανδρέας Σιμόπουλος

“ΤΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΟ ΠΟΥ ΕΧΑΣΑ ΗΤΑΝ Η ΑΓΑΠΗ”

Συχνά γράφεις και για τον έρωτα, ενώ πολλοί ράπερς το αποφεύγουν. Και σε σένα δεν είναι αγάπες και λουλούδια και ζουζούνια, μοιάζει λίγο σαν μια φωνή για βοήθεια.
Ναι, δεν είναι όμως ακριβώς για βοήθεια. Ανάγκης νομίζω ότι είναι πιο πολύ.

Το καταλαβαίνεις ότι μέσα από όλα αυτά, το σημαντικότερο που έχασα ήταν η αγάπη. Και όχι μόνο μέσα στη φυλακή, πέρασα και άλλα τόσα χρόνια στα ναρκωτικά.

Η αγάπη η γυναικεία συγκεκριμένα, ο έρωτας;
Και ο έρωτας αλλά και η αγάπη γενικά. Ήμουν λίγο του περιθωρίου δηλαδή και οι άνθρωποι να μ’ αγαπούσανε, εγώ είχα μια ματιά πάνω τους εκμετάλλευσης, οπότε δεν τους αγαπούσα εγώ. Αυτό το συναίσθημα είχε παγώσει μέσα μου. Εκμεταλλευόμουν ας πούμε το ότι η μάνα μου θα γυρίσει την πλάτη της για να της πάρω λεφτά απ’ το πορτοφόλι -και μιλάμε για έναν άνθρωπο που σίγουρα με αγαπούσε εφόσον είναι μάνα μου. Φαντάσου τους άλλους.

Το έχω επαναφέρει πολλά χρόνια αυτό το συναίσθημα, βρίσκω διεξόδους να το εκφράζω, και θέλω και να το τιμώ κιόλας μέσα απ’ τη μουσική.

Μ’ αρέσει και ο τρόπος που το κάνω. Εγώ στα πράγματα έχω έναν ερωτισμό. Μ’ αρέσει όλη αυτή η διαδικασία, δένομαι. Δεν αλλάζω τους φίλους μου για παράδειγμα. Ακόμα και οι σχέσεις μου ήταν μεγάλες.

Μ’ αρέσει η συντροφικότητα, να έχεις έναν άνθρωπο να μοιραστείς πράγματα που δεν μπορείς να τα πεις σε άλλους, που ξέρει τους φόβους σου, που ξέρει πως ξυπνάς, που σε αγαπάει για αυτό που είσαι και όχι γι’ αυτό που φαίνεσαι. Μ’ αρέσει αυτό.

Ξέρεις μου κάνει εντύπωση, ότι παρότι έρχεσαι από έναν πολύ σκληρό κόσμο, αυτόν της φυλακής, της παρανομίας, οι στίχοι σου δεν έχουν μέσα ρατσισμό ή σεξισμό.
Κοίτα έχω μετανιώσει για ένα τραγούδι που έχω γράψει, πολύ πιτσιρικάς βέβαια, το “Στα ίσια”, ήταν για κάτι συνεργασίες στο χιπ χοπ, όπου ήμουνα πολύ προσβλητικός. Το κατάλαβα αργότερα.

Φαντάσου όμως ότι ο τελευταίος μου δίσκος, δεν έχει ούτε μια βρισιά μέσα, δεν έχει ούτε ένα “μαλάκα”, γιατί δεν μιλάω κι έτσι. Πάνω στον χαβαλέ μπορεί να μου φύγει μία λέξη, αλλά γενικά δεν βρίζω.

Τώρα σεξιστής ή ρατσιστής είναι κάτι που δεν θα με αντιπροσώπευε ποτέ. Δεν βρίσκω καμία λογική στο να υπονομεύω τη γυναίκα.

Ήμουν με αυτά στο κεφάλι μου, τα περί ισότητας, τα του μη κοινωνικού διαχωρισμού κλπ, πολύ πριν τις φυλακές. Χιπ χοπ κάνω απ’ το ‘94, ξέρω από που έρχεται η μουσική, ξέρω τι πρεσβεύει.

Στο στούντιο με τον Βέβηλο. Ανδρέας Σιμόπουλος

Μια εντελώς προβοκατόρικη ερώτηση. Είσαι έξω, καθαρός, ζεις τη ζωή σου. Μήπως νιώθεις πέρα από ζωντανό παράδειγμα ανθρώπου που τα κατάφερε και νίκησε τις εξαρτήσεις του, και ότι είσαι και μια ζωντανή διαφήμιση για το σωφρονιστικό σύστημα; Ότι “να, κοίτα που μπορεί και να πετύχει η φυλακή”. Άθελά σου βέβαια.
Θα σου πω. Δεν με άλλαξε το σωφρονιστικό σύστημα. Στην πρώτη φυλακή έκατσα έναν χρόνο, στη δεύτερη έκατσα δύο, στην τρίτη παραπάνω και στην τέταρτη έκατσα τέσσερα χρόνια. Κατάλαβα δηλαδή ότι γινόμουν κάτι σαν ανακυκλώσιμο υλικό.

Εγώ άλλαξα ως άνθρωπος, όχι το σύστημα εμένα. Νομίζω ότι η μεγάλη μου αλλαγή είναι ότι αποφάσισα να κόψω τα ναρκωτικά, όχι ότι αποφάσισα να μην ξαναμπώ φυλακή.

Μέσα εκεί ήταν εύκολο να βρίσκεις;
Άμα είχες χρήματα, ναι, αλλά δεν ήταν το ίδιο εύκολο σε όλες τις φυλακές. Έτσι κι αλλιώς για να υπάρχει καταστολή, η φυλακή τα στέλνει μόνη της, είτε με τη μορφή φαρμάκων είτε με τη μορφή κανονικών ναρκωτικών, άμα θέλουνε να καταλαγιάζουν ένα κλίμα έντασης.

Σαν τις εξεγέρσεις που είχες πάρει κι εσύ μέρος;
Εξεγέρσεις και απεργίες πείνας γίνονται συχνά, απλά δεν επικοινωνούνται και τόσο από τα κανάλια. Το σύστημα της φυλακής βράζει όλη την ώρα.

Και τότε πέφτουν τα φάρμακα;
Εκείνη τη στιγμή δεν μπορούν να πέσουν. Πέφτουν λίγο πριν γιατί και μέσα στη φυλακή υπάρχουν ρουφιάνοι που ειδοποιούν τη διοίκηση ότι “κάτι ετοιμάζουνε, προσέξτε” και προσπαθούν οι άλλοι να το σβήσουνε.

Αυτό συμβαίνει κυρίως στις μεγάλες φυλακές που υπάρχει και υπερπληθυσμός. Ο Κορυδαλλός φιλοξενεί 2,5 χιλιάδες άτομα, οπότε δεν θέλεις ποτέ να εξεγερθεί. Θα έχεις τουλάχιστον χίλιους σκληροπυρηνικούς κακοποιούς που εκείνη τη στιγμή θα είναι εκτός ορίων.

Και τόσα χρόνια δεν έχει αλλάξει κάτι, πάντα θυμάμαι να διαμαρτύρονται για το συσσίτιο, για τα επισκεπτήρια, την ιατρική περίθαλψη, τον νόμο με τις άδειες και τις αναστολές.

Ο Μαργαρίτης είχε δώσει ένα live μέσα στον Κορυδαλλό. Θα σκεφτόσουν να το κάνεις;
Φαντάζομαι δεν είναι το ίδιο εύκολο ένας πρώην κρατούμενος να μπορεί να μπει στη φυλακή ως επισκέπτης και να δώσει live.

Άσε που δεν θα μου πήγαινε και η καρδιά τώρα να μπω μέσα, να κάνω μία συναυλία και να γυρίσω την πλάτη μου φεύγοντας, σαν να λέω “εγώ πάω σπίτι μου, εσείς μείνετε εδώ”. Δεν θα το ‘κανα.

"Ε, κάποια στιγμή φαντάζομαι θα συμβεί, δεν μπορώ να ‘μαι 70 ετών -αν φτάσω τόσο- και να ‘μαι πάνω στη σκηνή και να κουτσοπηδάω με το “Policemania” (σ.σ. γέλια). Και άντε πες και το κάνω εγώ, οι άνθρωποι που έρχονται από παλιά, θα μπορούν;" Ανδρέας Σιμόπουλος

ΡΑΠΕΡΣ, Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ

Έχω φάει κόλλημα με έναν νέο ράπερ τον Εθισμό, τον έχεις ακούσει;
Ναι κι εγώ, μ’ αρέσει πάρα πολύ. Και βρίσκω κομμάτια του χαρακτήρα μου μέσα στους στίχους του. Προχθές το συζητούσαμε με κάτι φίλους. Τον παρακολουθώ πολύ στενά.

Μιλάει κι αυτός πολύ ανοιχτά για την περιπέτειά του με τα ναρκωτικά.
Απλά εγώ δεν θα μιλήσω τόσο χύμα για αυτά όσο εκείνος.

Τα περιγράφει πιο σκληρά, “η τελευταία φορά που τρυπήθηκα” κλπ…
Ναι, αυτό θέλω να σου πω. Μ’ αρέσει δηλαδή ο τρόπος του, δεν θα ψάξω παραπέρα, κι εγώ κάπως έτσι τα έχω στο μυαλό μου αλλά λίγο τα μπαλώνω, κατάλαβες; Γίνομαι λίγο πιο λυρικός, γιατί θέλω να αλλάξω τη διαδικασία, δηλαδή επειδή το πέρασα εγώ ας μην το περάσεις κι εσύ, έστω μέσα απ’ τη λέξη “σύριγγα”. Γιατί να σου βάλω μια εικόνα που εγώ ξέπλενα τα σέα μου ενώ σου είναι αχρείαστη;

Αλλά μ’ αρέσει ο τρόπος του, είμαι φαν, είναι απ’ αυτούς που ξεχωρίζω τον τελευταίο καιρό στο χιπ χοπ.

Θες να μου πεις κι άλλους;
Το Γιάννη ξεχωρίζω πολύ, αλλά είμαστε φίλοι οπότε εδώ δεν είμαι και πολύ αντικειμενικός, τον Zoro γουστάρω πολύ. Είναι παιδιά που έχουμε τα ίδια βιώματα και ξέρεις επειδή βλέπω έναν όμορφο τρόπο που τα επικοινωνούνε, με φέρνουνε πολύ κοντά τους. Οπότε εκεί είμαι, σ’ αυτήν την παρέα. Εθισμού, Zoro, Buzz…

ΚΑΤΙ ΣΑΝ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Το 2019 είχες πει ότι θα βγάλεις ένα βιβλίο. Πού βρίσκεσαι με αυτό;
Όχι, είχα πει ότι θέλω πρώτα να τελειώσω την τριλογία και ότι μετά σκοπεύω να γράψω κι ένα βιβλίο, να είναι το επόμενο μου βήμα. Τις σκέψεις και τις εικόνες τις έχω έτσι κι αλλιώς μέσα στο κεφάλι μου, είναι βιώματα, απλά θέλω να πάρω λίγο τον χρόνο μου. Θα ‘ναι λίγο σαν μια αυτοβιογραφία, με εικόνες, γεγονότα, αντιλήψεις, που κάθε του κεφάλαιο -γιατί εδώ θα ‘ναι το μαγικό- θα έχει κι από ένα τραγούδι.

Απ’ αυτά που έχεις ήδη βγάλει;
Όχι. Καινούργια. Θα ‘ναι δηλαδή η επόμενή μου δουλειά. Πως τώρα φτιάχνω δίσκους και τους αποκαλώ “τα βιβλία”, τότε θα είναι όντως ένα βιβλίο μαζί με ένα CD.

Θέλω να κάνω αυτόν τον δίσκο γιατί μεγαλώνω κιόλας, οπότε δεν ξέρω αν αυτή η δουλειά, ή η επόμενη θα ‘ναι και το κλείσιμο γενικά της πορείας μου.

Το ‘χεις δηλαδή στο μυαλό σου ότι αυτό μπορεί να συμβεί, να σταματήσεις οριστικά;
Ε, κάποια στιγμή φαντάζομαι θα συμβεί, δεν μπορώ να ‘μαι 70 ετών -αν φτάσω τόσο- και να ‘μαι πάνω στη σκηνή και να κουτσοπηδάω με το “Policemania” (σ.σ. γέλια). Και άντε πες και το κάνω εγώ, οι άνθρωποι που έρχονται από παλιά, θα μπορούν;

Θέλω να υπάρχει ένα ωραίο κλείσιμο. Πάντα μ’ αρέσει, σε προσωπικό επίπεδο, όταν αφηγούμαι να λέω “ρε φίλε, το έκανα ωραία αυτό”, κατάλαβες;

Και άμα είναι να κλείσω την πορεία μου, θέλω να κλείσει με ένα βιβλίο, να μάθει ο καθένας ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος που έγραψε αυτά τα τραγούδια. Να έρθει και να δέσει όλο αυτό.

Και αν το σταματήσεις στα 50 σου, τι θα κάνεις μετά;
Ε, θα βρω κάτι άλλο, πάλι δημιουργικό, κάτι που να είναι διαφορετικό, αλλά πάνω σε αυτό. Έτσι κι αλλιώς καλλιτέχνης δεν είμαι.

Καλλιτέχνης είσαι, δεν ξέρω γιατί στο χιπ χοπ δεν το παραδέχεστε πολλοί. Το θεωρείς βαριά κουβέντα;
Όχι δεν το θεωρώ ρε φίλε, απλά τι θέλω να σου πω τώρα. Γράφουμε στίχους, άλλοτε με μουσική, άλλοτε χωρίς. Προσωπικά, υπάρχουν χιλιάδες στίχοι μου δεν έχουν μπει ούτε και θα μπούνε ποτέ πάνω σε μια μουσική. Είναι ανάγκη όλο αυτό και ένας άλλος τρόπος έκφρασης, δεν νομίζω ότι είναι κάτι καλλιτεχνικό. Το χρησιμοποιώ πιο πολύ σαν ψυχοθεραπεία.

"Ακούω πάρα πολλή μουσική, τώρα έχω εστιάσει σε Wovenhand κλπ. Είναι κάποια πράγματα που με αγγίζουν. Και ελληνικά. Παπαζογλου, Τρύπες, Αγγελάκα..." Ανδρέας Σιμόπουλος


Η ΑΠΕΡΓΙΑ ΠΕΙΝΑΣ

Σου έχουν κάνει το ίδιο καλό ψυχολογικά οι στίχοι που μένουν στο συρτάρι όσο και με εκείνους που έχουν βγει προς τα έξω;
Ναι, βέβαια. Ανατρέχω πολλές φορές κιόλας σ’ αυτά και καμιά φορά μπορεί και να χρησιμοποιήσω και κάτι.

Αλλά υπάρχει ένα τραγούδι ας πούμε που το έγραψα όταν κάτσαμε 16 μέρες απεργοί πείνας, το 2009, και κάθε μέρα έχει από ένα ολόκληρο κατεβατό. Κάτι σαν ημερολόγιο. Είναι 16 σελίδες τραγούδι, αυτό δεν μπορείς να το επικοινωνήσεις. Και αν το μίκρυνα για να το βγάλω, θα έχανε και αυτό που σημαίνει για μένα.

Αναρωτιέμαι τι διαφορά θα είχε ο στίχος που έγραψες την 1η μέρα με εκείνον που έγραψες την 16η μέρα.
Καλά άστο. Καταρχάς την 16η μέρα είχαμε χάσει από εφτά οχτώ κιλά ο καθένας μας, δεν βλέπαμε μπροστά μας. Συνέχιζε η υπηρεσία να μας δίνει την αγωγή μας, τα φάρμακά μας, αλλά ήμασταν και τίγκα στον καφέ, γιατί μέσα βάζανε ζάχαρη, οπότε μπορούσε να μας κρατήσει και λίγο όρθιους.

Ήταν ένα περίεργο πράγμα, άρχιζες να έχεις παραισθήσεις. Οπότε μπορεί την πρώτη μέρα να άρχισα γράφοντας 35 στίχους, και τη 16η να ‘γραφα όλο κι όλο ένα δισύλλαβο.

Γιατί είχες κάνει απεργία πείνας;
Για όλα αυτά που συζητούσαμε λίγο πριν. Συσσίτια κλπ… Πάντα για τα δικαιώματα των κρατουμένων γίνονται αυτά, δεν αλλάζουν.

ΑΓΓΕΛΑΚΑΣ, ΓΩΓΟΥ ΚΑΙ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ

“Στο ψάχνω έναν τίτλο”, έχεις αυτό που λέει “Μα εγώ δεν είμαι ποιητής είμαι στιχάκι”.
Ε, δεν είναι δικό μου.

Είναι του Παπάζογλου. Γενικά ακούς τέτοια μουσική;
Ακούω πάρα πολλή μουσική, τώρα έχω εστιάσει σε Wovenhand κλπ. Είναι κάποια πράγματα που με αγγίζουν. Και ελληνικά. Παπαζογλου, Τρύπες, Αγγελάκα…

Έχεις μια φωτογραφία στο Instagram με τον Αγγελάκα που δείχνετε ωραία παρέα.
Τον Γιάννη τον ξέρω από παλιά, γιατί κι εγώ κάνω μουσική από μικρός, στα 16 μου είχα τον πρώτο μου δίσκο, οπότε ήμουνα μέλος μιας μουσικής κοινότητας, στην EMI κιόλας.

Κι έτσι το έψαχνα, μ’ άρεσαν πάρα πολλά πράγματα, όπως Υπόγεια Ρεύματα, Διάφανα Κρίνα, κι έχω χρησιμοποιήσει και πάρα πολλά από εκείνους. Για παράδειγμα το “και τι δεν μου ‘χες ορκιστεί, και τι δεν μου ‘χες τάξει”, είναι από Υπόγεια Ρεύματα.

Ο Σιδηρόπουλος επίσης είναι δάσκαλος για μένα, η Γώγου, την οποία αναλύω καθημερινά και χρησιμοποιώ πράγματά της. Ο “Καθρέφτης” για παράδειγμα έχει στίχους από τη Γώγου, αυτό που λέει “όταν απλώνω το χέρι μου να σ’ αγκαλιάσω, χαμογελάς” το ‘χει γράψει σε ένα ποίημά της που λέει “μη μ’ ακουμπάς, πονάω εδώ κι εδώ…”.

Τα κάνω λίγο με δικά μου λόγια αλλά θέλω κάπως μέσα απ’ αυτήν τη διαδικασία, να δείξω και τον σεβασμό μου στο πρόσωπό τους.

Μα και ο τίτλος του πρώτου μου δίσκου είναι απ’ το “Βιβλίο των ηρώων του τρόμου” του Σιδηρόπουλου.

Καλά, υπάρχει και αυτή η ιστορία ότι τον είχες δει live εντελώς τυχαία.
Τον είχα δει αλλά δεν τον θυμάμαι καθόλου, μόνο από μετέπειτα περιγραφές. Ήμουν δέκα χρονών. Θυμάμαι δηλαδή μια κατάσταση και τους λόγους πώς βρέθηκα εκεί στο “Αν”, αλλά αυτό έγινε μεγαλώνοντας, όταν εκείνος ο θείος μου που με είχε πάει στα Εξάρχεια, είδε αργότερα την αγάπη μου για τον Παύλο, και μου εξιστόρησε ότι “είσαι απ’ τους τυχερούς που τον έχουν δει στο τελευταίο του live”.

ΟΤΑΝ ΚΡΥΦΤΗΚΕ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ

Έχεις πει και μια ιστορία για τότε που είχες κρυφτεί στο Άγιο Όρος.
Είχε βγει ένα ένταλμα για πάρτη μου -ένα απ’ τα πολλά τότε- και μου πρότεινε ένας φίλος που είχε περάσει από εκεί να πάω στη Μονή Εσφιγμένου. Μού παρουσίασε ένα περιβάλλον κάπως απόκοσμο και μου κίνησε το ενδιαφέρον. Φαντάσου δηλαδή ότι έκατσα και καιρό, σχεδόν έναν μήνα.

Ως φιλοξενούμενος δηλαδή. Επομένως ξυπνούσες κι εσύ τρεις το πρωί, πήγαινες στον όρθρο και όλα αυτά που κάνουν;
Ναι κανονικά, κάναμε ευλογίες, βοηθούσαμε να φτιάξουνε το λιμάνι που θα δέσουνε τα καραβάκια. Σαν περιβάλλον, σαν κατάσταση, όμορφα ήτανε, αλλά δεν θα μπορούσα να μείνω και περισσότερο.

Πήγα απ’ τη μία και για να κρυφτώ, αλλά πήγα και για να ικανοποιήσω την περιέργειά μου, γιατί ο κολλητός του φίλου μου, όντας τοξικομανής, του έλεγε όταν επέστρεψε πως ήταν ένα τόσο κατανυκτικό πράγμα όλο αυτό που δεν κατάλαβε ότι έβγαλε χαρμάνα. Και έλεγα “τι λέει ρε φίλε, τι μαγικό είναι αυτό, τι συμβαίνει εκεί πέρα;”.

Όταν πήγες, είχες μαζί σου ουσίες;
Είχα κάποιες αλλά όχι στον βαθμό που ήμουν “ανεβασμένος” εκείνο τον καιρό. Τώρα δεν θυμάμαι αν με βοήθησε όλο αυτό, γιατί εγώ έφυγα με σκοπό ότι “σήμερα αύριο θα με πιάσουνε, πάμε να τελειώνουμε”.

Οι μοναχοί δεν σε υποπτεύθηκαν;
Είναι φιλόξενοι, δεν κάνουν πολλές ερωτήσεις εκεί. Δεν ξαναπήγα πάντως από τότε και ούτε το έχω σκοπό. Δεν έχω σχέση με τη θρησκεία. Νομίζω ότι το υπέρτατο ον είναι ο άνθρωπος. Ότι όλα απ’ αυτόν ξεκινάνε και τελειώνουνε.

Το τραγούδι σου “Έκαναν λάθος” είναι από ποίημα του Σόιν Κέιτσαν. Διαβάζεις πολλή ποίηση;
Συνέχεια. Έλληνες, ξένους, τους πάντες. Τώρα επιστρέφω πάλι στη Γώγου γιατί θέλω να έχει στοιχεία της ο νέος μου δίσκος. Ο Βάρναλης επίσης μ’ αρέσει.

Και μου αρέσει πάρα πολύ αυτό που θα γίνει στο τέλος, η ανατροπή. Ο Λειβαδίτης το κάνει πολύ συχνά αυτό. Στο παρουσιάζει λίγο γλυκανάλατο και στο τέλος σου ρίχνει ένα χαστούκι και λες “ρε φίλε, από πού ήρθε αυτό;”.

Αλλά αυτό που έκανε η Γώγου στην “Παραγγελιά”, αυτήν τη μορφή ποίησης, αν θα μπορούσα ποτέ να γράψω, έτσι θα ήθελα να το κάνω.

Έχω λατρεία μαζί της. Δηλαδή τι λατρεία, πάνω κάτω η Πατησίων στο κεφάλι μου όλη την ώρα…

Ευχαριστούμε το MD Recording Studio για τη φιλοξενία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα