ΤΟ “HOUSE OF THE DRAGON” ΕΓΙΝΕ “SUCCESSION” ΓΙΑ ΛΙΓΟ

Πιο άβολο κι από πασχαλινό τραπέζι με όλο το σόι. Ακολουθούν spoilers για το επεισόδιο "Driftmark", που διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια μιας επεισοδιακής νύχτας.

Επιτέλους, το House of the Dragon έφτασε στο μάξιμουμ των υποσχέσεών του. Όχι, δεν εννοούμε κάτι απίστευτα θεαματικό ή εκρηκτικό ή ανατρεπτικό. Αλλά, ως μια σειρά που έτσι κι αλλιώς είναι αρκετά πιο γραμμική και εσωτερική από το Game of Thrones, ακολουθώντας κατά βάση μια σειρά από αιμομικτικού τύπου παιχνίδια ισχύος μέσα σε μια ευρύτερη κυρίαρχη οικογένεια, αυτό το επεισόδιο μοιάζει με το την ιδανική του έκφραση. Κάτι σαν την τελική του μορφή.

Δηλαδή, ναι, αυτό ακριβώς. Ένα επεισόδιο πρακτικά ενός location, που διαδραματίζεται κατά βάση στη διάρκεια λίγων ωρών, και που περιστρέφεται αποκλειστικά γύρω από ενδο-οικογενειακές έριδες, πάθη και, εχμ, πόθο.

Ως μεγάλος υποστηρικτής της πιο παραδοσιακής, ακαδημαϊκής τηλεοπτικής δομής, με επεισόδια που προσπαθούν να σημαίνουν κάτι ως αυτόνομες αφηγήσεις (σε ένα κάποιο επίπεδο έστω), πάντα εκτιμώ όταν οι πιο σύγχρονες και εντελώς serialized σειρές –στη λογική του Game of Thrones ας πούμε– αποφασίζουν να αφιερώσουν ένα επεισόδιο σε ένα πράγμα: μια μάχη ή μια ιστορία ή ένα event ή μια νύχτα.

Μετά λοιπόν από ένα φρενήρες και διαρκές σερί από χρονικά άλματα που έφεραν την ιστορία σχετικά γρήγορα σε αυτό το σημείο (με αποτελέσματα όχι πάντα πετυχημένα), η σειρά επιτέλους φρενάρει και παρουσιάζει μία κηδεία, μία νύχτα, ένα επεισόδιο. Όλα δηλαδή όσα συμβαίνουν όταν το σύνολο αυτού του απίστευτα επικίνδυνου και δυσλειτουργικού σογιού, θα αναγκαστεί να περάσει μια νύχτα, για πολλές ώρες, στο ίδιο μέρος: Κάθε τι καταπιεσμένο θα έρθει στην επιφάνεια με αναμενόμενα αποτελέσματα, από βία μέχρι σεξ και κάθε τι ενδιάμεσο.

Είναι, θα λέγαμε, η γνώριμη δυναμική του οικογενειακού τραπεζιού, όχι του απλού καθημερινού φυσικά, αλλά αυτού που μαζεύεται όλο το σόι που συνήθως δεν βρίσκεται όλο συγκεντρωμένο. Κάτι σαν το Πάσχα, ας πούμε. Ή κάποιον γάμο. Είναι μια δυναμική που βρίσκει διαρκώς τρόπους να την εκμεταλλεύεται το Succession, το οποίο στην ουσία είναι ακριβώς αυτό, μια σειρά από άβολα οικογενειακά τραπέζια. Είναι η σειρά που μονίμως τοποθετεί και απομονώνει τους ήρωές της σε διάφορους χώρους, αφήνοντας απίθανες καταστάσεις να παίξουν μέχρι φυσικής εξόντωσης.

Δηλαδή, αυτό που υπό μία έννοια συμβαίνει κι εδώ. Ένα σωρό καταστάσεις και δυναμικές που έχουμε δει να αναπτύσσονται (αποσπασματικά, ομολογουμένως) στην πορεία αυτών των πρώτων 6 επεισοδίων, φτάνουν σε κορύφωση σε αυτή την τηλεοπτική ώρα, καθώς το σόι έχει συγκεντρωθεί για την κηδεία της Λένα και περνά όλη τη νύχτα στον ίδιο χώρο.

Σκηνοθέτης είναι ξανά ο showrunner της 1ης σεζόν, Μιγκέλ Σαπότσνικ, που έχει γυρίσει ξανά νυχτερινές εξορμήσεις στο Γουέστερος, με τις νυχτερινές σκηνές να δημιουργούν μπόλικη συζήτηση σε σχέση με το πόσο μπορεί κανείς να δει τι γίνεται ή όχι. Ενώ γενικά πιστεύω πως στο Game of Thrones υπήρχαν πολλές λανθασμένες νυχτερινές σκηνές, στο συγκεκριμένο επεισόδιο βρήκα κάτι πολύ όμορφο στο αποτέλεσμα– γυρισμένες πρωί με νυχτερινό φίλτρο, δημιουργώντας ένα ενδιαφέρον (και διχαστικό) εφέκτ.

Οι νυχτερινές αποχρώσεις πάνω στις χαρακτηριστικές Ταργκάριεν σιλουέτες και το παραθαλάσσιο σκηνικό του θαλάσσιου ορίζοντα δίπλα στην αμμουδιά, δημιουργούσαν οπτικές αντιθέσεις κάνοντας τους ήρωες να μοιάζουν σαν φαντάσματα καταδικασμένα να περιφέρονται σε μια αέναη, εγκαταλελειμμένη γη. Υπήρχε μια σχεδόν μεταφυσική ομορφιά σε αυτές τις εικόνες, που υπογράμμιζε τόσο τις έριδες όσο και τα πάθη, που φαινομενικά υπάρχουν εκεί και επαναλαμβάνονται, γενιά με τη γενιά, με τραύματα και έχθρες και κύκλους βίας που κληροδοτούνται από την κάθε γενιά στην επόμενη. Είπαμε, είναι φαντάσματα: Οι κατεξοχήν fantasy οντότητες των ανοιχτών λογαριασμών και των μη επουλωμένων πληγών.

(Καταλαβαίνω πως αυτή η εμπειρία θέασης κρέμεται πολύ από τις ρυθμίσεις της κάθε συσκευής, και την ποιότητά της– κρίμα είναι φυσικά αυτό, αλλά δεν είναι κάτι το μοναδικό. Ακόμα κι όταν πας σινεμά να δεις ταινία, η εμπειρία είναι συνάρτηση τέτοιων παραγόντων, ρυθμίσεων σε ήχο και εικόνα. Απλά η τηλεόραση ως μέσο είναι περισσότερο συνδεδεμένη με λιγότερο αισθητικά ακραίες ανάγκες, όπως μια εικόνα βουτηγμένη στο σκοτάδι.)

Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο συμβαίνει μια πολύ-σύγκρουση διαρκείας. Η Ρενίρα επανενώνεται με τον Ντέιμον, κι είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε τους χαρακτήρες μαζί παιγμένους από αυτούς τους ηθοποιούς– ως αποτέλεσμα λοιπόν αυτή τη αποσπασματικής γραμμικής αφήγησης, υπάρχει μια πρώτη δυσκολία στο να πιάσουμε τα πράγματα από όπου τα είχαμε αφήσει ανάμεσά τους, δεν υπάρχει αυτή η ίδια ορμή κι ενέργεια. Η Ρενίρα είναι μεγαλύτερη, πιο ήρεμη αλλά και πιο αποφασισμένη.

Μαζί βολτάρουν στην ακρογυαλιά, με την ίδια τη Ρενίρα να θρηνεί τον χαμό του δικού της εραστή και τον Ντέιμον της γυναίκας του. Αμοιβαίες απώλειες, γεμάτο ένταση παρελθόν, νυχτερινές βόλτες στην άμμο… ε, πολύ θέλει; Οι δυο τους φιλιούνται και προχωρούν να κάνουν και #το_σεξ, εκεί απομονωμένοι σε κάποιο απόμακρο μέρος της ακρογυαλιάς.

Την ίδια ώρα, η κόντρα των παιδιών επίσης κλιμακώνεται. Τώρα, το ότι αυτή η κλιμάκωση είναι αποτέλεσμα ακριβώς μίας (1) σκηνής από προηγούμενο επεισόδιο, ανάμεσα σε χαρακτήρες που δεν έχουν υπάρξει για περισσότερο από 10-15 λεπτά στην οθόνη μας, είναι επίσης πρόβλημα. Πρόβλημα όμως της ευρύτερης σεζόν, κι όχι της εκτέλεσης του στόρι εδώ, που νιώθω πως γίνεται πολύ αποτελεσματικά.

Αρχικά με τον Έμοντ που αργά αλλά με σιγουριά προσεγγίζει τον ορφανό πλέον δράκο και άφοβα, πεισματικά, την καβαλά. Γίνεται ένα ένα claim λίγο ετσιθελικό, οπωσδήποτε εκτός σειράς και παράδοσης, αλλά εν τέλει πειστικό. Που φυσικά δημιουργεί άμεσες συνέπειες, με την άλλη πλευρά του σογιού να γίνεται έξαλλη που ο γιος της Άλισεντ πήρε τον δράκο που δικαιωματικά (ή «δικαιωματικά») θα έπρεπε να πάει στα παιδιά της Λένα. Αυτή η κόντρα έχει αποτέλεσμα μια κανονικότατη σκηνή διαπληκτισμού σε κάτι…. υπονόμους; Σε μια σπηλιά; Κάτι τέτοιο. Εκεί, και καθώς προφανέστατα ο Έμοντ παίζει το χαρτί του «είστε μπάσταρδα», το μπούγιο που ακολουθεί έχει αποτέλεσμα να χάσει το μάτι του.

Κάτι που μας φέρνει στο πιο σκληρό μακελειό του επεισοδίου, κι ας μην υπήρξαν όντως θύματα σε εκείνο το σημείο. Η έχθρα της Άλισεντ με την Ρενίρα ξεσπά πλέον μπροστά σε όλη την οικογένεια και τους ανθρώπους του παλατιού, με τη Ρενίρα να τολμά να παίξει το χαρτί του «είπε τα παιδιά μου μπάσταρδα, είναι προδοσία» και τον Βισέρις –ό,τι έχει απομείνει από αυτόν δλδ πια– να συνεχίζει να στηρίζει αυτή την αφηγηματική γραμμή. Διατάζει να μην ακουστεί ξανά αυτή η λέξη παρόλο που, όπως λέει ο Έμοντ όταν η ανάκριση καταλήγει σε αυτόν, «το άκουσα από παντού, λολ, το ξέρουν όλοι».

Η συγκέντρωση ισχύος έτσι κι αλλιώς, το ξέρουμε αυτό, είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό η ίδια η αίσθηση της ισχύος. Την έχεις επειδή δείχνεις ότι την έχεις. Αν καταρρεύσει αυτή η αίσθηση, αν ξαφνικά οι πάντες συμφωνήσουν πως κάτι απλά δεν ισχύει, ή δεν εφαρμόζεται, ή δεν είναι αληθινό, τότε αυτή είναι η νέα πραγματικότητα. Και μπορεί ο Βισέρις –τα ανθρώπινα κομμάτια που παραμένουν τελοσπάντων σχεδόν ενωμένα μεταξύ τους σχηματίζοντας τον Βισέρις– να έληξε τον διαπληκτισμό χωρίς να υπάρξουν περαιτέρω θύματα ή να δοθεί άμεση συνέχεια στις παράλογες απαιτήσεις της Άλισεντ, όμως η ζημιά έχει γίνει.


Διότι η Άλισεντ τράβηξε μαχαίρι και όρμησε στη Ρενίρα. Διότι ο Ότο Χαϊτάουερ, ξανά Χέρι του Βασιλιά, είναι σε πραγματική θέση ισχύος ξανά. Γιατί οι πάντες στο παλάτι ξέρουν την αλήθεια για τα παιδιά της Ρενίρα και τώρα όλοι ξέρουν ότι όλοι ξέρουν– είναι αλλιώς όταν κάτι διαδίδεται ψιθυριστά και στα κρυφά υπό το φόβο συνεπειών, κι είναι αλλιώς όταν συνειδητοποιήσεις πως οι πάντες νιώθουν το ίδιο.

Η Ρενίρα, κατανοώντας πως δε μπορεί πλέον να υπάρξει σεβασμός απέναντι στην ίδια και την υποθετική διαδοχή της, στέκεται ξημέρωμα ατενίζοντας τη θάλασσα δίπλα στον Ντέιμον και μαζί καταστρώνουν ένα σχέδιο. Που είναι πως, όπως αποκαλύπτεται στη φοβερή τελική σκηνή, ο Λένορ θα παραμείνει μεν ζωντανός και θα δραπετεύσει για άλλα βασίλεια ώστε να ζήσει τη ζωή του, αφήνοντας πίσω ένα σκηνοθετημένο σκηνικό φόνου μες στο ίδιο το βασιλικό σαλόνι του πατέρα του.

Με τον Λένορ νεκρό στα μάτια του βασιλείου, η Ρενίρα μπορεί να παντρευτεί τον Ντέιμον, κάτι που έτσι κι αλλιώς ήθελε, και ισχυροποιώντας έτσι εκ νέου το claim της στη βασιλική γραμμή. Είναι αυτό που σε ρωτάνε όταν ταξιδεύεις κάπου, «δουλειά ή διασκέδαση» και απαντάς «και τα δύο»; Ε, αυτό. Τώρα, κατά πόσο θα τους βγει το σχέδιο και κατά πόσο αυτό είναι ένα ζευγάρι που έχει μέλλον (και τι είδους μέλλον), αυτό είναι κάτι που θα φανεί στην πορεία. Ποια πορεία δηλαδή, άμεσα θα φανεί– η σειρά αυτή όπως έχουμε καταλάβει, δεν χάνει χρόνο.

Το House of the Dragon προβάλλεται αποκλειστικά στο Vodafone TV.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα