Βαρδουλάκης στο News24/7: “Ο κορονοϊός μπορεί να επηρεάσει τις αμερικάνικες εκλογές, όπλο του Τραμπ η οικονομία”

Βαρδουλάκης στο News24/7: “Ο κορονοϊός μπορεί να επηρεάσει τις αμερικάνικες εκλογές, όπλο του Τραμπ η οικονομία”
Τζο Μπάιντεν και Ντόναλντ Τραμπ AP

Οι Δημοκρατικοί εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού δίνουν την εσωκομματική τους μάχη και ο σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας, Ευτύχης Βαρδουλάκης, αναλύει στο News24/7 τα σημεία που θα κρίνουν ποιος θα είναι ο επόμενος πλανητάρχης

Ο κορονοϊός έχει εισβάλει στη ζωή όλων μας το τελευταίο τρίμηνο και ορίζει το καθετί στην καθημερινότητα των πολιτών σε κάθε σημείο του πλανήτη. Κανείς δεν ξέρει το τι μας ξημερώνει, ούτε το πότε η πανδημία θα σταματήσει. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να ξέρει ποια θα είναι τα “απόνερα” που θα αφήσει σε όλα τα επίπεδα. Το σίγουρο είναι πως ο κόσμος δεν θα είναι πια ο ίδιος.

Εν μέσω της λαίλαπας του Covid-19 που έχει αφήσει χιλιάδες νεκρούς, με τη μακάβρια λίστα να μεγαλώνει καθημερινά, διεξάγονται οι εσωκομματικές εκλογές των Δημοκρατικών στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού για το ποιος θα σταθεί απέναντι από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος θα είναι εκ νέου υποψήφιος με τους Ρεπουμπλικάνους, διεκδικώντας μια δεύτερη τετραετία στο Λευκό Οίκο.

Ο Τζο Μπάιντεν είναι το ακλόνητο φαβορί για να λάβει το χρίσμα στο Δημοκρατικό Κόμμα έναντι του Μπέρνι Σάντερς και οι εκλογές του Νοεμβρίου αναμένονται με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, όπως κάθε πολιτική μάχη στις Ηνωμένες Πολιτείες, διότι έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο.

Διαφορετική ατζέντα, άλλη κουλτούρα, άλλα υπέρ και κατά των μονομάχων. Το News247 συνομίλησε με τον σύμβουλο στρατηγικής και επικοινωνίας, Ευτύχη Βαρδουλάκη, ο οποίος γνωρίζει άριστα την κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να μας αναλύσει το διακύβευμα των αμερικάνικων εκλογών, τα συν και πλην των Τραμπ και Μπάιντεν, το γιατί θα πρέπει ο Σάντερς να αποσυρθεί γρήγορα από την κούρσα, αλλά και το πόσο μπορεί να επηρεάσει ο κορονοϊός το τελικό αποτέλεσμα. Ποιες είναι οι Πολιτείες “κλειδιά” και πού γέρνει η πλάστιγγα.

Το Νοέμβριο οι εκλογές για το νέο πρόεδρο AP

Ως σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας, πόσο απολαυστικές βρίσκεις τις αμερικάνικες εκλογές; Τι είναι αυτό που τις κάνει πιο συναρπαστικές και ιδιαίτερες σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες;

Πριν λίγες μέρες διάβαζα ένα άρθρο που μου έστειλε ένας φίλος στα σόσιαλ μήντια ότι η κάλυψη των εκλογών θυμίζει όλο και περισσότερο την περιγραφή ενός αθλητικού αγώνα. Ότι οι σχολιαστές αναλύουν τη στρατηγική και τις τεχνικές των εκστρατειών, τις κινήσεις τακτικής κάθε πρωταγωνιστή, τα σενάρια για την εξέλιξη του αγώνα και όλα τα σχετικά. Το άρθρο βέβαια τα ανέφερε επικριτικά όλα αυτά, όμως για έναν επαγγελματία του χώρου – ή γενικά έναν παθιασμένο με την πολιτική – αυτά ακριβώς τα στοιχεία είναι που κάνουν τις συγκεκριμένες εκλογές πραγματικά συναρπαστικές. Καταρχάς οι Αμερικανοί είναι μπροστά σε ό,τι έχει να κάνει με το τεχνικό σκέλος των εκλογών. Τη στρατηγική, την επικοινωνία, τις μεθόδους, την οργάνωση βάσης. Και κυρίως την ανάλυση κοινωνικών μικρο-ομάδων με υψηλή εκλογική επιρροή. Όλοι οι επαγγελματίες, σε όλο τον κόσμο, από εκεί δανειζόμαστε στοιχεία. Από εκεί και πέρα, είναι και η ίδια η διαδικασία που βοηθάει στην “θεατρικότητα” όλης αυτής της διαδικασίας. Η έναρξη των εκστρατειών, η τρομερή έντασή τους καθώς διαρκούν μήνες ολόκληρους, οι αποχωρήσεις υποψηφίων και οι συμμαχίες κάτω από το τραπέζι, οι ανατροπές, η ίδια η ποικιλομορφία των ΗΠΑ μεταξύ αστικών κέντρων και επαρχίας, μεταξύ ακτών και ενδοχώρας. Όλα αυτά ισχύουν φυσικά και για τις προεδρικές εκλογές, αλλά κατ’ εμέ οι προκριματικές για το χρίσμα των κομμάτων είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσες”.

Πώς κρίνεις στο σύνολό της την μάχη για το χρίσμα στους Δημοκρατικούς; Είναι λάθος το συμπέρασμα ή είναι απ’ αυτές που έχουν κάνει το λιγότερο θόρυβο εδώ και δεκαετίες;

“Όχι, δεν είναι. Είναι λιγότερο ενδιαφέρουσες τόσο σε σχέση με εκείνες του 2008, με την τρομερή αναμέτρηση Ομπάμα – Χίλαρι Κλίντον, όσο και με εκείνες του 2016. Το 2016 ήταν ίσως οι πιο συναρπαστικές προκριματικές καθώς είχαμε διαδικασίες ανάδειξης υποψηφίου και στα δύο κόμματα. Στους Δημοκρατικούς είχαμε την πολύ σκληρή κόντρα Χίλαρι Κλίντον και Μπέρνι Σάντερς, ενώ στους Ρεπουμπλικανούς εμφανίστηκε το φαινόμενο Τραμπ που ήρθε και έφερε τα πάνω κάτω. Φέτος οι μεν Ρεπουμπλικάνοι δεν έχουν ουσιαστικά προκριματικές – σε ελάχιστες πολιτείες έγιναν και ο Τραμπ έπαιρνε ποσοστά άνω του 90% – ενώ στους Δημοκρατικούς δεν υπήρξε κάποια έκπληξη, κάποιο πρωτοεμφανιζόμενο αστέρι που θα έκανε την ανατροπή. Μετά τις πρώτες αναμετρήσεις που είχαν κάποιο ενδιαφέρον, άρχισε να δημιουργείται ένα πολύ ισχυρό μομέντουμ υπέρ του Μπάιντεν”.

Τι ήταν αυτό που μετέτρεψε τον Τζο Μπάιντεν ως το απόλυτο φαβορί για να διεκδικήσει την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών εκ μέρους του Δημοκρατικού Κόμματος και ενώ στο ξεκίνημα η υποψηφιότητά του “δεν τραβούσε”;

“Ο Μπάιντεν δεν μπορεί να εμπνεύσει εύκολα ενθουσιασμό. Είναι 78 ετών, ήταν 8 χρόνια αντιπρόεδρος – μία θέση εκ της φύσεώς της κάπως άχρωμη – και γενικώς θεωρείται μετριοπαθής πολιτικός. Δεν θα σε συναρπάσει εύκολα με αυτά που λέει, αλλά από την άλλη, δεν προκαλεί αντιπάθειες. Δεν ενοχλεί με όσα λέει ή κάνει και δεν έχει τοξικά χαρακτηριστικά. Είναι ένας μάλλον συμπαθής πολιτικός. Αυτό τον είχε καταστήσει ως τη “δεύτερη επιλογή” για όλους. Λίγοι ενθουσιάζονταν, λίγοι ενοχλούνταν, αλλά οι πολλοί περισσότεροι έλεγαν “ΟΚ, δεν έχω πρόβλημα”. Στις πρώτες αναμετρήσεις ο Μπάιντεν πήγε χάλια, καθώς κόσμος στράφηκε σε νέες υποψηφιότητες όπως του Μπούτετζετζ, του Μπλούμπεργκ και της Κλόμπατσαρ. Και αυτό λειτουργούσε υπέρ του Σάντερς ο οποίος μονοπωλούσε σχεδόν την αριστερή τάση του κόμματος κερδίζοντας τις τρεις πρώτες αναμετρήσεις, έστω και με χαμηλά ποσοστά. Αυτό που άλλαξε τα δεδομένα ήταν η απόσυρση των υποψηφίων της πλειοψηφούσας εσωκομματικά μετριοπαθούς τάσης υπέρ του Μπάιντεν, μετά τη νίκη του στη Νότια Καρολίνα. Η δυνατότητά τους να συνεννοηθούν – κάτι που δεν είχαν πετύχει π.χ. το 2016 οι υποψήφιοι των Ρεπουμπλικανών απέναντι στον Τραμπ – ήταν που μετέτρεψε τον Μπάιντεν από “τελειωμένο” σε ακλόνητο φαβορί”.

Έχεις αναφέρει σε αναλύσεις σου κατ’ επανάληψη ότι όσο μείνει παραπάνω ο Σάντερς στη μάχη, τόσο κακό θα κάνει στο Κόμμα του και ότι αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που ηττήθηκε η Χίλαρι Κλίντον στις προηγούμενες εκλογές. Θα ήθελα λίγο να μας το εξηγήσεις.

Ναι. Στις ΗΠΑ από το 1932 και μετά μόνο δύο πρόεδροι δεν έχουν επανεκλεγεί. Ο Κάρτερ το 1980 και ο πατέρας Μπους το 1992. (Τον Φορντ δεν τον μετράω διότι δεν είχε εκλεγεί καν, ήταν πρόεδρος από σπόντα 2 ετών) Ο πρώτος πλήρωσε την οικονομική καχεξία της εποχής του και κυρίως τον χειρισμό στο Ιράν, ενώ ο δεύτερος έχασε μάλλον φυσιολογικά καθώς είχαν προηγηθεί 12 συνεχόμενα χρόνια Ρεπουμπλικανών με εκείνων 8 χρόνια αντιπρόεδρο και 4 ως πρόεδρο. Η φθορά ήταν μεγάλη. Και ένας από τους λόγους – όχι ο μόνος φυσικά, αλλά θεωρείται ένας από τους βασικούς – είναι ότι οι εν ενεργεία πρόεδροι δεν έχουν προκριματικές, όπως οι αντίπαλοί τους. Πηγαίνουν στις εκλογές άνετοι και ξεκούραστοι, την ώρα που αντίπαλοί τους είναι σχεδόν ένα χρόνο πριν στα χαρακώματα αντιμετωπίζοντας σκληρές εσωτερικές επιθέσεις. Το 2016 για παράδειγμα, η Χίλαρυ είχε δεχτεί αδιανόητα σκληρά επιθέσεις από τον Σάντερς. Όλα όσα λέγονταν περί διαφθοράς της, ότι ήταν η εκλεκτή του βρώμικου κατεστημένου και όλα αυτά που στη συνέχεια της προσήψε ο Τραμπ, είχαν ακουστεί πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των προκριματικών. Όταν μπήκε στην τελική ευθεία των προεδρικών εκλογών ήταν ήδη τραυματισμένη. Και είχε τραυματιστεί και το Δημοκρατικό Κόμμα στο εσωτερικό του και ένα κομμάτι του, το πιο ακραίο, είχε δώσει γραμμή για αποχή. Αυτό απεδείχθη πολύ καθοριστικό καθώς τουλάχιστον 3 πολιτείες κρίθηκαν με απειροελάχιστη διαφορά υπέρ του Τραμπ. Το Μίτσιγκαν κρίθηκε με 0,3% διαφορά ενώ το Γουισκόνσιν και η Πενσυλβάνια κρίθηκαν με 0,7%. Αν αυτές οι τρεις πολιτείες είχαν πάει αντίστροφα θα είχε εκλεγεί η Χίλαρι. Τώρα, τόσο λόγω του λιγότερο τοξικού προφίλ του Μπάιντεν, όσο και της μεγάλης διαφοράς που θα έχει τελικά από τον Σάντερς στην λαϊκή ψήφο νομίζω ότι δεν θα υπάρξει αντίστοιχη ένταση και εσωτερικός διχασμός“.

Τόσο ο Μπάιντεν όσο και ο Σάντερς είναι υποψήφιοι της μιας τετραετίας λόγω της μεγάλης ηλικίας τους. Γιατί υπάρχει τέτοια λειψανδρία στελεχών που να κάνουν γκελ, όπως παλαιότερα ο Κλίντον και μετέπειτα ο Ομπάμα; Δεν είναι κάτι που θα πρέπει να προβληματίσει το Δημοκρατικό Κόμμα;

Πάρα πολύ. Και είναι και παράδοξο δεδομένο ότι στις νέες ηλικίες η υπεροχή των Δημοκρατικών είναι συντριπτική. Σε αυτές τις εκλογές πάντως ξεπρόβαλαν δύο νεότερα στελέχη – ο Πιτ Μπούτετζετζ και η Έιμυ Κλόμπατσαρ – και απομένει να δούμε αν θα μας απασχολήσουν και στο μέλλον“.

Ο Τζο Μπάιντεν σε debate με τον Μπέρνι Σάντερς AP

Ο Μπάιντεν είπε ότι θα αναζητήσει γυναίκα ως υποψήφια αντιπρόεδρο, ενώ ο Σάντερς δεν το αποκλείει. Αλήθεια, παίζει όντως τόσο πολύ ρόλο; Για κάθε προβληματική Σάρα Πέιλιν που είχε επιλέξει ο ΜακΚέιν, υπάρχει και ένας εξαιρετικός Πολ Ράιαν που κατέβηκε τέσσερα χρόνια μετά με τον Ρόμνεϊ. Το αποτέλεσμα όμως ήταν το ίδιο.

Το πρόσωπο του αντιπρόεδρου γενικά έχει πολύ μικρή σημασία. Ο πρόεδρος μετράει, η επιλογή του αντιπρόεδρου στοχεύει κυρίως στο να καλύψει κάποιες ανάγκες της συνολικής καμπάνιας, συμπληρώνοντας τον υποψήφιο πρόεδρο. Στη συγκεκριμένη εκλογή πάντως, θα έχει κάπως μεγαλύτερη σημασία, ακριβώς λόγω της ηλικίας του Μπάιντεν καθώς ο αντιπρόεδρος που θα επιλέξει θα είναι και αυτός που θα έχει το προβάδισμα – αν φυσικά κερδίσουν οι Δημοκρατικοί – για το 2024″.

Η πανδημία του κορονοϊού και τα “απόνερά” της πόσο μπορεί να επηρεάσει τα πράγματα στις εκλογές του Νοεμβρίου; Προφανώς και είναι νωρίς ακόμα για ασφαλή συμπεράσματα, αλλά ρωτάω με βάση την εμπειρία σου. Δεν έχουμε ξαναζήσει κάτι ανάλογο.

Φυσικά και μπορεί. Αν η κατάσταση ξεφύγει και η αίσθηση που δημιουργηθεί είναι ότι η διαχείριση δεν ήταν η ενδεδειγμένη, αυτό θα πλήξει τον Τραμπ. Επίσης αν η πανδημία του κορονοϊού οδηγήσει σε οικονομική ύφεση, ο Τραμπ χάνει το μεγάλο του ατού που ήταν οι επιδόσεις του στην οικονομία. Επίσης, η περιπέτεια αυτή πιθανότατα θα ενισχύσει τις απόψεις που θέλουν μεγαλύτερη κάλυψη του πληθυσμού από το σύστημα δημόσιας υγείας, κάτι που είναι πιο κοντά στις θέσεις των Δημοκρατικών. Από την άλλη, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, θα υπάρξει συσπείρωση των πολιτών γύρω από εκλεγμένη ηγεσία. Όλα θα κριθούν από το πώς θα εξελιχθεί αυτή η περιπέτεια και από τους χειρισμούς που θα γίνουν”.

Ποιος είναι πιο βολικός αντίπαλος για τον Ντόναλντ Τραμπ κατά την γνώμη σου; Εννοώ ποιον θα προτιμούσε ο ίδιος αν μπορούσε να επιλέξει.

Νομίζω τον Σάντερς θα επέλεγε. Θα τον χτυπούσε πολύ στα ζητήματα οικονομίας και για κάποιες αρκετά “αριστερές” για να αμερικανικά δεδομένα θέσεις του. Θα προσπαθούσε π.χ. να τρομάξει τους ανεξάρτητους και μετριοπαθείς ψηφοφόρους κάνοντας σημαία κάποιες θετικές αναφορές του Σάντερς για τα κομμουνιστικά καθεστώτα και θα τον έβαζε σε θέση άμυνας σε όλη την προεκλογική περίοδο. Αν οι θέσεις αυτές κρίθηκαν εκλογικά επικίνδυνες και μειοψήφησαν στο εσωτερικό του Δημοκρατικού κόμματος, φανταστείτε πόσο μειοψηφικές θα ήταν στο σύνολο της αμερικανικής κοινωνίας“.

Ποια είναι τα αδύναμα σημεία της τετραετίας Τραμπ, τα οποία μπορούν να γείρουν την πλάστιγγα υπέρ των Δημοκρατικών και ποια είναι τα σημεία-κλειδιά που κατά την άποψή σου θα κρίνουν το ποιος θα είναι ο νέος πλανητάρχης;

Ο Τραμπ είχε ένα πολύ καθαρό μήνυμα. “Βελτίωσα την οικονομία, αντιμετωπίζω την παράνομη μετανάστευση και πολεμώ τους τρομοκράτες, χωρίς να εμπλέκω τις ΗΠΑ σε νέους πολέμους”. Το μήνυμα αυτό περνούσε και είχε αποδοχή ακόμα και μεταξύ εκείνων που δεν εκτιμούσαν ιδιαίτερα τον Τραμπ. Τα αδύναμα στοιχεία του ήταν ο επιθετικός λαϊκισμός του, ο διχαστικός λόγος του και το συνολικό στυλ του, το οποίο πολλοί του καταλόγιζαν ότι δεν άρμοζε σε πρόεδρο των ΗΠΑ. Επίσης αρνητικό για εκείνον είναι ότι θα αντιμετωπίσει ένα πολύ πιο συσπειρωμένο Δημοκρατικό κόμμα. Όλα αυτά βέβαια – και τα θετικά και τα αρνητικά –είναι πλέον ξεπερασμένα. Όλα θα κριθούν από το πώς θα εξελιχθεί η ιστορία του κορονοϊού. Από το πώς θα τη χειριστεί ο Τραμπ, από τι τι επιπτώσεις θα έχει στην οικονομία και από το πώς αυτή θα επηρεάσει τη διαχειριστική ικανότητα του πρόεδρου“.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο αντιπρόεδρός του, Μάικ Πενς AP

Έχεις γράψει ότι η Φλόριντα που είναι από τις κρισιμότερες Πολιτείες σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, μάλλον παραμένει στα χέρια του Τραμπ. Ποιες είναι οι άλλες κρίσιμες Πολιτείες που το αποτέλεσμά τους είναι ακόμα ανοικτό και μπορούν να αλλάξουν τους συσχετισμούς;

Να αναφέρουμε εδώ κάτι για όσους δεν είναι πολύ εξοικειωμένοι με το σύστημα εκλογής των αμερικανικών εκλογών. Στις ΗΠΑ ο πρόεδρος δεν εκλέγεται απευθείας από την λαϊκή ψήφο, αλλά από το κολλέγιο εκλεκτόρων. Από 538 εκλέκτορες οι οποίοι κατανέμονται βάσει πληθυσμού στις 50 πολιτείες. Με τη διαφορά ότι σε κάθε πολιτεία οι εκλέκτορες εκλέγονται πλειοψηφικά. Αν κερδίσεις την πολιτεία έστω με μία ψήφο παίρνεις όλους τους εκλέκτορές της (με μόνη εξαίρεση το Μέιν που τους κατανέμει αναλογικά). Δεδομένου ότι τα δύο κόμματα έχουν την σταθερή τους κομματική βάση – οι Δημοκρατικοί στις ακτές και στο Βορρά, οι Ρεπουμπλικάνοι στην ενδοχώρα και στο Νότο – όλο το παιχνίδι παίζεται στα λεγόμενα swing states. Τις πολιτείες εκείνες δηλαδή που ο νικητής δεν είναι δεδομένος. Τα τελευταία 20 χρόνια μόλις 14 πολιτείες έχουν αλλάξει νικητή. Στις υπόλοιπες 36 πολιτείες οι συσχετισμοί εδώ και 20 χρόνια είναι παγιωμένοι. Από τα 14 swing states λοιπόν τα πιο κρίσιμα είναι τα τρία μεγαλύτερα. Η Φλόριντα, η Πενσυλβάνια και το Οχάιο. Σε όλες τις εκλογές του 20ου και 21ου αιώνα ποτέ δεν έχει εκλεγεί πρόεδρος χωρίς να κερδίσει 2 εκ των τριών αυτών πολιτειών. Σε όλες τις μετρήσεις που έχω δει, ο Τραμπ – ο οποίος γενικά υποτιμάται στις έρευνες – προηγείται στη Φλόριντα. Αυτό για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, η Φλόριντα είναι μια πολιτεία που δημογραφικά ευνοεί τους Ρεπουμπλικάνους, καθώς σε αυτή πηγαίνουν πολλοί εύποροι ηλικιωμένοι μετά τη συνταξιοδότησή τους, οι οποίοι γενικά είναι πιο κοντά στους Ρεπουμπλικανούς. Δεύτερον, ο ίδιος ο Τραμπ έχει ρίξει ιδιαίτερο βάρος, καθώς έχει ανακοινώσει ότι θα μεταφέρει στη Φλόριντα την έδρα των επιχειρήσεών του και ότι κάποια στιγμή θα εγκατασταθεί και ίδιος μόνιμα εκεί. Αν λοιπόν ο Τραμπ κερδίσει τη Φλόριντα, οι Δημοκρατικοί θα πρέπει να κερδίσουν οπωσδήποτε τις άλλες δύο καθοριστικές, Οχάιο και Πενσυλβάνια και σίγουρα 1-2 κρίσιμες ακόμα, όπως το Μίτσιγκαν ή η Βόρεια Καρολίνα“.

Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ένας καλός ή κακός πρόεδρος; Ποιο είναι το πρόσημό του, ασχέτως της συμπάθειας ή της αντιπάθειας στο πρόσωπό του;

Ο Τραμπ δεν υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής σε κανένα διάστημα της θητείας του. Του πιστώνεται όμως ότι έκανε πολύ καλή δουλειά στην οικονομία. Πέτυχε ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και παρουσίασε το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας για πολλές 10ετίες. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ η αποδοχή του Τραμπ συνολικά ήταν γενικά γύρω στο 45%, στην οικονομία έφτανε το 60%. Αυτό ήταν ένα μεγάλο όπλο για τον εν ενεργεία πρόεδρο, το οποίο όμως δεν ξέρουμε πώς θα επηρεαστεί από τις επιπτώσεις του κορονοϊού. Το 1991 για παράδειγμα, μετά την πρώτη εισβολή στον πόλεμο του Κόλπου, ο τότε πρόεδρος Μπους είχε φτάσει σε πολύ υψηλά ποσοστά δημοφιλίας. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς η αμερικανική οικονομία μπήκε σε ύφεση και αυτό έπληξε την υποψηφιότητά του με αποτέλεσμα να χάσει τις εκλογές από τον Κλίντον, ένα χρόνο μετά, με το γνωστό τότε “It’s the economy stupid”“.

Αν μπορούσες να προβλέψεις και με βάση τη μεγάλη εμπειρία σου, βλέπεις δεύτερη τετραετία Τραμπ ή αλλαγή σκυτάλης;

Είναι νωρίς ακόμα για να κρίνουμε διότι δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί η περιπέτεια του κορονοϊού. Πώς θα το χειριστεί ο Τραμπ και τι επιπτώσεις θα έχει. Μπορεί να τον αναδείξει σε «ηγέτη εν ώρα κρίσης», μπορεί όμως και να διαλύσει το σημαντικότερο ατού του. Δεν μπορούμε να το εκτιμήσουμε αυτή τη στιγμή. Θεωρητικά, από τη στιγμή που πλήττει την οικονομία και αναδεικνύει την ατζέντα της δημόσιας υγείας, αυξάνει κάπως τις πιθανότητες των Δημοκρατικών. Αλλά είναι εντελώς επιπόλαιο να κάνουμε εκτίμηση σε αυτή τη χρονική περίοδο, πριν δούμε τις επιπτώσεις και τους χειρισμούς αυτής της περιπέτειας“.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα