Το φυσικό αέριο δεν είναι λύση – είναι μέρος του προβλήματος

Διαβάζεται σε 10'
Το φυσικό αέριο δεν είναι λύση – είναι μέρος του προβλήματος

Όταν ο μύθος του “φυσικού” αερίου ως λύση για το κλίμα, δεν πείθει – Μπορεί η Ευρώπη να αποκτήσει ένα δημοκρατικό ενεργειακό σύστημα, ανεξάρτητο και βασισμένο σε ανανεώσιμες πηγές και πόσο ενημερωμένοι είναι οι πολίτες;

Ακραία καιρικά φαινόμενα – καταστροφικές πλημμύρες, παρατεταμένες ξηρασίες, πρωτοφανείς καύσωνες – δεν είναι πλέον μεμονωμένα περιστατικά αλλά η νέα καθημερινότητα ενός πλανήτη που υπερθερμαίνεται με ταχείς ρυθμούς. Αν η κλιματική κρίση ήταν κάποτε μια δυσοίωνη πρόβλεψη για το μέλλον, σήμερα είναι μία πραγματικότητα που πλήττει ανθρώπινες ζωές, οικοσυστήματα και οικονομίες.

Εδώ και χρόνια, η επιστημονική κοινότητα απευθύνει επίμονες εκκλήσεις για δράση, προειδοποιώντας για μια επερχόμενη περιβαλλοντική κατάρρευση. Την ώρα που οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο αδρανούν ή επιλέγουν ημίμετρα, τα επόμενα πέντε χρόνια χαρακτηρίζονται από ειδικούς και θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως καθοριστικά για την πορεία μας απέναντι στην κλιματική πρόκληση.

Με το 2024 να καταγράφεται ως το θερμότερο έτος στην ιστορία και την πλειονότητα των ευρωπαίων πολιτών να αναγνωρίζει την κλιματική κρίση ως ύψιστη προτεραιότητα, η ανάγκη για ένα αιχμηρό, συνεκτικό σχέδιο δράσης προς ένα βιώσιμο και δίκαιο μέλλον είναι κρίσιμη για το μέλλον μας.

Το φυσικό αέριο “στο κάδρο” της κλιματικής κρίσης

Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC), υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, δημοσίευσε τον Μάρτιο του 2023 τη Συνοπτική Έκθεση του Έκτου Κύκλου Αξιολόγησης (AR6 Synthesis Report), η οποία συνοψίζει με επιστημονική ακρίβεια τη σοβαρότητα της κλιματικής κρίσης. Τα πορίσματα της έκθεσης είναι ξεκάθαρα: η αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά περίπου 1,1 °C σε σύγκριση με την προβιομηχανική περίοδο οφείλεται, χωρίς αμφιβολία, στις ανθρώπινες δραστηριότητες – κυρίως στην καύση ορυκτών καυσίμων και την αποψίλωση των δασών.

Οι προβλέψεις είναι ανησυχητικές. Αν δεν κινητοποιηθούμε χωρίς καθυστέρηση με ουσιαστικές παρεμβάσεις, η υπέρβαση του ορίου του +1,5 °C αναμένεται να συμβεί πριν από το 2035, ενώ έως το τέλος του αιώνα, η παγκόσμια θερμοκρασία μπορεί να πλησιάσει ακόμα και τους +3 °C.

Μεταξύ άλλων – εκτιμάται ότι για να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη σε περίπου 1,5°C «οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου θα πρέπει να κορυφωθούν το αργότερο πριν από το 2025 και να μειωθούν κατά 43% μέχρι το 2030- ταυτόχρονα, το μεθάνιο θα πρέπει επίσης να μειωθεί κατά το ένα τρίτο περίπου».

Η λέξη “μεθάνιο” βάζει στο κάδρο – για άλλη μία φορά και όχι με θετικό τρόπο – το ορυκτό αέριο, μια σύνδεση που για πολλούς από εμάς δεν έρχεται αυτόματα!

Το ψευδο-αφήγημα του “μεταβατικού” καυσίμου

Το φυσικό αέριο παρουσιάστηκε – σχεδόν προωθήθηκε – τα τελευταία χρόνια ως μια “καθαρότερη” εναλλακτική στα πιο ρυπογόνα καύσιμα, όπως ο άνθρακας ή ο λιγνίτης. Επικοινωνήθηκε ως ένα αναγκαίο, προσωρινό στάδιο: μια “γέφυρα” που θα μας πήγαινε από το παλιό, ρυπογόνο παρελθόν σε ένα πράσινο μέλλον. Όμως η πραγματικότητα δείχνει πως αυτή η γέφυρα δεν οδηγεί στην απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά στην παγίωση μιας ακόμη εξάρτησης – με υψηλό κόστος, τόσο οικονομικό όσο και περιβαλλοντικό.

Η έννοια του “μεταβατικού” καυσίμου στηρίζεται στην υπόθεση ότι το αέριο εκπέμπει λιγότερο CO₂ ανά μονάδα ενέργειας συγκριτικά με τον λιγνίτη ή τον άνθρακα. Αυτό είναι εν μέρει αληθές, αλλά και παραπλανητικό.

Το κύριο συστατικό του αερίου, το μεθάνιο (CH₄), έχει παγκόσμιο δυναμικό θέρμανσης (GWP) 86 φορές ισχυρότερο από το διοξείδιο του άνθρακα σε ορίζοντα 20 ετών (σύμφωνα με τον IPCC AR5, 2014). Ακόμα και μικρές διαρροές κατά την εξόρυξη, μεταφορά ή αποθήκευση μπορούν να εξαλείψουν το “όφελος” από τις χαμηλότερες εκπομπές CO₂. Έρευνες από το Harvard και το Stanford (Howarth & Ingraffea, Nature, 2011) τεκμηριώνουν ότι η διαρροή μεθανίου από τις υποδομές του αερίου φτάνει το 3-8% της παραγόμενης ποσότητας, καθιστώντας το ενεργειακά εξίσου -ή και περισσότερο – βλαβερό από τον άνθρακα.

Τι καταλαβαίνουμε από όλα τα παραπάνω; Το γεγονός ότι το φυσικό αέριο έχει τη λέξη “φυσικό”, δεν σημαίνει ότι είναι ασφαλές για τον πλανήτη, τους ανθρώπους και το κλίμα. Το φυσικό αέριο είναι το ορυκτό αέριο, δηλαδή ορυκτό καύσιμο, όπως το πετρέλαιο και ο άνθρακας.

Η AR6 Report του IPCC και φορείς όπως η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (IEA) αναφέρουν ότι η συνεχιζόμενη εξάρτηση από το ορυκτό αέριο δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε βιώσιμη.

Οικονομικό κόστος και ενεργειακή φτώχεια

Οι επενδύσεις στο αέριο δεν είναι τεχνικοοικονομικά αναγκαίες. Η ραγδαία πτώση του κόστους των ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) καθιστά τις επενδύσεις σε αέριο και οικονομικά παράλογες. Η IRENA (Διεθνής Οργανισμός Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας) κατέγραψε ότι το κόστος παραγωγής ηλιακής και αιολικής ενέργειας έχει μειωθεί κατά 85% και 55% αντίστοιχα την τελευταία δεκαετία. Σε πολλές χώρες, το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ηλιακά πάρκα είναι ήδη χαμηλότερο από αυτό των μονάδων φυσικού αερίου – και χωρίς τις μεταβλητές τιμών καυσίμων ή τις εκπομπές.

Πέρα από το κλιματικό αποτύπωμα, το αέριο υπονομεύει την ενεργειακή ασφάλεια. Το 2022, η κρίση που προκλήθηκε από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία κατέδειξε πόσο επισφαλής είναι η εξάρτηση της Ευρώπης από γεωπολιτικά ασταθείς προμηθευτές. Η Ε.Ε. εισήγαγε το 83% του φυσικού της αερίου το 2021 (Eurostat, 2022), με το 45% να προέρχεται από τη Ρωσία πριν τον πόλεμο.

Η εξάρτηση από το ορυκτό αέριο καθιστά τα κράτη της Ε.Ε. ευάλωτα στις διακυμάνσεις των διεθνών τιμών ενέργειας. Η τιμή του αερίου εκτοξεύτηκε το 2021–2022, συμβάλλοντας σε μια γενικευμένη ενεργειακή κρίση και καθιστώντας τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος δυσβάσταχτους για νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις.

Οι ενεργειακές επενδύσεις σε λάθος κατεύθυνση

Παρά την ανάγκη για απολιγνιτοποίηση και απεξάρτηση από ρυπογόνες μορφές ενέργειας, πολλές ευρωπαϊκές χώρες – μεταξύ αυτών και η Ελλάδα – επενδύουν σε νέα έργα υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), σε σταθμούς μετατροπής, σε αγωγούς και υποδομές που θα έχουν διάρκεια ζωής 30-40 έτη. Πρόκειται για κεφάλαια που θα μπορούσαν να διοχετευτούν σε βιώσιμες λύσεις όπως η εξοικονόμηση ενέργειας και η επέκταση των ΑΠΕ.

Επιπροσθέτως, η συνέχιση της χρήσης του αερίου αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για την ενεργειακή δημοκρατία και την κλιματική δικαιοσύνη. Οι υποδομές ορυκτών καυσίμων είναι συγκεντρωτικές, ελέγχονται από μεγάλες εταιρείες και κρατούν τις τοπικές κοινότητες σε ρόλο απλών καταναλωτών. Αντίθετα, ένα αποκεντρωμένο δίκτυο ΑΠΕ, με συμμετοχή πολιτών και ενεργειακών κοινοτήτων, ενδυναμώνει τις τοπικές κοινωνίες και τις καθιστά συμμέτοχες στη μετάβαση. Η επένδυση σε δίκτυα και μοντέλα ενεργειακής αυτοπαραγωγής είναι πιο βιώσιμη, δίκαιη και ανθεκτική.

Πόσο ενημερωμένοι είναι οι πολίτες;

Οι πολίτες γνωρίζουν τι συμβαίνει; Είναι ευαισθητοποιημένοι; Καταλαβαίνουν τι πληρώνουν;  Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Greenpeace Ελλάδας, στις πόλεις Βόλο, Θεσσαλονίκη, Κόρινθο και Αλεξανδρούπολη όπου σχεδιάζονται νέες μονάδες LNG – οι πολίτες δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι σχετικά με έργα υποδομών που τους αφορούν και τους επηρεάζουν.

Όπως ξεκάθαρα προκύπτει από τα ευρύματα της έρευνας, όταν οι πολίτες λαμβάνουν αναλυτική πληροφόρηση για τις επιπτώσεις των έργων, δηλώνουν αυξημένα επίπεδα αντίθεσης προς αυτές τις επενδύσεις.

Οι πληροφορημένοι είναι πολύ πιο σκεπτικοί απέναντι στη δημιουργία νέων μονάδων, κάτι που με τη σειρά του καταδεικνύει τη σημασία της μεγαλύτερης ενημέρωσης και συμμετοχής του κοινού. Σημειώνεται ότι τα ορυκτά καύσιμα δεν είναι πρώτα στην προτίμηση των ερωτηθέντων για οικιακή χρήση, αφού αν το κόστος εγκατάστασης και χρήσης δεν έπαιζε ρόλο, το 32% θα επέλεγε αντλίες θερμότητας και το 31% φωτοβολταϊκά, ενώ μόλις το 17% θα επέλεγε ορυκτό αέριο για το σπίτι του.

Οι αντλίες θερμότητας: Μια τεκμηριωμένη εναλλακτική

Οι αντλίες θερμότητας κερδίζουν συνεχώς έδαφος ως μία από τις πιο αποτελεσματικές και πρακτικές λύσεις για θέρμανση και ψύξη, τόσο σε σπίτια όσο και σε επαγγελματικούς χώρους, προσφέροντας μια βιώσιμη εναλλακτική έναντι του ορυκτού αερίου. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, η σύγκριση μεταξύ των δύο τεχνολογιών, με βάση την ενεργειακή απόδοση, το κόστος και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα δείχνει ότι οι αντλίες θερμότητας υπερτερούν.

Σχετική ανάλυση της Greenpeace που βασίστηκε σε δεδομένα από τον Δήμο Πατρέων αναδεικνύει ότι, παρότι η αρχική επένδυση για την εγκατάσταση αντλίας θερμότητας είναι υψηλότερη σε σχέση με ένα σύστημα αερίου, αυτό το κόστος εξισορροπείται κατά την πολυετή χρήση της. Η διάρκεια ζωής και το χαμηλότερο λειτουργικό κόστος των αντλιών τις καθιστούν μια πιο συμφέρουσα λύση μακροπρόθεσμα.

Το γενικό συμπέρασμα της μελέτης είναι πως η στροφή σε αυτήν την τεχνολογία αξίζει να υποστηριχθεί ενεργά από την πολιτεία, μέσω επιδοτήσεων, ώστε να μειωθεί το εμπόδιο της αρχικής δαπάνης για τα νοικοκυριά και να καταστεί πιο προσιτή η μετάβαση σε ένα καθαρότερο ενεργειακό μοντέλο.

Ένα ενεργειακό σύστημα χωρίς φυσικό αέριο

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εξαρτημένη από το ορυκτό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, τη θέρμανση κτιρίων και την παραγωγή χημικών προϊόντων. Είναι ρεαλιστικό να μιλήσουμε για ένα μελλοντικό ενεργειακό σύστημα χωρίς ορυκτό αέριο;

Πέντε κομβικοί άξονες δράσης μπορούν να οδηγήσουν την Ευρώπη στην πλήρη απεξάρτηση από το ορυκτό αέριο. Πρώτος και καθοριστικός, η επιβολή φόρου στις εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, ώστε τα υπερκέρδη τους να κατευθυνθούν στη χρηματοδότηση μιας δίκαιης ενεργειακής μετάβασης. Δεύτερος, η μαζική εξοικονόμηση ενέργειας μέσα από εκτεταμένες ενεργειακές ανακαινίσεις σε κτίρια και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Δεν είναι υπερβολή: σχεδόν το 50% της ενέργειας στην ΕΕ καταναλώνεται για θέρμανση και ψύξη, και πάνω από το 70% αυτής προέρχεται ακόμη από ορυκτά καύσιμα. Με τη σωστή μόνωση, σύγχρονα συστήματα θέρμανσης/ψύξης και βελτιώσεις στη βιομηχανία, η ΕΕ μπορεί να μειώσει τη ζήτηση ενέργειας κατά σχεδόν 21%, συμβάλλοντας καθοριστικά στους κλιματικούς της στόχους.

Τρίτος άξονας: ο διπλασιασμός της δυναμικότητας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Παράλληλα, πρέπει να απεξαρτηθούν οι βιομηχανίες με υψηλές θερμικές απαιτήσεις από το αέριο, να εξαλειφθεί η χρήση του στην ηλεκτροπαραγωγή και να μειωθούν δραστικά οι εκπομπές μεθανίου. Στο ίδιο πλαίσιο, είναι αναγκαίο οι βιομηχανίες να προχωρήσουν σε ριζικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας τους, υιοθετώντας πρακτικές κυκλικής οικονομίας. Αυτό σημαίνει αξιοποίηση της αποβαλλόμενης θερμότητας, ανακύκλωση πρώτων υλών και υποπροϊόντων, αλλά και συνολική εξοικονόμηση ενέργειας και φυσικών πόρων σε κάθε στάδιο της παραγωγής.

Τέλος, να μπει φρένο σε κάθε νέο έργο υποδομής για ορυκτό αέριο – νέες μονάδες, αγωγούς και τερματικούς σταθμούς LNG. Η ενεργειακή μετάβαση δεν μπορεί να συνυπάρχει με νέες επενδύσεις σε καύσιμα του παρελθόντος. Αντί για πολιτικές που εγκλωβίζουν τις κοινωνίες μας σε δεκαετίες εξάρτησης από το αέριο, χρειαζόμαστε στρατηγικές που απελευθερώνουν τη δυναμική των καθαρών λύσεων.

Ο κόσμος αλλάζει: χρειαζόμαστε νέα ενεργειακή στρατηγική

Το φυσικό αέριο δεν είναι μία μαγική οικολογική “γέφυρα”. Σε συνθήκες κλιματικής κρίσης, πανάκριβου ρεύματος και απειλής για το μέλλον, η εμμονή στο φυσικό αέριο ως “μεταβατικό” καύσιμο αποδεικνύεται παρωχημένη και ανεδαφική. Ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα