Ο Τραμπ θέλει να κλείσει τα τηλεοπτικά κανάλια που τον ενοχλούν
Διαβάζεται σε 8'
Ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει να αναστείλει την άδεια λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών που τον ενοχλούν. Μπορεί να το κάνει;
- 28 Ιουλίου 2025 11:39
O Ντόναλντ Τραμπ, παγκόσμιος ηγέτης που δεν φημίζεται για τη ψυχραιμία του ή την εγκυρότητα όσων λέει κάθε φορά που μιλάει, κατηγορεί συχνά πυκνά media για fake news, ενώ είναι στα δικαστήρια με πολλά, για διάφορους λόγους.
Για παράδειγμα, ζητά 10.000.000.000 δολάρια από τη Wall Street Journal και τον ιδιοκτήτη της, Ρούμπερτ Μέρντοχ για άρθρο που περιέγραφε σεξουαλικά προκλητική κάρτα γενεθλίων που φέρεται να έστειλε στον Τζέφρι Έπσταϊν.
Από το 2024 ο Τραμπ έχει κινήσει νομικές διαδικασίες εναντίον των CBS και ABC, κατηγορώντας τα πως προέβησαν σε παραπλανητική δημοσιογραφία και “εκλογική παρέμβαση” που έβλαψαν την προεκλογική του εκστρατεία.
Οι μηνύσεις είναι αδύναμες, με την Πρώτη Τροπολογία να προστατεύει τις δημοσιογραφικές αποφάσεις. Ωστόσο, οι υποθέσεις ολοκληρώθηκαν με συμβιβασμούς (χρηματικές αποζημιώσεις), ώστε να αποφευχθούν δαπανηρές δικαστικές διαμάχες και να διευκολυνθούν επιχειρηματικά συμφέροντα, όπως η συγχώνευση της Paramount Global με την Skydance Media.
Η μητρική εταιρεία του CBS, Paramount Global, έλαβε την Πέμπτη ρυθμιστική έγκριση για να συγχωνευθεί με την Skydance Media και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πρότειναν πως το τέλος του Late Night Show του Κόλμπερτ είχε, εν μέρει, ως στόχο να κατευνάσει τον Τραμπ και να ωθήσει την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών (FCC) να προχωρήσει στη συμφωνία.
Επρόκειτο δηλαδή, για στρατηγικές αποφάσεις. Όχι νομικές ήττες. Σημειωτέον, τον ίδιο δρόμο διάλεξαν και οι Meta και X.
Υπάρχουν κι αυτοί που επιλέγουν τη νομική οδό, όπως οι NPR και PBS, με το NBC να μην αποκλείεται να τους κάνει παρέα.
Ο Τραμπ θέλει την αναστολή αδειών τηλεοπτικών καναλιών
Σε μια νέα επίθεση εναντίον των media, ο Τραμπ έκανε λόγο για ανάκληση αδειών των τηλεοπτικών δικτύων που, κατά του ιδίου το ρηθέν, είναι πιόνια των Δημοκρατικών.
Ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ τα έβαλε με τα τηλεοπτικά δίκτυα που μεταδίδουν την ατζέντα του Δημοκρατικού Κόμματος και μετά καταφέρθηκε εναντίον της Μπιγιόνσε, της Όπρα Ουίνφρι και της Κάμαλα Χάρις, οι οποίες τους υποστήριξαν και για αυτό τις απειλεί με διώξεις.
Κατά την προσφιλή του συνήθεια, στη δημοσίευση που έκανε στην πλατφόρμα του (Truth) έγραψε λάθος την ιδιοκτήτρια εταιρεία του NBC (Concast αντί Comcast) και ότι το εν λόγω τηλεοπτικό δίκτυο έχει μεγάλη πτώση στην τηλεθέαση γιατί «έχει τραγικό πρόγραμμα και ακόμα χειρότερο management».
Το κατηγόρησε πως είναι συνεργάτες των Δημοκρατικών (πρόσφατα είπε σε δημόσια ομιλία πως τους μισεί) «και θα πρέπει να τους αποδοθούν ευθύνες».
Το ίδιο πρέπει να ισχύσει και για το «Fake News ABC», όπως έγραψε.
Σε ύστερο post σημείωσε και ότι «δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται τα τηλεοπτικά δίκτυα να είναι πιόνια των Δημοκρατικών. Η κατάσταση έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που, κατά τη γνώμη μου, οι άδειες τους θα πρέπει να ανασταλούν».
Μετά το “ζήτω η ελευθερία του λόγου” ας δούμε αν ο Τραμπ μπορεί να κάνει αυτό που πιστεύει πως πρέπει να γίνει.
Ο Τραμπ πέτυχε την πρώτη ανάκληση ομοσπονδιακής χρηματοδότησης για ΜΜΕ
Τον περασμένο Μάιο ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε εκνευριστεί με το PBS και το NPR, κατηγορώντας τις δημοσιογραφικές πλατφόρμες πως είναι προκατειλημμένες κατά των Συντηρητικών και “σπαταλούν δισεκατομμύρια” σε “απαράδεκτες εκπομπές”.
Τα δισεκατομμύρια ανήκουν σε φορολογούμενους.
Ομοσπονδιακή χρηματοδότηση αντιστοιχούσε περίπου στο 15% των εσόδων του PBS και στο 1% του NPR. Έτσι, ο Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που είχε ως στόχο -και πέτυχε- τη μείωση των δημόσιων επιδοτήσεων.
Η διευθύντρια του NPR, Ίντιθ Τσάπιν είχε υποβάλει την παραίτηση της, μετά την απώλεια 500.000.000 δολαρίων -από την κίνηση του Τραμπ. Άλλα τόσα έχασε το PBS.
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις, τα δίκτυα δεν θα μπορούν να υπολογίζουν σε αυτά τα χρήματα την προσεχή διετία.Παρεμπιπτόντως, το διετές μοντέλο προχρηματοδότησης είχε ως στόχο την προστασία των δημοσίων ΜΜΕ από τις πολιτικές πιέσεις. Ή τουλάχιστον αυτό ίσχυε προ Τραμπ.
Ο “τιμωρός” της προκατάληψης υπέγραψε την περασμένη Πέμπτη νομοσχέδιο ανάκλησης 9 δισεκατομμυρίων δολαρίων, εκ των οποίων τα 1.000.000.000 δολ. αφορούν προηγούμενη εγκεκριμένη χρηματοδότηση στην Corporation for Public Broadcasting, για τα δυο επόμενα έτη.
Το 30% αφορά έξοδα λειτουργίας της Εταιρείας και το 70% διατίθεται σε τοπικούς δημόσιους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς σε όλη τη χώρα (τα χρήματα αυτά αντιστοιχούν στο 50% των μπάτζετ τους), μέσω Επιχορηγήσεων Κοινοτικής Υπηρεσίας (CSGs).
Δηλαδή, ο Τραμπ «ακύρωσε την υπάρχουσα άμεση χρηματοδότηση που επιτρέπεται από το νόμο, στο μέγιστο βαθμό, επικαλούμενος παραγωγή προκατειλημμένου και κομματικού περιεχομένου», όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του Λευκού Οίκου.
«H πρώτη επιτυχημένη ανάκληση εδώ και δεκαετίες δείχνει σπάνια υποταγή του Κογκρέσου στις πιέσεις της εκτελεστικής εξουσίας».
O Τραμπ είναι ήδη στα δικαστήρια με το CPB -που δεν υποτάσσεται
Η Εταιρεία Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης (CPB) δημιουργήθηκε το 1967 από το Κογκρέσο, για να προωθήσει και να βοηθήσει την υποστήριξη των δημοσίων ραδιοτηλεοπτικών δικτύων.
Είναι ιδιωτική (ανήκει στα μέλη της), μη κερδοσκοπική εταιρεία, διαχειριστής των επενδύσεων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στη δημόσια ραδιοτηλεόραση. Υποστηρίζει 1.500 τοπικούς δημόσιους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς σε όλη τη χώρα, με τα PBS και NPR να είναι στη λίστα.
Όπως ανέφερε μετά την ανάκληση της χρηματοδότησης «αυτή η απώλεια απειλεί τη βιωσιμότητα πολλών σταθμών, ιδίως σε αγροτικές και υποεξυπηρετούμενες περιοχές».
Για παράδειγμα, οι αγροτικοί σταθμοί (που βασίζονται στη χρηματοδότηση) είναι αυτοί που παρέχουν κρίσιμες ειδοποιήσεις για τσουνάμι, σεισμούς και άλλες απειλές.
Το CPB έχει ήδη καταθέσει αγωγή εναντίον του Τραμπ, για τις προηγούμενες προσπάθειες άσκησης ελέγχου του και δη για αυτήν του περασμένου Μαΐου, που διατάσσει το CPB να σταματήσει τη χρηματοδότηση προς το NPR και το PBS.
Μια άλλη αφορά την την απόπειρα απομάκρυνσης τριών μελών του διοικητικού συμβουλίου του CPB.
Η εταιρεία υποστηρίζει ότι αυτές οι ενέργειες παραβιάζουν τον Νόμο περί Δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης του 1967 (47 U.S.C. § 396), που καθιερώνει το CPB ως ανεξάρτητο μη κερδοσκοπικό οργανισμό και απαγορεύει την ομοσπονδιακή παρέμβαση στις δραστηριότητές του.
Το PBS και το NPR έχουν ενημερώσει πως επίσης είναι έτοιμοι να αμφισβητήσουν την ανάκληση στο δικαστήριο.
Η Διευθύνουσα Σύμβουλος του PBS, Πόλα Κέργκερ, χαρακτήρισε ένα σχετικό εκτελεστικό διάταγμα «κατάφωρα παράνομο», με το CPB να τονίζει ότι το Κογκρέσο, και όχι ο πρόεδρος, ελέγχει τη χρηματοδότησή του.
Οι έχοντες γνώση εξηγούν πως στην αγωγή τους μπορούν να υποστηρίξουν ότι η διαδικασία ανάκλησης επηρεάστηκε αθέμιτα από πολιτικά κίνητρα, παραβιάζοντας την Πρώτη Τροπολογία ή τις διασφαλίσεις του Νόμου κατά του συντακτικού ελέγχου.
Το CPB μπορεί να ισχυριστεί ότι γίνεται διάκριση απόψεων, καθώς οι περικοπές φαίνεται να στοχεύουν σε αντιληπτή ιδεολογική προκατάληψη, την οποία τα δικαστήρια έχουν καταργήσει ιστορικά.
Σε ό,τι αφορά την ανάκληση της χρηματοδότησης, μπορεί να πει ότι έχει αντίκτυπο στην ικανότητα των τοπικών σταθμών να παρέχουν ειδοποιήσεις έκτακτης ανάγκης και δημόσιες υπηρεσίες «κάτι που είναι αντίθετο με το δημόσιο συμφέρον που επιβάλλει ο Νόμος».
Τι λέει ο νόμος για τις πιέσεις του Τραμπ στα media
Σε ό,τι αφορά το NBC και το ABC που αποτελούν τον νέο mediaκο στόχο του Τραμπ, λειτουργούν βάσει αδειών της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών (Federal Communications Commission -FCC) που χορηγεί άδειες σε τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Η εξουσία της περιορίζεται σε τεχνικές παραβιάσεις ή ζητήματα δημοσίου συμφέροντος (αξιολογεί τις άδειες, βάσει της τεχνικής συμμόρφωσης, τα πρότυπα δημοσίου συμφέροντος και την τήρηση των κανονισμών -π.χ., αισχρότητα, απρέπεια ή μη τήρηση των απαιτήσεων ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών).
Δεν κρίνει βάσει πολιτικών απόψεων (Communications Act of 1934, 47 U.S.C. § 151) που «δεν αποτελούν έγκυρη βάση για την ανάκληση άδειας, καθώς αυτό θα παραβίαζε τις συνταγματικές προστασίες».
Η όποια ανάκληση γίνεται βάσει πολιτικών λόγων μπορεί να θεωρηθεί ως αντισυνταγματική -υπάρχει και σχετικό δεδικασμένο.
Η FCC, ως ανεξάρτητη υπηρεσία, δεν υπακούει απευθείας στον Πρόεδρο, και οποιαδήποτε πίεση θα προσκρούσει σε νομικές αντιδράσεις. Η όποια μαζική ανάκληση αδειών θα είναι παράνομη και θα αντιμετωπίσει προσφυγές, ενώ αν φτάσει στα δικαστήρια θα αποτύχει, λόγω συνταγματικών προστασιών.
Σε ό,τι αφορά τα καλωδιακά δίκτυα (γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι ξημερώνει), δεν απαιτούν άδειες της FCC και ως εκ τούτου είναι απρόσβλητα στις απειλές αυτού του περιεχομένου.