Jacopo Salvi La Biennale di Venezia - Foto ASAC

ΗΡΕΜΑ ΤΟ ΛΕΜΕ: ΜΕ ΤΟ “SMASHING MACHINE”, Ο THE ROCK ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΕΙ ΓΙΑ ΟΣΚΑΡ

Στο φεστιβάλ Βενετίας είδαμε τη βιογραφική ταινία με πρωταγωνιστή τον action star. Επίσης, ένα θρησκευτικό μιούζικαλ εποχής(!) από τους δημιουργούς του “The Brutalist” διχάζει.

Με το φεστιβάλ Βενετίας να ολοκληρώνεται σιγά σιγά τις επόμενες ώρες, ρίχνουμε μια τελευταία ματιά σε ταινίες που ξεχώρισαν και στο πώς σχηματίζεται η εικόνα των βραβείων, που θα απονεμηθούν απόψε.

Θα ξεκινήσουμε από το τελευταίο από τα wannabe οσκαρικά φιλμ που παίχτηκαν στο φετινό Διαγωνιστικό, το “Smashing Machine” του Μπένι Σάφντι (“Uncut Gems”), στο οποίο ο Rock παίζει τον MMA πυγμάχο Μαρκ Κερ. Και το οποίο λανσάρεται ως το μεγάλο οσκαρικό άνοιγμα του Ντουέιν Τζόνσον (του Rock δηλαδή, μη μπερδευόμαστε).

THE SMASHING MACHINE: OTAN O ROCK ΣΟΒΑΡΕΨΕ

Α24

Η ταινία ακολουθεί με αρκετά συμβατικό τρόπο την άνοδο του Μαρκ Κερ στο ρινγκ, μέσα από mixed μάχες πολεμικών τεχνών και την κατάκτηση δύο φορές του τίτλου του πρωταθλητή βαρέων βαρών στο UFC. Όλες οι περιγραφές μιλάνε για τον «θρύλο» του Μαρκ Κερ, αλλά ειλικρινά, ως απλός θεατής ένιωσα πως δεν καταλάβαινα καν γιατί γίνεται μια ταινία για αυτόν.

Τα πάντα στο “Smashing Machine” είναι συγκρατημένα, και ιδίως σε επίπεδο αφήγησης, που σχεδόν αναιρεί τον λόγο ύπαρξής του. Δεν είναι πως το φιλμ είναι συμβατικό – αλλά ο σκηνοθέτης Μπένι Σάφντι το τραβάει τόσο πολύ προς την αντίπερα όχθη, αποφεύγοντας μελοδραματικές κορυφώσεις και κινηματογραφικού λυρισμού πυγμαχικά κρεσέντα, που καταλήγει σε σίγαση.

Το όποιο ενδιαφέρον εντοπίζεται στην σκιαγράφηση του χαρακτήρα εκτός του ρινγκ, όπου μοιάζει να ακροβατεί αντίρροπες συνιστώσες. Είναι ένας άνθρωπος-τιτάνας, μια τρομακτική και επιβλητική παρουσία, που όμως εμφανίζεται ψύχραιμος και ευγενικός σε κάθε του συνομιλία με άλλους ανθρώπους. Μοιάζει με έναν εξωγήινο που προσπαθεί με πράο τρόπο να καταλάβει τον κόσμο και να επιτρέψει να συνυπάρξουν μέσα του οι τάσεις βίαιης επιβολής, όσο και φύσει πράας συνύπαρξης με τους γύρω του.

(Η σχέση του ειδικά με τη γυναίκα του, Ντων, την οποία παίζει η Έμιλι Μπλαντ σε ξεδιάντροπη απόπειρα Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου, είναι από τα πιο μισοψημένα κομμάτια της ταινίας. Εκείνη είναι ένας πολύ επιφανειακά γραμμένος χαρακτήρας, κάτι που αφήνει δίχως υποστήριξη το μεγάλο κρεσέντο της σχέσης τους προς το τέλος του φιλμ.)

Ο Ντουέιν “The Rock” Τζόνσον είναι καλός σε τέτοιο βαθμό που πολύ γρήγορα στην διάρκεια της ταινίας, ξεχνάς ότι βλέπεις αυτόν. Βυθίζει κάπου πολύ βαθιά την μετα-ειρωνική, καρτουνίστικα ανίκητη περσόνα του, βάζοντας μπροστά ένα απρόσμενα ανθρώπινο πορτρέτο μιας ατελούς, αβέβαιης προσωπικότητας. Μοιάζει σα να προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο γύρω του, άλλοτε μέσω επιβολής, άλλοτε αποτραβώντας τον όγκο του από τον χώρο.

(Και σίγουρα είναι κάθε άλλο παρά τυχαία μια σκηνή στην τρίτη πράξη που σχεδόν γκρεμίζει με φόρα την τέταρτο τοίχο – αλλά προσωπικά με πέταξε τόσο άγαρμπα έξω από την ταινία, χωρίς στα αλήθεια κάποιο λόγο.)

Είναι πάντως μια πολύ ενδιαφέρουσα άσκηση ισορροπίας και μακράν το πιο ενδιαφέρον στοιχείο ενός κατά τα άλλα άνευρου φιλμ. Ο Μπένι Σάφντι, στην πρώτη του σόλο ταινία μετά από μια σειρά σημαντικών φιλμ με τον αδερφό του, Τζος (μαζί έχουν γυρίσει το “Uncut Gems” αλλά και το “Good Time” με τον Ρόμπερτ Πάτινσον), δίνει στην ταινία μια επιφανειακή υφή παλιομοδίτικων στοιχείων, έχοντας ταυτόχρονα επιρροές από το σκοτεινό και άφοβο αμερικάνικο σινεμά των ‘70s, αλλά και κάτι από την ξεφτισμένη mainstream κουλτούρα των ‘80s.

Όμως εξαντλείται κυρίως σε κάποια οπτικά στοιχεία, την ώρα που στην ουσία του, το φιλμ που γυρίζει δεν έχει κάτι αληθινά απρόσμενο ή αντισυμβατικό να παρουσιάσει. Αργότερα μες στη σεζόν, ο αδερφός του Μπένι, Τζος Σάφντι, θα κάνει κι εκείνος το δικό του σόλο σκηνοθετικό βήμα, με επίσης ένα αθλητικό φιλμ – στο “Marty Supreme”, ο Τίμοθι Σαλαμέ παίζει έναν πρωταθλητή πινγκ πονγκ σε ένα φιλμ που χαρακτηρίζεται ως «αθλητική κωμική δραματική περιπέτεια». Για να δούμε εκείνος ο αδερφός Σάφντι τι έχει να μας δώσει.

THE TESTAMENT OF ANN LEE: ΕΝΑ ΦΙΛΟΔΟΞΟ ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ ΕΠΟΧΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΕΝΑΡΙΟΓΡΑΦΟ ΤΟΥ THE BRUTALIST

Μια ταινία-εμπειρία που σίγουρα παίρνει πολλά ρίσκα και δεν παίζει με καμία απολύτως ασφάλεια, είναι αντιθέτως το “The Testament of Ann Lee”, της Μόνα Φάστβολντ.

Το όνομα μπορεί να μην σας λέει κάτι, αλλά μάλλον είδατε πρόσφατα ένα έργο της: Η Φάστβολντ είναι η δημιουργική παρτενέρ του Μπρέιντι Κορμπέ, και οι δυο τους έγραψαν μαζί το σενάριο τόσο της “Ann Lee”, όσο και του “The Brutalist”. Οι δύο ταινίες γυρίστηκαν σε παρόμοια location, με ένα τεράστιο ποσοστό κοινού συνεργείου. Ο Κορμπέ σκηνοθέτησε το “Brutalist”, η Φάστβολντ την “Ann Lee”. Μάλιστα, πέρσι τον χειμώνα είχαν μιλήσει κι οι δυο τους μαζί, στο Magazine, για το ζητούμενο του σινεμά τους και για το πώς στήνουν τόσο φτηνές ταινίες, που μοιάζουν τόσο ακριβές.

Το ρίσκο όμως φτάνει νέα επίπεδα με το “Testament of Ann Lee”, την κινηματογραφική απόδοση της ζωής της θρησκευτικής ηγέτριας Αν Λι, η οπoία θεωρήθηκε από τους ακολούθους της ως εκπρόσωπος του θεού, και ίδρυσε το θρησκευτικό κίνημα των σέικερς. Χάρη στο δύσκολο μεγάλωμά της, την καταπίεση από τον πατέρα της, και τον εξαναγκασμό της σε γάμο και σε γέννα 4 παιδιών που πέθαναν όλα, η Αν Λι στράφηκε στη ζωή και στις διδαχές της απόλυτα εναντίον των σαρκικών σχέσεων.

Θεμέλια λίθος της πίστης των σέικερς και της αναζήτησης της εν ζωή τελειότητας, ήταν η αγαμία. Κάθε είδους σεξουαλικές σχέσεις είχαν ως αποτέλεσμα την αποβολή από την κοινότητα των πιστών, αλλά πέρα από αυτό οι διδαχές αυτές και ο προσηλυτισμός, περνούσαν από μια θετική σκοπιά του εαυτού και της ύπαρξης, χωρίς να λειτουργεί καταπιεστικά ή σε καθεστώς φόβου.

Αυτό το στοιχείο φαίνεται να εμπνέει και την Φάστβολντ, η οποία δημιουργεί ένα παράδοξο κάτι-σαν-μιούζικαλ, χρησιμοποιώντας ύμνους της περιόδου μαζί με τραγούδια από τον (βραβευμένο με Όσκαρ για το “Brutalist”) Ντάνιελ Μπλούμπεργκ. Η θρησκευτική και σωματική έκσταση περνά μέσα από το σώμα και την κίνηση. Αν μεγάλο μέρος του τι κάνει αληθινή για πολλούς την εμπειρία της πίστης, είναι ένας συλλογικός συντονισμός με κάτι το ευρύτερο, που ξεπερνά τη λογική και τα λόγια, αυτός ο συντονισμένος χορός είναι σίγουρα ένας πολύ ενδιαφέρων και αποτελεσματικός τρόπος να αποτυπώσεις κινηματογραφικά αυτή τη διάθεση συνύπαρξης και συλλογικότητας.

Η ιστορία μετακινείται σε τόπους και στο χρόνο ακολουθώντας την Αν Λι και τους σέικερς μέσα στα χρόνια, φτάνοντας μέχρι και τη σύγκρουσή της με άλλες τοπικές κοινότητες που αντιτίθενταν στον προσηλυτισμό της. Αλλά και με μια αναδυόμενη αμερικάνικη ταυτότητα που –καθώς η ιστορία μας τοποθετείται στα τέλη του 18ου αιώνα, παράλληλα με την ανεξαρτησία της Αμερικής– στράφηκε βίαια ενάντια στο μήνυμά της.

Αυτή η σύγκρουση αποκαλύπτει νομίζω κάτι το διαχρονικό για το πώς η δυτική ταυτότητα θεμελιώθηκε πάνω σε αξίες συγκρουσιακές και ατομιστικές. «Όλες οι ταινίες μας είναι ιστορικά κομμάτια. Κοιτάμε στο παρελθόν για να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε με κάποιο τρόπο το παρόν», μου έλεγε η Φάστβολντ σε εκείνη τη συνέντευξη για το “Brualist”, και μέσα από το άλλοτε υπνωτιστικό, άλλοτε ντελιριακό νέο της πείραμα, μπορείς να διακρίνεις και πάλι μια τέτοια πρόθεση.

Όχι πως πετυχαίνει στα πάντα η ταινία. Μεγάλο μέρος της διάρκειας πέφτει σε τεράστιες επαναλήψεις, σε ιδέες, σε εικόνες, και ακόμα και σε τραγούδια. Αυτό αφήνει το φιλμ εκτεθειμένο, μιας και δεν γίνεται ποτέ αληθινά εκστατικό, ενώ κι η αρχική ακόμα αίσθηση έκπληξης για αυτό που παρακολουθείς, εξασθενεί ως το τέλος. Δεν είναι αληθινά σπουδαία, αλλά δε θα τη μπερδέψεις ποτέ με καμία άλλη, κι είναι αρκετά καλή και ενδιαφέρουσα ώστε κάτι μέσα μας να λέει πως ο χρόνος θα της φερθεί καλά.

Διότι η αλήθεια είναι πως σαν ταινία, δεν σταματάει ποτέ να έχει ενδιαφέρον. Είναι απίστευτα φιλόδοξη, και έχει προκύψει εμφανέστατα με περισσή συνειδητότητα από τους Φάστβολντ και Κορμπε, σε επίπεδο δομής, σύνθεσης, αφήγησης και οπτικής ταυτότητας. Η Φάστβολντ αποτυπώνει την εποχή σαν μια μουντή όπερα όπου η κεντρική ηρωίδα νιώθεις διαρκώς πως θέλει να πετάξει μακριά αλλά μένει δεμένη στο έδαφος.

Η Αμάντα Σέιφριντ στον κεντρικό ρόλο αποπνέει κάτι το αυθεντικά θετικό, ακόμα κι όταν το περιβάλλον την στενεύει και την σκοτεινιάζει. Η ηθοποιός το καταφέρνει αυτό κουβαλώντας στο πρόσωπό της και τα χρόνια που περνάνε εντός του φιλμ, φτάνοντας στο τέλος να μοιάζει καταβεβλημένη μεν, αλλά με μια αύρα ηρεμίας γύρω της – σα να ξέρει πως έχει δίκιο, πως έχει κάνει ό,τι έπρεπε, έχει κάνει ό,τι μπορούσε. Σε τι άλλο μπορεί κανείς να ελπίζει, εξάλλου;

ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΒΡΑΒΕΙΩΝ

Το βράδυ του Σαββάτου η κριτική επιτροπή του Αλεξάντερ Πέιν θα απονείμει το Χρυσό Λιοντάρι και τα υπόλοιπα βραβεία του φετινού Διαγωνιστικού, και για πολλούς παρατηρητές η κούρσα για το Λιοντάρι φαίνεται αυτή τη στιγμή να είναι ανάμεσα σε δύο φιλμ: Το συνταρακτικό και επίκαιρο “Η Φωνή της Χιντ Ρατζάμπ” και το δεξιοτεχνικά αστείο και επίσης επίκαιρο, “No Other Choice” του Παρκ Τσαν-γουκ. Κι οι δύο ταινίες είναι δεδομένο πως θα τιμηθούν πάντως.

Τις τελευταίες ώρες του φεστιβάλ ξεπήδησε άλλη μία γερή υποψηφιότητα πάντως, το σπονδυλωτό “Silent Friend” της Ίλντικο Ενιέντι με τους Τόνι Λέουνγκ και Λέα Σεϊντου, το οποίο έχει συγκεντρώσει πολύ θερμές κριτικές.

Μεγάλες πιθανότητες για βραβείο συγκεντρώνει η “Βουγονία” του Γιώργου Λάνθιμου, που μπορεί ρεαλιστικά να κερδίσει σε κάθε πιθανή κατηγορία, οπότε θα μας σοκάρει αν μείνει εκτός. Αν έπρεπε να μαντέψουμε, θα βλέπαμε άνετα την ταινία με κάποιο Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής.

Στην ανδρική ερμηνεία μπορούμε εύκολα να δούμε Τζέσι Πλέμονς (“Βουγονία”), Λι Μπιουνγκ-χουν (“No Other Choice”), Ντουέιν Τζόνσον (“Smashing Machine”), Μπεντζαμίν Βουασέν (“Ο Ξένος” του Φρανσουά Οζόν), Τζέικομπ Ελόρντι (“Frankenstein”) αλλά μάλλον ρεαλιστικά εδώ που τα λέμε, το βραβείο μπορεί να πάει στον Τόνι Σερβίλο για το “La Grazia” του Πάολο Σορεντίνο.

Η Αμάντα Σέιφριντ είναι ίσως το φαβορί στη γυναικεία ερμηνεία για το “Testament of Ann Lee”, αλλά καθόλου μην ξεχνάμε την Βαλέρια Μπρούνι-Τεντέσκι του ντελιριακού “Duse” του Πιέτρο Μαρτσέλο όπου παίζει εκκωφαντικά μια φημισμένη ηθοποιό της όπερας. Αλλά και την Έμμα Στόουν για τη “Βουγονία”, όπου κάνει απίθανα πράγματα. Θυμίζουμε πως για το “Poor Things” η Στόουν δεν μπορούσε να κερδίσει, μιας και οι κανονισμοί δηλώνουν πως η ταινία που παίρνει το Χρυσό Λιοντάρι δεν μπορεί να πάρει άλλο βραβείο.

Σχετικό Άρθρο
Σχετικό Άρθρο
Σχετικό Άρθρο
Σχετικό Άρθρο
Σχετικό Άρθρο
Info:

To “The Smashing Machine” θα κυκλοφορήσει στην Ελλάδα από την Spentzos Film. To “The Testament of Ann Lee” βρίσκεται σε αναζήτηση διανομής στη χώρα μας. Το 82ο φεστιβάλ Βενετίας ολοκληρώνεται στις 6 Σεπτεμβρίου.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα