ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ – ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΜΑΖΙ ΣΤΟ ΤΡΕΛΟ ΚΑΙ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΟΥ ΜΠΕΚΕΤ

Ο Μάκης Παπαδημητρίου και ο Γιώργος Χρυσοστόμου ενώνουν ξανά τις δυνάμεις τους στο θρυλικό “Τέλος του Παιχνιδιού” του Μπέκετ – Τι λένε στη συνέντευξή τους στο NEWS 24/7.

Ο Μάκης Παπαδημητρίου και ο Γιώργος Χρυσοστόμου ξανασυναντιούνται επί σκηνής και στήνουν ένα παράλογο θεατρικό παιχνίδι. Μετά το εκρηκτικό τους ραντεβού στις Πέτρες στις Τσέπες του, το αχτύπητο δίδυμο επιστρέφει με τον Σάμιουελ Μπέκετ και το αριστουργηματικό Τέλος του Παιχνιδιού – μια παράσταση που ισορροπεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στο σκοτάδι και το γέλιο.
Με εκείνη την ειρωνεία που μόνο ο Μπέκετ ξέρει να στήνει και εκείνη την αφοπλιστική χημεία που μόνο αυτοί οι δύο μπορούν να διαχειριστούν, ο Μάκης Παπαδημητρίου και ο Γιώργος Χρυσοστόμου επανέρχονται στο ίδιο θεατρικό πεδίο σαν δύο παίκτες που ξέρουν πια πως δεν υπάρχει επιστροφή — υπάρχει μόνο η “σιωπή” μετά το γέλιο.

Τους συναντήσαμε λίγο πριν από την πρόβα στο Θέατρο Ιλίσια και μιλήσαμε για όλα: για τον Μπέκετ και το χιούμορ του, για τις δικές τους μικρές “παρτιτούρες” στη σκηνή, για τη μαγεία του να μην εξηγείς τα πάντα, αλλά να τα ζεις.

Ο Γιώργος Χρυστοστόμου και ο Μάκης Παπαδημητρίου
Γιώργος Καπλανίδης

Ο Μάκης Παπαδημητρίου ξεκινά τη συζήτηση μας μιλώντας για το πώς προέκυψε αυτή η νέα συνεργασία με τον Γιώργο Χρυσοστόμου και τι είναι αυτό που τον γοητεύει στο έργο αυτό του Μπέκετ: “Αυτό είναι ένα έργο το οποίο, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, ήθελα να ασχοληθώ μαζί του. Είναι ένα κείμενο που είτε το δεις, είτε το διαβάσεις, δεν το ξεχνάς ποτέ. Και επειδή είχαμε εκδηλώσει και εγώ και ο Γιώργος την επιθυμία να ξαναδουλέψουμε μαζί μετά το “Πέτρες στις Τσέπες του”, όταν πρότεινε η Σεσίλ Μικρούτσικου -που επιμελείται την κινησιολογία και είναι και βοηθός σκηνοθέτη – να κάνουμε το “Τέλος του Παιχνιδιού” είπαμε αμέσως ναι”.

Και ο Γιώργος Χρυσοστόμου συνεχίζει: “Το βασικό ήταν να δουλέψουμε και πάλι παρέα με τον Μάκη. Το “Τέλος του Παιχνιδιού” το ήξερα από από τη σχολή. Αλλά στα 18 μου, δεν κατάλαβα τίποτα. Θυμάμαι μόνο ένα καρότσι και έναν να φωνάζει “Κλοβ”.
Με γοητεύει πολύ το γεγονός ότι κάποια έργα διασχίζουν τον χρόνο και κατά τη διάρκεια του δικού σου ταξιδιού τα συναντάς. Τις λέξεις εγώ τις «ακούω» σαν νότες. Και δεν είναι όλες οι λέξεις έτοιμες να “παιχτούν” από τον κάθε άνθρωπο. Για παράδειγμα, ο Βασιλιάς Ληρ. Δεν θέλω να τον κάνω επειδή είμαι νέος ακόμη και πρέπει να τον κάνω στα ογδόντα μου; Όχι. Είναι γιατί κάποιες λέξεις δονούνται αλλιώς, ανάλογα με το σημείο που βρισκόμαστε στη ζωή.
Ας πούμε, είναι αλλιώς να λες «έρωτας» στα 18, αλλιώς στα 27, στα 40, και εντελώς διαφορετικά στα 60. Η λέξη δονείται διαφορετικά, ανάλογα με τη φάση της ζωής που βιώνουμε”.

Τι βρήκατε λοιπόν σε αυτό το έργο;
“Στο έργο υπάρχει η διαρκής ερώτηση: «Τι συμβαίνει;» Και η απάντηση είναι απλή: «Κάτι τραβάει το δρόμο του». Χρησιμοποιώντας αυτές τις απλές λέξεις, εκφράζεται κάτι τόσο μεγάλο” λέει ο Μάκης Παπαδημητρίου.

“Το έργο δεν αφορά μόνο τα υπαρξιακά ερωτήματα ή το Τέλος. Μιλάει για τη σχέση δύο ανθρώπων, αλλά και τη σχέση μας με τον Άλλον γενικότερα. Η επικοινωνία είναι ο βασικός πυλώνας του έργου, γι΄αυτό και όταν κάποιος φεύγει από κοντά μας, είναι σαν να πεθαίνει για μας.
Αυτή η συνθήκη που δημιουργεί ο Μπέκετ μπορεί να σε συγκλονίσει με τη δραματικότητά της και ακριβώς την επόμενη στιγμή, μπορεί να πει κάτι τόσο αστείο, που να ισορροπήσει τέλεια. Είναι από τους λίγους συγγραφείς που καταφέρνουν να το κάνουν αυτό με τέτοια ποιότητα, χωρίς να υποβαθμίζεται το βάθος του έργου.
Όσες φορές έχω δει αυτό το έργο, πάντα νιώθω έναν δισταγμό στο να τονιστεί το χιούμορ και το αστείο. Στο εξωτερικό, υπάρχει τελείως διαφορετική αίσθηση του χιούμορ. Ο κόσμος πηγαίνει να δει Μπέκετ και στα κομμάτια που είναι αστεία, γελάει. Στην Ελλάδα υπάρχει ένα κράτημα, μια ενοχή”.

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου Γιώργος Καπλανίδης

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου παίρνει τη σκυτάλη λέγοντας: “είναι παράξενο, αλλά όταν ως καλλιτέχνες επιλέγουμε ένα έργο, συχνά υπάρχει ένας «ενστικτώδης» συντονισμός με αυτό. Κάτι που μας μιλάει προσωπικά και που αντανακλά όσα συμβαίνουν γύρω μας. Και μετά, το κοινό έρχεται και «συνδέεται» με το έργο, χωρίς πάντα να ξέρει ακριβώς γιατί. Είναι σαν να υπάρχει αυτή η «αόρατη» σύνδεση μεταξύ των ηθοποιών, των σκηνοθετών και του κόσμου.

Το συναίσθημα στην παράστασή μας είναι σαν ένα roller coaster, εναλλάσσεται συνεχώς από το κωμικό στο δραματικό. Όταν είδαμε τον Ίαν Μακ Κέλεν και τον Πάτρικ Στιούαρτ να παίζουν Γκοντό και κάτω από τη σκηνή να γίνεται χαμός, λες “Οκ, αν το εγκρίνουν αυτοί, τα μεγαθήρια του θεάτρου, τότε ναι, προς τα εκεί πρέπει να πάμε.”

Και ο Mάκης Παπαδημητρίου συνεχίζει: “μα και εμείς όταν διαβάζαμε το κείμενο γελάγαμε. Αλλά δεν είπαμε ποτέ “έλα, πάμε να κάνουμε κάτι που θα σε κάνει να κλαις από τα γέλια”. Υπάρχει ένα χιούμορ, πολύ σοβαρό όμως. Ο Μπέκετ στα σχόλια του λέει χαρακτηριστικά πως το έργο είναι “dark comedy”. Δεν είναι ακριβώς μαύρη κωμωδία, είναι κάτι διαφορετικό.
Στη συνεργασία μας με τον Γιώργο υπάρχει ένα κομμάτι που είναι το έργο του Μπέκετ και ένα κομμάτι που είναι η παράσταση η δική μας. Το δικό μας προσωπικό χιούμορ είναι παρόν. Δεν λέω ότι ο κόσμος θα κρατάει την κοιλιά του από τα γέλια, αλλά θα γίνει εμφανές το πόσο μεγάλη διαφορά υπάρχει ανάμεσα στο σκοτεινό, το υπαρξιακό και το αστείο”.

“Εγώ ησύχασα γιατί έχουμε την έγκριση του συγγραφέα, ο οποίος σε μια ανάλυσή του κοροϊδεύει τους ψευδο ιντελεκτουέλ” σημειώνει ο Γιώργος Χρυσοστόμου και ο Μάκης Παπαδημητρίου τον διακόπτει θυμίζοντάς του την ατάκα του Μπέκετ “το έργο, που έχω γράψει, έχει συγκεκριμένες αρμονικές” λέει, “αν έρθουν οι θεατές ψάχνοντας να βρουν άλλες αρμονικές, καλύτερα να κάτσουν σπίτι τους, να πάρουν δυο ασπιρίνες και να ηρεμήσουν”. Δηλαδή μην περιμένεις να δεις κάτι άλλο από αυτό που είναι”.

Ο Μάκης Παπαδημητρίου Γιώργος Καπλανίδης

Έχουμε ένα έργο λοιπόν που ξεκινά με τη φράση “Πάει, τέλειωσε”. Και το έργο που λέγεται “Το τέλος του παιχνιδιού”. Ποιο είναι αυτό το τέλος;

Ο Μάκης Παπαδημητρίου αναφέρει: “Στην ουσία δεν πρόκειται για “Το τέλος του παιχνιδιού”, είναι το “Τέλος του παιχνιδιού”. Θα μου πεις, τι διαφορά κάνει; Ε σε μένα κάνει.
Αυτά τα λόγια μπορεί να σημαίνουν πως οι δρόμοι των δύο ηρώων χωρίζουν. Δεν είναι απαραίτητο ότι έρχεται κάτι σκοτεινό για τους δύο. Είναι τετελεσμένο, με την έννοια ότι εδώ χωρίζουν οι δρόμοι τους. Αυτό λέει, ουσιαστικά, η πρώτη φράση. Άλλωστε στο 90% του έργου ο Κλοβ λέει στον Χαμ «σε αφήνω»”

Ας περάσουμε στη δυναμική του διδύμου…

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου λέει “Δεν ξέρουμε ακριβώς από ποιον εξαρτάται ο καθένας. Υπάρχει συνεχώς το «σε αφήνω», αλλά και το «φύγε… θα φύγεις;». Ανήκει στο θέατρο του παραλόγου το έργο, αλλά δεν λέγονται παράλογα πράγματα. Η συνθήκη είναι παράλογη. Και όλα αυτά ενώ δίπλα είναι οι γονείς του Χαμ μέσα σε δύο κάδους χωρίς πόδια”.

“Πες κι αυτό με τον κβαντικό εναγκαλισμό” λέει στον Μάκη Παπαδημητρίου και εκείνος εξηγεί πως “υπάρχει κάτι φυσική που λέγεται κβαντικός εναγκαλισμός που σημαίνει ότι όταν έχεις δύο σωματίδια και τα βάλεις σε άπειρη απόσταση μεταξύ τους, υπάρχει ένα χαρακτηριστικό και αν επηρεάσεις το ένα επηρεάζεται και το άλλο αυτόματα. Είναι τρελό πράγμα. Αυτή την αίσθηση έχω για αυτούς τους δύο ανθρώπους. Ό,τι κι αν συμβεί, ακαριαία επηρεάζει ο ένας τον άλλον. Είναι σαν να αντανακλάται το συναίσθημα που αισθάνεται ο ένας στον άλλον. Οι αποφάσεις τους είναι τόσο ρευστές και αλλάζουν συνεχώς, σαν να παίρνουν και να δίνουν χώρο αυτόματα ο ένας στον άλλον. Σαν να προσπαθεί ο ένας να αφήσει τον άλλον από τη μέρα που γεννήθηκε”.

Πάντως έτσι δεν είναι και οι σχέσεις;
“Εξαρτάται πώς θα το μεταφράσεις”, απαντά ο Μάκης Παπαδημητρίου. “Εγώ, ας πούμε, δεν βλέπω κάτι κοινό ανάμεσα σε αυτή τη σχέση και τη δική μου συμπεριφορά. Δηλαδή, αν θέλω κάτι, λέω “όχι” και τελείωσε. Αν δεν το λέω, σημαίνει ότι δεν το ήθελα, έτσι δεν είναι;”

“Ο κάθε θεατής θα δει τη δική του σχέση στο έργο. Ο άλλος θα το δει σε σχέση με τους γονείς του που δεν μπορούσε να αφήσει ο άλλος σε σχέση με τη σύντροφό του ήτον σύντροφό του. Σε όλα τα έργα εμείς είμαστε ο καμβάς και ο καθένας βλέπει άλλα χρώματα” λέει ο Γιώργος Χρυσοστόμου.

“Αλλος δε θα το δει καθόλου και είναι οκ. Δεν έγινε και τίποτα” συμπληρώνει ο Μάκης Παπαδημητρίου. “Μπορείς να δεις και κάτι που δεν είναι του γούστου σου και να σου αρέσει και να ψυχαγωγηθείς και να περάσεις ωραία”.

“Βασικά αυτό θέλουμε. Δεν θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο, θέλουμε να ψυχαγωγηθεί ο κόσμος” καταλήγει ο Γιώργος Χρυσοστόμου.

Ο Γιώργος Χρυστοστόμου και ο Μάκης Παπαδημητρίου

Και οι θρυλικές σιωπές

Αυτές τις μπεκετικές σιωπές, πώς τις χειρίζεστε;

“Τις τηρούμε ευλαβικά” απαντά ο Μάκης Παπαδημητρίου.

Και ο Γιώργος Χρυσοστόμου αναφέρει: “η ατάκα πριν τη σιωπή αφήνει ένα πολύ μαγικό κενό στον χώρο. Ακόμα και τώρα στις πρόβες, το νιώθουμε. Δεν είναι ότι μέσα στην παύση κάνουμε διάφορα μαγικά για να γεμίσουμε τον χρόνο. Ο Μπέκετ έχει γράψει μία κανονική παρτιτούρα. Οπότε, η παύση λειτουργεί σαν ατάκα, όπως ακριβώς η μουσική”.

Η σιωπή γιατί μας κάνει να αισθανόμαστε τόσο αμήχανα;

Ο Μάκης Παπαδημητρίου λέει με ένταση: “Προσωπικά, η σιωπή μου αρέσει πάρα πολύ.”
Και ο Γιώργος Χρυσοστόμου συμπληρώνει: “Αν νιώθεις ασφαλής, η σιωπή δεν είναι πρόβλημα. Υπάρχουν όμως κάποιοι που δεν αντέχουν την ησυχία και αναζητούν συνεχώς κάτι να ακούγεται. Είναι κάτι που θεωρείται ταμπού. Η σιωπή προκαλεί ενοχή, γιατί ξυπνάει διάφορες σκέψεις. Στην ησυχία, αρχίζεις να αναρωτιέσαι: «Αξίζω; Δεν αξίζω; Κάτι δεν έχω κάνει σωστά;» Ο καθένας με τα δικά του. Και έχουμε συνηθίσει να ζούμε όλη μέρα με θόρυβο. Είμαστε άνθρωποι της πόλης, και το αυτί μας εκπαιδεύεται να είναι συνεχώς απασχολημένο.
Και εμένα προσωπικά μου αρέσουν πολύ οι σιωπές. Τις απολαμβάνω. Με τον Μάκη έχουμε ταξιδέψει με το αυτοκίνητο για τρεις ώρες, χωρίς να μιλήσουμε καθόλου. Ήταν τρομερά ήσυχο και ωραίο”.

Πάμε λίγο και στους γονείς με τα βαρέλια…

Ο Μάκης Παπαδημητρίου εξηγεί πως “κυριαρχεί μια φαινομενική αηδία που νιώθει ο ήρωας για τους γονείς του, οι οποίοι βρίσκονται σε δύο βαρέλια, χωρίς πόδια, λόγω ενός ποδηλατικού ατυχήματος. Συχνά, γυρίζει στον πατέρα του και τον βρίζει, κατηγορώντας τον ότι τον έφερε στη ζωή. Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι αυτή η οργή αυτή δεν απευθύνεται προσωπικά στον πατέρα του, αλλά στη έννοια του «γονιού» γενικότερα. Βρίζει, δηλαδή, τη διαδικασία της δημιουργίας, γιατί του είναι τόσο πικρή η εμπειρία του να ζει και να περιμένει τον θάνατο.

Οι γονείς είναι δύο χαρακτήρες που εμφανίζονται σε μια μικρή σκηνή στο έργο, αλλά είναι τόσο όμορφη και έντονη, που χωρίς αυτή, το έργο θα έχανε πολύ από τη δύναμή του. Κάποια στιγμή ο Χαμ λέει στον Κλοβ: «Πάρε αυτά τα σκουπίδια και πέτα τα στη θάλασσα», σαν να κόβει τον ομφάλιο λώρο που τους κρατάει ενωμένους. Η συνθήκη αυτή, με τον παραλογισμό, που βρίσκονται σε δύο βαρέλια στον ίδιο χώρο, έχει μια ένταση που δεν περιγράφεται”.

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου συνεχίζει λέγοντας “σκέψου τώρα τη δυναμική: οι γονείς με κομμένα πόδια, σε καταδικασμένη ακινησία. Ο Χαμ είναι τυφλός και κάθεται κάπως σε αναπηρική καρέκλα που, κινείται αλλά και δεν κινείται. Και από την άλλη, υπάρχει ο Κλοβ, κάποιος που είναι αεικίνητος διαρκώς, δεν μπορεί να καθίσει.

Πάντως το γεγονός πως ο Χαμ είναι τυφλός και ανάπηρος, τον κάνει να εξαρτάται από τον Κλοβ…

“Βέβαια, είναι τα μάτια του και τα πόδια του. Υπάρχει μια συνθήκη στην οποία νιώθει απόλυτα εξαρτημένος από αυτόν και αυτός τον απειλεί συνέχεια ότι θα φύγει και μετά τι θα κάνει; Είναι τυφλός και ανάπηρος. Γι΄αυτό προσπαθεί να του αποδείξει ότι ο κόσμος είναι πολύ επικίνδυνος. “Μη φύγεις γιατί μακριά από εδώ είναι θάνατος” του λέει. Για ποιο λόγο; Για να τον κρατήσει εδώ; Γιατί τον χρειάζεται;” αναρωτιέται ο Μάκης Παπαδημητρίου.

Είχε λείψει ο ένας από τον άλλο τόσα χρόνια στη σκηνή;

“Καθόλου”, απαντούν και οι δύο.

Και ο Γιώργος Χρυσοστόμου τονίζει: “ Δεν είμαστε εμείς το δέλεαρ για να έρθει κάποιος να δει το έργο. Εμείς είμαστε δυο καλοί οργανοπαίκτες. Εκτιμούμε ο καθένας τις ικανότητες του άλλου στο να παίζει τη μουσική του. Έχουμε μια παρτιτούρα μπροστά. Εγώ θα παίξω το δικό μου μουσικό όργανο, ο Μάκης το δικό του και θα δώσουμε μια συναυλία. Εμείς έτσι το βλέπουμε. Τώρα αν μας βγει η ένωση, βγήκε”.

Και ο Μάκης Παπαδημητρίου καταλήγει: “Για μένα το θέατρο είναι σαν ένα πίνακα του Κοκόσκα. Τον βλέπεις και δεν καταλαβαινεις γιατί σου αρέσει. Δεν χρειάζεται να τα εξηγούμε όλα. Δεν κρύβεται κάποιο νόημα που το έκρυψε κάποιος και είναι μάγκας αυτός που θα το βρει. Δεν βάζει γρίφους ο Μπέκετ. Έχει δημιουργήσει μία συνθήκη, εμείς την εξυπηρετούμε. Φροντίζουμε να είμαστε πιστοί στο κείμενο. Βάζουμε την προσωπικότητα μας μέσα, τη σχέση μας μέσα και από κει και πέρα ο καθένας θα φανταστεί αυτό που θέλει να φανταστεί σύμφωνα με τις εμπειρίες του. Και προφανώς σε κάποιους αρέσει. Προφανώς σε κάποιους δεν θα αρέσει. Και λοιπόν;

Σχετικό Άρθρο
Info:

Θέατρο Ιλίσια
Από 13 Οκτωβρίου και κάθε Δευτέρα και Τρίτη

Προπώληση: https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/telos-tou-paixnidiou/

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα