Οι Έλληνες του Global Sumud Flotilla ένιωσαν τη φρίκη των ισραηλινών φυλακών

Διαβάζεται σε 11'
Οι Έλληνες του Global Sumud Flotilla ένιωσαν τη φρίκη των ισραηλινών φυλακών
Πλοίο που συμμετέχει στον στόλο Global Sumud Flotilla ΙΝΤΙΜΕ

Πέντε μέλη του ελληνικού πληρώματος του Global Sumud Flotilla μιλούν για το ταξίδι προς τη Γάζα, την αναχαίτιση από τις ισραηλινές δυνάμεις και τις απάνθρωπες συνθήκες των φυλακών υψίστης ασφαλείας όπου κρατήθηκαν.

Έχει περάσει πάνω από μία εβδομάδα από επιστροφή των πληρωμάτων του Global Sumud Flotilla, του στολίσκου που έφτασε λίγα μίλια μακριά από τις ακτές της Γάζας και επιχείρησε να σπάσει τον ισραηλινό αποκλεισμό, προκειμένου να προσφέρει ανθρωπιστική βοήθεια στους Παλαιστίνιους.

Πέντε από τους 27 Έλληνες που ταξίδεψαν με προορισμό την Γάζα, στέκονται μπροστά μας στην αίθουσα Γεώργιος Καραντζάς στην ΕΣΗΕΑ, προκειμένου να μας μεταφέρουν την εμπειρία του ταξιδιού, της αναχαίτισης από τον IDF, της φυλάκισης στη Κτσιότ και τελικά της απέλασης, το πρωινό της Δευτέρας (13/10), μέρα που τυχαία συμπίπτει με την υπογραφή της συνθήκης Ειρήνης για τη Γάζα.

«Η συμφωνία ειρήνης επιτεύχθηκε, αλλα το Global Sumud Flotilla δεν σημαίνει ότι θα σταματήσει η δράση του. Στην πραγματικότητα, η συμφωνία ειρήνης δεν θα οδηγήσει αυτόματα στην άρση της παράνομης κατοχής στη Δυτική Όχθη, στην ανατολική Ιερουσαλήμ και στη Γάζα, ούτε θα οδηγήσει στην άρση του αποκλεισμού της Λωρίδας της Γάζας, δεν θα σταματήσει το απαρτχάιντ, δεν θα άρει τις συνθήκες κράτησης μέσα στις ισραηλινές φυλακές, όπου εδώ και δεκαετίες κρατούνται και βασανίζονται οι Παλαιστίνιοι-ες» σπεύδει να διευκρινίσει η συντονίστρια της συζήτησης και μέλος της νομικής ομάδας του March To Gaza Αναστασία Ματσούκα.

Από αριστερά: Θοδωρής Δούκας, Κλεονίκη Αλεξόπουλου, Κωνσταντίνος Λαμπρίδης, Αναστασία Ματσούκα, Ευγενία Καββαδία και Μαρίνα Μεϊντάνη

Η ίδια υπογραμμίζει πως επρόκειτο για μια ειρηνική αποστολή, που ήρθε ως απάντηση στις σοβαρές παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου, όπως είναι η γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού και «ως απάντηση στις πράξεις του Ισραήλ, οπου τα κράτη είχαν την υποχρέωση να σταματήσουν αλλά δεν το έπραξαν». 

«Απλοί άνθρωποι οργάνωσαν αυτή την προσπάθεια. Δεν ήταν άνθρωποι που ήταν αναγκαστικά οργανωμένοι σε κάποιο πολιτικό χώρο, ούτε άνθρωποι που έκαναν κάποιο συγκεκριμένο επάγγελμα» εξηγεί ο Κωνσταντίνος Λαμπρίδης, μέλος του πληρώματος «Παύλος Φύσσας» και συνεχίζει σημειώνοντας τη σημασία της συμβολής του κόσμου, προκειμένου να υλοποιηθεί το συγκεκριμένο ταξίδι σε κάτι λιγότερο από δύο μήνες από όταν ξεκίνησε ο συντονισμός. «Βρήκαμε σκάφη που ήταν διαθέσιμα για την αποστολή, υπήρξαν άνθρωποι που τα επισκεύασαν αφιλοκερδώς και μέσα από το crowdfunding μαζέψαμε χρήματα. Η ανταπόκριση ήταν συγκινητική. Στο Σύνταγμα, την ημέρα της συναυλίας, ερχόνταν άνθρωποι με τσάντες με βρεφικό γάλα, με φάρμακα, ακόμα και σημειώματα και αρκουδάκια για να τα δώσουμε στα παιδιά στη Γάζα. Ο κόσμος που μας υποδέχθηκε σε Σύρο και Μήλο ήταν συγκλονιστικός, μας έδιναν τα σπίτια τους για να κάνουμε μπάνιο, το έρχονταν με φαγητά και γλυκά για να στηρίξουν αυτόν τον σκοπό». 

Ο καθένας από εμάς έκανε το παλαιστινιακό ζήτημα δική του υπόθεση, το ίδιο και οι αλληλέγγυοι που συναντήσαμε στον δρόμο μας. Μια απλή ή πιο συνθέτη πράξη που μπορεί να κάνει ο καθένας ξεχωριστά, οδηγεί στο να δημιουργήσουμε τελικά όλοι μαζί κάτι που έχει τόσο μεγάλο αντίκτυπο.

«Η πολύπαθη Γάζα, μέσα από τις εκατόμβες θυμάτων της, μέσα από όλη αυτή την φρίκη που έχει φέρει στα σπίτια μας, συνεχίζει ακόμα να διδάσκει. Την δύναμη την αντλήσαμε μέσα από τη Γάζα. Δεν ήμασταν επαγγελματίες πολιτικοί ή ακτιβιστές. Ήμασταν εργαζόμενοι, συνταξιούχοι, φοιτητές και θέλαμε να φωνάξουμε και να πούμε φτάνει πια, μέχρι εδώ. Εκεί που κράτη, κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμοί που έχουν συσταθεί για αυτόν τον λόγο, δεν μπόρεσαν αυτά τα δύο χρόνια να κάνουν τίποτα, ήταν το αυθόρμητο της βούλησης μας να πούμε φτάνει πια, είμαστε πολίτες και να βάλουμε ένα λιθαράκι στο τέλος της φρίκης» λέει η δημοσιογράφος Μαρίνα Μεϊντάνη, μέλος πληρώματος «Βαγγέλης Πισσιάς».

Από το ταξίδι στην αναχαίτιση

«Νιώθαμε ένα αίσθημα χαράς όσο πλέαμε προς την Γάζα, κυρίως για τα 4 μερόνυχτα που βρισκόμασταν στα διεθνή ύδατα και αμφισβητούσαμε τον παράνομο αποκλεισμό που έχει επιβάλλει το κράτος του Ισραήλ. Υπήρχαν στιγμές που νιώσαμε ότι θα φτάσουμε και θα τα καταφέρουμε, γιατί είχαμε κάθε δικαίωμα και είχαμε τη στήριξη του κόσμου» περιγράφει από την πλευρά της η Ευγενία Καββαδία, μέλος πληρώματος «Ahed Tamimi».

«Σε όλη τη διαδρομή, σκεφτόμασταν τα παιδιά που μας περίμεναν στις ακτές της Γάζας και εμείς δεν καταφέραμε να φτάσουμε… Το πιο κοντά ήταν να φτάσουμε να ακούμε τους βομβαρδισμούς στο λιμάνι» λέει η Κλεονίκη Αλεξοπούλου, μέλος του πληρώματος «Οξυγόνου».

Η αναχαίτιση των 42 πλοίων του στολίσκου ξεκίνησε το βράδυ της 1ης Οκτωβρίου, λίγα μίλια μακρυά από τα χωρικά ύδατα της Γάζας. Ο Κωνσταντίνος Λαμπρίδης μας μεταφέρει τις λεπτομέρειες όσων συνέβησαν εκείνες τις ώρες. «Η κινητοποίηση των ισραηλινών δυνάμεων ήταν τεράστια. Εμφανίστηκαν πάνω από 20 σκάφη διαφορετικών μεγεθών, που αρχίσαν να πλέουν ανάμεσα στα δικά μας, από μικρά φουσκωτά των 7-10 μέτρων που είχαν πάνω τους κομάντος και έκαναν ρεσάλτο στα δικά μας, μέχρι μεγαλύτερα σιδερένια σκάφη 20-30 μέτρων που είχαν πάνω τους συστήματα με τα οποία μπορούσαν να μπλοκάρουν τις επικοινωνίες μας και να καταστρέφουν τα όργανα πλοηγησης κλπ. και υπήρχαν δύο πολύ μεγαλύτερα σκάφη, πάνω από 100 μ. το καθένα, τα οποία δρούσαν σαν σημεία αναφοράς μέσα στη θάλασσα, τα οποία είχαν συστήματα αύρας. 

Εντελώς αυτοσχεδιαστικά προσπαθήσαμε να απαντήσουμε. O στόχος μας ήταν να φτάσουμε όσο το δυνατόν πιο κοντά στην Γάζα. Κάναμε ελιγμούς για να ξεφύγουμε από αυτά τα σκάφη, υπήρχαν στιγμές που αρνηθήκαμε να απαντήσουμε, όπως όταν στα δύο μέτρα μας είχε πλησιάσει ένα πολεμικό σκάφος που μας ζητούσε να σηκώσουμε τα χέρια μας ψηλά, μας σημάδευε με όπλα, με λέιζερ και φακούς, αλλά παρ’ όλα αυτά αποφάσισαμε να αποχωρήσουμε. 

Το πρώτο σκάφος αναχαιτίστηκε στις 8:30 το βραδύ, το δικό μας γύρω στις 4:40 το πρωί. Αυτό είναι ένα διάστημα 8 ωρών, που εμείς με ελιγμούς προσπαθούσαμε να φτάσουμε ένα μίλι πιο πέρα. Το πρώτο σκάφος αναχαιτίστηκε 90 μίλια από τη Γάζα, το δικό μας σκάφος αναχαιτίστηκε 40 μίλια από τις ακτές. Μίλι μίλι, προσπαθούσαμε να φτάσουμε». 

Η Αναστασία Ματσούκα επισημαίνει από την πλευρά της πως η επέμβαση του Ισραήλ είναι αδιαμφισβήτητα μια παράνομη πράξη. Και εξηγεί πως «σημειώθηκε στην ανοιχτή θάλασσα, όπου ισχύει η ελεύθερη ναυσιπλοΐα και το κράτος του Ισραήλ δεν είχε καμία δικαιοδοσία να δράσει. Η επέμβαση έγινε στα 40 περίπου ναυτικά μίλια, σε μια περιοχή που δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει στο κράτος του Ισραήλ.

Η αντίδραση των κρατών, δημιουργεί όλο και μεγαλύτερα ερωτήματα γιατί υπάρχει ανοχή σε μια τέτοια παράνομη πράξη. Το Ισραήλ θα έπρεπε να σεβαστεί την ελευθερία της ναυσιπλοΐας θα έπρεπε να αφήσει τον στόλο να πλευσεί στα διεθνή ύδατα και όταν πλησίαζε στα παλαιστινιακά χωρικά ύδατα, θα έπρεπε να αφήσει δίοδο για να περάσει η ανθρωπιστική βοήθεια». 

Οι απάνθρωπες συνθήκες κράτησης στην Κετζιότ

Όλοι οι ακτιβιστές οδηγήθηκαν στη φυλακή Κετζιότ, μια από τις 15 ισραηλινές φυλακές υψίστης ασφάλειας οπού κρατούνται φυλακισμένοι Παλαιστινιοι/ες. Όπως κατήγγειλαν από την πρώτη στιγμή, οι συνθήκες ήταν απάνθρωπες.

Ακτιβιστές περιέγραψαν συνθήκες στέρησης ύπνου, έλλειψης νερού και φαγητού και ορισμένοι είπαν επίσης ότι χτυπήθηκαν, τους κλώτσησαν και τους κλείδωσαν σε κελί.

«Θα σταθώ σε κάποια σημεία στις συνθήκες απαγωγής και παράνομης κράτησής μας: ότι συνέβη σε εμάς δομείται πάνω σε ένα οργανωμένο σύστημα εγκλεισμού και βασανισμού, σε πολλαπλές μορφές άσκησης βίας και ναζιστικού τύπου πρακτικές, που εφαρμόζεται καθημερινά εδώ και χρόνια στο σώμα και την ψυχή χιλιάδων Παλαιστίνιων που τολμούν να αμφισβητήσουν την κατοχή, όπως και εμείς τολμήσαμε να αμφισβητήσουμε τον παράνομο αποκλεισμό. 

Για τέσσερις μέρες βιώσαμε σκληρή μεταχείριση, στέρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έλλειψη βασικών αναγκών, εκφοβισμό και εξευτελισμό, με τα χέρια μας δεμένα πισθάγκωνα και τα μάτια μας κλειστά. Στην άλλη άκρη βρίσκεται η καθημερινότητα των Παλαιστινίων, υπό την απόλυτη εξουσία του Ισραήλ.

Υπάρχει ένα κοινό σημείο με όσα βιώσαμε εμείς:  από την μια, οι γυναίκες συγκρατούμενες μας που ούρλιαζαν επί τρεις μέρες για να πάρουν τα φάρμακά τους. Από την άλλη όμως υπήρχε η ζοφερή καθημερινότητα: 60 νεκροί Παλαιστίνιοι, που κακοποιήθηκαν στα κελιά ή κατά τη διάρκεια της μεταγωγής τους, έχασαν τη ζωή τους χωρίς να τους δει ποτέ γιατρός και τα πτώματά τους παρέμειναν δίπλα στους συγκρατούμενους για εκφοβισμό» περιγράφει η Ευγενία Καββαδία.

Η Μαρίνα Μεϊντάνη, λέει χαρακτηριστικα πως «τα κελιά ήταν δωμάτια που μας μιλούσαν, τα κελιά είχαν τοίχους που έγραφαν τις ιστορίες των Παλαιστίνιων που είχαν βρεθεί εκεί πριν από εμάς». Μάλιστα, περιγράφουν ότι από όλα τα παράθυρα των γυναικείων φυλακών, οι κρατούμενες έβλεπαν μία τεράστια ισραηλινή σημαία και μία εξίσου μεγάλη αφίσα που απεικονίζει τη Γάζα μετά την καταστροφή και γράφει στα αραβικά «Η Νέα Γάζα».

«Η Ιρίνα Χασαν, ευρωβουλεύτρια από την Γαλλία, παλαιστινιακής καταγωγής, η οποία είχε βρει ενθύμια από Παλαιστίνιες κρατούμενες μέσα στις τρύπες των τοίχων των κελιών, προσπαθούσε να μεταφράσει το σημείωμα από τα αραβικά, όταν πηγαίναμε προς το αεροδρόμιο» λέει η Κλεονίκη Αλεξοπούλου, με την Μαρίνα Μεϊντάνη ότι πέρα από τα ονόματα που οι κρατούμενοι είχαν χαράξει στα κελιά τους, τα σημειώματα που υπήρχαν, βρήκαν και ένα μενταγίον που ήταν φτιαγμένο «από ψωμί, βρεγμένο, πιεσμένο, που το υλικό ήταν σαν πέτρα και πάνω σε αυτό έγραφε ο καθένας το σημείωμά του. Το μενταγιόν έμενε στα κελιά για να το βρει ο επόμενος και να πάρει κουράγιο».

Όσα (δεν) έκανε το ελληνικό ΥΠΕΞ

Η Αναστασία Ματσούκα εξήγησε πως όταν τα πληρώματα κρατούνταν στη φυλακή του Ισραήλ, πραγματοποίηθηκε παρέμβαση στο ΥΠΕΞ και μίλησαν με την υφυπουργό Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου. «Αυτό που διαπιστώσαμε από την πρώτη στιγμή είναι πως από την πλευρά του ΥΠΕΞ έγιναν οι λιγότερες δυνατές ενέργειες που θα μπορούσαν να γίνουν προκειμένου να μην ενοχληθεί το Ισραήλ.

Κατά τη γνώμη μου, είναι αδιανόητο ότι μέχρι αυτή τη στιγμή, το ελληνικό κράτος και το ΥΠΕΞ δεν έχει καταγγείλει την απαγωγή των πληρωμάτων και την πειρατεία που διαπράχθηκε σε διεθνή ύδατα, στα οποία το Ισραήλ δεν έχει καμία απολύτως δικαιοδοσία».

Σε ό,τι αφορά τις ενέργειες της Ελληνικής Πρεσβείας η Ευγενία Καββαδία είπε πως «κάποιοι από εμάς δεν είδαν ποτέ εκπρόσωπο της πρεσβείας κατά τη διάρκεια της κράτησής μας, ενώ άλλοι, μετά από πολλές καθυστερήσεις, τους συνάντησαν μόλις δύο φορές. Η πρεσβεία δεν κατάφερε να μας παρέχει τα απαραίτητα· καθαρό νερό δόθηκε μόνο στη δεύτερη επίσκεψη, μαζί με ηλεκτρολύτες για τους απεργούς πείνας, τα οποία όμως μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε μόνο στον χώρο συνάντησης και όχι στο κελί μας. Επιπλέον, δεν είχαμε καμία πρόσβαση σε δικηγόρο και η δίκη πραγματοποιήθηκε χωρίς νομική εκπροσώπηση».

Η Κλεονίκη Αλεξοπούλου λέει πως στην αρχή ήταν πιο θετική απέναντι στην πρεσβεία, γιατί την εξέπληξε θετικά που έκανε έστω και κάποια κίνηση. «Αλλά αυτό είχε να κάνει με τις προσδοκίες μου, σε σχέση με τις πρεσβείες άλλων χωρών, όπως της Γερμανίας και της Αμερικής, που είχαν απαράδεκτη στάση και είπαν στους ακτιβιστές τους ότι δεν θα κάνουν τίποτα για εκείνους. Στη συνέχεια, συνειδητοποίησα την ασυλία που έχουμε παραχωρήσει στο Ισραήλ ως κοινωνία. Αυτό το κλίμα όμως αρχίζει να αλλάζει, και αλλάζει και μέσα από την Ευρώπη. Αυτή η αυθαιρεσία πρέπει να τελειώσει».

«Η απόσταση ανάμεσα σε αυτά που θα έπρεπε να κάνει η ελληνική πρεσβεία και σε αυτά τα οποία έκανε, συμπυκνώνει το νόημά του πόσο το Ισραήλ απολαμβάνει μια ειδική μεταχείριση σε παγκόσμιο επίπεδο. κράτος δεν επιτίθεται όχι μόνο στους γειτονικούς του λαούς, αλλά και σε πολίτες δυτικών χωρών, πραγματοποιώντας παράνομες ενέργειες, με την απάντηση της διεθνούς κοινότητας να παραμένει πάντοτε χλιαρή» λέει ο Κωνσταντίνος Λαμπρίδης και συνεχίζει περιγράφοντας μια μετατόπιση απέναντι στο Ισράηλ:

«Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι το Ισραήλ αρχίζει να νιώθει όλο και πιο απομονωμένο· πρόκειται για μια πραγματικότητα που διαμορφώνεται μέρα με τη μέρα. Τους τελευταίες μήνες παρατηρείται μια σημαντική μετατόπιση σε παγκόσμιο επίπεδο, και σιγά-σιγά όσοι δεν θέλουν να συνδεθούν μαζί του θα αναγκαστούν να αλλάξουν ρητορική και να στρέψουν την πλάτη τους» κατέληξε ο Κωνσταντίνος Λαμπρίδης.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα