Μητσοτάκης για λιμάνι Πειραιά και COSCO: “Οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται”
Διαβάζεται σε 4'
Σαφή μηνύματα έστειλε στην αμερικανική πλευρά από το συνέδριο του Bloomberg στη Σιγκαπούρη ο πρωθυπουργός, τονίζοντας ότι η Ελλάδα υπογράφει αμοιβαία επωφελείς συμφωνίες με τις ΗΠΑ, χωρίς να αμφισβητεί επενδύσεις του παρελθόντος.
- 21 Νοεμβρίου 2025 11:08
Η κυβέρνηση δεν προτίθεται να αμφισβητήσει τη συμφωνία με την κινεζική COSCO για το λιμάνι του Πειραιά, αλλά διαμηνύει στις ΗΠΑ ότι επιθυμεί να συνεχίσει την ενεργειακή και όχι μόνο συνεργασία, με “αμοιβαία επωφελείς ρυθμίσεις”.
Το μήνυμα αυτό έστειλε ειδικότερα ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, από το συνέδριο του Bloomberg στη Σιγκαπούρη, στον απόηχο των δηλώσεων της πρέσβειρας των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Κίμπερλι Γκιλφόιλ και της έντονης αντίδρασης της πρεσβείας της Κίνας στη χώρα μας. Αλλά και μετά τη χθεσινή παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή, ο οποίος υπερασπίστηκε την πολιτική επιλογή της κυβέρνησης του για συνεργασία με την Κίνα στο ναυτιλιακό τομέα και υπογράμμισε το μέγεθος και τη σημασίας των επενδύσεων της COSCO στον Πειραιά.
Ειδικότερα ερωτηθείς εάν ανησυχεί ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα ζητήσει από την Αθήνα να διώξει τους Κινέζους από το λιμάνι του Πειραιά, στο πλαίσιο της μεγάλης διαμάχης ΗΠΑ – Κίνας, ο κ.Μητσοτάκης απάντησε: “Για εμάς, οι συμφωνίες που συνήφθησαν από προηγούμενες κυβερνήσεις πρέπει να τηρούνται. Το κάναμε απολύτως σαφές.”
Στην επισήμανση ότι αυτό δεν είναι κάτι που ο Τραμπ γενικά θεωρεί ότι είναι καλή ιδέα, ο πρωθυπουργός σχολίασε: “Από την άλλη πλευρά, όμως, κοιτάξτε τι συνέβη στην Ελλάδα τις τελευταίες 15 ημέρες. Η Ελλάδα γίνεται ενεργειακός κόμβος για τα Βαλκάνια, την Κεντρική Ευρώπη και την Ουκρανία. Πριν από λίγα χρόνια, δεν ήμασταν καν στον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης. Τώρα γινόμαστε πύλη εισόδου για το αμερικανικό LNG στην ευρωπαϊκή αγορά. Αξιοποιούμε τη γεωγραφική μας θέση για να ενισχύσουμε τη γεωπολιτική μας θέση.”
Ο κ. Μητσοτάκης κατέληξε με νόημα: “Πιστεύω, λοιπόν, ότι μπορούμε οπωσδήποτε να βρούμε τρόπο να συνεργαζόμαστε με τους Αμερικανούς. Και θέλουμε να το κάνουμε. Έχουμε ήδη υπογράψει συμφωνίες που αποδεικνύουν ότι μπορούμε να καταλήξουμε σε αμοιβαία επωφελείς ρυθμίσεις χωρίς να αμφισβητούμε τις επενδύσεις που έγιναν στο παρελθόν και των οποίων η δομή πρέπει να γίνει σεβαστή.”
Υπενθυμίζεται ότι πριν από τρεις ημέρες ο υπουργός Ανάπτυξης, Τάκης Θεοδωρικάκος, συναντήθηκε με την κ. Γκιλφόιλ και ανακοίνωσε νομοθετική πρωτοβουλία, με την οποία η ΟΝΕΧ που επιχειρεί στα ναυπηγεία Ελευσίνας και έχει χρηματοδοτηθεί από την Αμερικανική Κρατική Αναπτυξιακή Τράπεζα DFC, θα έχει τη δυνατότητα να επεκτείνει τις δραστηριότητες της εκτός από τη ναυπηγική βιομηχανία και στον εμπορικό, διαμετακομιστικό, λιμενικό, ενεργειακό και αμυντικό τομέα.
Η σχετική νομοθετική ρύθμιση θα ψηφιστεί στη Βουλή στις 27 Νοεμβρίου. Το σχέδιο αφορά όχι μόνο τις σημερινές εγκαταστάσεις των Ναυπηγείων Ελευσίνας, όπου ήδη εμπλέκεται η DFC, αλλά επιπλέον 400 στρέμματα προς την πλευρά του κυρίως λιμανιού της πόλης.
Ο κ. Θεοδωρικάκος θα επισκεφθεί μάλιστα τις ΗΠΑ πιθανότατα μέσα στο Δεκέμβριο, για να προχωρήσει τις συζητήσεις για την επέκταση της αμερικανικής παρουσίας στην Ελευσίνα, την οποία ουσιαστικά η κυβέρνηση προσφέρει ως “αντιστάθμισμα” στις ΗΠΑ για να δημιουργηθεί εκεί ένα διαμετακομιστικό “αντίπαλον δέος” στο λιμάνι του Πειραιά.
Σημειωτέον ότι με βάση την τελευταία επέκταση της συμφωνίας του 2008 με την COSCO, η οποία υπεγράφη το 2019 επί κυβέρνησης Τσίπρα (είχε προηγηθεί μία ακόμη επέκταση της συμφωνίας της κυβέρνησης Καραμανλή από την κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου), το 67% του ΟΛΠ έχει παραχωρηθεί στην κινεζική εταιρεία μέχρι το 2052.
Όμως, όχι μόνο η χώρα έχει υπογράψει συμφωνίες τις οποίες νομικά δεν μπορεί να παραβεί, αλλά στην πραγματικότητα δεν το θέλει κιόλας. Δεδομένου ότι η παρουσία της COSCO στον Πειραιά “προσφέρει” το 1,5% του ΑΕΠ της Ελλάδας. Ενώ, όπως ανέφερε ο κ. Καραμανλής χθες σήμερα, το λιμάνι του Πειραιά είναι το 8ο μεγαλύτερο στον κόσμο, 3ο στην Ευρώπη και το μεγαλύτερο στη Μεσόγειο, σύμφωνα με πρόσφατες μετρήσεις. Ενώ περισσότερο από το 60% των κινεζικών εισαγωγών μεταφέρονταν από ελληνόκτητα πλοία και περίπου οι μισές εξαγωγές. Επιπλέον, περισσότερα από 400 ελληνόκτητα πλοία κατασκευάστηκαν στην Κίνα μέσα σε διάστημα 10-15 ετών κάνοντας τους Έλληνες εφοπλιστές τούς πιο σημαντικούς πελάτες των κινεζικών ναυπηγείων.