Καλάβρυτα, 77 χρόνια μετά: Η φρίκη είναι ακόμα ζωντανή

Καλάβρυτα, 77 χρόνια μετά: Η φρίκη είναι ακόμα ζωντανή
Μουσείο Ολοκαυτώματος AP

Στις 13 Δεκεμβρίου 1943 διεπράχθη το μεγαλύτερο έγκλημα πολέμου της περιόδου της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα - Η επιχείρηση "Καλάβρυτα" γράφτηκε με αίμα στο βιβλίο της ιστορίας.

Η περιοχή που βρίσκεται στα 735 μέτρα του Χελμού, στην ορεινή Αχαΐα, στα 189 χιλιόμετρα από την Αθήνα και τα 77 από την Πάτρα κέρδιζε τις προτιμήσεις σου, για το χιονοδρομικό κέντρο, το φαράγγι του Βουραϊκού, τις λοιπές φυσικές ομορφιές και όχι, δεν θα ξεχάσω να αναφέρω τον Οδοντωτό (φευ). Σε περίπατο σου μπορεί να είδες το Δημοτικό Μουσείο του Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος.

Μπαίνοντας μέσα έρχεσαι σε επαφή με τη φρίκη -μαθαίνεις πώς οι Γερμανοί σκότωσαν μια ολόκληρη γενιά από την περιοχή που όχι μόνο υπάρχει μέχρι σήμερα, αλλά το πιθανότερο είναι πως θα υπάρχει για πάντα, μετά την επιβίωσή της από τη χειρότερη στιγμή της.

Μέχρι σήμερα γίνονται τελετές μνήμης για το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, κάθε 13η του Δεκέμβρη. Έως τότε ουδείς στολίζει για τα Χριστούγεννα, σε μαγαζιά ή σπίτια και μέσω ειδικών τελετών που γίνονται στη μνήμη των θυμάτων, ακούγονται όλα των ανδρών που σκότωσαν οι Ναζί.

Καλάβρυτα AP

Tο μικρό Παρίσι

Η εκπομπή “Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα” του Στέλιου Κούλογλου, με τίτλο “Ναζί, Λήθη και Νεοναζί” που προβλήθηκε στη ΝΕΤ στις 6/2/1 του 2013 διαθέτει υλικό που δύσκολα θα βρεις αλλού. Για το φασισμό, αλλά και όσα έγιναν στα Καλάβρυτα.

Προπολεμικά τα Καλάβρυτα ήταν γνωστά ως “το μικρό Παρίσι”. Υπήρχαν όλες οι υπηρεσίες, το τρένο ο καλύτερος πρεσβευτής της πόλης, φιλαρμονική, κέντρα διασκέδασης, εμπορικό κέντρο που εξυπηρετούσε και τις γύρω περιοχές. Είχε ‘και 4-5 ταξί, την εποχή που ήταν απίθανο για επαρχιακή πόλη να έχει έστω ένα ταξί’ όπως είχε επισημάνει στην εκπομπή ο Γιώργος Δημόπουλος. Η Φραντζέσκα Νίκα πρόσθεσε “έσφυζε από κόσμο”. Στην ουσία ήταν κεφαλοχώρι.

“Οι κάτοικοι του τη γλεντούσαν τη ζωή. Δεν ήταν “φτιαγμένοι’ για να γίνουν ήρωες”. Και ζούσαν αγαπημένοι μεταξύ τους, έχοντας ως κοινά ενδιαφέροντα “τους χορούς, τις παρελάσεις, τις μουσικές τις Κυριακές” κατά τις θύμησες του Σωτήρη Θανόπουλου. “Υπήρχε μεγάλος εθελοντισμός από τους μαθητές, να πάνε προς τη μουσική”. Δεν παρέλειπαν να γιορτάζουν όλοι μαζί, κάθε Πανσέληνο. “Ήταν βραδιές πανδαισίας”.

Η Ροζίνα Ασέρ Πάρδο ήταν 7 χρόνων, την 28η Οκτωβρίου του 1940 και “θυμάμαι πήγαινα πρώτη τάξη. Όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, πανηγυρίσαμε γιατί δεν θα πηγαίναμε σχολείο. Μετά βέβαια, όλα άλλαξαν”. Άλλαξαν όταν άρχισαν οι βομβαρδισμοί. “Εμείς μέναμε στο κέντρο της πόλης, όταν οι Ιταλοί βομβάρδισαν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Όσα γίνονταν ήταν τρομακτικά για ένα παιδί” και όχι μόνο.

“Ήμασταν στο αμπέλι, όταν ξαφνικά ακούσαμε τις καμπάνες να χτυπούν και αμέσως είδαμε ένα σμήνος αεροπλάνων -δεν είχαμε δει ούτε ένα” λέει η Ελένη Σφουντούρη, “πέρασε από πάνω μας για να βομβαρδίσει στην Πάτρα”.

Καλάβρυτα AP

Η Μαρία Μανωλάκου ήταν στην Πάτρα και θυμάται “πώς βλέπαμε τα αεροπλάνα στη σειρά και τις βόμβες να πέφτουν. Το σχολείο άρχισε να τρέμει, μας έπνιξαν οι σοβάδες. Ξεχυθήκαμε στους δρόμους, με τις βόμβες να συνεχίζουν να πέφτουν. Θυμάμαι ότι τρέχοντας με μια φίλη, διασταυρωθήκαμε με μια παρέα αγοριών που έβριζαν κάποιον φασισμό. Εμείς δεν είχαμε ιδέα τι σημαίνει αυτό. Ρώτησα τη φίλη μου τι είναι ο φασισμός. Μου απάντησε ‘τρέχα τώρα και θα δούμε στο λεξικό”. Μέχρι να φτάσουν σπίτι “είδαμε ανθρώπους πεσμένους κάτω, πηδούσαμε πάνω από αίματα, ένα λεωφορείο καιγόταν και καπνοί έβγαιναν από όλα τα κτίρια”.

Το πρώτο ανακοινωθέν

Το πρώτο ανακοινωθέν έλεγε πως “Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουσιν από της 05:30 ώρας της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής Μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του Πατρίου εδάφους”. Αρχιεκφωνητής (ο πρώτος) του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών ήταν ο Κώστας Σταυρόπουλος -εγγονός του εθνικού ευεργέτη Πανταζή Βασσάνη. Αυτός ενημέρωσε και ότι “Η Ελλάς από της 6η πρωινής της σήμερον ευρίσκεται εις εμπόλεμον κατάστασιν προς την Ιταλίαν”, όπως και για την επιστράτευση που έγινε αμέσως. “Οι μεγάλες μας αδελφές και οι μανάδες μας έπλεκαν πουλόβερ και κάλτσες για τους στρατιώτες μας. Ο ενθουσιασμός στο ξεπροβόδισμα ήταν τέτοιος που όποιος δεν γνώριζε πίστευε πως πηγαίνουν σε πανηγύρι. Όχι σε πόλεμο. Μας έπνιγε όλους το άδικο αυτής της επίθεσης”.

Επιβιβάστηκαν στον Οδοντωτό για να πάνε προς Κόρινθο. “Θυμάμαι η μουσική έπαιζε εμβατήρια και οι άνθρωποι γελούσαν, αποχαιρετώντας μέσα από το βαγόνι” αφηγείται με λυγμούς ο κύριος Θανόπουλος.

Ο Μωυσής Μπουρλάς αναλαμβάνει τη συνέχεια, λέγοντας πως “κάναμε την πρώτη γέφυρα στην Πρεμετή. Το πρωί τη ‘στήναμε’ για να περνούν τα αυτοκίνητα και το βράδυ την παίρναμε, ώστε να μη τη βομβαρδίσουν οι Ιταλοί. Κάθε βράδυ κάναμε αυτήν τη δουλειά, ώστε να περνούν το βράδυ τα αυτοκίνητα που τροφοδοτούσαν το μέτωπο”. Που ήταν υποτυπώδης.

Ο Σταύρος Αβδούλος ένιωσε την ανάγκη να εξηγήσει πως “οι δικοί μας στρατιώτες πολεμούσαν με τα πολεμοφόδια που είχαν πάρει εξ αρχής, μαζί τους. Λόγω της φοβερής κακοκαιρίας του χειμώνα, είχαν μείνει ξυπόλητοι, εξ ου και παρατηρήθηκε το φαινόμενο των κρυοπαγημάτων. Κάτι το φοβερό ήταν και η ψείρα. Βγάζαμε τις σάρκες μας, από το ξύσιμο”.

Ο κύριος Μπουρλάς νοσηλεύτηκε στα Ιωάννινα με κρυοπαγήματα. “Όταν πήγα στο νοσοκομείο, έμαθα πως κόβουν πολλών τα πόδια. Αρνήθηκα να ακρωτηριαστώ και με άλλους τέσσερις, πήραμε τα συμπράγκαλα μας και πήγαμε έως τις μονάδες μας”.

Στα “Βρετανικά επίκαιρα” του 1940 αναφέρθηκε πώς “οι γενναίοι Έλληνας συνέτριψαν τις φιλοδοξίες της Ιταλίας, πάνω στα δύσβατα αλβανικά βουνά. Στις απότομες πλαγιές, οι καλύτεροι μαχητές της Ευρώπης προωθούνται για να επαναλάβουν την επιτυχία τους. Προελαύνουν στην Αλβανία, κυνηγώντας το στρατό που ήθελε να τους καταλάβει, σε μάθημα ότι η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς”.

Η Άννα Καλουτά είχε εμφανιστεί να διηγείται πώς οι ηθοποιοί σταματούσαν τις παραστάσεις, σε κάθε καλή είδηση και τραγουδούσαν τον εθνικό ύμνο.

Περισσότεροι από 13.000 Έλληνες και 63.000 Ιταλοί στρατιώτες σκοτώθηκαν. Τα στρατεύματα του άξονα είχαν καταλάβει μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Οι ελληνικές επιτυχίες έδειχναν στον κόσμο πως οι φασιστικές δυνάμεις δεν ήταν ανίκητες. “Ήταν ένα γενναίο πλήγμα στο κύρος του Άξονα” μετέδιδαν τα “Βρετανικά επίκαιρα”, πριν αναλάβει ο Χίτλερ ό,τι δεν έφερε εις πέρας ο στενός του σύμμαχος, Μουσολίνι.

Καλάβρυτα AP

Τον Απρίλιο του 1941 η Γερμανία επιτέθηκε στην Ελλάδα.

Η υπεροχή ήταν συντριπτική. Ο ελληνικός στρατός δεν διέθετε ούτε αντιαεροπορικά. Ήταν μια από τις πιο ηρωικές μάχες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τους Γερμανούς να παραδέχονται αργότερα πως δεν περίμεναν να συναντήσουν τέτοια αντίσταση. Όταν οι Έλληνες αναγκάστηκαν να παραδοθούν οι αντίπαλοι τους ανακάλυψαν πως οι αντίπαλοι τους δεν είχαν ούτε τουφέκια. Ο Γιάννης Αναστόπουλος είπε πως “δόθηκε εντολή να παραδώσουμε τον οπλισμό”.

Εκείνος δεν είχε πάρει καν δικό του, όταν άρχισε ο πόλεμος. Μοιράστηκε ένα με άλλον στρατιώτη που πολεμούσε στην Αλβανία.

“Ο Γερμανός που συγκέντρωνε τα όπλα με σημάδεψε με το όπλο του, λέγοντας πως “αυτός ο στρατιώτης το θεώρησε υποτιμητικό να παραδώσει το όπλο και προτίμησε να το πετάξει. Πρέπει να πεθάνει”. Ο αξιωματικός του κράτησε το χέρι και με ρώτησε τι έκανα το όπλο μου. Του εξήγησα πως δεν είχα δικό μου. Όταν ενημερώθηκε ο Γερμανός έβαλε τα γέλια, το πιστόλι στην τσέπη και τη γλίτωσα”.

Η εκπομπή παρουσίασε ανατριχιαστικές αφηγήσεις με τη συμπεριφορά της οποίας έτυχαν οι Εβραίοι και εικόνες από όλες τις περιοχές της χώρας. Υπάρχουν και εικόνες από το Άουσβιτς, όπως και λεπτομέρειες για το πώς διάλεγαν οι Γερμανοί αυτούς που θα πήγαιναν στο κρεματόριο και ποιοι εκείνοι που θα γίνονταν εργάτες. Μαζί με τα ψέματα και τα δεινά.

Καλάβρυτα AP

“Unternehmen Kalavryta”

Τον Οκτώβρη του 1943 ένα γερμανικό απόσπασμα προσπάθησε να πλησιάσει τα Καλάβρυτα. Έπεσε σε ενέδρα ανταρτών του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού. Ήταν μεγάλη νίκη για τους αντάρτες (σε αυτή που ιστορικά πια, αναφέρεται ως “Μάχη της Κερπινής” και έγινε στις 20/10). Σκοτώθηκαν 78 Γερμανοί. Αυτοκτόνησε ο επικεφαλής αξιωματικός των Γερμανών. Οι όμηροι μεταφέρθηκαν στα Καλάβρυτα. Ο κόσμος ήταν ενθουσιασμένος για την πρώτη ήττα των έως τότε αήττητων Γερμανών.

Τότε ο Γερμανός διοικητής του Αιγίου πήγε στο Δεσπότη για να του ζητήσει να μεσολαβήσει, ώστε να απολύσουν οι αντάρτες τους αιχμαλώτους. Έγιναν διαπραγματεύσεις. Οι αντάρτες είπαν θα τους απολύσουμε, αν κάνετε το ίδιο με δικούς μας ανθρώπους από τις φυλακές. Η απάντηση ήταν “αυτοί που έχουμε εμείς, είναι κομμουνιστές”.

Δεν κατάφεραν να συνεννοηθούν και άρχισε για τους Γερμανούς η οργάνωση της “Unternehmen Kalavryta” (Επιχείρηση Καλάβρυτα). Ο στόχος ήταν η περικύκλωση των ανταρτών στα ορεινά των Καλαβρύτων και η εξόντωση τους. Την επιχείρηση την ανέλαβαν μονάδες της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, που είχε έδρα στην Πελοπόννησο. Η εντολή ήταν να μη δείξουν οίκτο, σε αυτούς που ‘χαν σκοτώσει 77 Γερμανούς στρατιώτες -αδιαφορώντας για το αν είναι άοπλοι.

Η εκκίνηση δόθηκε στις 4/12, με τις γερμανικές δυνάμεις να συρρέουν στην ευρύτερη περιοχή. Από όπου περνούσαν άφηναν πίσω τους συντρίμμια και νεκρούς. Έφτασαν στα Καλάβρυτα στις 9/12, περικυκλώνοντας τα. Στην πρώτη επικοινωνία με τους κατοίκους, έλεγαν πως το μόνο τους ενδιαφέρον ήταν οι αντάρτες, των οποίων τα σπίτια έκαψαν -για αρχή.

Τα ξημερώματα της 13ης του Δεκέμβρη ήχησαν οι καμπάνες. Οι κάτοικοι να αναγκάζονται από τους Γερμανούς κατακτητές, να συγκεντρωθούν στην πλατεία του χωριού. Μαζί τους μπορούσαν να έχουν μόνο μια κουβέρτα και ένα κομμάτι ψωμί. Οδηγήθηκαν στο σχολείο, όπου χωρίστηκαν σε άνδρες (άνω των 13 χρόνων) και γυναίκες. Οι γυναίκες έμειναν στο σχολείο, με έναν Αυστριακό στρατιώτη στον οποίον είχε ανατεθεί η φύλαξη -ώστε να μην αποδράσουν. Εκείνος άφησε ανοιχτή την πόρτα της εισόδου. Το πλήρωσε με τη ζωή του.

Ο τόπος θυσίας στα Καλάβρυτα Eurokinissi

Οι άνδρες μεταφέρθηκαν στη “Ράχη του Καπή” (πάνω από τα Καλάβρυτα). Στις 14.32 μια φωτοβολίδα “έφυγε” από το κέντρο των Καλαβρύτων. Ήταν η ειδοποίηση του ταγματάρχη Χανς Εμπερσμπέργκερ στον επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος, Βίλιμπαντ Ακαμπχούμπερ για να αρχίσει τις εκτελέσεις. Ακούστηκε το πρώτο από τα τρία μυδραλιοβόλα που σκότωσαν 677 ανθρώπους. Διεσώθησαν 13 που ‘χαν κρυφτεί κάτω από πτώματα.

Όπως έφευγαν οι Γερμανοί, πυρπόλησαν σχεδόν όλα τα σπίτια. Ο απολογισμός της “Επιχείρησης Καλάβρυτα” ήταν πάνω από 1000 νεκροί και η καταστροφή με τη λεηλάτηση των σπιτιών.

Ουδείς εκ των υπευθύνων λογοδότησε ποτέ στη δικαιοσύνη.

Διαβάστε τις Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του News247.gr.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα