Μ.Παναγιωτάκη στο News 24/7: Στην Ελλάδα η διαδικασία κατάθεσης ανήλικων θυμάτων είναι κακοποιητική από μόνη της

Μ.Παναγιωτάκη στο News 24/7: Στην Ελλάδα η διαδικασία κατάθεσης ανήλικων θυμάτων είναι κακοποιητική από μόνη της
Shutterstock

H ψυχολόγος Μαρία Παναγιωτάκη στοιχειοθετεί το πώς η ελληνική πολιτεία δεν επιθυμεί, στην ουσία, την προστασία των ανήλικων θυμάτων βιασμών και κακοποιήσεων, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα.

Η Μαρία Παναγιωτάκη, Ψυχολόγος, Κοινωνιολόγος και πρώην Επιστημονικά Υπεύθυνη του Αυτοτελούς Γραφείου Προστασίας Ανήλικων Θυμάτων “Σπίτι του Παιδιού” Ηρακλείου, αφηγείται στο News24/7 πώς η ελληνική πολιτεία έβαζε (και βάζει) συνεχή προσκόμματα στη λειτουργία του θεσμού “Σπίτια του Παιδιού” που είναι ενδεδειγμένος για την προστασία ανήλικων θυμάτων, χαρακτηρίζει κακοποιητική την ίδια τη διαδικασία κατάθεσης έτσι όπως λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα, αποκαλύπτει ότι τις περισσότερες φορές ο θύτης βρίσκεται μέσα στο οικογενειακό ή πολύ στενό περιβάλλον και γνωστοποιεί τους λόγους για τους οποίους τα παιδιά διστάζουν, τις περισσότερες φορές, να εκμυστηρευτούν το βαθύ τραύμα τους. H Μαρία Παναγιωτάκη είναι ένας από τους ελάχιστους Έλληνες επαγγελματίες που εκπαιδεύτηκαν στις ΗΠΑ για σειρά ζητημάτων που αφορούν την ενδεδειγμένη αντιμετώπιση ανήλικων θυμάτων.

Αυτήν την ώρα που μιλάμε τα Σπίτια του Παιδιού τόσο στην Κρήτη όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα δεν λειτουργούν. Γιατί συμβαίνει αυτό και πόσο σημαντικός είναι ο θεσμός;

Τα «Αυτοτελή Γραφεία Προστασίας Ανηλίκων Θυμάτων – Σπίτια του Παιδιού» θεσμοθετήθηκαν το 2017 με τον νόμο 4478 στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τον Πειραιά, την Πάτρα και το Ηράκλειο. Ήταν το αποτέλεσμα μιας πολυετούς, επίπονης προσπάθειας του Κεντρικού Επιστημονικού Συμβουλίου για την Πρόληψη και την Αντιμετώπιση της Θυματοποίησης και της Εγκληματικότητας των Ανηλίκων (ΚΕΣΑΘΕΑ) για να λειτουργήσουν επιτέλους (και στη χώρα μας) δομές που θα προστατεύουν τα παιδιά θύματα κακοποίησης. Στο Σπίτι του Παιδιού τα παιδιά θύματα κακοποίησης καταθέτουν κατά τα διεθνή πρότυπα μία μόνο φορά σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο. Εκεί, βιντεοσκοπείται η διαδικασία, από έναν μόνο ειδικά εκπαιδευμένο επαγγελματία με βάση εξειδικευμένο πρωτόκολλο δικανικής εξέτασης.

Με τον τρόπο αυτό προστατεύονται οι ανήλικοι από τη δευτερογενή τους θυματοποίηση (φανταστείτε ότι χωρίς αυτή τη διαδικασία, αναγκάζονται να καταθέσουν μέχρι και 14 φορές!) και βέβαια, επιτυγχάνεται η εύρεση της ουσιαστικής αλήθειας.

Τώρα, στο Ηράκλειο, σύμφωνα με τον νόμο μισθώθηκε κτίριο, αποσπάστηκα για τη συγκεκριμένη θέση μέσω κινητικότητας, εκπαιδεύτηκα στην Αμερική με υποτροφία του Ιδρύματος “Σταύρος Νιάρχος”-, όμως από την πλευρά της Πολιτείας δεν υπήρξε η παραμικρή στήριξη. Αρχικά σημειώθηκαν οργανωτικές δυσκολίες με την ατυχή μεταφορά της δομής στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (σσ άμεσα, μετά την νίκη της ΝΔ στις εκλογές του Ιουλίου του 2019 και το σχηματισμό κυβέρνησης από τον Κυριάκο Μητσοτάκη). Με την επαναφορά του θεσμού στο Υπουργείο Δικαιοσύνης ήταν απαραίτητο να υλοποιηθούν ορισμένες τεχνικές παρεμβάσεις στο κτίριο προκειμένου να λειτουργήσει σύμφωνα με τις αναγκαίες προδιαγραφές. Από την πλευρά της Εταιρίας Κτιριακές Υποδομές (ΚΤΥΠ) υπήρξε τεράστια καθυστέρηση για την ολοκλήρωση της μελέτης και από την πλευρά του Υπ. Δικαιοσύνης επίσης καθυστερήσεις, αβλεψίες και συχνά επικλήσεις αναρμοδιότητας για την επίσπευση των διαδικασιών και τη χρηματοδότηση των τεχνικών εργασιών. Τα απελπισμένα έγγραφα που έστελνα στο Υπουργείο (στον Γενικό Γραμματέα, στην Υπηρεσιακή Γραμματέα, στην Προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ακόμα και στον ίδιο τον Υπουργό) παρέμεναν αναπάντητα.

Σε κάθε έγγραφο υπογράμμιζα ότι η παρέλευση υπέρμετρου χρονικού διαστήματος από την ανάληψη υποχρέωσης για την υλοποίηση της μελέτης μέχρι εκείνη τη στιγμή, εξαιτίας σφαλμάτων και παραλείψεων της πολιτείας, θέτουν σε κίνδυνο τα ανήλικα θύματα. Σε κάθε έγγραφο τόνιζα εμφατικά ότι είναι κατεπείγουσα η ανάγκη για άμεση προστασία των παιδιών θυμάτων και παύση της διαρκούς επαναθυματοποίησής τους. Σε κάθε έγγραφο επικαλούμουν την ευαισθησία των φορέων, των υπηρεσιακών παραγόντων, της πολιτείας. Εις μάτην!

Επιπλέον, το Υπουργείο Δικαιοσύνης αρνήθηκε να ανανεώσει (παρά μάλιστα τη δυνατότητα που παρέχει ο νόμος) την απόσπαση του μοναδικού επιστήμονα στο Σπίτι του Παιδιού στην Κρήτη – το οποίο αξίζει να υπογραμμιστεί ότι θα κάλυπτε τις ανάγκες όχι μόνο του Ηρακλείου αλλά και ολόκληρου του νησιού – αφήνοντας έτσι όλη την περιφέρεια ακάλυπτη.

Φανταστείτε ότι το κτίριο του Σπιτιού του Παιδιού, μισθωμένο από τον Ιούνιο του 2019, πληρώνεται ακόμη χωρίς να λειτουργεί. Δύο επερωτήσεις στη Βουλή, δημοσιεύματα στον τύπο καθώς και το πόρισμα του «Συνηγόρου του Παιδιού» αποτυπώνουν όλο το εύρος του προβλήματος και καταδεικνύουν τις συνεχείς ματαιώσεις.

Γιατί η χώρα έχε καθυστερήσει τόσο πολύ να δημιουργήσει τις συνθήκες που απαιτούνται έτσι ώστε ανήλικοι που έχουν υποστεί κακοποίηση να μπορούν να μιλούν;

Αυτό ακριβώς το ερώτημα θα έθετα κι εγώ στην πολιτεία. Η φωνή των παιδιών ακούγεται χαμηλά, σχεδόν ψίθυρος, στα αυτιά των ιθυνόντων που παραμένουν κλειστά. Ακόμα κι όταν αυτή η φωνή γίνεται κραυγή, με άλλα λόγια δημοσιοποιείται και ενεργοποιεί την κοινωνία, η προσοχή και η ευαισθησία που αποτυπώνεται σε δηλώσεις και τοποθετήσεις των φορέων της εξουσίας φοβάμαι ότι είναι ευκαιριακή. Η ίδια η πράξη το αποδεικνύει αυτό.

Το Σύστημα Ποινικής Δικαιοσύνης είναι κατασκευασμένο για ενήλικες. Η παράμετρος της ανηλικότητας είναι απούσα. Μια ματιά να ρίξετε στις ελάχιστες προνοιακές δομές, το ίδιο θα διαπιστώσετε. Δεν υπάρχει φροντίδα της πολιτείας για το παιδί. Για λόγους προφανώς πολιτικής αντίληψης δεν είναι προτεραιότητα τα παιδιά. Η προστασία τους εκχωρείται σε μη κυβερνητικές οργανώσεις και φιλανθρωπίες. Είναι πραγματικά κρίμα για μια ευνομούμενη πολιτεία να απεκδύεται διαχρονικά των ευθυνών της απέναντι στην παιδικότητα.

Ποιες προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν έτσι ώστε η κατάθεση ενός κακοποιημένου παιδιού να γίνει με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια και να έχει τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα;

Πρώτα απ’ όλα η κατάθεση του ανήλικου θύματος επιβάλλεται να λαμβάνεται σ’ έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο. Το να καλείσαι να καταθέσεις στην αστυνομία για ό,τι χειρότερο σου έχει συμβεί, σε ανθρώπους τους οποίους δεν γνωρίζεις, που είναι πιθανό να μην σε καταλαβαίνουν, που σου κάνουν ερωτήσεις οι οποίες δεν είναι προσαρμοσμένες στην ηλικία σου και στο πολιτισμικό σου υπόβαθρο, είναι από μόνο του κακοποιητικό.

Φανταστείτε μόνο, ένα παιδί φοβισμένο, ψυχικά αποδομημένο, πολλαπλά τραυματισμένο να προσέρχεται στο αστυνομικό τμήμα για να προανακριθεί από ένστολους, να συναντά παράλληλα πολίτες που έχουν συλληφθεί, να γίνεται μάρτυρας πολλών άλλων υποθέσεων που είναι σε εξέλιξη, σε ένα τόσο ανοίκειο και τρομακτικό περιβάλλον! Σκεφτείτε μόνο ότι αυτές οι διαδικασίες είναι επαναλαμβανόμενες!

Κι όταν το παιδί καταθέτει ξανά και ξανά, γνωρίζουμε ότι ενδέχεται να αλλάξει την κατάθεσή του γιατί θεωρεί ότι για να τον ρωτάνε τόσοι επαγγελματίες εκ νέου, θα έχει απαντήσει λάθος. Φοβάται δηλαδή ότι δεν έχει δώσει μια ικανοποιητική απάντηση. Είναι επιστημονικά επιβεβαιωμένο ότι σε κάθε νέα κατάθεση η μνήμη επιμολύνεται, παραφθείρεται, ατονεί.

Το πρώτο συνεπώς που απαιτείται επιτακτικά είναι η δημιουργία ειδικά διαμορφωμένων χώρων. Γι αυτό άλλωστε θεσμοθετήθηκαν τα «Σπίτια του Παιδιού». Το δεύτερο σημαντικό το οποίο χρειάζεται, είναι η χρήση ενός Εξειδικευμένου Πρωτόκολλου για τη λήψη της κατάθεσης. Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι αυτό το εργαλείο το έχουμε στη δική μας έννομη τάξη ήδη από το 2019! Το Πρωτόκολλο υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο θα γίνουν οι ερωτήσεις, το πώς θα αφουγκραστείς το λόγο του παιδιού, το πώς θα οδηγηθείς στην ανεύρεση της αλήθειας, προστατεύοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ανηλικότητα. Αυτό είναι το διακύβευμα! Για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται εκπαίδευση επαγγελματιών. Αυτό είναι το τρίτο. Δεν μπορεί να γίνεται η δικανική εξέταση ερασιτεχνικά. Σε καμία χώρα, κανείς επαγγελματίας δεν μιλάει με παιδιά θύματα (ή θύτες βέβαια) αν δεν είναι ειδικά εκπαιδευμένος. Εδώ, δεν αρκούν οι σπουδές. Χρειάζεται περαιτέρω εκπαίδευση.

Η τέταρτη προϋπόθεση είναι βεβαίως η βιντεοσκόπηση της εξέτασης. Αποτελεί τη μεγαλύτερη προστασία του παιδιού από τον επανατραυματισμό του και οδηγεί στην ουσιαστική ανεύρεση της αλήθειας.

Επομένως, δεν πρέπει να φέρνουμε ένα παιδί στο αστυνομικό τμήμα, να το εξετάζουμε πάνω από μία ώρα, να του υποβάλλουμε δεκάδες ερωτήσεις –συχνά ακόμα και καθοδηγητικές-, να το οδηγούμε στο ακροατήριο, να συμβάλλουμε εν ολίγοις στον επαναλαμβανόμενη θυματοποίησή του.

Λέγεται ότι τελικά μόνο ένα μικρό ποσοστό κακοποιήσεων παίρνει το δρόμο για τη δικαιοσύνη. Γιατί συμβαίνει αυτό; Παρατηρείται και σε πιο προηγμένες χώρες;

Όταν μιλάμε για κακοποίηση, να έχετε στο μυαλό σας ένα παγόβουνο. Όσα γνωρίζουμε είναι στην κορυφή. Πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Κάτω από αυτή είναι ένας τεράστιος όγκος περιστατικών. Πρόκειται για έναν σκοτεινό αριθμό που εξαιτίας της φύσης αυτών των εγκλημάτων, παραμένει αφανής. Οι παραβιάσεις της γενετήσιας ελευθερίας, οι ασέλγειες, ο βιασμός, βρίσκονται στο σκοτάδι.

Αν και η γνώση της κοινωνίας για την κακοποίηση είναι αποσπασματική, οι πρόσφατες αποκαλύψεις έκαναν σαφές ότι τα παιδιά δύσκολα μιλούν. Έχουν περάσει από μια διαδικασία κακοποίησης και έχουν υποταχθεί πλήρως. Έχουν παγιδευτεί, έχουν εξοικειωθεί με μια κατάσταση μαθημένης αβοηθισίας, έχει φροντίσει ο θύτης περίτεχνα να αντιστρέψει αξίες και να εκμεταλλευτεί την ασύμμετρη αλλά στενή σχέση που έχει δημιουργήσει με το παιδί θύμα. Η συνενοχή που έχει καλλιεργήσει στα παιδιά ο θύτης και η ντροπή τα αποθαρρύνουν.

Επίσης τα παιδιά φοβούνται να αποκαλύψουν γιατί έχει ειπωθεί από τον θύτη ότι θα υπάρξουν αντίποινα σε αγαπημένα τους πρόσωπα. Γιατί ξέρουν ότι αμφισβητείται η αξιοπιστία τους. Γιατί σε πολλές περιπτώσεις δε γίνονται πιστευτά ούτε από τη μητέρα τους. Κι εδώ βιώνουν την προδοσία για ακόμη μία φορά. Για να προστατευτούν από τον οξύ ψυχικό πόνο τα παιδιά ενεργοποιούν το μηχανισμό της απώθησης, σπρώχνουν το μυστικό τους βαθιά μέσα τους, κάνουν ότι δεν υπάρχει.

Σκεφτείτε και τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, με νοητική υστέρηση, με σοβαρά κινητικά προβλήματα, συλλογιστείτε τη δική τους ευαλωτότητα. Αλλά, ακόμη κι αν τα παιδιά αποκαλύψουν την κακοποίηση που έχουν υποστεί, καλούνται να διαβούν μια διαδρομή ανηφορική και ολισθηρή. Όπως είπαμε η ίδια η διαδικασία -έτσι όπως ακόμη και σήμερα εφαρμόζεται στη χώρα μας- είναι κακοποιητική. Η λειτουργία της αστυνομίας, των δικαστηρίων αφορούν διαδικασίες συνθλιπτικές, ακόμη και για τους ενήλικες.

Η βιβλιογραφία δείχνει ότι ναι, παγκοσμίως βλέπουν το φώς τη δικαιοσύνης ελάχιστα περιστατικά.

Shutterstock

Ισχύει ότι τα περισσότερα περιστατικά κακοποιήσεων λαμβάνουν χώρα μέσα στους κόλπους της οικογένειας και αν ναι γιατί συμβαίνει αυτό;

Υπάρχουν αρκετοί μύθοι γύρω από την κακοποίηση, ένας από αυτούς περιγράφει το δράστη ως τον ξένο και περίεργο, ύποπτο τύπο που θα πλησιάσει τα παιδιά προφέροντας καραμέλες. Δεν είναι έτσι. Μύθος είναι και η ελληνική οικογένεια στην αγιοποιημένη της εκδοχή. Με αρχές και αξίες, με αγάπη και αποδοχή. Κι εδώ έχουμε μια ωραιοποιημένη εικόνα που κανακεύει τους ναρκισσισμούς μας.

Έχει αποδειχθεί ότι ο θύτης προέρχεται κυρίως από το στενό περιβάλλον του παιδιού. Η εγγύτητα και η οικειότητα του δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσει έναν ιδιαίτερο δεσμό με το παιδί υφαίνοντας ένα δίχτυ προδοσίας, υποταγής, αποδόμησης του ψυχικού κόσμου του παιδιού. Όντας στο στενό του περιβάλλον ο θύτης έχει πρόσβαση στο θύμα του. Έτσι, ανοίγει βήμα βήμα το δρόμο της αποπλάνησης και μπορεί να έχει τον έλεγχο των πραγμάτων, εκφοβίζοντας, απειλώντας και υποτάσσοντας τελικά τον ανήλικο.

Επίσης ως ενήλικος, θεωρεί ότι το σύστημα θα ταχθεί υπέρ του, γνωρίζοντας μάλιστα ότι σε περιπτώσεις ασέλγειας όπου δεν υπάρχουν παθογνωμικά ευρήματα δεν θα είναι εύκολη η απόδειξη της αξιόποινης πράξης του.

Ναι, σ΄ αυτή, τη χειρότερη παραβίαση δικαιώματος στην παιδική ηλικία, ο κίνδυνος έρχεται από τους γνωστούς και «δικούς» τους, τους «υπεράνω πάσης υποψίας» και όχι από τους αγνώστους με την «ύποπτη» φυσιογνωμία.

Μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις, κυρίως στον καλλιτεχνικό χώρο, πιστεύετε ότι θα ανοίξουν περισσότερα στόματα, ότι θα μπορέσουν να απενεχοποιηθούν περισσότερα θύματα για να μιλήσουν;

Η συγκυρία είναι ευνοϊκή. Στα δύσκολα, η αλληλεγγύη, η σύμπνοια, η συλλογικότητα, δίνει δύναμη. Το τραύμα της κακοποίησης είναι βαθύ και βαρύ. Η ανάδυσή του και η έκθεσή του στο φως θέλει ψυχική γενναιότητα και δίχως άλλο, είναι το αποτέλεσμα μιας εσωτερικής, επίπονης και μακρόχρονης ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας που έχει προηγηθεί. Ήδη πυκνώνουν οι καταγγελίες, τα θύματα υψώνουν φωνή και ζητούν δικαίωση. Το οφείλουν στο μόνο και τραυματισμένο παιδί που υπήρξαν κάποτε.

Μακάρι η συνέχεια των πραγμάτων να είναι ένδειξη κοινωνικής ωρίμανσης και αποφασιστικής κάθαρσης.

Αν υποθέσουμε ότι για την περίπτωση που συζητά σήμερα όλη η Ελλάδα κάνουν καταγγελίες άτομα που είναι ακόμα ανήλικα, ποιο ρόλο θα παίξει στον τρόπο που θα καταθέσουν το ότι η υπόθεση απασχολεί πια όλο το πανελλήνιο και όλα τα ΜΜΕ; Αλλάζει κάτι στην πρακτική τότε; Εξασφαλίζεται ίσως ακόμη περισσότερη εχεμύθεια;

Η κατάθεση ενός κακοποιημένου παιδιού είναι απόρρητη και έτσι πρέπει να παραμείνει. Χρέος μας είναι ως ενσυνείδητοι ενήλικες και ως πολιτισμένη κοινωνία, να προστατεύουμε την ανηλικότητα και να τη σεβόμαστε. Που σημαίνει να μην παραβιάζουμε τον εσωτερικό κόσμο των παιδιών, να μην εισβάλλουμε στην ιδιωτικότητά τους, να μην εκθέτουμε την ιστορία τους στιγματίζοντάς τα με όφελος κάποια κλικ στην ιστοσελίδα, μερικές πολιτικές συμπάθειες, ή λίγη παραπάνω αναγνωσιμότητα και τηλεθέαση. Αυτό που μας ενδιαφέρει λοιπόν εδώ είναι περισσότερο τι θα γίνει, αφού τα παιδιά καταθέσουν.

Ενδεχομένως η σύμπλευση πολλών τραυματισμένων φωνών να δυναμώσει την απόφασή τους για να αποκαλύψουν την ιστορία τους. Χρέος μας είναι να σταθούμε ακλόνητοι υποστηρικτές του συμφέροντος των παιδιών. Όχι του δικού μας. Η συνεχής δημοσιοποίηση μιας τραγικής ιστορίας, η αναφορά σε συγκεκριμένες φράσεις που χρησιμοποίησε ο ανήλικος κατά την εξέτασή του όχι μόνο δε φωτίζουν την αλήθεια αλλά ρίχνουν σκοτάδι μαύρο στην ηθική και τον πολιτισμό. Αλήθεια, πώς φτάνουν στη δημοσιότητα αυτές οι καταθέσεις; Είναι απορίας άξιον και είναι κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των παιδιών.

Ειδικευτήκατε στην Αλαμπάμα τον ΗΠΑ. Πως αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ τα περιστατικά κακοποίησης ανηλίκων;

Πρόκειται πράγματι για την εκπαίδευση των πρώτων Ελλήνων επαγγελματιών που είχαμε την τύχη να φοιτήσουμε στο διεθνώς αναγνωρισμένο ως το καλύτερο στον κόσμο National Children’s Advocacy Training Center της Alabama. Ελπίδα μας ήταν αυτή η βαρύνουσας σημασίας εκπαίδευση, να συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση μιας άλλης κουλτούρας στην ελληνική πραγματικότητα.

Σήμερα στις Η.Π.Α. λειτουργούν περί τα 800 Κέντρα Συνηγορίας του Παιδιού (Child Advocacy Centers), σε διεπιστημονικό πλαίσιο. Αποτελούν τη βέλτιστη πρακτική παγκοσμίως και βασίζονται πρωτίστως στις επιταγές της διεθνούς νομοθεσίας. Το συμφέρον του παιδιού καθορίζεται ως η κατευθυντήρια και θεμελιώδης αρχή όλων των αποφάσεων που αφορούν παιδιά. Με αυτή τη λογική έχουν οργανωθεί και λειτουργούν τα Child Advocacy Centers.

Όλες οι υπηρεσίες που αφορούν στο ανήλικο θύμα, καθώς και όλες οι αρμόδιους υπηρεσίες που ενεργοποιούνται από τη στιγμή της καταγγελίας, στεγάζονται στο ίδιο φιλικό προς το παιδί και ευχάριστα διαμορφωμένο κτιριακό συγκρότημα . Η δικανική του εξέταση, η αποκάλυψη των όσων του συνέβησαν σε έναν εξειδικευμένο επαγγελματία, η μαγνητοσκόπηση αυτής της εξέτασης και η παράλληλη παρακολούθησή της από τους φορείς Ποινικής Δικαιοσύνης, οι ιατρικές υπηρεσίες (ιατροδικαστική εξέταση), οι κοινωνικές υπηρεσίες, η συμβουλευτική οικογένειας, η ψυχοθεραπεία του παιδιού (μέσω πολλών προσεγγίσεων – ιδίως μέσω τέχνης – art therapy) και η υποστήριξη του σχολικού περιβάλλοντος, πραγματοποιούνται στο ίδιο προστατευμένο πλαίσιο.

Από το χώρο αναμονής και τη φροντίδα που παρέχεται ώστε το παιδί να αισθανθεί οικεία και να νιώσει ασφαλές, έως τη βιντεοσκόπηση της μαρτυρίας του, και από την αίθουσα τέχνης όπου το παιδί ζωγραφίζοντας επεξεργάζεται το τραύμα του, έως την ολοκλήρωση της θεραπευτικής διαδρομής, το σύστημα, στο σύνολό του λειτουργεί με μια φυσιολογική ροή όπου η συνεργασία των εμπλεκόμενων προσώπων είναι αξιοθαύμαστη.

Η παρουσία επαγγελματιών από διαφορετικές εθνότητες είναι επίσης ενδεικτική της σημασίας που δίδεται για την κάλυψη των αναγκών και την πολιτισμική ενδυνάμωση του συγκεκριμένου πληθυσμού.

Υπογραμμίζω ιδιαίτερα τον τρόπο που συνομιλούν και συνεργάζονται διεπιστημονικά οι επαγγελματίες οι οποίοι είναι βεβαίως όλοι εξειδικευμένοι στην παιδική κακοποίηση. Αστυνόμοι, εισαγγελείς, ιατροδικαστές, νοσοκόμοι, κοινωνικοί λειτουργοί, δικανικοί ψυχολόγοι, ψυχίατροι, ψυχοθεραπευτές και εκπαιδευτικοί, δουλεύουν ισότιμα, δίνοντας χώρο ο ένας τον άλλον και αντιμετωπίζοντας το παιδί με σεβασμό και υπευθυνότητα.

Τι ρόλο μπορεί να παίξει η εκπαίδευση σ’ όλα αυτά που συζητήσαμε κ. Παναγιωτάκη; Σε ποιο επίπεδο βρίσκεται το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αναφορά με την αντιμετώπιση περιπτώσεων κακοποίησης παιδιών;

Εδώ θα σας μιλήσω όχι μόνο ως Ψυχολόγος αλλά και με την ιδιότητά μου ως εκπαιδευτικός. Σε μια κοινωνία βαθιά συντηρητική και νοσηρά συμπλεγματική, η γνώση της διαχείρισης και της αντιμετώπισης περιστατικών κακοποίησης στην εκπαίδευση είναι ηχηρά απούσα. Για το Υπουργείο Παιδείας το θέμα είναι αόρατο. Όπως και η σεξουαλική αγωγή. Είμαστε πολλά χρόνια πίσω σε σχέση με την Κύπρο, την υπόλοιπη Ευρώπη αλλά και πολλές άλλες χώρες. Ζούμε σε μια κοινωνία φοβική και υποκριτική. Πολλές φορές η κακοποίηση παραμένει καλά κρυμμένη, πίσω από τόνους εθελοτυφλίας, άγνοιας και προκατάληψης. Κι όμως…

Το κακοποιημένο παιδί συχνά επιλέγει έναν ευαισθητοποιημένο εκπαιδευτικό για να αποκαλύψει τι του συμβαίνει. Επομένως, χρειάζεται να είναι προετοιμασμένος. Υπάρχει το νομικό πλαίσιο (άρθρο 23, Ν.3500/2006), δεν υπάρχει όμως ένας οδηγός διαχείρισης περιστατικών κακοποίησης από τους εκπαιδευτικούς. Είναι απαραίτητη επίσης η διδασκαλία σε σταθερή βάση ενός μαθήματος για τη δημιουργία υγιών διαπροσωπικών σχέσεων, για την προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών και την σεξουαλική διαπαιδαγώγησή τους. Απαιτείται ακόμη η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε σχέση με αυτά τα ζητήματα και, πρωτίστως σε ό,τι αφορά την διαχείριση περιστατικών κακοποίησης.

Στο Συμβουλευτικό Σταθμό Νέων Ηρακλείου όπου υπήρξα για χρόνια υπεύθυνη είχαμε επιμορφώσει εκατό σχεδόν εκπαιδευτικούς και διευθυντές στην διαχείριση της παιδικής κακοποίησης, σε μια προσπάθεια που υλοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε συνεργασία με την κ.Θεμελή, Αν. Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης. Τρεις κύκλοι σεμιναρίων είχαν εξαιρετικό αποτέλεσμα όχι μόνο στη γνώση αλλά και στη στάση των εκπαιδευτικών. Διότι όπως είναι μείζον ηθικό ζήτημα η άμεση αντίδραση ενός πολίτη που ακούει στο γειτονικό διαμέρισμα τις κραυγές ενός παιδιού, έτσι ακριβώς είναι βαρύνουσας σημασίας για έναν εκπαιδευτικό η ορθή αντιμετώπιση ενός μαθητή του που σε μια στιγμή θα τον πλησιάζει διστακτικά λέγοντας «Κύριε, κυρία, να σας πω κάτι;»

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα