Αρκεί το “ανάχωμα” του κατώτατου μισθού;

Διαβάζεται σε 8'
Εργαζόμενοι
Εργαζόμενοι iStock

Η Υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι η νέα αύξηση στον κατώτατο μισθό λαμβάνει υπόψιν τις ανάγκες των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και υπερκαλύπτει τις επιπτώσεις από τον πληθωρισμό. Είναι, όμως, αρκετή;

Μπορεί να “κλείδωσε” αυξημένος κατά 50 ευρώ το μήνα ο κατώτατος μισθός στα 830 ευρώ μικτά και να τίθεται σε ισχύ από την 1η Απριλίου, ωστόσο το μείζον ερώτημα είναι, εάν αρκεί για να καλύψει το χαμένο έδαφος της αγοραστικής δύναμης των 559.274 εργαζομένων που αμείβονται με το εν λόγω ποσό.

“Η απόφαση είναι σωστά μελετημένη, ανακουφίζει τους εργαζόμενους χωρίς να θίγει τις αντοχές της οικονομίας και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων”, είπε ο πρωθυπουργός. Ωστόσο, καθαρός μισθός από τα 666,85 ευρώ που είναι σήμερα, θα πάει στα 705,96 ευρώ, από την 1η Απριλίου, δηλαδή, κάτι περισσότερο από 1 ευρώ τη μέρα.

Έτσι ακόμη κι αν στις 10 Απριλίου, οπότε και τα στοιχεία για την πορεία του πληθωρισμού τον Μάρτιο, φανεί ένα “φρένο”, τόσο τα επίπεδα τιμών που έχουν “κατοχυρωθεί”, όσο και κυρίως η μειωμένη αγοραστική δύναμη των Ελλήνων, οδηγούν σε άκρως ανησυχητικά συμπεράσματα για τις δυνατότητες κάλυψης αναγκών από τα νοικοκυριά, αλλά και την πορεία βιωσιμότητας πολλών επιχειρήσεων.

Κι αυτό την ώρα που τα μηνύματα από επίσημους φορείς για την κατάσταση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, παρά την όποια “ενίσχυση” δίνει η “μαύρη” οικονομία είναι ηχηρά.

Συγκεκριμένα, όπως καταγράφηκε από τη Eurostat το 2023, το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) στην Ελλάδα, εκπεφρασμένο σε μονάδες αγοραστικής δύναμης ήταν στο 67% του μέσου όρου της ΕΕ, δηλαδή στη προτελευταία θέση.

Δεν είναι τυχαία, επίσης, η αναφορά στην ανάλυση επικαιρότητας, πριν λίγες εβδομάδες του ΚΕΠΕ, σχετικά με τον πληθωρισμό των «κερδών», ή πληθωρισμό της «απληστίας» (greedflation), για τις μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες. “Ανεξαρτήτως όμως της επιστημονικής τεκμηρίωσης του greedflation” αναφέρει το ΚΕΠΕ, στο σημείωμά του με τίτλο “Bankflation: Ο πληθωρισμός της «τραπεζικής απληστίας”, “το μόνο βέβαιο είναι ότι ο πληθωρισμός τροφίμων δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, καθώς τρέχει με υψηλούς ρυθμούς τόσο στον Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και στην Ελλάδα, δυσχεραίνοντας τις συνθήκες διαβίωσης εκατομμυρίων πολιτών.

Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με δεδομένα από την Eurostat, πάνω από το 22% του πληθυσμού στις χώρες της ΕΕ27 βρίσκεται αντιμέτωπο με τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό τα τελευταία οκτώ χρόνια. Επιπλέον, η μεταβολή του δείκτη τιμών των τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών το 2023 (2022) ανήλθε στο +12,64% (+11,89%) για την ΕΕ27 και +11,61% (+11,69%) για την Ελλάδα, έναντι +1,55% και +1,48% για το 2021, αντίστοιχα. Εναλλακτικά, η σωρευτική αύξηση των τιμών των τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών την περίοδο 2019-2023 ήταν 31,25% για την ΕΕ27 και 28,50% για την Ελλάδα».

Καλά κρατά η ακρίβεια

Στο μεταξύ σε ρότα ανατιμήσεων συνεχίζει να βαδίζει ένα μεγάλο μέρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όπως καταγράφει το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, στο καθιερωμένο από το Μάιο του 2009, Δελτίο Οικονομικού Κλίματος Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων, που δημοσιεύτηκε την Τετάρτη 27 Μαρτίου 2024.

“Αν και με χαμηλότερο ρυθμό, το πληθωριστικό κύμα φαίνεται πως θα συνεχιστεί και το πρώτο εξάμηνο του 2024, καθώς το 24,7% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι σκοπεύει να αυξήσει τις τιμές του, έναντι μόλις 3% που δήλωσε ότι θα τις μειώσει. Από τα επιμέρους στοιχεία, σχεδόν 1 στις 3 (30,8%) εμπορικές επιχειρήσεις εκτιμά ότι θα αυξήσει τις τιμές της, και το ίδιο εκτίμα περίπου 1 στις 5 στους τομείς της μεταποίησης (20,5%) και των υπηρεσιών (21,3%)” προσθέτει η μελέτη.”

Όπως σημειώνει το ΙΝΕ ΓΣΕΒΕΕ, οι αρνητικές επιπτώσεις των ανατιμήσεων στο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων είναι εμφανείς από το ποσοστό των επιχειρήσεων που ανέφερε εάν αυτό έχει αυξηθεί τα τελευταία 2 χρόνια, δηλαδή από την εκδήλωση της ενεργειακής κρίσης. Συγκεκριμένα, σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν ότι το κόστος λειτουργίας τους αυξήθηκε. Μεσοσταθμικά, για αυτές τις επιχειρήσεις το κόστος λειτουργίας αυξήθηκε κατά 35%. Τομεακά, το λειτουργικό κόστος των εμπορικών επιχειρήσεων αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 34,6%, στη μεταποίηση κατά 39,2% και στις υπηρεσίες κατά 33,1%. Τέλος, στις επιχειρήσεις εστίασης το λειτουργικό κόστος αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 46%, κάτι που “στρώνει” το δρόμο για συνέχιση των ανατιμήσεων, ειδικά όταν τώρα πολλές επιχειρήσεις αντιμετωπίσουν και αυξημένο κόστος εργασίας.

Όπως ανέφερε, χαρακτηριστικά, στην ανακοίνωσή της η ΓΣΕΒΕΕ, “η αύξηση του κατώτατου μισθού που ανακοίνωσε η κυβέρνηση ήταν απαραίτητη, κυρίως για την ενίσχυση του εισοδήματος των χαμηλόμισθων εργαζομένων, των οποίων το εισόδημα επηρεάζεται περισσότερο από τον επίμονο πληθωρισμό”. Επίσης η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος προσθέτει σε ανακοίνωσή της ότι “προκειμένου η αύξηση που αποφασίστηκε να έχει αξία, είναι αναγκαίο να ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών. Αναγκαία είναι, επίσης, και η λήψη μέτρων για τη μείωση του κόστους λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που τα τελευταία 2 έτη έχει αυξηθεί κατά 35%, καθώς και μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητάς τους”.

Προσφορές αντί μειώσεων

Στο μεταξύ με βάση τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών αγοράς Circana για τον πρώτο μήνα του 2024, το ποσοστό των πωλήσεων που έγινε υπό καθεστώς προσφοράς αυξήθηκε συνολικά στα ταχυκίνητα προϊόντα κατά 3,4 ποσοστιαίες μονάδες, στο 25,4% από 22% τον Ιανουάριο του 2023 με την αύξηση να είναι 5 ποσοστιαίες μονάδες στα απορρυπαντικά-καθαριστικά (στο 25,8% από 20,8% τον περσινό Ιανουάριο) και 3,4 μονάδες στα είδη ατομικής φροντίδας και ομορφιάς (29,1% από 25,7% πέρυσι).

Αύξηση προσφορών, αλλά μικρότερη (3,2 μονάδες) καταγράφηκε και στην ομάδα των τροφίμων (25% από 21,9% τον Ιανουάριο του 2023).

Ανατιμήσεις

Βέβαια, οι προσφορές δεν σημαίνουν απαραιτήτως και μειώσεις τιμών. Από τις 11 βασικές κατηγορίες ταχυκίνητων προϊόντων, καταγράφηκαν τον Ιανουάριο του 2024 ανατιμήσεις στις 7 και μάλιστα στην κατηγορία των ειδών ατομικής φροντίδας και ομορφιάς (σαμπουάν, σαπούνια, αφρόλουτρα κλπ) αυτές ήταν της τάξης του 3,5% και στην κατηγορία των απορρυπαντικών-καθαριστικών σπιτιού 2,5%.

Οι άλλες κατηγορίες στις οποίες καταγράφηκαν αυξήσεις τιμών ήταν οι ακόλουθες:

  • 5,1% στα σνακς
  • 3,5% στα υλικά μαγειρικής
  • 3,4% στα μη αλκοολούχα ροφήματα (εκεί περιλαμβάνονται και οι χυμοί, κατηγορία με σημαντικές ανατιμήσεις, λόγω κυρίως των προϊόντων που περιέχουν χυμό πορτοκαλιού).
  • 1,8% στα κατεψυγμένα τρόφιμα
  • 1,1% στα συσκευασμένα τρόφιμα

Μειώσεις τιμών καταγράφηκαν στα γαλακτοκομικά (-4,4%), στα είδη ατομικής υγιεινής (-5%), στα άλλα προϊόντα νοικοκυριού (-4%) και στα αλκοολούχα ποτά (-0,2%).

Τα μηνύματα της Υπουργού Εργασίας

Από την πλευρά της, πάντως,, η υπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου, υπογράμμισε, ότι με τη νέα γενναία αύξηση στον κατώτατο μισθό, την τέταρτη διαδοχική από το 2019, που θα εφαρμοστεί από την 1ηΑπριλίου, έχουν προστεθεί τρεις επιπλέον μισθοί στο εισόδημα των εργαζομένων. Μάλιστα όπως τόνισε η αύξηση των εισοδημάτων των εργαζομένων από το 2019 μέχρι σήμερα αποτυπώνεται και στη μείωση του ποσοστού των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

«Το 2019 το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονταν με τον κατώτατο μισθό ήταν στο 27%. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει υποχωρήσει στο 22%. Πρόκειται για μια σημαντική βελτίωση που είναι πολλαπλάσια αν αναλογιστούμε ότι το διάστημα αυτό έχουν προστεθεί στο εργατικό δυναμικό της χώρας 400.000 περισσότεροι εργαζόμενοι σε σχέση με το 2019» είπε.

Η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης σημείωσε ότι η νέα αύξηση στον κατώτατο μισθό αποτελεί προϊόν της διαβούλευσης που προηγήθηκε με τους κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς και λαμβάνει υπόψιν της τις ανάγκες των νοικοκυριών, τις αντοχές των επιχειρήσεων και τις προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας και υπερκαλύπτει τις επιπτώσεις από τον πληθωρισμό. Συγκεκριμένα από το 2019 ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί σωρευτικά κατά 27,7% την ώρα που η αύξηση του πληθωρισμού την ίδια περίοδο ήταν 16,6%. Όπως είπε χαρακτηριστικά για τον καθορισμό του ύψους της αύξησης του νέου κατώτατου μισθού ελήφθησαν υπόψη οι εξής παράγοντες: η μείωση της ανεργίας στο 10,4% τον Ιανουάριο του 2024, η υποχώρηση του πληθωρισμού, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας και φυσικά οι θετικές προοπτικές ανάπτυξης της και τηφετινή χρονιά.

«Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται γιατί το επιτρέπει η οικονομία μας και γιατί πρέπει ο παραγόμενος εθνικός μας πλούτος να διανέμεται με όρους δικαιοσύνης» επεσήμανε σε άλλο σημείο της τοποθέτησής της η Δόμνα Μιχαηλίδου. Και σημείωσε: «Με προσεκτικά βήματα και χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα, υλοποιούμε την προεκλογική δέσμευσή μας για κατώτατο μισθό στα 950ευρώ και για μέσο μισθό στα 1.500 ευρώ μέχρι το τέλος της τετραετίας. Με την τέταρτη διαδοχική αύξηση από το 2019 ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί κατά 28%. Έχουν προστεθεί δηλαδή ετησίως τρεις επιπλέον μισθοί στο εισόδημα των εργαζομένων».

«Ακόμα μεγαλύτερη θα είναι η αύξηση των ετήσιων αποδοχών για τους εργαζόμενους με προϋπηρεσία, ιδίως μετά και το ξεπάγωμα, ύστερα από 12 χρόνια, των τριετιών. Αυτό σημαίνει υψηλότερες αποδοχές έως και 30% για χιλιάδες εργαζόμενους», είπε η Δόμνα Μιχαηλίδου.

Ειδική αναφορά έκανε η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και στα οφέλη που θα έχουν όσοι λαμβάνουν επιδόματα, όπως το επίδομα ανεργίας, η ειδική παροχή μητρότητας, το ειδικό εφάπαξ βοήθημα για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. «Η αύξηση του κατώτατου μισθού συμπαρασύρει προς τα πάνω και τις 13 συνολικά κατηγορίες επιδομάτων, παροχών και επιδοτούμενων προγραμμάτων που συνδέονται με τον κατώτατο μισθό. Πρώτα και κύρια αυξάνεται το τακτικό επίδομα ανεργίας στα 510 ευρώ από τα 400 ευρώ που ήταν το 2019. Το επίδομα μητρότητας το οποίο πρόσφατα επεκτάθηκε και στις μισθωτές μητέρες και στις αγρότισσες αλλά και όλα τα προγράμματα ενεργητικής απασχόλησης της ΔΥΠΑ» ανέφερε.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα