Γιατί το ΔΝΤ έχει άδικο για τις συντάξεις

Γιατί το ΔΝΤ έχει άδικο για τις συντάξεις
Η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ AP

Αδιάσειστα στοιχεία ότι το μέτρο της περικοπής των συντάξεων είναι όχι μόνο διαρθρωτικά… ανώφελο αλλά και επιζήμιο θα χρησιμοποιήσει το οικονομικό επιτελείο για να ζητήσει την αναστροφή του.

Το ΔΝΤ , ο δανειστής που επέβαλε το μέτρο της περικοπής της προσωπικής διαφοράς στις παλιές συντάξεις το 2017 υποστηρίζει ότι η δημοσιονομική εξοικονόμηση του 1% του ΑΕΠ που επιτυγχάνεται εξασφαλίζει την μακροχρόνια βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.

 Ωστόσο τα στοιχεία του ΥΠΟΙΚ δείχνουν ότι με δεδομένη την φυσική ροή πληθυσμού τα οφέλη που θα υπάρχουν εξαντλούνται μέσα σε περίπου 10 χρόνια όταν θα εκλείψουν και όσοι παίρνουν τις « παλιές» συντάξεις που έχουν την περίφημη προσωπική διαφορά.

Αν εφαρμοστεί όμως το μέτρο αυτήν την δεκαετία το ΑΕΠ θα έχει χάσει δυνητική ανάπτυξη 10 % που θα μπορούσε να δημιουργήσει 350.000 -400.000 νέες θέσεις. Η αύξηση της απασχόλησης θα αύξανε το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών και των φόρων μειώνοντας παράλληλα με υγιή τρόπο το αναλογιστικό έλλειμμα και τις δαπάνες χρηματοδότησης του ασφαλιστικού.

 Σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο οι παρεμβάσεις που έχουν γίνει από το νέο ασφαλιστικό ήταν παραπάνω από όσες χρειάζονταν αφού το οικονομικό επιτελείο αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στην εξαιρετικά απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ σε ότι αφορά την απόδοση των παρεμβάσεων. Το αποτέλεσμα είναι ότι η μείωση των δαπανών του ασφαλιστικού – με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία – για την Ελλάδα να αναμένεται για το 2018 να φτάνουν το 15% ΑΕΠ ενώ ο μέσος όρος για τα κράτη μέλη της ΕΕ είναι 16% του ΑΕΠ.

 Τα δύο αυτά επιχειρήματα αναιρούν το επιχείρημα ότι το μέτρο πρέπει να εφαρμοστεί επειδή είναι «διαρθρωτικό».

 Διασφαλίζονται και οι δημοσιονομικοί στόχοι

 Το δεύτερο μεγάλο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι αν χωρίς την μείωση των συντάξεων το 2019 μπορούν να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 ως το 2022 και 2,2% ως το 2060 . Η απάντηση με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία είναι ναι αλλά υπο προϋποθέσεις.

 Ως γνωστό τα μέτρα της περικοπής των συντάξεων για το 2019 και της περικοπή του αφορολόγητου το 2020 είναι δημοσιονομικά ουδέτερα καθώς αντικρίζονται από εξισορροπητικά , ίσης απόδοσης για κάθε ένα από τα δύο χρόνια. Η εφαρμογή του μέτρου της περικοπής των συντάξεων εξισορροπείται από το νέο οικογενειακό επίδομα το νέο διευρυμένο στεγαστικό επίδομα την αύξηση του προγράμματος σχολικά γεύματα δημιουργίας βρεφονηπιακών σταθμών και την ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων με 300 εκ ευρώ.

 Αυτονόητο είναι ότι αν δεν εφαρμοστεί το μέτρο των συντάξεων δεν μπορούν να εφαρμοστούν και τα αντίμετρα . Διαφορετικά μπαίνει σε κίνδυνο και ο δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019.

 Την απάντηση δίνει το υπερπλεόνασμα του επόμενου χρόνου. Στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 υπήρχε πρόβλεψη για υπερπλεόνασμα 868 εκ ευρώ από τα οποία έχει συμφωνηθεί κατ αρχήν η διανομή 750 εκ ευρώ για μόνιμες ελαφρύνσεις οι οποίες συζητούνται ακόμη . Πλησιάζοντας στο τέλος του χρόνου αναμένεται ότι το υπερπλεόνασμα του 2019 θα αναθεωρηθεί ξεπερνώντας κατά πολύ το 1 δις ευρώ.

 Η λύση που θα προταθεί είναι να εφαρμοστεί ένα μέρος των αντίμετρων ( ίσως μόνο το νέο οικογενειακό επίδομα που έτσι και αλλιώς δίνεται από το 2017 ) και να ανακληθούν όλα τα υπόλοιπα δημιουργώντας ένα περιθώριο περίπου 1,5 δις ευρώ . Στο δημοσιονομικό αυτό χώρο θα προστεθεί και ένα μέρος από το υπερπλεόνασμα του 2019 ώστε να καλύψει απόλυτα την απόδοση που αναμένονταν από το μέτρο της περικοπής των συντάξεων.

 H Commission που θα έχει πλέον τον πρώτο λόγο στις ελληνικές μετα – μνημονιακές αξιολογήσεις συμμερίζεται τα ελληνικά επιχειρήματα για δύο λόγους Ο πρώτος είναι ότι συνεχίζει να πιστεύει ότι τα μέτρα για την διετία 2019 -2020 ήταν αχρείαστα και ο δεύτερος είναι ότι πρέπει να αποδείξει ότι η Ελλάδα μετά το τέλος των μνημονίων πρέπει να αποδείξει ότι έχει ένα βαθμό οικονομικής ελευθερίας . Στην κατεύθυνση αυτή βρίσκονται και οι σχετικές νύξεις του επιτρόπου αρμόδιου για τα οικονομικά κ Πιέρ Μοσχοβισί.

 Η μεγάλη ανησυχία είναι η αντίδραση της Γερμανίας που επέβαλε από την αρχή την παρουσία και την παρέμβαση του ΔΝΤ. Στο θέμα αυτό υπάρχουν προσδοκίες ότι αν υπάρξουν αδιάσειστα στοιχεία για τις δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας στο τέλος θα υποχωρήσει όπως έκανε και με το θέμα του χρέους . Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει πριν από τις εκλογές στην Βαυαρία τον ερχόμενο Οκτώβριο.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα