Η Μεγάλη Αφύπνιση της Ευρώπης

Η Μεγάλη Αφύπνιση της Ευρώπης
Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον πόλεμο στην Ουκρανία AP

Ο Νίκος Χριστοδουλάκης γράφει για τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία βγαίνει από την γεωπολιτική της περιθωριοποίηση.

Μόλις η Ρωσία εισέβαλε στο ανεξάρτητο κράτος της Ουκρανίας, πολλοί που αισθανόταν αμήχανα και δεν ήθελαν να καταδικάσουν την επίθεση αναζητούσαν για άλλη μια φορά καταφύγιο στην αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να αντιδράσει, να βρει κοινή στάση, να κάνει κάτι τέλος πάντων για να την σταματήσει.

Έτσι δεν θα χρειαζόταν κάθε κράτος και κάθε πολίτης να ψάχνει ποιο είναι το σωστό και ποιο το λάθος, πράγμα που πολλοί θα προτιμούσαν να αποφύγουν. Άλλοι μεν για να μην ανατρέψουν αφελείς ιδεοληπτικές ισορροπίες ή άλλοι πιο κυνικά για να μην χαλάσουν σχέσεις, εξαρτήσεις, ακόμα και κανονικές συμβάσεις.

Αλλά και να μην έκανε τίποτα η ΕΕ, πάλι η απραξία της θα δικαιολογούσε την δημόσια σιωπή, γιατί αφού 27 κράτη δεν μπορούν να συνεννοηθούν σε μια κοινή στάση ποιος είναι εκείνος που μπορεί και τι αξία θα είχε να το προσπαθήσει;

Η βολική αυτή προσδοκία κατέρρευσε με πάταγο και μάλιστα τα πρώτα εικοσιτετράωρα του πολέμου. Είδαμε την ΕΕ να ξεπερνά τις λειτουργικές παθογένειες που την έκαναν να αργοσέρνεται στο παρελθόν και τώρα σε χρόνο-ρεκόρ να υιοθετεί μεγάλες και ριζικές αποφάσεις που θα επηρεάσουν όχι μόνο την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και την πορεία διαμόρφωσης και εμβάθυνσης της ίδιας της Ένωσης.

Η αντίδραση της μπορεί απολύτως δικαιολογημένα να αποκληθεί ως η «Μεγάλη Αφύπνιση», η οποία μάλιστα ξεδιπλώνεται στη συμβολική επέτειο των 30 χρόνων από την έγκριση και υιοθέτηση της Συμφωνίας του Μάαστριχτ το 1992. Με εκείνη τη Συμφωνία τέθηκαν οι πυλώνες της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, η υιοθέτηση του Ευρώ ως κοινού νομίσματος και η ανάδειξη της ΕΕ ως ισχυρού πόλου στην παγκόσμια οικονομία. Βέβαια στον απολογισμό αυτής της τριακονταετίας μπορεί κανείς να δει ότι δεν πέτυχε όλους τους στόχους, δεν κατάφερε να αποφύγει τις κρίσεις χρέους και δεν έλυσε τα προβλήματα ανισότητας ανάμεσα στις χώρες του Βορρά και του Νότου.

Παρόλα αυτά το κοινό νόμισμα επιβίωσε σε πολλές δοκιμασίες και η ΕΕ επέδειξε μια ικανότητα προσαρμογής που πολλοί αναλυτές είχαν βαθιά υποτιμήσει όταν είχε ξεκινήσει το πείραμα ενοποίησης. Περίπου όπως είχαν κάνει και μέχρι πρόσφατα για τα γεωπολιτικά αντανακλαστικά της ΕΕ και την δυνατότητα της να παρεμβαίνει σε μείζονες διεθνείς κρίσεις και συρράξεις.

Πριν εξετάσουμε τις θυελλώδεις αποφάσεις που η μία μετά την άλλη λαμβάνονται το τελευταίο διάστημα από την ΕΕ, καλό είναι να κατανοήσουμε τι ήταν αυτό που τις προκάλεσε και οδήγησε στην υπέρβαση της χρόνιας αδράνειας.

Πρώτα-πρώτα θεωρώ ότι ήταν καθοριστική η άθλια συμπεριφορά του Κρεμλίνου απέναντι της. Ακόμη και πριν την εισβολή, η ΕΕ είχε δεχτεί πρωτοφανείς προσβολές με τα εννιάμετρα τραπέζια των «συναντήσεων» του Πούτιν με Μακρόν και Σολτς. Και διασύρθηκε ακόμα περισσότερο με τις ψεύτικες διαβεβαιώσεις που λάβαιναν περί μη-εισβολής και μετά αναπαρήγαγαν στο εσωτερικό των χωρών τους.

Μετά την εισβολή, η απραξία θα έπαιρνε διαστάσεις ιστορικής ατίμωσης. Μια Ένωση που οικοδομήθηκε με στόχο να αποφύγει τον πόλεμο στην Ευρώπη δεν θα ησύχαζε ποτέ αν άφηνε την Ρωσία να εισβάλει ανενόχλητη σε μία ανεξάρτητη χώρα, απλώς και μόνο για να συνεχίσει η ίδια να απολαμβάνει ένα υψηλό επίπεδο ζωής με τις ρωσικές εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Όμως όσα λάθη και παραλείψεις βρει κανείς να καταλογίσει στην Δύση για το τι συνέβη μετά το 1991 και πώς θα μπορούσε να είχαν πάει τα πράγματα καλύτερα, δεν υπάρχει καμμία απολύτως ηθική βάση που να νομιμοποιεί μια αυθαίρετη εισβολή σε άλλο κράτος, και μάλιστα χωρίς απόφαση του ΟΗΕ. Αυτό ήταν το μέγα δίδαγμα του 1940 και η ΕΕ θα γινόταν ιστορικά επιλήσμων αν το προσπερνούσε. Όπως τραγικά έδειξε εκείνη η ταραγμένη δεκαετία, όποιος δεν μαθαίνει, παθαίνει.

Δεύτερος λόγος ήταν ο φόβος ότι αν δεν αντιδράσει αμέσως και εντυπωσιακά, θα την περίμενε ένας ρόλος θεατή στο διεθνές γεωπολιτικό πεδίο. Οι ΗΠΑ φαίνεται ότι έχουν χαράξει μια διαδικασία στρατηγικού επανακαθορισμού με την Κίνα, ο οποίος περιλαμβάνει μόνο τους στενούς τους συμμάχους (Αυστραλία και Βρετανία) αλλά όχι την ΕΕ. Μια ατέρμονη και αδιέξοδη εμπλοκή της τελευταίας με την Ρωσία θα την κρατούσε απασχολημένη για πολλά χρόνια και θα της επέφερε μια στρατηγική εξουδετέρωση χωρίς να μπορεί να εγείρει τις δικές της προτεραιότητες έναντι της Κίνας και άλλων χωρών.

Από την γεωπολιτική περιθωριοποίηση θα μπορούσε να βγει μόνο με μια δική της «Μεγάλη Αφύπνιση» και αυτό είναι το έργο που βλέπουμε να ξετυλίγεται και μέχρι τώρα περιλαμβάνει μέτρα στους εξής τομείς:

1.Κυρώσεις και εμπάργκο. Σε μία θαυμαστή και πρωτοφανή συναίνεση έχει κινητοποιήσει ένα ευρύ φάσμα κυρώσεων για να γονατίσει την οικονομία των επιτιθέμενων και να τους δείξει τα επίχειρα. Σε αυτό τουλάχιστον έχει σύμμαχο την Αμερική και οι πρώτες ρωγμές στην υπερφίαλη αντοχή της Ρωσικής οικονομίας είναι εμφανείς. Βέβαια η εξάρτηση της σε ενεργειακές πρώτες ύλες από την Ρωσία είναι μεγάλη και πολλοί στοιχημάτιζαν ότι η ΕΕ δεν θα αντέξει πάνω από μερικές ημέρες. Ή κατά μία άλλη εκδοχή οι κυρώσεις θα ήταν για το θεαθήναι και δεν θα πλήξουν ούτε τον στόχο ούτε την ΕΕ.

Έτσι για να διαλύσει αυτή την προσδοκία, η ΕΕ πήρε και δεύτερη μεγάλη πρωτοβουλία να επιταχύνει την απεξάρτηση της από το ρωσικό πετρέλαιο και το ρωσικό φυσικό αέριο. Στην πράξη, η απόφαση αυτή επιταχύνει και δεν αναστέλλει την διαδικασία Πράσινης Μετάβασης που πέρυσι είχε κάνει στρατηγική επιλογή της τρέχουσας δεκαετίας.

2.Στρατηγική Πυξίδα: Είναι απολύτως σωστό και συνετό που απέχει από μία στρατιωτική εμπλοκή με την Ρωσία, αλλά από κει και πέρα δεν παραγνώρισε την μακροπρόθεσμη αναγκαιότητα να αποκτήσει μια επιχειρησιακή δύναμη ικανή να της διασφαλίζει τις στρατηγικές επιλογές άμυνας και επιβίωσης. Είδαμε έτσι μία δραστική αλλαγή πολιτικής στην Γερμανία που αποφάσισε να χρηματοδοτήσει εξοπλισμούς ύψους 100 δισεκ. Ευρώ, ενώ σύντομα παρόμοιες αποφάσεις αναμένονται και από άλλα κράτη.

3.Ευρω-ομόλογα: Όμως για κάθε παρόμοια πρωτοβουλία δει δη χρημάτων. Και οι δαπάνες – ιδίως σε μια συγκυρία μετά την πανδημία – ενδέχεται να είναι απαγορευτικές για τις περισσότερες χώρες. Μια μεσοβέζικη λύση που συζητείται είναι οι νέες δαπάνες για την άμυνα ή για την επιτάχυνση της ενεργειακής αυτονομίας να είναι offbudget, δηλαδή να μην μετράνε στον υπολογισμό των ελλειμμάτων. Αυτό όμως είναι μόνο ένα λογιστικό ημίμετρο, γιατί μπορεί μεν να δίνουν μια ωραιοποιημένη εικόνα των δημοσίων οικονομικών, δεν θα έχει όμως πραγματικό αποτέλεσμα. Ο λόγος είναι ότι αφού το κάθε κράτος κάνει δαπάνες, θα τις χρωστάει και κάποτε πρέπει να τις πληρώσει.

Η λύση συνεπώς δεν είναι πώς αυτές οι δαπάνες θα εμφανίζονται λογιστικά αλλά πώς δεν θα είναι υποχρέωση του κάθε κράτους. Γίνεται αυτό; Σύμφωνα με την Συνθήκη του Μάαστριχτ που λέγαμε πιο πριν, η απάντηση είναι Όχι και μάλιστα κατηγορηματικά. Αλλά επειδή δεν γίνεται αλλιώς, η ΕΕ θα (πρέπει να) πάρει σύντομα και μια άλλη ιστορική απόφαση να εκδόσει Ευρω-ομόλογα τα οποία θα καλύπτουν τις δέουσες δαπάνες των χωρών-μελών. Τα ευρω-ομόλογα θα αντικρύζονται με περιουσιακά στοιχεία και χρήμα της ΕΚΤ ή άλλα έσοδα της ΕΕ (πχ από την φορολογία των ρύπων). Αυτό ακριβώς έγινε με το Ταμείο Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας και ελπίζει κανείς ότι θα γίνεται σε σταθερή βάση στο μέλλον, έτσι ώστε οι ιστορικές αποφάσεις της ΕΕ να μπορούν να υλοποιηθούν στην έκταση και με την αξιοπιστία που τους αξίζει.

Το ερώτημα φυσικά που θα έχουν πολλοί είναι αν η Ελλάδα έχει να ωφεληθεί από αυτές τις εξελίξεις και τι πρέπει να φροντίσει; Προφανώς και πρέπει να συμμετάσχει ισότιμα και ολοκληρωμένα, αλλά με μία ρητή προϋπόθεση: Τα σχέδια και οι στόχοι της ΕΕ να αφορούν κάθε είδους και προελεύσεως εξωτερική απειλή, αν και πάλι θα είναι εστιασμένη κυρίως ανατολικά. Αλλιώς η Μεγάλη Αφύπνιση θα χάσει το ιστορικό της δίκιο.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα