Νέες ταινίες: Με το “Ονειρικό Σενάριο” θα βλέπεις τον Νίκολας Κέιτζ και στον ύπνο σου

Διαβάζεται σε 7'
Νέες ταινίες: Με το “Ονειρικό Σενάριο” θα βλέπεις τον Νίκολας Κέιτζ και στον ύπνο σου

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Το “Poor Things” έχει εξελιχθεί σε αληθινό εισπρακτικό φαινόμενο, φτάνοντας τις 110.000 εισιτήρια μετά από μια εβδομάδα (συν δύο preview ημέρες) διανομής, με γεμάτες αίθουσες σε κάθε προβολή. Με δεδομένο το word of mouth και την επερχόμενη διαδρομή της ταινίας στα διάφορα βραβεία (μόλις κέρδισε 2 Χρυσές Σφαίρες εξάλλου), είναι ασφαλές να πούμε ότι έχει πολύ δρόμο (και πόδια) ακόμα.

Αξιοσημείωτη ακόμα κίνηση είχε κι η “Φόνισσα” μες στις γιορτές, ξεπερνώντας τις 380.000 εισιτήρια. Σημειώνουμε πως η “Barbie” φρέναρε τελικά στις 465.000. Στο αυστηρότερα σινεφίλ κύκλωμα, η πολύ δύσκολη “Ζώνη Ενδιαφέροντος” συζητιέται και δεν εμφανίζει απώλειες, φτάνοντας αργά αλλά σταθερά στο πραγματικά εντυπωσιακό σύνολο των σχεδόν 30.000.

Οι ταινίες της εβδομάδας:

Ονειρικό Σενάριο

(“Dream Scenario”, Κρίστοφερ Μπόργκλι, 1ω42λ)

***

Ένας άσημος καθηγητής πανεπιστημίου ξαφνικά γίνεται εθνικός σταρ καθώς πρωταγωνιστεί, χωρίς τη θέλησή του και χωρίς καμία εξήγηση, στα όνειρα ανθρώπων όλης της χώρας. Τι γίνεται όμως όταν το όνειρο μετατραπεί σε εφιάλτη, κι ο καθηγητής δε μπορεί να ξεφύγει από τη γνώμη που οι πάντες έχουν σχηματίσει για εκείνον δίχως αυτός να έχει τον παραμικρό λόγο σε αυτό;

Σουρεαλιστική κωμωδία από τον σκηνοθέτη του όχι ιδιαίτερα καλού “Σιχάθηκα τον Εαυτό Μου” για το οποίο είχαμε γράψει νωρίτερα φέτος, διαθέτει μια παρόμοια με εκείνη την ταινία αδιαφορία απέναντι σε μια συμπαγή τοποθέτηση, σε ένα επικεντρωμένο ενδιαφέρον, όμως εδώ αυτό μετατρέπεται σχεδόν σε προσόν του φιλμ. Το οποίο μπλέκει κινηματογραφικές αναφορές (διάφορα όνειρα με τον χαρακτήρα του Κέιτζ παραπέμπουν σε διάσημες στιγμές της ποπ ιστορίας), ποπ ψυχολογία, και ολίγον από σάτιρα πάνω στη συμπεριφορά της αγέλης (κι όχι τόσο στο ‘cancel culture’, όπως γράφεται αρκετά), αλλά δεν αφήνει τον εαυτό του ποτέ να χαρακτηριστεί από ένα ακριβώς πράγμα.

Αντιθέτως, το φιλμ αφήνεται να παρασυρθεί από τη μία ιδέα και τη μία κατάσταση στην άλλη, περίπου σαν όνειρο και το ίδιο, δίχως ιδιαίτερα πομπώδη χαρακτήρα ή φλυαρία. Σχεδόν σαν ένα freestyle που δουλεύει περισσότερο από ό,τι όχι, ίσως επειδή βρίσκει έναν συναισθηματικό πυρήνα να το κρατάει ανθρώπινο – για έναν άντρα που νιώθει παρείσακτος ακόμα και στην ίδια του την ζωή, που νιώθει συχνά πως η καθημερινότητά του είναι ένα περίεργο, ανεξήγητο όνειρο από το οποίο δε μπορεί, κάποια στιγμή θα ξυπνήσει. Στοιχεία από τα οποία αγκιστρώνεται και τα οποία αναδεικνύει ο Νίκολας Κέιτζ, σαν διαρκώς απορημένος, διαρκώς πληγωμένος, διαρκώς παρείσακτος. Από τις πολύ καλές πρόσφατες ερμηνείες του, δίκαια υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα.

Ο Μελισσοκόμος

(“The Beekeeper”, Ντέιβιντ Έιρ, 1ω45λ)

Υπερ-πράκτορας μιας μυστικής παρα-κυβερνητικής οργάνωσης που έχει αποσυρθεί από την ενεργό δράση, εξοργίζεται όταν μια οικονομική απάτη έχει αποτέλεσμα την αυτοκτονία μιας κυρίας που σήμαινε πολλά για αυτόν. Ξεχύνεται σε μια εκστρατεία εκδίκησης που δε θα σταματήσει μέχρι να φτάσει στην κορυφή της πυραμίδας. Όπου κι αν τον οδηγήσει αυτό.

Ο Τζέισον Στέιθαμ, με το γνωστό του απολαυστικά στεγνό στυλ δράσης, είναι το καλύτερο πράγμα σε αυτή τη νέα περιπέτεια του σκηνοθέτη Ντέιβιντ Έιρ (“Suicide Squad”, “Fury”), έναν σκηνοθέτη που δε θα αναγνώριζε ένα αστείο ακόμα κι αν χοροπήδαγε μπροστά του φορώντας στολή κλόουν. Δίχως καμία αίσθηση ροής ή υπερβατικότητας ή βίαιης ποίησης, επιχειρεί να κάνει ένα δικό του μίγμα “Τζον Γουίκ” και “Death Wish” που καταλήγει κωμικά κυριολεκτικό ως σύλληψη (ο ασταμάτητος πρώην πράκτορας που μιλά συνέχεια με αναλογίες μελισσιού, ασχολήθηκε με τις μέλισσες επειδή η οργάνωση στην οποία ανήκε ήταν γνωστή ως «μελισσοκόμοι» ή απλά… ανέπτυξε αυτό το χόμπι παράλληλα και τυχαία; σε κάνει να σκέφτεσαι) και εντελώς αντιδραστικό σε πολιτικό επίπεδο. Οτι βλέπεται, βλέπεται πάντως: Το υψηλότερο κοπλιμέντο που μπορούμε να προσφέρουμε.

Το Δέντρο με τις Χρυσές Πεταλούδες

(“Inside The Yellow Cocoon Shell / Bên Trong Vo Kén Vàng”, Τιέν Αν Φαμ, 2ω59λ)

***

Όταν η νύφη ενός άντρα σκοτώνεται, εκείνος θα αναλάβει να πάρει τον γιο της και να ταξιδέψει στα βάθη της βιετναμέζικης επαρχίας για τις ανάγκες της κηδείας της – μια διαδρομή που σταδιακά θα χάσει τον ειρμό και το στόχο της, παραδομένη σε μια υπαρξιακή αναζήτηση και μια σύνδεση με κάτι το αρχέγονο, που ο άντρας δεν ήξερε καν πως αποζητούσε.

Ενδιαφέρον δείγμα ασιατικού slow cinema πάνω στη μνήμη, τα όνειρα, και το σημείο που ο υλικός κόσμος συναντά τον πνευματικό, με εμφανείς αναφορές και δάνεια από σινεμά σαν του Τσάι Μινγκ Λιανγκ ή ταινίες σαν το “Kaili Blues” του Μπι Γκαν. Ένα σινεμά, κι ένας κινηματογραφικός και υπαρξιακός χώρος που αν εξερευνηθεί με αρκετή αφοσίωση δύσκολα θα απογοητεύσει όσους γοητεύονται από αυτό. (Είναι σα να λατρεύεις τον Σπίλμπεργκ και να βλέπεις το “Super 8” του Τζέι Τζέι Έιμπραμς, ας πούμε.) Ο τρόπος που ο κεντρικός ήρωας αφήνεται να χαθεί μες τους ρυθμούς και τα μοτίβα ενός κόσμου κρυμμένου μπροστά στα ίδια τα μάτια μας, μαγνητίζει.

Την ίδια στιγμή, διατηρούμε και τις αμφιβολίες μας λόγω της πιστότητας με την οποία ο Τιέν Αν Φαμ προσεγγίζει το ιερό για αυτόν υλικό των προκατόχων και δασκάλων του. Υπάρχει μια τεχνητότητα και μια επιτήδευση σε πολλές από τις ιδέες, πολλά από τα επιμέρους κεφάλαια αυτής της οδύσσειας, που συχνά ξεριζώνει τον θεατή από την φυσικότητα των μοτίβων που υποτίθεται μας περιβάλλει. Μια αίσθηση πως ο σκηνοθέτης δεν έχει ως πρωταρχικό στόχο να κάνει αυτό που οραματίζεται, αλλά αυτό που είδε να οραματίζονται. Ωστόσο απολαμβάνουμε τα όσα δίνει η ταινία στο (αναμφίβολα niche) κοινό της, κρατάμε και την Χρυσή Κάμερα των Καννών (που απονέμεται στο καλύτερο ντεμπούτο του φεστιβάλ), και σημειώνουμε το όνομα. Θα επανέλθουμε στο μέλλον, είναι σίγουρο.

Οι Τρεις Σωματοφύλακες: Μιλαίδη

(“The Three Musketeers: Milady / Les Trois Mousquetaires: Milady”, Μαρτέν Μπουρμπουλόν, 1ω55λ)

Δεύτερο μέρος του δίπτυχου των νέων αυτών “Τριών Σωματοφυλάκων” δια χειρός Μαρτέν Μπουρμπουλόν, μια ευρωπαϊκή συμπαραγωγή με εντυπωσιακό καστ και μια διάθεση να ανταγωνιστεί τα αντίστοιχα χολιγουντιανά έπη – με την πολύ συγκεκριμένη αυτή αισθητική της “μπλοκμπάστερ διεθνούς συμπαραγωγής” που κουβαλά μαζί.

Στη “Μιλαίδη” η Γαλλία βρίσκεται στα πρόθυρα πολέμου κι οι τέσσερις πια σωματοφύλακες θα κληθούν από τον βασιλιά στο πεδίο της μάχης. Όμως ο Ντ’Αρτανιάν προσπαθεί σώσει την Κόνστανς που έχει απαχθεί και σε αυτή του την απόπειρα συναντά ξανά τη μυστηριώδη Μιλαίδη. Προσωπικές ευθύνες και καθήκον μπλέκονται μεταξύ τους σε μια αναίτιας περιπλοκότητας αφήγηση που ποτέ δεν αναπτύσσεται με καθαρό και φυσικό τρόπο, αφήνοντας το καστ (και ιδιαίτερα την Εύα Γκριν, που για μια ακόμα φορά στην καριέρα της είναι μαγνητιστική σε ένα περιβάλλον αρκετά πιο αδιάφορο από αυτήν) να περιφέρεται άνευρα σε δάση και σε απειλητικά σοκάκια.

Κυκλοφορούν ακόμη

Θαύμα: Λευκό Πουλί: Ο έφηβος Τζούλιαν δυσκολεύεται να βρει τη θέση του στον κόσμο, και για να τον βοηθήσει η γιαγιά του (στον ρόλο η Έλεν Μίρεν) αποκαλύπτει τη δική της ιστορία θάρρους: Όταν ήταν στη δική του ηλικία, και σε μια κατεχόμενη Γαλλία από τους Ναζί, ένα αγόρι την έσωσε, και μαζί δημιούργησαν έναν μαγικό δικό τους κόσμο. Διασκευή του γνωστού μπεστ σέλερ.

Ο Φίλος Μου το Ρομπότ: Ένας σκύλος κι ένα ρομπότ στη Νέα Υόρκη, κι οι συγκινητικές περιπέτειες της φιλίας τους καθώς χωρίζονται και προσπαθούν να επανενωθούν. Από τον σκηνοθέτη του πολύ όμορφου “Blancanieves” (την ισπανική, ασπρόμαυρη Χιονάτη), με βραβείο καλύτερου ευρωπαϊκού animation για το 2023.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα