Σινέ Παλάς: Το τέλος μιας εποχής

Σινέ Παλάς: Το τέλος μιας εποχής
Facebook / @ΠΑΛΑΣ Κινηματογραφος

Διερευνούμε την ευρύτερη επίδραση ενός κινηματογράφου στην ζωή της πόλης, με αφορμή τον θάνατο του ιδιοκτήτη του εμβληματικού παγκρατιώτικου κινηματογράφου "Παλάς".

Αν κάποιος φύγει από τον μάταιο τούτο κόσμο στα 94 του, όπως ο Ματθαίος Πόταγας, τον μακαρίζεις και τον λες και πλήρη ημερών. Ιδιοκτήτης, και από το 1953 διαχειριστής, του θρυλικού κινηματογράφου του Παγκρατίου «Σινέ Παλάς», ο Πόταγας ήταν επιχειρηματίας παλαιάς κοπής. Και με πολύ σαφές στίγμα –όπως και οι ταινίες που έπαιζαν στο «Παλάς». Θυμάμαι να έχουμε πάει για θερινή προβολή στην ταράτσα του «Παλάς» –πρόσφατα, μετά το 2010–, να μας έχει κόψει ο ίδιος, κάπως αυστηροτρυφερά, τα εισιτήρια, και μέχρι να ανεβούμε και να βολευτούμε, να έχει κλείσει το ταμείο και να έχει έρθει (με το πάσο του) στην ταράτσα για να μας εξυπηρετήσει στο μπαρ. Ήταν παντού μες στο «Παλάς», κι αυτός και η αδελφή του. Διεκπεραίωναν τα πάντα με τον αργό, δικό τους τρόπο, αλλά με μια παλιομοδίτικη φροντίδα και αξιοπρέπεια που δεν άφηνε χώρο για παράπονα ή σχόλια. Το «Σινέ Παλάς» έτσι λειτουργούσε. Και λειτουργούσε για 96 χρόνια.

Με ένα περίεργο τρόπο, ο θάνατος του Ματθαίου Πόταγα δεν αφορά μόνο τους δικούς του, τον κινηματογράφο του, ή ακόμη-ακόμη τους σινεφίλ που το προτιμούσαν. Αποδημώντας εις Κύριον, ο Πόταγας παίρνει μαζί του κι ένα κομμάτι από την ιστορία αυτής της πόλης.

«Ο κύριος Πόταγας,» λέει στο NEWS 24/7, ο Δημήτρης Στεργιάκης, ένα από τα δυο αδέλφια που τρέχουν τον εξίσου εμβληματικό κινηματογράφο «Άστυ» στην Κοραή, «ήταν ο τελευταίος των Μοϊκανών μιας σειράς ανθρώπων που γαλουχήθηκαν, μεγάλωσαν και εξέλιξαν τον κινηματογράφο δια μέσου της εμπορικής του διάστασης.»

Μνημονεύει αντίστοιχους ταγμένους υπηρέτες της έβδομης τέχνης, τον Μήτσο Πάνο του «Σινέ Παρί», τον Θωμά Μανιάκη του «Θησείον», τον πατέρα του, Αντώνη Στεργιάκη. «Για να το πούμε κινηματογραφικά,» λέει ο Δημήτρης Στεργιάκης, «ήταν “Η άγρια συμμορία”. Η συμμορία των ανθρώπων που ξεκίνησαν με τον πρωτόγονο κινηματογράφο –το κάρβουνο, την λάμπα, τον μηχανικό–, και συνέχισαν μπαίνοντας σε νέα τεχνολογικά δεδομένα από άποψη αίθουσας και μηχανής. Από αυτούς τους ανθρώπους, άλλοι συνταξιοδοτήθηκαν γιατί κουράστηκαν, κι άλλοι συνεχίσαν μέχρι τον θάνατό τους να πηγαίνουν στην αίθουσα –όπως ο συγχωρεμένος ο πατέρας μου, κι ο συγχωρεμένος ο Πόταγας. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν οι τελευταίοι σημαιοφόροι της τέχνης του κινηματογράφου, κρατήσαν την σημαία ψηλά μέσα στην αίθουσά τους.»

Η μνήμη της πόλης

Πέρα, όμως, από τα ειδικά πλαίσια του σινεμά, ο θάνατος ενός τέτοιου ανθρώπου –που με την επαγγελματική (μα όχι μόνο) δράση του άφησε πλατύ κοινωνικό αποτύπωμα σε μια ολόκληρη συνοικία– έχει επιπτώσεις και στην ίδια την πόλη, έτσι δεν είναι; Κατ’ εξοχήν αρμόδιος να τοποθετηθεί επί του θέματος, ο δημοσιογράφος και αθηναιογράφος par excellence, Νίκος Βατόπουλος.

«Η απώλεια ανθρώπων όπως του Ματθαίου Πόταγα νομίζω ότι σηματοδοτεί τον κύκλο ζωής αθηναϊκών συνοικιών, έτσι όπως τις έχουμε στο μυαλό μας εμείς, οι γαλουχημένοι στην Αθήνα κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες. Διότι το “Παλάς” του Παγκρατίου δεν είναι μόνο ένας προορισμός για τους σινεφίλ,. Είναι κι ένα συστατικό της αθηναϊκής συνοικίας του Παγκρατίου.»

Του Παγκρατίου, που «οργανώθηκε ως μια συμπαγής αθηναϊκή γειτονιά κυρίως στον Μεσοπόλεμο», παραμένοντας επί δεκαετίες μια μεσο-μικροαστική περιοχή με μονώροφα και διώροφα σπιτάκια, αργότερα με πιο ψηλά κτίρια. «Το “Παλάς” μας δείχνει την κλίμακα μιας αθηναϊκής γειτονιάς, η οποία έχει σαρωθεί πλέον,» επισημαίνει ο Βατόπουλος. «Κι αυτή η μνήμη κρατιόταν από ανθρώπους σαν τον Πόταγα. Κι από τους ελάχιστους ακόμα που έχουν απομείνει, οι οποίοι μας δίνουν αυτόν τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της Αθήνας, πριν γίνει η μητρόπολη που γνωρίζουμε τις τελευταίες δεκαετίες. Την εποχή που γνωρίζονταν μεταξύ τους οι κάτοικοι. Τότε, οι κινηματογράφοι ήταν, νομίζω, όπως τις εκκλησίες, ή τα θέατρα των συνοικιών: τόποι συνάθροισης. Ήταν μια αγορά με την ευρεία έννοια του όρου. Η εκδημία αυτού του ανθρώπου προκαλεί συγκίνηση, ακριβώς επειδή μας θυμίζει τους κύκλους ζωής των αθηναϊκών συνοικιών.»

Αυτός, πάντως, ο κύκλος ζωής του «Σινέ Παλάς» μοιάζει να έκλεισε. Τι θα συνιστούσε μια ιδανική, μια επιθυμητή έστω μελλοντική χρήση για αυτό το ακίνητο-φιλέτο επί της Υμηττού; «Για μένα, θα ήταν πολύ σημαντικό να παραμείνει κινηματογράφος,» δηλώνει ο Βατόπουλος, βέρος εστέτ της αστικής μνήμης. «Θα ήταν, ας πούμε, πολύ κρίμα να γκρεμιζόταν και να ανοικοδομοίτο. Δεν κάνω κριτική, καταλαβαίνω πως τα πράγματα εξελίσσονται, είναι νόμος της ζωής, αλλά θα ήταν εξαιρετικό, αν μπορούσαν να δοθούν κάποια κίνητρα ώστε να διατηρηθεί αυτός ο χώρος. Κι είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτό, γιατί η Αθήνα είναι μια πόλη που έχει χάσει την μνήμη της.»

Αλλά, βέβαια, όπως σπεύδει να αντιτάξει ο αθηναιογράφος, τίθεται πάντα το ζήτημα του κόστους συντήρησης μιας τέτοιας επιχείρησης. It’s the economy, stupid… Με διάθεση αυτοκριτική, ο Βατόπουλος αναγνωρίζει πως αν το ίδιο τον κοινό δεν στηρίξει στην πράξη τις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες (και τις κάμπριο), αν συνεχίσει να μην πολυπηγαίνει σινεμά, δηλαδή, δύσκολα θα μπορέσει να υπάρξει μια υγιής αγορά να οπισθογραφήσει την μακροημέρευση του «Παλάς».

Φτάσαμε στον τύπον των ήλων, μου φαίνεται. Ο Δημήτρης Στεργιάκης είναι βέβαιος. «Βοήθησε το οικονομικό επιτελείο σε κάποιο βαθμό με την επιστρεπτέα προκαταβολή,» λέει αναφερόμενος στην ζοφερή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο κλάδος των αιθουσαρχών (και όχι μόνο), «αλλά θα ήθελα να ζητήσω από τον κ. Γιατρομανωλάκη και την κα. Μενδώνη, αλλά και από την κυβέρνηση –χωρίς ίχνος πολιτικοποιημένου σχολίου, μόνο πνευματικού σχολίου– να δώσει επιτέλους αυτήν την [έκτακτη οικονομική] βοήθεια, για την οποία έχουν κατατεθεί τα δικαιολογητικά εδώ και έναν μήνα. Να προσπαθήσει να επισπεύσει [την διαδικασία] και να δώσει την βοήθεια στις αίθουσες. Δεν είμαστε επαίτες. Στην Ε.Ε. στηρίξαν αμέσως τις αίθουσες. Εμείς τουλάχιστον, των χειμερινών κινηματογράφων, είμαστε ενάμιση χρόνο, με μια διακοπή τεσσάρων εβδομάδων, κ λ ε ι σ τ ά. Ποιος θα μπορούσε να συνεχίσει μετά από ενάμιση χρόνο κλειστά;» Ρητορική η ερώτηση.

Όσο για την απάντηση σχετικά με το ευκταίο μέλλον του «Παλάς», ο Στεργιάκης λέει: «Δεν μπορώ να γνωρίζω τι θα γίνει το “Παλάς”, τι αποφάσεις θα πάρει ο στενός οικογενειακός κύκλος του Πόταγα. Γιατί το “Παλάς” ήταν ιδιόκτητο. Θέλω να πιστεύω, αλλά δεν έχω αυταπάτες, ότι οι άνθρωποι αυτοί, οι συγγενείς, αγάπησαν το “Παλάς” και αντιλαμβάνονται τι σημαίνει. Αλλά επειδή πρέπει να είμαστε και ρεαλιστές –κι ας ασχολούμαστε με τον κινηματογράφο–, φοβάμαι ότι δεν θα παραμείνει το “Παλάς” σαν κινηματογράφος.»

Τίτλοι τέλους, δηλαδή;


Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα