Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

ΜΠΟΡΕΙ ΕΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΡΧΑΙΑ; – Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ

Μία ματιά στον αρχαιολογικό νόμο για τους κάτοχους και τους συλλέκτες. Η πολυτάραχη ιστορία της συλλογής Κωνσταντίνου, Μαρίκας και Κυριάκου Μητσοτάκη που ήρθε και πάλι στο προσκήνιο.

Το Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων είναι πια γεγονός και πλέον ένας μεγάλος πολιτιστικός θησαυρός αναμένεται να δώσει νέα αναπτυξιακή διάσταση και προοπτική στην πόλη της Κρήτης.

Στο Μουσείο αυτό, στην αίθουσα του ορόφου, εκτίθεται μέρος της συλλογής Κωνσταντίνου, Μαρίκας και Κυριάκου Μητσοτάκη, που περιέχει αντικείμενα τα οποία χρονολογούνται από την 4η χιλιετία π.Χ. έως τον 3ο αιώνα μ.Χ. Το μεγαλύτερο μέρος της προέρχεται από την Κρήτη. Η συλλογή έχει μελετηθεί και δημοσιευθεί, και θεωρείται από τις σημαντικότερες του είδους. Βρίσκεται στον πρώτο όροφο του Μουσείου και είναι σε ένα σημείο ξεχωριστό από την υπόλοιπη έκθεση. Δεν εντάσσεται δηλαδή στον εκθεσιακό περίπατο του μουσείου όπου κάποιος μπορεί να δει τον αρχαιολογικό πλούτο ολόκληρης της περιοχής.

Η συλλογή αυτή πριν 22 χρόνια είχε δωρηθεί από τον Κωνσταντίνο και τη Μαρίκα Μητσοτάκη στο ελληνικό κράτος. Σύμφωνα με πληροφορίες μας, δωρήθηκαν 1049 αντικείμενά της και η οικογένεια κράτησε στην κατοχή της 27. Σήμερα εκτίθενται λίγο παραπάνω από 300 αντικείμενα.

Με αφορμή την ιδιωτική αυτή συλλογή, εμείς ρίξαμε μία ματιά τον αρχαιολογικό νόμο Ν. 3028/2002 (ΦΕΚ A 153/28-06-2002) για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, προκειμένου να μάθουμε ποια είναι η διαδικασία που πρέπει να ακολουθεί κάποιος αν βρει τυχαία μία αρχαιότητα στον κήπο του, για το τι σημαίνει σήμερα η έννοια του συλλέκτη, αλλά και για το πώς μπορεί να προστατευθεί η αρχαία πολιτιστική μας κληρονομιά από τα δίκτυα αρχαιοκαπηλίας.

Καταρχάς, τι λογίζεται ως αρχαίο μνημείο;

Εδώ τα πάντα αξιολογούνται βάσει της χρονολόγησης και της σπουδαιότητάς τους. Πιο συγκεκριμένα:

  • Είναι τα αρχαία κινητά ή ακίνητα μνημεία που χρονολογούνται έως και το 1453. Αυτά ανήκουν στο Δημόσιο είναι ανεπίδεκτα χρησικτησίας και εκτός συναλλαγής.

  • Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και τα μεταγενέστερα του 1453 μνημεία, που χρονολογούνται έως και το 1830 και αποτελούν ευρήματα ανασκαφών ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας ή που αποσπάστηκαν από ακίνητα μνημεία, καθώς και οι θρησκευτικές εικόνες και λειτουργικά αντικείμενα της ίδιας περιόδου.

Σημειώστε πως κινητά και ακίνητα μνημεία μεταγενέστερα του 1453 που χρονολογούνται έως και το 1830, τα νεότερα πολιτιστικά αγαθά που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών και τα νεότερα πολιτιστικά αγαθά που ανάγονται στην περίοδο των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών χαρακτηρίζονται μνημεία λόγω της ιδιαίτερης κοινωνικής, τεχνικής, λαογραφικής, εθνολογικής ή εν γένει ιστορικής, καλλιτεχνικής, αρχιτεκτονικής, βιομηχανικής ή επιστημονικής σημασίας τους.

Τι γίνεται, λοιπόν, αν κάποιος βρει ένα αρχαίο στον κήπο του;

Οφείλει να το δηλώνει χωρίς καθυστέρηση στην πλησιέστερη αρχαιολογική, αστυνομική ή λιμενική αρχή και να το θέτει στη διάθεσή της. Η δήλωση αυτή περιέχει την ακριβή τοποθεσία εύρεσης του αρχαίου και τον τρόπο με τον οποίο περιήλθε στο πρόσωπο που προβαίνει σε αυτή. Αν μάλιστα το αρχαίο ανακαλύπτεται ή βρίσκεται σε ακίνητο όπου εκτελούνται έργα ή εργασίες, αυτές πρέπει να διακόπτονται αμέσως μέχρι να αποφανθεί η Υπηρεσία.

Προσοχή: Εάν κάποιος δει κάποιο αντικείμενο που θεωρήσει αρχαίο να “πετιέται” κάπως πάνω από το χώμα και δεν μπορεί να το αφήσει εκεί, το παίρνει, το παραδίδει και το δηλώνει ταυτόχρονα. Αν, ωστόσο, δει απλώς πως πρόκειται για αρχαιότητα, δεν το σκάβει. Απευθύνεται άμεσα στην υπηρεσία για να έρθουν για αυτοψία.

Εύρετρα δίνονται;

Και βέβαια, όταν η κατοχή του αρχαίου περιέρχεται στο Δημόσιο, χορηγείται αμοιβή σε αυτόν που προέβη στη δήλωσή του. Το ύψος της αμοιβής ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου, ανάλογα με τη σπουδαιότητα του αρχαίου και τη συμβολή του δηλώσαντος στην ανεύρεση και διάσωσή του.

Η Υπηρεσία χορηγεί απευθείας την αμοιβή, αν εκτιμά ότι η χρηματική αξία του αρχαίου δεν υπερβαίνει τα χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ. Το ποσό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού.

Τι ισχύει όμως με τις ιδιωτικές συλλογές;

Τώρα εδώ τα πράγματα κάπως περιπλέκονται. Καταρχάς υπάρχει ένας παλαιός νόμος (KN5351) του 1932 του Ελευθέριου Βενιζέλου, μέσα στον οποίο μπορεί να διαβάσει κανείς άρθρα για την άδεια των συλλεκτών που υπάρχουν και στον νεότερο Νόμο του 2002. Ο παλιός νόμος ουσιαστικά θεσπίστηκε ως μέτρο συγκράτησης των αρχαιοτήτων στην Ελλάδα, γιατί τότε πολλές αρχαιότητες “έφευγαν” παράνομα για το εξωτερικό.

Τι προέβλεπε ο νόμος αυτός; Έδινε τη δυνατότητα σε κάποιους ευκατάστατους ανθρώπους και πολίτες υπεράνω πάσης υποψίας να μπορούν να αγοράζουν αρχαία αντικείμενα, συνεπώς να τα προστατεύουν και να τα ασφαλίζουν στο σπίτι τους.

Από τα εγκαίνια του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Χανίων. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

Κάτοχοι και συλλέκτες

Αναφορικά με τις ιδιωτικές συλλογές ο νόμος διαχωρίζει τους κατόχους από τους συλλέκτες.

Η διαφορά; Κάτοχος είναι αυτός που βρίσκει ή κληρονομεί κάποια αρχαία αντικείμενα και συνεχίζει να τα διατηρεί -πάντα με ειδική άδεια από το υπουργείο- με την διευκρίνιση πως την ιδιωτική του αυτή συλλογή δεν μπορεί να την επεκτείνει.

Συλλέκτης είναι αυτός που επίσης με ειδική άδεια έχει το δικαίωμα να διατηρεί μία αρχαιολογική συλλογή και να την εμπλουτιζει κατά καιρούς με νέες αγορές.

Πιο συγκεκριμένα:

  • Η άδεια κατόχου δίνεται πιο εύκολα (άδεια κατοχής κινητού αρχαίου μνημείου του οποίου η κυριότητα ανήκει στο Δημόσιο). Έτσι, αν κάποιος έχει στην κατοχή του κάποια αρχαία αντικείμενα, μπορεί να πάει στην αρχαιολογική υπηρεσία και να πει πως θέλει να τα κρατήσει, αρκεί να διασφαλίζει την ικανοποιητική φύλαξη και διατήρησή του.
    Αυτό βέβαια δεν ισχύει αν το αρχαίο είναι ιδιαίτερα μεγάλης καλλιτεχνικής σημασίας και είναι ανάγκη να βρίσκεται υπό την άμεση προστασία του Δημοσίου.

  • Να αναγνωριστεί κάποιος ως συλλέκτης, να πάρει την αδεια δηλαδή να μπορεί να συγκεντρώνει αρχαιότητες. Πιο συγκεκριμένα, ο νόμιμος κάτοχος αρχαίων μπορεί να αναγνωρίζεται ως συλλέκτης ύστερα από αίτησή του με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού.

Κάποιος αναγνωρίζεται ως συλλέκτης εφόσον εκτιμηθεί ο χαρακτήρας και η σημασία της συλλογής του και εγγυηθεί την προστασία των αντικειμένων της συλλογής, τη διασφάλιση κατάλληλων συνθηκών φύλαξης, τη διατήρηση των αντικειμένων της συλλογής και την τήρηση των λοιπών υποχρεώσεων που βαρύνουν ένα συλλέκτη.

Πόσα αντικείμενα μπορεί να έχει ένας συλλέκτης;

Όσα θέλει και μπορεί. Ο συλλέκτης μπορεί να έχει όσες αρχαιότητες θέλει και να αυξάνει τη συλλογή του, από τη στιγμή που έχει άδεια.

Οι υποχρεώσεις και οι ελευθερίες του συλλέκτη

Οι συλλέκτες οφείλουν να τηρούν κατάλογο με πλήρη περιγραφή και φωτογραφίες των αντικειμένων της συλλογής, να καταθέτουν αντίγραφό του στην υπηρεσία και να υποβάλλουν σε αυτή ανά εξάμηνο τουλάχιστον κατάλογο με τα νέα αντικείμενα της συλλογής.

Οφείλουν επίσης να διευκολύνουν τη φωτογράφηση και μελέτη των μνημείων της συλλογής τους από ειδικούς επιστήμονες στους οποίους έχει δοθεί σχετική άδεια από την υπηρεσία, αλλά και να διαφυλάσσουν την ενότητα της συλλογής. Η διάσπασή της είναι μόνο εφικτή με άδεια του Υπουργείου Πολιτισμού.

Μπορούν επίσης να εμπλουτίζουν τις συλλογές τους με μνημεία που εισάγονται από το εξωτερικό ή αποκτώνται στην Ελλάδα. Για τα μνημεία αυτά απαιτείται να υποβάλλουν είτε δήλωση κατοχής, είτε δήλωση εισαγωγής πολιτιστικών αγαθών από το εξωτερικό (στην περίπτωση αυτή πρέπει να δηλώνουν αναλυτικά πώς, από ποιον και πότε εισήγαγαν τα μνημεία).

Πού διαφέρουν οι δύο νόμοι -παλιός και νεότερος- ως προς τους συλλέκτες;

Στον νέο Νόμο έχει προστεθεί η παράγραφος 6 στο άρθρο 31, όπου διευκρινίζεται πως οι συλλέκτες απαγορεύεται να αποκτούν πολιτιστικά αγαθά για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι προέρχονται από κλοπή, παράνομη ανασκαφή ή άλλη παράνομη ενέργεια ή ότι αποκτήθηκαν ή έχουν εξαχθεί κατά παράβαση της νομοθεσίας του κράτους προέλευσής τους και οφείλουν να ενημερώνουν χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την Υπηρεσία για κάθε τέτοια προσφορά.

Η προσθήκη αυτή είναι άραγε τυχαία;

Το παράθυρο στον νόμο

Εδώ ωστόσο εντοπίζεται ένα παράθυρο στον νόμο, καθώς διαφαίνεται πως μόνο αν έχει κάποιος αποδεικτικά στοιχεία πως τα έχει αγοράσει από αρχαιοπωλεία της Ελλάδας ή του εξωτερικού, είναι σίγουρο πως δεν αποτελούν προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Κατά τα άλλα, μπορεί και με μία απλή δήλωση κατοχής να κάνει δικό του ένα αρχαίο αντικείμενο, χωρίς να προβεί σε ιδιαίτερα αναλυτικές επεξηγήσεις.

Αυτή η σχετικότητα της δήλωσης κατοχής κάποιου αρχαίου αντικειμένου κάνει τον συλλέκτη αυτόματα πόλο έλξης για τους αρχαιοκάπηλους που τον προσεγγίζουν για να του πουλήσουν αρχαιότητες. Βασικά και μόνο που υφίσταται η ιδιότητα του συλλέκτη τον κάνει πόλο έλξης σε παράνομες αγοραπωλησίες.

Και εδώ είναι που δημιουργείται το ερώτημα: Εν έτει 2022, 90 χρόνια μετά τον Νόμο του 1932 που θεσμοθετεί την ιδιότητα του συλλέκτη, γιατί δεν υπάρχουν αυστηρές νομικές ασφαλιστικές δικλείδες προκειμένου να προστατεύεται η πολιτιστική κληρονομιά μας;

Δεν είναι μάλιστα λίγοι αυτοί που αναρωτιούνται αν τα άρθρα που επιτρέπουν την άδεια συλλέκτη θα έπρεπε σήμερα πλέον είτε να καταργηθούν είτε να γίνουν περισσότερο αυστηρά.

Ελέγχει κάποιος σήμερα τον συλλέκτη;

Υπάρχει η αρμόδια Διεύθυνση Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών. Η υπηρεσία αυτή ελέγχει και καταγράφει κάθε νέο αντικείμενο που “μπαίνει” σε μία νέα ιδιωτική συλλογή και ταυτόχρονα ελέγχει αν έχουν τηρηθεί τα μέτρα ασφαλείας και συντήρησης.

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μπροστά στην επιγραφή που μιλά για τη συλλογή της οικογένειάς του. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

Πώς η πολυτάραχη ιστορία της συλλογής Κωνσταντίνου, Μαρίκας και Κυριάκου Μητσοτάκη ήρθε και πάλι στο προσκήνιο…

Ήρθε μέσω της αντιπαράθεσης του Υπουργείου Πολιτισμού και της αρχαιολόγου Μαρίας Ανδρεαδάκη – Βλαζάκη, επίτιμης Γενικής Διευθύντριας Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, και εμπνεύστριας της ιδέας για την ίδρυση του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Χανίων.

Η κ. Βλαζάκη λίγες ημέρες μετά τα εγκαίνια του Μουσείου εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία τόνιζε πως “Ως κοινωνικό αγαθό και κοινή περιουσία, η πλούσια αρχαιολογική κληρονομιά που στεγάζεται στο νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων πρέπει να παραμείνει μακριά από ιδιοκτησιακές λογικές και πέρα από οποιαδήποτε προσπάθεια κομματικής εκμετάλλευσης”.

Το ΥΠΠΟΑ με τη σειρά του απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφων, σημείωσε πως “Ο χρόνος απραξίας που διαπιστώνεται σε όλα τα εν εξελίξει έργα πολιτισμού που παρέλαβε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, πιστοποιείται και στην περίπτωση του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Χανίων. Η τετραετία ΣΥΡΙΖΑ ήταν περίοδος αγρανάπαυσης για τον πολιτισμό”.

Την απάντησή της στην προσωπική αυτή επίθεση του εξέδωσε λίγες ώρες μετά η σπουδαία αρχαιολόγος κάνοντας λόγο για “επικοινωνιακές πομφόλυγες” και σημειώνοντας “Ως γνωστόν, μετά τα πρόσφατα ατυχή γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά τα θυρανοίξια του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Χανίων και την αψυχολόγητη και άστοχη υπερπροβολή της Συλλογής Μητσοτάκη σε βάρος όλης της εντυπωσιακής έκθεσης του Μουσείου -με βάση την οποία τοποθετούνται τα Χανιά στα κορυφαία κέντρα της αρχαίας Κρήτης- προέκυψαν αλυσιδωτές αντιδράσεις. Η δήλωση και η συνέντευξή μου ενόχλησαν την ηγεσία του ΥΠΠΟΑ και στην προσπάθεια να βρεθεί ένα αδύναμο σημείο επικεντρώθηκαν στην περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ”.

Εδώ να σημειώσουμε πως η κ. Βλαζάκη και σε πρόσφατη συνέντευξή της, αλλά και σε παλαιότερες, αναφέρει πως η συλλογή Μητσοτάκη περιέχει αντικείμενα αρχαιοκαπηλίας και πως το θέμα αυτό είναι γνωστό από τη δεκαετία του ’90΄.

«Η φλύαρη δήλωση της κυρίας Μενδώνη λέει πολλά για τον πρωθυπουργό και ελάχιστα για την ουσία του θέματος» σχολίασε η τομεάρχης Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Σία Αναγνωστοπούλου σχετικά με την απάντηση του Υπουργείου Πολιτισμού για το Αρχαιολογικό Μουσείο των Χανίων.

O πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στα εγκαίνια το Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Χανίων. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

Τι είχε συμβεί;

Σε παλιότερα δημοσιεύματα από την δεκαετία του 70 και μετά -της εφημερίδας Ποντίκι, του Εθνούς κ.ά- προκύπτουν ερωτηματικά σχετικά με τον τρόπο που περιήλθαν τα ευρήματα στην κατοχή της οικογένειας Μητσοτάκη.

Σε αυτά αναφέρεται πως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, είχε συλλογή αρχαιοτήτων καθώς είχε βγάλει άδεια συλλέκτη. Ενώ ήταν πρωθυπουργός, το 1991, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, αποφάσισε να κάνει έκθεση με τα αντικείμενα της συλλογής του και η Ντόλλη Γουλανδρή έστειλε μία επιστολή στο Μουσείο Ηρακλείου ζητώντας του να δανείσει αρχαιότητες από την ανασκαφή που είχε γίνει στον αρχαίο τάφο στη Μεσαρά για να εκτεθούν πλάι σε εκείνες της συλλογής Μητσοτάκη που προέρχονταν από τον ίδιο χώρο. Αυτό εξόργισε τον τότε ανασκαφέα Αντώνη Βασιλάκη που είχε σκάψει στον τάφο αυτόν. Λόγω καιρικών συνθηκών σταμάτησε την ανασκαφή και κάλυψε το μέρος. Όταν επέστρεψε είδε έναν συλημένο τάφο.

Όταν πια στη διακυβέρνηση ήλθε το ΠΑΣΟΚ και επί υπουργίας Μ. Μερκούρη συστήθηκε ειδική επιτροπή – μέλος της ήταν και η κ. Βλαζάκη και ο κ. Βασιλάκης- η οποία και βρήκε κάποια αποδεικτικά στοιχεία, μεταξύ των οποίων και μια χρυσή ταινία κομμένη λοξά. Η μισή βρισκόταν στο μουσείο και υπόλοιπό της στη συλλογή Μητσοτάκη. Τα δύο κομμάτια εφάρμοζαν τέλεια.

Μάλιστα στα πρακτικά της Βουλής μπορεί να βρει κανείς την αρ. 4/23-10-93 ερώτηση της Βουλής που κατέθεσε ο βουλευτής κ. Θεόδωρος Κοκελίδης, που αφορά στην ιδιωτική αρχαιολογική συλλογή Κ. και Μ. Μητσοτάκη και σε συναφή θέματα προστασίας της αρχαιολογικής κληρονομιάς. Η τότε υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη απαντά ανάμεσα σε άλλα: Για την συλλογή Μητσοτάκη, η οποία παραμένει με το έως τώρα υπάρχον καθεστώς στους συλλογείς, πρόκειται να διεξαχθεί Ένορκη Διοικητική Εξέταση από το ΥΠΠΟ για τις τυχόν υπηρεσιακές παραλείψεις από πλευράς Αρχ/κής Υπηρεσίας κατά τη διαδικασία απόκτησης της συλλογής, η οποία σημειώνουμε έχει αποκτηθεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις του Αρχαιολογικού Νόμου.

Το θέμα έκλεισε με τη δωρεά της συλλογής της οικογένειας στο ελληνικό Κράτος υπό συγκεκριμένους όρους (οι οποίοι και τηρούνται στην έκθεση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων). Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «η συλλογή μας γίνεται κτήμα του λαού των Χανίων και της Κρήτης στην πολιτιστική κληρονομιά, του οποίου ανήκει. Τη συλλογή αυτή τη δημιουργήσαμε η γυναίκα μου και εγώ, με αγάπη, με φροντίδα, αλλά και με κόπο και με θυσίες. Δεν μπορώ να αποκρύψω ότι μας στοίχισε η συλλογή και πολλές πικρίες, γιατί δεχθήκαμε τελείως αδικαιολόγητες επιθέσεις, αλλά κλείνει αυτή η δυσάρεστη σελίδα της ελληνικής πολιτικής ζωής».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα