Hasta siempre Comandante…

Hasta siempre Comandante…

Ένας λιτός αποχαιρετισμός στον Φιντέλ Κάστρο, τον Κομαντάντε που έγινε συνώνυμο της Κούβας και της επανάστασης

Οι γραμμές που ακολουθούν δεν έχουν την πρόθεση να φτιάξουν μια “αγιογραφία”. Έτσι κι αλλιώς, ο καθένας θα μπορούσε να επαινέσει τον σοσιαλισμό ακριβώς για τους “μύθους” του. Εύκολο και ανέξοδο. Τα δύσκολα ξεκινάνε όταν προσπαθήσεις να ξεχωρίσεις την έννοια της μυθολογίας από την κριτική σκέψη. Εκεί λοιπόν, η εσωτερική αξία της θεωρίας (θα έπρεπε να) είναι παγερά αδιάφορη, εφόσον αυτή καταλήγει στο να καλλιεργήσει αρετές, ιδανικά, ενθουσιασμό. Γιατί σε τελική ανάλυση, υπάρχουν μόνο καλές ή κακές μυθολογίες. Ο Φιντέλ Κάστρο υπήρξε μια από αυτές. Η προσέγγιση φυσικά διαφέρει. Για παράδειγμα, ο αστικός συντηρητισμός της Δύσης, με αυστηρά ταξικά κριτήρια, αλλά και παραδομένος αμαχητί στην τοξική προπαγάνδα των ΗΠΑ, προτίμησε να δώσει ιστορικό “άλλοθι” στον αντάρτη – αλλά νεκρό – Γκεβάρα, καταδικάζοντας ξεκάθαρα την “δικτατορία” του μαρξιστή Κάστρο. Στην επαναστατημένη Λατινική Αμερική, αντίθετα, δεν υπήρξε “δίπολο” ανάμεσα στον ρομαντικό Τσε και τον γραφειοκράτη Φιντέλ. Η σαφής πολιτική δέσμευση των βασανισμένων απέναντι στην σκληρή πραγματικότητα της καθημερινότητας, βοήθησε ώστε ο τίτλος “comandante” να επιζήσει μέχρι τις μέρες μας, ειπωμένος με τον ίδιο σεβασμό – παρά τις όποιες, επίσης σαφείς, επιφυλάξεις ή αντιρρήσεις απέναντι στο καθεστώς της Κούβας – για τον άνθρωπο που αποτέλεσε το τελευταίο εν ζωή πραγματικά μεγάλο σύμβολο του αντι-καπιταλιστικού και αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα.

Πού όμως μπορεί να βρίσκεται η αλήθεια; Πρέπει πράγματι να καταλήξουμε σε κάποιο άκρο για να μπορέσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τον Φιντέλ Κάστρο; Νομίζω ότι ένα βασικό βήμα είναι να κατανοήσουμε την πολιτικοκοινωνική, δεσμευτική όσο λίγες, τοποθέτηση του Κάστρο. Μπορεί να διαβάζουμε σε συνεχόμενη βάση τις τελευταίες έξι δεκαετίες  – πολύ συχνά δε, με πρόθεση και πάλι, αστικής καταδίκης – ότι ο αρχηγός της επανάστασης στην Κούβα ήταν μαρξιστής και κομμουνιστής, όμως συχνά παραβλέπουμε το σημαντικότερο στοιχείο που καθόρισε την πορεία του ίδιου και την μοίρα του πολύπαθου νησιού του. Ότι δηλαδή, πριν και πάνω απ’ όλα, ο Φιντέλ ήταν “κουβανιστής”. Η Κούβα υπήρξε πάντοτε το επίκεντρο στην ψυχή και την καρδιά του “μπαρμπούδο” από το Μαγιαρί. Η ελευθερία της, η ευημερία της, η ανεξαρτησία της, η αυτοδιάθεσή της. Και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί κανείς να του το αρνηθεί. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, ότι η αμερικάνικη προπαγάνδα ποτέ δεν δοκίμασε να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση.

Ο Φιντέλ Κάστρο στα δάση της Σιέρα Μαέστρα (1958)

Τα “τσακάλια” της CIA στήριξαν τα περισσότερα επιχειρήματά τους πάνω σε δυο βασικά θεμέλια: τον επικίνδυνο κομμουνισμό σε απόσταση λίγων μιλίων από τις αμερικανικές ακτές και την δήθεν απομόνωση της Κούβας από τον υπόλοιπο κόσμο. Αμφότερα αποδείχτηκαν χρησιμότατα στην χειραγώγηση κάθε επιπέδου αστικής συνείδησης, η οποία στις μεν ΗΠΑ στο άκουσμα της “κόκκινης” απειλής, βίωνε έναν σχεδόν παραληρηματικό τρόμο, στην δε Δυτική Ευρώπη, σαφώς πιο ψύχραιμη αλλά και αυτή παγιδευμένη στα γρανάζια του ψυχρού πολέμου, λειτουργούσε ως “πολιτικό προγεφύρωμα” για τη διατήρηση της κοινωνικής τάξης, αφού η ύπαρξη ενός – ακίνδυνου έτσι κι αλλιώς – “μπαμπούλα” που χρησίμευε ως παράδειγμα αποφυγής, ήταν μια βολική επιπλέον ριπή στο οπλοστάσιο των αστικών δημοκρατιών. Όσο για την “απομόνωση” τί θα μπορούσε να πει κανείς, πέρα από το ότι πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους γκεμπελικούς θριάμβους στην ιστορία της προπαγάνδας των ΗΠΑ;

Φιντέλ Κάστρο, Καμίλο Σιενφουέγος και οι υπόλοιποι “barbudos” μπαίνουν απελευθερωτές στην Αβάνα (1959)

Ο στραγγαλισμός ενός ολόκληρου λαού, η πολιτική αλητεία του Κένεντι, η αθλιότητα ενός ωμού και απεχθούς εκβιασμού, ο απάνθρωπος κλοιός που περιφρόνησε για έξι περίπου δεκαετίες το παρόν και το μέλλον των Κουβανών, όλο αυτό το εμπάργκο, το περίφημο bloqueo, κατάφερε να γυρίσει μπούμερανγκ μέσα από μια υπολογισμένα παρανοϊκή “ερμηνεία” τόσο προσεκτικά σχεδιασμένη, ώστε μέχρι και σήμερα, μετά τον θάνατό του, να διαβάζουμε σε όλον ανεξαιρέτως τον κόσμο, ότι ήταν ο Κάστρο εκείνος που καταδίκασε και κράτησε την Κούβα σε διεθνή απομόνωση. Οι “δημοκρατικές” ΗΠΑ διέλυσαν την οικονομία του νησιού, δείχνοντας έναν απαράμιλλο ζήλο στην οχύρωση του εγκλήματός τους, με συνεχείς “ενημερώσεις” της αυστηρότητας: αρχικά το 1960 όταν άφησαν ένα ανθρωπιστικό παράθυρο, στη συνέχεια το 1962 όταν αποφάσισαν να το κλείσουν ερμητικά, ύστερα με τον νόμο για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Κούβα (1992) και τέλος με τον επαίσχυντο νόμο Χελς-Μπάρτον (1996).

Ο Φιντέλ Κάστρο στο βήμα των Ηνωμένων Εθνών

Απέναντι σε όλα αυτά, ο Κομαντάντε “απάντησε” με τα δικά του όπλα, καθόλου ευκαταφρόνητα. Η δική του “μυθολογία” δεν απέκτησε ποτέ την παγκόσμια αίγλη του Τσε Γκεβάρα, αλλά χτίστηκε με μόχθο και πίστη μέσα στις καρδιές των Κουβανών, στεγάστηκε σε αυτές και δεν έχασε τη θέση της ποτέ. Πάντα παρών στην πρώτη γραμμή του αγώνα, συνεπής σαν την ίδια την επανάσταση, σκληρός σαν την ζούγκλα της Σιέρα Μαέστρα, ακατάβλητος σαν το σκαρί της “Γκράνμα”, παράδειγμα για τους γενναίους του, πηγή έμπνευσης για όσους δίσταζαν, τρόμος για τους ξεπουλημένους συμπατριώτες του και για τους γιάνκηδες. Η στάση του, όταν πλέον κατέλαβε την εξουσία, ενσάρκωσε την εκδοχή του επαναστάτη που οφείλει τα πάντα όχι πρωτίστως στον “εκσοσιαλισμό” του κράτους, αλλά απευθείας και αποκλειστικά στον λαό και στα ιδανικά και κοινωνικά αγαθά που θα έπρεπε να ακολουθούν τον κάθε πολίτη: ελευθερία, παιδεία, περίθαλψη, εργασία, δικαιοσύνη. Η προσπάθειά του δεν στέφθηκε πάντα με επιτυχία, αλλά οι προθέσεις ήταν πάντα οι ίδιες.

Φιντέλ Κάστρο και Ερνέστο Γκεβάρα (1959)

Από κοινού με τον σύντροφό του, Τσε, έδωσαν μια νέα οπτική στο ζήτημα του αγώνα για την αυτοδιάθεση, τελείως διαφορετική από το σταλινικό μοντέλο. Απέδειξαν στην πράξη την επανάσταση, χωρίς να χαθούν μέσα σε θεωρίες, παρακολουθώντας την εξέλιξη από την ασφάλεια της απόστασης. Ο Φιντέλ, πολύ περισσότερο με τις πράξεις του παρά με τα λόγια του, έδειξε τον πραγματικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, ανοίγοντας την συζήτηση για την σχέση ανάμεσα στο αυθόρμητο και την οργάνωση, ανάμεσα στο ρίσκο και την αναμονή, ανάμεσα στο ένστικτο της επίθεσης και την σιγουριά της αναβολής. Τα επιχειρήματα ήταν ατελείωτα και αδιάψευστα, μια διαρκής πηγή έμπνευσης για τους περήφανους, τους ασυμβίβαστους και τους βασανισμένους όλου του κόσμου. Η Μονκάδα, το Λος Πίνος, το Μεξικό, η Γκράνμα, η Σιέρα Μαέστρα, η Αβάνα. Ο Κάστρο διέθετε όραμα και πίστη σε τόσο μεγάλο βαθμό, που “υπέταξε” τις απαιτήσεις του αγώνα του μέσα σε “απλοϊκές” προσπάθειες. Ενσάρκωσε τη φωτιά της μάχης, την αυταπάρνηση και την έννοια της προσωπικής θυσίας, “αναγκάζοντας” τους απλούς Κουβανούς να σταθούν πλάι του στο αντάρτικο, παρασυρμένοι από τον ασυμβίβαστο δικηγόρο και το όνειρό του για μια ελεύθερη πατρίδα.

Ο Κάστρο πριν από τηλεοπτικό διάγγελμα

Ο Κάστρο κατηγορήθηκε ότι όταν ολοκληρώθηκε η επανάσταση, πέρασε στην άλλη πλευρά, εκείνη του σταλινισμού, της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς, της καταπίεσης, της καταστολής. Πολλοί είναι εκείνοι που ισχυρίστηκαν πως όσα πρόσφερε στους Κουβανούς όσο κρατούσε τα όπλα, τους τα στέρησε μόλις κάθισε στο κυβερνητικό γραφείο. Ακόμα περισσότεροι είναι αυτοί που εδώ και δεκαετίες αναφέρονται στον Φιντέλ, αποκαλώντας τον στυγνό δικτάτορα. Το πολιτικό, κυριολεκτικά πολεμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο υποχρεώθηκε να κινηθεί η Κούβα από την απελευθέρωσή της και μετά, οδήγησε σε ένα περιβάλλον, το οποίο φλέρταρε με πολλούς συμβιβασμούς και οδηγήθηκε σε λανθασμένες επιλογές. Αυτό είναι κάτι που δεν νομίζω να μπορεί να το αρνηθεί κάποιος. Όπως και κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει έτσι εύκολα τα θύματα (χωρίς εισαγωγικά) διαφόρων αποφάσεων παράλογων, άδικων και σκοταδιστικών, στον βωμό μιας δήθεν επαναστατικής καθαρότητας, που σε πολλές περιπτώσεις έφτασε να θυμίζει περισσότερο την τρομοκρατία του 1789 στη Γαλλία, παρά μια ρητορική ανθρωπισμού και ανεκτικότητας.

Ο Φιντέλ Κάστρο το 1959 στη Νέα Υόρκη

Το κείμενο, το έγραψα και στην αρχή, δεν είναι αγιογραφία. Και αυτό γιατί το θέμα του δεν είναι οι άγγελοι. Η επανάσταση στην ίδια της τη φύση, είναι προορισμένη να σπάσει αλυσίδες, αλλά ακόμα και αν πετύχει τον στόχο της, παραμένει ενίοτε η ίδια αιχμάλωτη από διαφορετικές, αόρατες αλυσίδες. Το βίωσε στις σάρκες της η κουβανέζικη επανάσταση, το πλήρωσαν με βάναυσο τρόπο οι “διαφορετικοί”. Αυτοί υπήρξαν οι απώλειες που δεν χάρηκαν ποτέ το φως της ελευθερίας. Απώλειες όχι παράπλευρες, αλλά ευθείες βολές στην δογματική ηθική του συστήματος και την νομιμοποίηση της φαυλότητας στον χαμένο σε αυτές τις περιπτώσεις δρόμο προς τον σοσιαλισμό. Όμως, έτσι κι αλλιώς, η συνολική πορεία του Φιντέλ Κάστρο δεν θα κριθεί από ένα κείμενο, ούτε από τις ζητωκραυγές των συμπαθούντων, τις κατάρες των αντιφρονούντων, την προπαγάνδα των μεν ή των δε. Τον Κομαντάντε θα τον κρίνουν πρώτα οι ίδιοι οι Κουβανοί και μετά, στο συνολικό περίγραμμα, η ιστορία. Αυτή είναι η μοίρα των μεγάλων, των ξεχωριστών, εκείνων που γράφουν οι ίδιοι την ιστορία. Εμείς, οι υπόλοιποι, οι “αφανείς”, περιοριζόμαστε στο να κοιτάζουμε την ζυγαριά, αναλογιζόμενοι πού θα γείρει. Στην καλύτερη περίπτωση, εκφράζοντας την προτίμησή μας για το πού θα θέλαμε να γείρει.

Ο Φιντέλ Κάστρο το 2005

Οι ηγέτες είναι φτιαγμένοι για να αντιμετωπίζουν πειρασμούς και προκλήσεις. Οι αρχηγοί είναι φτιαγμένοι για να διεκδικούν και να προσφέρουν. Οι μεγάλες προσωπικότητες είναι προορισμένες να διαμορφώνουν την μοίρα, τις τύχες, τις ζωές των άλλων. Γι’ αυτό και η ιστορία είναι πολύ πιο σκληρή μαζί τους την ώρα της “ετυμηγορίας”. Ο Φιντέλ Κάστρο ενσάρκωσε έναν συνδυασμό επαναστατικού ριζοσπαστισμού και ενθουσιώδους ρητορικής, με μια ζηλευτή συνέπεια οράματος και πράξεων. Δεν υπολόγισε τη ζωή του, ακολουθώντας “τυφλά” το πεπρωμένο του. Πάλεψε, έπεσε, φυλακίστηκε, βασανίστηκε, εξορίστηκε, σηκώθηκε, επέστρεψε, αγωνίστηκε ξανά, νίκησε. Υπήρξε τρελός, ρομαντικός, αποφασισμένος, ένας σύγχρονος Δον Κιχώτης παραδομένος ολοκληρωτικά στο όραμα μιας ελεύθερης πατρίδας, μιας ανεξάρτητης Κούβας. Ξερίζωσε τους ξένους δυνάστες και “οχύρωσε” το νησί του κυριολεκτικά και μεταφορικά: “Για την επανάσταση όλα. Εναντίον της επανάστασης, τίποτα”. Υπερασπίστηκε τη χώρα του απέναντι στους δαίμονες που την εκμεταλλεύονταν για αιώνες: “Αυτό που δεν μπορούν να μας συγχωρήσουν οι ιμπεριαλιστές, είναι ότι κάναμε μια σοσιαλιστική επανάσταση που θα την υπερασπιστούμε με τα όπλα”, είχε ξεκαθαρίσει τον Απρίλη του 1961, αμέσως μετά το αμερικανικό φιάσκο στην Πλάγια Χιρόν.

Πάνω απ’ όλα όμως αγάπησε την Κούβα και λάτρεψε τους κατοίκους της όσο τίποτα άλλο στον κόσμο. Πάλεψε γι’ αυτούς κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Πρώτα στην δράση του ανταρτοπόλεμου και κατόπιν στην οργάνωση του κράτους. Πρώτα μαζί με δυο χούφτες συντρόφους απέναντι στον εκπαιδευμένο στρατό του Μπατίστα και κατόπιν απέναντι στο πιο σκληρό οικονομικό εμπάργκο που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης. Αν βγήκε νικητής; Στις καρδιές των απλών Κουβανών, σίγουρα ναι. Όπως και σε κάθε σπιθαμή της Σάντα Κλάρα, του Σιενφουέγος, του Σαντιάγο, του Ματάνσας, του Ολγίν, της Τρινιδάδ, της Αβάνας και της Σιέρα Μαέστρα. Ο θάνατος μπορεί να έκλεισε το κεφάλαιο της ζωής του Φιντέλ Κάστρο, η Κούβα και η επανάσταση όμως, θα τον έχουν πάντοτε ως συνώνυμό τους. Hasta la victoria siempre Comandante…

Βίντεο: Carlos Puebla – Y en eso llegó Fidel

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα