Αχτσιόγλου: Πλαφόν στις τιμές ενέργειας, μείωση έμμεσων φόρων, αύξηση μισθών και προστασία α’ κατοικίας

Αχτσιόγλου: Πλαφόν στις τιμές ενέργειας, μείωση έμμεσων φόρων, αύξηση μισθών και προστασία α’ κατοικίας
Η Έφη Αχτσιόγλου στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών Eurokinissi

Η κυβέρνηση δεν δικαιούται να επικαλείται ότι δεν μπορεί να ελέγξει την αγορά και γι' αυτό δεν μειώνει τους φόρους, δήλωσε η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.

Δριμεία κριτική στην κυβέρνηση για την κατάσταση στην οικονομία άσκησε η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Έφη Αχτσιόγλου στο πλαίσιο συνέντευξης της στο Φόρουμ των Δελφών.

Σχολιάζοντας όσα είχε αναφέρει νωρίτερα σε συνέντευξη του στο Φόρουμ ο ΥΠΟΙΚ, Χρήστος Σταϊκούρας, είπε ότι «η πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερη από αυτή την εξαιρετικά ευχάριστη περιγραφή της πορείας της ελληνικής οικονομίας» και πως «ακούγοντας τον, τα περισσότερα νοικοκυριά και η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων θα ένιωθαν ότι κάποιοι δεν καταλαβαίνουν, ότι κάπου αλλού ζουν».

Η κ. Αχτσιόγλου είπε ότι η πραγματικότητα που αποτυπώνεται σε όλους τους δείκτες (ΕΛΣΤΑΤ, Eurostat, χθεσινή έκθεση του ΟΟΣΑ) είναι ότι το πραγματικό εισόδημα μειώνεται σε όλη τη διακυβέρνηση της ΝΔ και την τελευταία χρονιά ιδιαίτερα, ότι οι ΜμΕ βρίσκονται υπό ασφυκτική πίεση χρεών και έλλειψης ρευστότητας και «το πλεόνασμα είναι αποτέλεσμα της πολύ μεγάλης λεηλασίας που επήλθε λόγω των έμμεσων φόρων (4 δισ. περισσότερα το ‘22 από τον ΦΠΑ σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά)».

«Αυτό πλήττει κυρίως τα λαϊκά και μεσαία στρώματα» και «αυτό συμβαίνει γιατί η κυβέρνηση έκανε πολύ συγκεκριμένες επιλογές την περίοδο της μεγάλης έκρηξης, δεν μείωσε τους συντελεστές των έμμεσων φόρων με αποτέλεσμα να σαρώνεται το εισόδημα από το ΦΠΑ και τον ΕΦΚ στα καύσιμα, δεν παρενέβη ιδίως στην αγορά ενέργειας και δεν έβαλε κανόνες, δεν έκανε ισχυρές παρεμβάσεις στους μισθούς και τους άφησε καθηλωμένους περισσότερο από τρία χρόνια».

Η κ. Αχτσιόγλου υποστήριξε ότι αυτή η κατάσταση «αποτυπώνεται ως απόλυτη δυσφορία των πολιτών». Σχολίασε ότι η κυβέρνηση δεν δικαιούται να επικαλείται ότι δεν μπορεί να ελέγξει την αγορά και γι’ αυτό δεν μειώνει τους φόρους, για να σημειώσει ότι «ενώ έχουμε τρομακτική συρρίκνωση του εισοδήματος της συντριπτικής πλειοψηφίας, μόλις 15 εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες έχουν κάνει ρεκόρ 20ετίας στην κερδοφορία τους».

Σημείωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα βάλει κανόνες στην αγορά για να μην υπάρχει αισχροκέρδεια και ότι προτείνει μείγμα πολιτικής που προβλέπει: παρέμβαση στην αγορά σε ό,τι αφορά την επιβολή πλαφόν στις τιμές ενέργειας, μείωση των έμμεσων φόρων (του ΦΠΑ στα βασικά είδη και του ΕΦΚ στα καύσιμα) και αύξηση των μισθών.

Ερωτηθείσα αν οι ΜμΕ θα αντέξουν μια «εδώ και τώρα» αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 Ευρώ, επικαλέστηκε το παράδειγμα αύξησης του μισθού το 2019 επί υπουργίας της στο Εργασίας, απαντώντας ότι «η πραγματικότητα είναι αντίστροφη και το έδειξαν τα αποτελέσματα της αύξησης εκείνης της περιόδου». Πρόσθεσε ότι «μια τέτοια αύξηση στο μισθό κινητοποιεί και τη δυνατότητα της κατανάλωσης των πολιτών και το έδειξαν και τα αποτελέσματα της οικονομικής μεγέθυνσης εκείνης της περιόδου».

Ανέφερε ότι η ΝΔ κυβέρνηση τέσσερα χρόνια και το αποτέλεσμα είναι ότι «ο πραγματικός μισθός και το ‘22 μειώθηκε περίπου 7,5%, ενώ η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που παρουσίασε μείωση του ονομαστικού μισθού το 19′-22’».

Η κ. Αχτσιόγλου τόνισε ότι το ζήτημα είναι για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα αν τα μέτρα αύξησης των μισθών συνοδεύονται και από μέτρα ελάφρυνσης και διευκόλυνσης των ΜμΕ. Είπε ειδικότερα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει δύο παράλληλα σχέδια: Ρύθμιση χρεών, πραγματική ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους προς τις τράπεζες και τα fund με προστασία της επαγγελματικής στέγης και της πρώτης κατοικίας. Το άλλο είναι η δυνατότητα πρόσβασης σε ρευστότητας που η κυβέρνηση έχει αποτύχει παταγωδώς. Πρέπει να λειτουργήσει η αναπτυξιακή τράπεζα, ο θεσμός των μικροπιστώσεων». Τόνισε ότι αυτό το πλέγμα μέτρων σε συνδυασμό με τα φορολογικά μέτρα (ενιαίο αφορολόγητο στα 10.000 ευρώ, κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος) θα δώσουν ανάσα και στις ΜμΕ και τη δυνατότητα περισσότερης κατανάλωσης στα νοικοκυριά.

Στο ερώτημα αν μια «γενική» αναστολή των πλειστηριασμών -ώσπου να μπει σε εφαρμογή το ολιστικό σχέδιο για τα τραπεζικά χρέη-, θα οφελήσει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές και πόσο μπορεί να διαρκέσει μια τέτοια γενική αναστολή, η κ. Αχτσιόγλου είπε ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για το ιδιωτικό χρέος μιλά για αναστολή των πλειστηριασμών με τα κριτήρια που έχει ούτως ή άλλως το ολιστικό πλαίσιο ρύθμισης. ‘Αρα, εξήγησε, «αυτό το ενδιάμεσο μέτρο που λέμε, με αναστολή πλειστηριασμών με ΠΝΠ, όχι αορίστως, αλλά με τα κριτήρια προστασίας που ήδη έχουμε θέσει, τα περιουσιακά και τα κριτήρια της αξίας της ακίνητης περιουσίας». Αναφέρθηκε αναλυτικά στο συνολικό σχέδιο του κόμματος για την προστασία της πρώτης κατοικίας, επαγγελματικής στέγης, αγροτικής γης, σχολιάζοντας ότι «αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ούτε σοβαρό πλαίσιο ρύθμισης των οφειλών των πολιτών, ούτε πραγματική προστασία της πρώτης κατοικίας, επαγγελματικής στέγης, αγροτικής γης» και πως «μόνο αυτή την εβδομάδα έχουν προγραμματιστεί περίπου 2.000 πλειστηριασμοί».

Η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι το πρόγραμμα του κόμματος είναι απολύτως κοστολογημένο και το κόστος του που ήδη έχει ανακοινωθεί από τη ΔΕΘ κυμαίνεται περίπου στα 5,5 δισ. για το έτος. Ανέφερε ότι «έχει δαπάνες, η μείωση εσόδων όπως των έμμεσων φόρων ή η αύξηση του αφορολόγητου, έχει όμως και έσοδα που αφορούν στην φορολόγηση των υπερκερδών που σωρεύτηκαν όλη αυτή την περίοδο σε συγκεκριμένους επιχειρηματικούς ομίλους εις βάρος της πλειοψηφίας της κοινωνίας». Σχολίασε ότι και το πρόγραμμα της ΝΔ όπως έχει εξαγγελθεί από τον κ. Μητσοτάκη στο παρελθόν δεν απέχει που από τα 5 δισ., «δεν είναι λοιπόν δημοσιονομικό το ζήτημα εφόσον μιλάμε για δύο προγράμματος που βρίσκονται περίπου στο ίδιο δημοσιονομικό κόστος, όμως είναι τεράστια η απόκλιση σε ό,τι αφορά τη φιλοσοφία και τη λογική τους». Σημείωσε ότι στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ τα έσοδα θα είναι από τη φορολόγηση συγκεκριμένων υπερκερδών, ενώ στης ΝΔ είναι «από τους έμμεσους φόρους».

Ερωτηθείσα αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιχειρήσει συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας αν είναι δεύτερο κόμμα, αλλά χωρίς σημαντική διαφορά από τη ΝΔ, είπε ότι «είμαστε ξεκάθαροι εδώ και πολύ καιρό, έχουμε απευθύνει ανοικτό κάλεσμα συνεργασίας στις προοδευτικές δυνάμεις, χωρίς προνομιακούς συνομιλητές και χωρίς αποκλεισμούς, στη βάση προγραμματικών θέσεων. Από εκεί και πέρα όμως δική μας επιδίωξη και νομίζουμε ότι μόνο αυτό έχει, όχι μόνο την αριθμητική, αλλά και την πολιτική νομιμοποίηση, είναι να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα στις εκλογές για να μπορέσει να χτίσει μια τέτοια προοδευτική συνεργασία».

Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα