Δημήτρης Τζιώτης: Μπορεί η προοδευτική παράταξη να κυβερνήσει ξανά;

Δημήτρης Τζιώτης: Μπορεί η προοδευτική παράταξη να κυβερνήσει ξανά;
Ο σύμβουλος Στρατηγικής και συγγραφέας Δημήτρης Τζιώτης THOMAS CHRISOHOIDIS

Η πολιτική ηγεμονία της προοδευτικής παράταξης χάθηκε από τη στιγμή που τα κόμματα που την εκφράζουν μετακινήθηκαν, βίαια ή οικειοθελώς, ιδεολογικά. Μόνο εάν ξαναβρούν την αυθεντική φυσιογνωμία  τους, θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να φωτιστούν και τα ζητήματα στρατηγικής. Γράφει ο Δημήτρης Τζιώτης.

Οι εκλογές του 2023 δεν άλλαξαν απλά τον εκλογικό χάρτη. Ανέτρεψαν τις δομές και την ισορροπία ισχύος του συστήματος της Μεταπολίτευσης. Για πρώτη φορά από το 1974, τα κόμματα που συναθροίζουν την προοδευτική παράταξη δεν έχασαν μόνο την ψήφο του εκλογικού σώματος. Με τη στρατηγική που εφάρμοσαν, χάρισαν την πολιτική ηγεμονία στη Νέα Δημοκρατία. Σαν να μη συνέβη τίποτα, η αποτυχία αξιοποίησης της απλής αναλογικής συνεχίζεται με την αδυναμία συνεργασίας τους για την τοπική αυτοδιοίκηση. Ακολουθώντας την κοντόφθαλμη τακτική «ο θάνατός σου, η ζωή μου», προτιμούν να προσφέρουν κάθε εξουσία στη Δεξιά. Όποιοι μπορούν να κάνουν τη διαφορά, αρνούνται να είναι υποψήφιοι. Πόσο ακόμα θα συνεχιστεί αυτή η κατρακύλα; Ένας μεγάλος ιστορικός κύκλος έκλεισε. Μπορεί άραγε η προοδευτική παράταξη να κυβερνήσει ξανά αυτή τη δεκαετία;

Σήμερα, η προοδευτική παράταξη δεν υπάρχει πια. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ έχουν ηττηθεί στρατηγικά. Επιβιώνουν μοναχικά σε ένα κενό ιδεών. Η Αλλαγή δεν είναι κονσέρβα. Δεν είναι ξαναζεσταμένο φαγητό. Σχεδόν τίποτα από όσα εκφράζουν δεν είναι προοδευτικό. Η αδιαφορία τους, τόσα χρόνια, για την κλιματική καταστροφή είναι αδικαιολόγητη. Φοβήθηκαν, μην ενοχλήσουν το σύστημα. Ενώ ο κόσμος αλλάζει δεν έχουν να πουν κάτι νέο, κάτι διαφορετικό, κάτι καινοτόμο, κάτι ριζοσπαστικό. Άγονται και φέρονται από φθηνά τσιτάτα που βρίσκουν οι εταιρίες ερευνών στα focus groups. Ιδέες από νάιλον. Η οργάνωσή τους είναι ερασιτεχνική. Η κομματική μετριότητα κυριαρχεί. Έχουν βυθιστεί στην εποχή της ασημαντότητας. Τα προγράμματά τους είναι τόσο ξεπερασμένα, που είναι εύκολο ακόμα και για τη ΝΔ να τα αντιγράψει. Γιατί είναι παλιά, πολύ συντηρητικά. Η Δεξιά δηλώνει ανενδοίαστα μπροστά.

Σε αυτή τη Βουλή, η Νέα Δημοκρατία δεν έχει αντίπαλο δέος. Ο ΣΥΡΙΖΑ με 17,8% και το ΠΑΣΟΚ με 11,8% έπιασαν πάτο. Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Από την άλλη, το 11,8% δεν είναι ένα ισχυρό, αλλά το μικρότερο δυνατό διψήφιο ποσοστό. Οι πανηγυρισμοί στη Χαριλάου Τρικούπη μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, όταν όλη η Ελλάδα είχε βαφτεί μπλε, συνέθεσαν την πιο cult εικόνα στην ιστορία του κινήματος. Η πολιτική στη Μεταμοντέρνα εποχή. «Είμαστε χαμένοι. Και αυτός ο Γερμανός σκηνοθέτης δεν μας βοήθησε σε τίποτα!», θα έλεγε ο Κάστορφ στη δική του Μήδεια. Ενώ η παράταξη φουντάρει στο κενό, ο Παπανδρέου δεν μιλάει, ο Βενιζέλος ασχολείται με τη μεταπολιτική, ο Λοβέρδος παραιτήθηκε, ο Καστανίδης αποκλείσθηκε… Ο τελευταίος να κλείσει την πόρτα.

Και τα δύο κόμματα μαζί έπεσαν χαμηλότερα ακόμα και από το δικό τους ναδίρ στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Όλα ξεκίνησαν όταν το ΠΑΣΟΚ αυτοκτόνησε. Πως είναι δυνατόν να μην έκανε άμεσα εκλογές, όταν έγινε γνωστό ότι παρέλαβε μια χώρα χρεοκοπημένη; Ποιος παραπλάνησε τον Παπανδρέου για να μην τις προκηρύξει; Η εισήγηση ήταν πάνω στο τραπέζι του. Τότε, η ιστορία θα είχε γραφτεί αλλιώς. H ΝΔ θα είχε διαλυθεί.

Στις πρώτες εκλογές του αποδομητικού 2012, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ είχαν λάβει 2 εκατομμύρια 280 χιλιάδες ψήφους, ενώ τώρα μόλις μετά βίας ξεπέρασαν αθροιστικά το 1 εκατομμύριο 500 χιλιάδες. Από τότε, από το μέχρι χθες ιστορικό χαμηλό τους, έχουν χάσει αθροιστικά 750 χιλιάδες ψηφοφόρους, ενώ η ΝΔ έχει αυξήσει τους δικούς της κατά 1 εκατομμύριο.

Το αποτέλεσμα αυτό δεν είναι συγκυριακό. Η πολιτική ηγεμονία της προοδευτικής παράταξης χάθηκε από τη στιγμή που τα κόμματα που την εκφράζουν μετακινήθηκαν, βίαια ή οικειοθελώς, ιδεολογικά. Από τότε που αλλοίωσαν την πολιτική ταυτότητά τους. Ακολουθώντας την πορεία του ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέρρευσε όταν μετατοπίσθηκε άγαρμπα από την Αριστερά προς το Κέντρο. Το ζήτημα δεν είναι καθόλου απλουστευτικό. Και σε καμία περίπτωση λανθασμένο. Μόνο εάν ξαναβρούν την αυθεντική φυσιογνωμία τους, τον αληθινό εαυτό τους, θα δημιουργηθούν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για να φωτιστούν και τα ζητήματα στρατηγικής.

Η ταυτότητα του κόμματος και τα αίτια της εκλογικής συντριβής είναι τα δύο θέματα που κυριαρχούν στις εσωκομματικές εκλογές της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα. Τα δύο θέματα ταυτίζονται.

Τι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και σε ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθεί; Προς τα Αριστερά ή προς το κέντρο; «Είναι απλουστευτικό και λανθασμένο ερώτημα αν ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ πρέπει να κινηθεί προς τα Αριστερά ή προς το Κέντρο», δήλωσε η Έφη Αχτσιόγλου. «Δεν είναι ψευτοδίλημμα το Αριστερά ή Κέντρο», διαφοροποιήθηκε ο Νίκος Παππάς. «Χάσαμε ως Αριστερά, ενώ επιχειρούσαμε ως κέντρο», ξεκαθάρισαν ο Νίκος Φίλης και ο Πάνος Λάμπρου εκ μέρους της Ομπρέλας.

Το ζήτημα, βέβαια, δεν προέκυψε σήμερα. «Λίγοι αναρωτιούνται για το τι σημαίνει να είναι κανείς δεξιός, ενώ στην άλλη όχθη το ερώτημα παραμένει βασανιστικό και αγχωτικό. Έτσι, αν για τους τέως συνειδητούς και απερίφραστους δεξιούς το ζήτημα φαίνεται να έχει δευτερεύουσα συνειδησιακή σημασία, πολλοί από τους μέχρι πρόσφατα συνειδητούς και αξιακά συγκροτημένους αριστερούς νοιώθουν ανήμποροι, αποπροσανατολισμένοι και βυθισμένοι στους βάλτους μιας ανυπόφορης κανονιστικής αμφιβολίας», ανέφερε στα προλεγόμενα του βιβλίου με τίτλο «Δεξιά και Αριστερά» του Νορμπέρτο Μπόμπιο ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς.

«Όταν με ρωτούν εάν η τομή ανάμεσα σε κόμματα της Δεξιάς και της Αριστεράς έχει ακόμη νόημα, το πρώτο που μου έρχεται στο νου είναι ότι αυτός που ρωτάει σίγουρα δεν είναι αριστερός», είχε αποφανθεί νωρίτερα ο Alain Bergounioux. Ποιοι, αλήθεια, δεν αισθάνονται άνετα να είναι αριστεροί;

Η ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην είχε παρά ελάχιστο ενδιαφέρον εάν επρόκειτο μόνο για ένα μικρό κόμμα διαμαρτυρίας, η τοποθέτηση του οποίου δεν επηρεάζει τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Σε ένα παράξενο όμως παιχνίδι της μοίρας, αυτό το μικρό κόμμα διαμαρτυρίας που συμβιβαζόταν για χρόνια στην ισχνή επιρροή του 3%, έμελλε να γίνει το πρώτο αριστερό κόμμα που κατέκτησε την εξουσία σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Από τότε, έχει χάσει τον προσανατολισμό του. Το ερώτημα είναι, πως δημιουργήθηκε αυτό το ζήτημα; Γιατί ένα αριστερό κόμμα έφτασε στο σημείο να αμφισβητεί τη φυσιογνωμία του; Το πρόβλημα δημιουργήθηκε από τη στιγμή που η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν δημιούργησε ένα νέο παράδειγμα, ως πρότυπο της αριστερής διακυβέρνησης, διακριτό από κάθε προηγούμενη μορφή εξουσίας. Πολύ απλά, οι δύο εκατομμύρια πολίτες που τον ψήφισαν δεν έζησαν στην πράξη την προσδοκία που είχε καλλιεργηθεί για μια κυβέρνηση εντελώς διαφορετική, για αυτό που ονομάστηκε «Πρώτη φορά Αριστερά». Η αριστερή διακυβέρνηση δεν προσέφερε μια αισθητά διαφορετική εμπειρία. Με αποτέλεσμα, το δίπολο Αριστερά-Δεξιά να υποβαθμιστεί στο επίπεδο της συγκριτικής διαχείρισης, πεδίο στο οποίο υπερτερεί εξ ορισμού η Δεξιά.

Μετά το δημοψήφισμα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε ποτέ να ξαναβρεί την περπατησιά του. Το ζήτημα του κέντρου δεν υπήρχε μέχρι το τέλος του 2015. Όταν έγινε κυβέρνηση, μετά τις δεύτερες εκλογές, μετατόπισε την πορεία του. Κλείστηκε, ενοχικά, στη φωλιά του. Έχασε τον ριζοσπαστισμό, την αντισυστημικότητα και τον πατριωτισμό που του έδωσαν την εξουσία. Τα στοιχεία που διαμόρφωσαν τη νικηφόρα στρατηγική του. Παρότι κανένας ψηφοφόρος του δεν ζήτησε άλλο ένα Κέντρο, ο ΣΥΡΙΖΑ βρήκε εκεί το καταφύγιο της πολιτικής του. Παίζοντας άμυνα. Το Κέντρο έγινε η φυλακή του. Όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κέρδισε ποτέ όταν επιχείρησε ως Κέντρο.

Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ότι δεν καταλαβαίνει γιατί έχασε. Το πρόβλημα είναι ότι δεν κατάλαβε πως κέρδισε. Δεν έφυγε κανείς από το ΠΑΣΟΚ για να δοκιμάσει μία από τα ίδια. Ο κόσμος έδωσε μια ευκαιρία στον ΣΥΡΙΖΑ για να δει πως θα ήταν για Πρώτη Φορά η Αριστερά. Σε όλες τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε ως Αριστερά. Όσο ακόμα διατηρούσε την αυθεντικότητα της ταυτότητάς του. Στη σύσκεψη που τέθηκε για πρώτη φορά το 2012 η προοπτική διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, η στρατηγική δεν στόχευε στη διαμόρφωση ούτε ενός νέου ΠΑΣΟΚ, ούτε ενός νέου Κέντρου. Είχε τον τίτλο «Κυβερνώσα Αριστερά».

Δύο χρόνια μετά, στις κρίσιμες συσκέψεις που οδήγησαν στην πρώτη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ το 2014, προτάχθηκε η στρατηγική με τον τίτλο «Πρώτη φορά Αριστερά». Ξεκάθαρα, χωρίς ενοχές. Παρά τις έντονες διαφωνίες όσων πίστευαν στις φοβικές αντιρρήσεις που έφεραν οι σύμβουλοι των δημοσκοπικών εταιριών για τους κινδύνους χρήσης της λέξης Αριστερά.

Ακόμα και μετά το δημοψήφισμα. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015, όταν είχε χαθεί κάθε προσανατολισμός. Η Αριστερά αντιπαρατέθηκε με τη Δεξιά. Συγκρούσθηκε το Νέο με το Παλιό. Σε κατά μέτωπο σύγκρουση, χωρίς φιοριτούρες και στρογγυλεύσεις.

Η αλλαγή κατεύθυνσης από το Κέντρο προς την Αριστερά ήταν η βασική στρατηγική διαφορά ανάμεσα στα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών και των Εθνικών εκλογών του 2019. Σε ένα μόλις μήνα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να επανακτήσει ένα μέρος της ταυτότητας και των ψηφοφόρων του.

Μπορεί κάτι τέτοιο να ξανασυμβεί; Με ποια ταυτότητα και ποιες προϋποθέσεις; Τι σημαίνει Αριστερά στον 21 αιώνα; Έχει εναλλακτική σε αυτό το σύστημα εξουσίας; Ποιο ήταν τελικά το πρόβλημα; Οι ιδέες της ή η αδυναμία διαχείρισής τους; Υπάρχει Κυβερνώσα Αριστερά; Μπορεί να κυβερνήσει ξανά; Ή διαψεύσθηκε για πάντα η ουτοπία;

Τα ζητήματα δεν είναι θεωρητικά. Είναι πρωτίστως υπαρξιακά. Στρατηγικά. Και πολύ πρακτικά. Οι αμφιβολίες που δημιουργήθηκαν από τη διακυβέρνησή του αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ. Το έλλειμα αξιοπιστίας του. Η αμφιταλάντευση το διευρύνει. Εάν διαψεύσθηκε με την πολιτική του για πάντα η ουτοπία, τότε δεν έχει μέλλον ο ΣΥΡΙΖΑ.

Μπορούν αυτές οι εκλογές να διαμορφώσουν μια δυναμική για την αναδιάταξη του εκλογικού χάρτη; Μόνο εάν επαναφέρουν την ουσία και το νόημα της προοδευτικής παράταξης.

Ποιος μπορεί να κοιτάξει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στα μάτια; Ποια ή ποιος με την εκλογή του μπορεί να δώσει τον αέρα της νίκης; Ποιος ενώνει, αντί να χωρίζει; Ποια ή ποιος μπορεί να τον κερδίσει; Αυτή ή αυτός μπορεί να δημιουργήσει την προοδευτική παράταξη από την αρχή.

Ότι ισχύει για τον ΣΥΡΙΖΑ, ισχύει και για το ΠΑΣΟΚ. Το ζητούμενο δεν είναι η προσέγγιση περαστικών ψηφοφόρων. Τα δύο κόμματα δεν είναι αντίπαλοι, αλλά αναγκαίοι σύμμαχοι για την κατάκτηση της εξουσίας. Το μέλλον της προοδευτικής παράταξης δεν θα κριθεί στο πολιτικό κενό, δεν θα κριθεί στο Κέντρο. Θα κριθεί στα Αριστερά. Σε ένα νέο Επινέ, που θα τα αλλάξει όλα. Πριν είναι πολύ αργά. Για να μην χαθεί αυτή η δεκαετία. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο, σύγχρονο, προοδευτικό, ριζοσπαστικό, τεχνοκρατικό, πατριωτικό κίνημα. Ένα νέο κύμα. Η προοπτική της προοδευτικής παράταξης θα κριθεί στους αγώνες απέναντι στο σύστημα, στην καινοτομία και τη ριζοσπαστικότητα των ιδεών, στον πατριωτισμό των Ελλήνων. Με νέο περιεχόμενο, σημαντικότερο και ισχυρότερο από τη δύναμη και τη γοητεία του χρήματος. Με όλα όσα διαμόρφωσαν τις αξίες, τις παραδόσεις και τα ιδανικά της προοδευτικής παράταξης στην Ελλάδα. Όταν όλα αυτά τα στοιχεία συγκροτηθούν σε μια νέα μορφή, που δεν θα θυμίζει σε τίποτα τη σημερινή παρακμή, τότε θα έρθει ξανά η Αλλαγή. Για μια μεγάλη Επανεκκίνηση.

*Ο Δημήτρης Τζιώτης είναι Σύμβουλος Στρατηγικής και συγγραφέας. Έχει ιδρύσει τη δεξαμενή ιδεών Demos Athens και το Green Tank. www.dimitristziotis.org.

Το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Η Φαντασία στην Εξουσία», κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις iWRITE.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα