Μια πολιτική ποντιακή ιστορία για τον Δεκαπενταύγουστο

Μια πολιτική ποντιακή ιστορία για τον Δεκαπενταύγουστο
Ανδρέας Παπανδρέου eurokinissi

Η επίσκεψη του Ανδρέα Παπανδρέου στην Παναγία Σουμελά τον Δεκαπενταύγουστο του 1982 αποτέλεσε εξαίρεση στην διαχρονική επιλογή των πρωθυπουργών να επισκέπτονται την Τήνο. Τι σήμανε η κίνηση αυτή για τους Ποντίους.

Παραδοσιακά, οι Έλληνες πρωθυπουργοί κατεβαίνουν τον Δεκαπενταύγουστο στην Τήνο. Έτσι έκανε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης φέτος. Το 1982, ο άρτι εκλεχθείς Ανδρέας Παπανδρέου έσπασε την παράδοση και πήγε στην Παναγία Σουμελά στις πλαγιές του Βερμίου. Εκεί φτιάχτηκε η νέα μονή, μετά την καταστροφή του καταπληκτικού μοναστηριού στα ορεινά της Τραπεζούντας από τους Τούρκους το 1923.

Game changer! Ο Ανδρέας δεν το έκανε τυχαία. Η Παναγία Σουμελά είναι ταυτοτική υπόθεση για τους Ποντίους σε όλη την Ελλάδα και κυρίως στα βόρεια, όπου εγκαταστάθηκαν οι πρόγονοί τους μετά τον διωγμό τους από την Τουρκία. Ούτε αυτός ο εποικισμός ήταν φυσικά τυχαίος: ο στόχος του ήταν η δημογραφική ενίσχυση του ελληνικού στοιχείου στη Μακεδονία, στην οποία, μέχρι την άφιξη των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής, οι ελληνόφωνοι μειοψηφούσαν.

Οι Πόντιοι υπήρξαν μια ιδιαίτερη κατηγορία μέσα στους πρόσφυγες από την Τουρκία. Γεωγραφικά απομονωμένοι από τους υπόλοιπους και χωρισμένοι από την Ελλάδα, σε αντίθεση με τους Μικρασιάτες των παραλίων που συνιστούσαν ένα γλωσσικό συνεχές με το ελληνόφωνο Αιγαίο. Τα ποντιακά, ελληνική διάλεκτος που μιλιόταν από χριστιανούς και από μουσουλμάνους στην περιοχή των παραλίων του Ευξείνου Πόντου μέχρι τα υψίπεδα της Ανατολίας, είναι διαφορετικά από τα ελληνικά των υπολοίπων προσφύγων. Το ίδιο και η μουσική τους και η εν γένει κουλτούρα τους.

Οι Πόντιοι, στη διαστρωμάτωση κύρους μεταξύ του προσφυγικού πληθυσμού ήταν στα πιο χαμηλά. Μαζί με τους τουρκόφωνους χριστιανούς πρόσφυγες συγκροτούσαν την πιο υποτιμημένη ομάδα στις συνειδήσεις των υπολοίπων Ελλήνων. Άλλο το στάτους του Ρωμιού από την Πόλη ή από την Σμύρνη, κι άλλο εκείνου του τουρκόφωνου ή του Ποντίου.

Μέχρι το 1980, περίπου μισό αιώνα από την άφιξή τους, οι Πόντιοι σαν ομάδα ήταν συνολικά ξεχασμένοι από τις ελληνικές ελίτ και αποκλειστικά πρωταγωνιστές στα στερεοτυπικά, για να μην πω ρατσιστικά, ανέκδοτα των υπολοίπων. Αυτοί λοιπόν πληρούσαν τις προϋποθέσεις του ιδανικού ακροατηρίου του Ανδρέα Παπανδρέου: κατεξοχήν «μη προνομιούχοι» που σταδιακά μετά τις περιπέτειες του ξεριζωμού τους και του κοινωνικού τους στιγματισμού αρχίζουν και γίνονται αποδεκτοί ως συστατικό στοιχείο του ελληνισμού.

Σε αυτή τη διαδικασία της ενίσχυσης του κύρους των Ποντίων, ο Δεκαπενταύγουστος του 1982 είναι ορόσημο. Ο Έλληνας πρωθυπουργός πήγε στο σύμβολο του ποντιακού Ελληνισμού και έκτοτε το κόμμα των «μη προνομιούχων» αρχίζει (κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα) να συγκροτεί ισχυρά δίκτυα με το ποντιακό στοιχείο στην Ανατολική και Κεντρική ιδίως Μακεδονία και φυσικά την Θεσσαλονίκη. Έκτοτε, τα ποντιακά σωματεία είναι παντού σημαντική πελατεία των κομμάτων εξουσίας στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης. Ο Ανδρέας ήταν εκείνος που άνοιξε τον δρόμο.

Το 1989, η πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού δημιουργεί μια αναπάντεχη δυναμική ενίσχυσης του ποντιακού στοιχείου στη Βόρεια Ελλάδα, κυρίως με τους νέους πρόσφυγες και μετανάστες από τη Γεωργία, αλλά και από άλλες δημοκρατίες της πρώην ΕΣΣΔ. Οι νέοι Πόντιοι καταφτάνουν σε άθλιες συνθήκες σε έναν άγνωστο προορισμό που τους απευθύνθηκε ως μητέρα-πατρίδα. Ήδη από τη δεκαετία του ’70 υπήρχαν σχέδια ειδικού εποικισμού της Θράκης με τον πληθυσμό αυτό που έμειναν όμως στα όνειρα των εμπνευστών τους.

Οι νέοι πρόσφυγες, αυτοί που υποτιμητικά η κοινή γνώμη τους αποκάλεσε «Ρωσοπόντιους» δεν μιλούσαν ελληνικά αλλά ρωσικά. Δεν ήταν απλή η διαδικασία της ενσωμάτωσής τους στην Ελλάδα. Απέκτησαν μεν ιθαγένεια με συνοπτικές και ενίοτε νομικά προβληματικές πρακτικές που καταγράφηκαν στη κοινή συνείδηση ως αθέμιτες «ελληνοποιήσεις», αλλά αυτό δεν αρκούσε. Ήταν μεγάλη η απόσταση που έπρεπε να διανύσουν ώστε να γίνουν ένα με την ελληνική κοινωνία. Και γλωσσικά και πολιτισμικά και ταξικά.

Ενώ οι Αλβανοί μετανάστες άρχισαν, παρά τα προβλήματα, να εντάσσονται και να αποφεύγουν την περιχαράκωση, στον πληθυσμό των νέων Ποντίων εμφανίζονται τα πρώτα φαινόμενα γκετοποίησης στις παρυφές των μεγαλουπόλεων. Η καθιέρωση της 19ης Μαϊου ως μέρας μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων, το 1994, εποικίζει το παρελθόν αλλά δεν αρκεί να θεραπεύσει τα τραύματα του παρόντος.

Ωστόσο, τα πελατειακά δίκτυα των παλαιών προσφύγων, ποντιακά σωματεία και σύλλογοι, αρχίζουν και λειτουργούν ως μηχανισμοί μεσολάβησης για την κοινωνική διευθέτηση των προβλημάτων των νέων. Σιγά σιγά οι «Ρωσοπόντιοι» ελληνοφωνούν και νοικοκυρεύονται. Σταδιακά, η ποντιακή ταυτότητα ανεβαίνει αξιοζήλευτα σε κύρος σε όλη τη χώρα και πλέον οι πρωταγωνιστές των ανεκδότων που προκαλούσαν το γέλιο με την υποτιθέμενη αδεξιότητα και χαζομάρα τους γίνονται «πυλώνας του ελληνισμού» στη Βόρεια Ελλάδα αλλά και σε όλη τη χώρα, με την εξαίρεση της Κρήτης όπου έχουμε πολύ χαμηλά ποσοστά «παλιννόστησης» από την πρώην ΕΣΣΔ. Βάζω τη λέξη σε εισαγωγικά διότι χρησιμοποιήθηκε για ιδεολογικούς λόγους. Παλιννοστώ σημαίνει επιστρέφω, ωστόσο οι άνθρωποι αυτοί δεν έφυγαν ποτέ από την Ελλάδα για να επιστρέψουν.

Πολλοί Πόντιοι πλέον –παλιοί και νέοι– θα διαδηλώσουν μαζικά για την ελληνικότητα της Μακεδονίας από τη δεκαετία του ’90 και ύστερα, πρωταγωνιστώντας στα συλλαλητήρια. Ο Νίκος Φίλης που τόλμησε τον Νοέμβριο του 2015 να πει ότι οι σφαγές των Ποντίων από τους Νεότουρκους ήταν «εθνοκάθαρση» και όχι «γενοκτονία» (πεποίθηση που μοιράζεται η πλειοψηφία της κοινότητας των ιστορικών) προκάλεσε τεράστια οργή και μεγάλες κινητοποιήσεις. Οι ως πριν 40 χρόνια τελευταίοι στην κλίμακα του εθνοτικού κύρους Έλληνες κατέληξαν οι θεματοφύλακες της ελληνικότητας της Μακεδονίας στην οποία ήρθαν τελευταίοι διωγμένοι από τις εστίες τους

Το 2018, ο εμβληματικός πρώην δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης έγινε στόχος επίθεσης από τραμπούκους που μετείχαν σε εκδήλωση για την γενοκτονία των Ποντίων. Γενοκτονία και Μακεδονικό τροφοδοτούν τη βαρβαρότητα έξαλλων λούμπεν σε βάρος όποιου τολμήσει να αρνηθεί τα θλιβερά τους θέσφατα. Κανένα κόμμα εξουσία δεν είχε το θάρρος να έρθει αντιμέτωπο με την αντίληψη που τάισε συστηματικά στο όνομα της Ελληνικότητας της Μακεδονίας αυτόν τον ιδιότυπο ελληνοποντιακό εθνικισμό. Μια ιδεολογία που διεκδικεί με λαιμαργία τα πρωτεία της νέας ελληνικής εθνικοφροσύνης στον 21ο αιώνα. Από όλες τις εθνοπολιτισμικές ομάδες που έχουμε στην Ελλάδα, οι Πόντιοι είναι η μόνη που στις τάξεις της οποίας υπάρχουν στοιχεία που δεν διστάζουν να προσφύγουν στη βία όταν κάτι τους ενοχλεί. Για σκεφτείτε Βλάχοι, Αρβανίτες, Καραγκούνηδες και Μωραϊτες να διαδηλώνουν έξαλλα για την ελληνικότητα των περιοχών τους και να δέρνουν όποιον έχει άλλη γνώμη. Δεν λέω καν για σλαβόφωνους Μακεδόνες και μειονοτικούς Θρακιώτες …

Εδώ και μια εικοσαετία περίπου, ο ΠΑΟΚ κυρίως αλλά και η ΑΕΚ, δύο ποδοσφαιρικά σωματεία εκ Κωνσταντινούπολης ορμόμενα (αυτό εξάλλου σημαίνει το «Κ» στα ακρωνύμιά τους) αναδημιουργούνται στις συνειδήσεις των οπαδών τους μέσω της ποντιακής ταυτότητας. Μια διαδικασία στην οποία πρωταγωνιστούν οι Πόντιοι πρόεδροί τους.

Ιστορικά παράδοξα!

Είναι λοιπόν ωραίο να έχεις την ταυτότητά σου και να τη χαίρεσαι. Όχι όμως να σε «έχει» εκείνη και να σε τυφλώνει.

Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα