“Νάρκες” πληθωρισμός και επιτόκια – “πονοκέφαλοι” πλειστηριασμών και ελλειμμάτων

“Νάρκες” πληθωρισμός και επιτόκια  – “πονοκέφαλοι” πλειστηριασμών και ελλειμμάτων
Ακρίβεια και αύξηση των τιμών Aris Oikonomou/ SOOC

Με την ανάπτυξη να “προσγειώνεται” το 2023 εύλογο προβληματισμό προκαλεί το πώς θα γίνει και τι αντικτυπο θα έχει η επαναφορά στις πολιτικές δημοσιονομικής “ορθοδοξίας”, όπου προβλέπονται δραστικές μειώσεις ελλειμμάτων σε βάθος διετίας.

Υψηλός πληθωρισμός, ανοδική τάση επιτοκίων και έντονη γεωπολιτική αβεβαιότητα συνθέτουν ένα τρίπτυχο κινδύνων για την οικονομία, που βλέπει μεν φέτος την ανάπτυξή της να οδεύει σε υψηλά επίπεδα, αλλά με ορίζοντα “προσγείωσης”.

Ενδεικτικές οι αναφορές της Κομισιόν στις χειμερινές της προβλέψεις όπου “βλέπει” πληθωρισμό στο 10% για φέτος, εκτίμηση για αύξηση του ΑΕΠ κατά 6% φέτος, κατά 1% του χρόνου και κατά 2% το 2024.

Όπως αναφέρεται από την Κομισιόν, μετά από μια καλύτερη από την αναμενόμενη απόδοση το πρώτο εξάμηνο του 2022, το υψηλό ενεργειακό κόστος και η επιδείνωση του εξωτερικού περιβάλλοντος υποδηλώνουν σημαντική επιβράδυνση για την Ελλάδα επισημαίνει η Κομισιόν στις χειμερινές προβλέψεις της.

Ειδικότερα για τον πληθωρισμό η Κομισιόν περιμένει ότι θα αναρριχηθεί στο 10% το 2022, προτού επιβραδυνθεί στο 6% το 2023 και στο 2,4% το 2024. Κάτι που ουσιαστικά “κουρεύει” την όποια άνοδο των εισοδημάτων λόγω της διόγκωσης του ΑΕΠ.

Ο πληθωρισμός προβλέπεται να κορυφωθεί το τελευταίο τρίμηνο του 2022 και να υποχωρήσει μόνο σταδιακά στη συνέχεια. Η αύξηση των τιμών της ενέργειας είναι ο κύριος μοχλός, αλλά η μεταβίβαση σε άλλες συνιστώσες αναμένεται να αυξηθεί. Ο πληθωρισμός βάσει του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή προβλέπεται να φτάσει στο 10% το 2022 και να μειωθεί στο 6% το 2023, πριν υποχωρήσει στο 2,4% το 2024.

Πονοκέφαλος η επαναφορά σε δημοσιονομική “ορθότητα”

Επιπλέον σε όλο αυτό το κλίμα, με την ανάπτυξη να “προσγειώνεται” το 2023 εύλογο προβληματισμό προκαλεί και η πρόβλεψη της Κομισιόν για μηδενισμό των ελλειμμάτων σε βάθος διετίας. Το δημοσιονομικό έλλειμμα, με βάση τις καταγραφές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εκτιμάται να φτάσει το -4,1% φέτος, καθώς και να περιοριστεί στο -1,8% το 2023 και στο -0,8% το 2024. Κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει πέρα από την αύξηση των εισροών στο κρατικό ταμείο ένεκα αύξησης φόρων και ανάπτυξης να περιοριστούν δαπάνες, που τα τελευταία χρόνια στήριξαν την οικονομία.

Πίεση στα εισοδήματα

Στο μεταξύ ακόμη και αυτή η προσπάθεια για επαναφορά σε δημοσιονομικά πλεονάσματα εγγράφεται σε ένα κλίμα που ο πληθωρισμός “κουρεύει” βαθιά τα εισοδήματα των νοικοκυριών. Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί και η καταγραφή του τμήματος ερευνών της Alpha Bank με τίτλο “Χρηματοοικονομικός και Μη Χρηματοοικονομικός Πλούτος των Νοικοκυριών στην Ελλάδα: Συνιστώσες και εξελικτική πορεία”.

Όπως υπογραμμίζεται, “Ο πλούτος ορίζεται ως το σύνολο της τρέχουσας αξίας του χρηματοοικονομικού και του μη χρηματοοικονομικού, από το οποίο έχει αφαιρεθεί το ιδιωτικό χρέος. Η οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας εξασθένησε τον πλούτο των ελληνικών νοικοκυριών, ενώ, μέχρι σήμερα, δεν έχουν ανακτηθεί οι απώλειες που καταγράφηκαν. Το 2021, το επίπεδο του συνολικού πλούτου ανά ενήλικα στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε $108,3 χιλ. έναντι $113,8 χιλ. το 2020, καταγράφοντας πτώση κατά 4,8% σε ετήσια βάση. Όλες οι συνιστώσες του πλούτου (σε $) σημείωσαν αρνητική μεταβολή, στο ίδιο χρονικό διάστημα, με μεγαλύτερη αυτή του μη χρηματοοικονομικού πλούτου, η αξία του οποίου μειώθηκε κατά 6,3%.”.

Παράλληλα στη μελέτη τονίζεται ότι “ο πλούτος ανά ενήλικα στη χώρα μας, το 2021, ήταν σημαντικά μικρότερος σε σύγκριση με το αντίστοιχο μέγεθος των λοιπών ανεπτυγμένων οικονομιών” ενώ σημειώνεται ότι “η μείωση του πλούτου, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε λοιπά κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, αποδίδεται,στην υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου το 2021. Συγκεκριμένα, χωρίς την επίπτωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, ο πλούτος ανά ενήλικα αυξήθηκε το 2021 κατά 5,2% στην Ελλάδα, 6,1% στην Ιταλία, 10,6% στη Γαλλία και 9,7% στην Ισπανία. Στη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, η ετήσια άνοδος του πλούτου, απαλλαγμένου από τις συναλλαγματικές διαφορές, ήταν πιο έντονη (10% και 7,1%, αντίστοιχα), ενώ στον Καναδά, του οποίου το νόμισμα ανατιμήθηκε έναντι του δολαρίου το προηγούμενο έτος, η αντίστοιχη άνοδος ήταν πιο ήπια (11,5%).”

Το τρίπτυχο κινδύνων

Στο μεταξύ με βάση την “Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας: Νοέμβριος 2022“, ο συνδυασμός του υψηλού κι επίμονου πληθωρισμού και της επιθετικής αύξησης επιτοκίων, αναμένεται να συμπιέσει περαιτέρω το διαθέσιμο εισόδημα και μπορεί να δημιουργήσει μια νέα φουρνιά “κόκκινων” δανείων.

Τόσο το κόστος χρηματοδότησης όσο και οι δυνατότητες αποπληρωμής χρέους από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις θα επηρεαστούν δυσμενώς. Το περιβάλλον αυτό, σε συνδυασμό με τις προοπτικές για χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη το προσεχές διάστημα, αναμένεται να επηρεάσει εκ νέου την ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών με τη δημιουργία νέων “κόκκινων” δανείων”, αναφέρει ξεκάθαρα η Τράπεζα της Ελλάδας, σημειώνοντας, ότι το ύψος αυτών των νέων προβληματικών δανείων είναι δύσκολο να εκτιμηθεί εξαιτίας των διεθνών αβεβαιοτήτων και υπό το ενδεχόμενο αυτές να παραταθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα ή να κλιμακωθούν περαιτέρω.

Τρεις κίνδυνοι

Παράλληλα, η ΤτΕ εστιάζει σε τρεις κινδύνους. Ο πρώτος κίνδυνος αφορά τα επιτόκια. Από τον Ιούλιο, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα των δανείων προς τα νοικοκυριά αυξήθηκε (Σεπτέμβριος 2022: 4,5%, Ιούνιος 2022: 3,9%). Η αύξηση αυτή ήταν πιο αισθητή στα μακροπρόθεσμα δάνεια. Ειδικότερα, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα στεγαστικών δανείων με διάρκεια άνω των πέντε ετών αυξήθηκε κατά 74 μονάδες βάσης (Σεπτέμβριος 2022: 2,7%, Ιούνιος 2022: 2%), ενώ στα στεγαστικά δάνεια με διάρκεια από ένα έως πέντε έτη αυξήθηκε κατά 25 μονάδες βάσης (Σεπτέμβριος 2022: 4,1%, Ιούνιος 2022: 3,9%).

Σύμφωνα με την ΤτΕ, η επιτοκιακή πολιτική της ΕΚΤ το προσεχές διάστημα αναμένεται να ασκήσει σταδιακά μεγαλύτερη επίδραση στο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων προς τα νοικοκυριά, τα οποία σε σημαντικό ποσοστό έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο.

Ο δεύτερος κίνδυνος είναι συνδέεται με τις πληθωριστικές πιέσεις. Όπως αναφέρει η ΤτΕ, οι πιέσεις αυτές αναμένεται να συνεχιστούν τους πρώτους μήνες του 2023 και να μετριαστούν μόνο εν μέρει αφενός από τα δημοσιονομικά μέτρα για την άμβλυνση των επιπτώσεων του αυξημένου ενεργειακού κόστους και αφετέρου από τις αναμενόμενες αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις.

Ενοίκια

Ο τρίτος κίνδυνος έχει να κάνει με τον καλπασμό των τιμών των ακινήτων, πόσο μάλλον όταν συμπαρασύρουν τις τιμές των ενοικίων. Το β΄ τρίμηνο του 2022 οι τιμές των διαμερισμάτων για το σύνολο της χώρας αυξήθηκαν κατά 9,4% συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021. Για το β΄ τρίμηνο του 2022, υψηλότερο ετήσιο ρυθμό αύξησης των τιμών παρουσίασαν τα νεόδμητα διαμερίσματα έναντι των παλαιών (ηλικίας άνω των πέντε ετών), 10,5% και 8,7% αντίστοιχα. Από την ανάλυση των στοιχείων κατά γεωγραφική περιοχή προκύπτει ότι οι μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφηκαν στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου διαμορφώθηκαν διψήφιοι ετήσιοι ρυθμοί αύξησης στην Αθήνα (10,9%) και στη Θεσσαλονίκη (10,4%).

Με δεδομένο ότι οι προσδοκίες για την ελληνική κτηματαγορά παραμένουν ανοδικές και με δεδομένο, επίσης, ότι οι τιμές των κατοικιών απέχουν ακόμη σημαντικά από το ιστορικό υψηλό που είχε καταγραφεί πριν τη χρηματοπιστωτική κρίση, αναμένεται περαιτέρω άνοδος των εμπορικών αξιών, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό και για τα ενοίκια.

Το “αγκάθι” των πλειστηριασμών

Στο κλίμα αυτό θα πρέπει να προσθέσει κανείς και το θέμα της διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους που ενέχει κοινωνικούς και οικονομικούς κινδύνους. γιαυτό άλλωστε και η Κυβέρνηση “πετάει” το μπαλάκι για μετά τις εκλογές. Ενδεικτική η αναφορά του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην τελευταία τηλεοπτική του συνέντευξη. “Σήμερα η χώρα δεν έχει καμία ελπίδα να προσδοκά επενδυτική βαθμίδα, ακόμα και οι εγγυήσεις του σχεδίου ‘Ηρακλής’ θα καταπέσουν στο χρέος, θα εγγραφούν στο χρέος -δεν προτρέχω ότι θα καταπέσουν- θα εγγραφούν στο χρέος και θ’ αυξηθεί το χρέος κατά 10%. Άρα λοιπόν ακόμη και στο πεδίο εκείνο στο οποίο οι “άριστοι” υποτίθεται ότι θα έφερναν σημαντικές αλλαγές προς το καλύτερο, τα πράγματα έχουν επιδεινωθεί.

Και σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν δυο ειδών δείκτες. Υπάρχουν οι δείκτες οι ονομαστικοί και οι δείκτες που αφορούν την πραγματική οικονομία. Το μεγαλύτερο θέμα κατά την άποψή μου σήμερα είναι ότι, πέραν του δημόσιου χρέους -που πάντοτε ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα για την ελληνική οικονομία και εμείς το ρυθμίσαμε, και θα το βρούμε μπροστά μας αυτό το θέμα- υπάρχει και το ιδιωτικό χρέος. Το ιδιωτικό χρέος που έχει εκτιναχθεί. Και εκεί έρχεται και το μείζον ζήτημα των κόκκινων δανείων. Τούτη την ώρα, πάνω από 700.000 ακίνητα είναι υποθηκευμένα…” σημείωσε με έμφαση ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα