Schroders: Οι εκτιμήσεις για την πολιτική της ΕΚΤ και τα επιτόκια

Schroders: Οι εκτιμήσεις για την πολιτική της ΕΚΤ και τα επιτόκια
Εικόνα από τα γραφεία της Schroders στο Λονδίνο istock

Ο Azad Zangana, Ανώτερος Ευρωπαίος οικονομολόγος και στρατηγικός αναλυτής στη Schroders, εκτιμά πως οι μελλοντικές αυξήσεις μπορεί να είναι μικρότερες.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αντιμετωπίζει πολιτικές πιέσεις για να συγκρατήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων, αλλά τα στοιχεία για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό υποδηλώνουν ότι τα επιτόκια μπορεί να αυξηθούν κι άλλο.

Η ΕΚΤ στη συνεδρίαση του Οκτωβρίου, αύξησε εκ νέου τα βασικά της επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης, ανεβάζοντας το επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 2% και το καταθετικό επιτόκιο στο 1,5%.

Ο Azad Zangana, Ανώτερος Ευρωπαίος οικονομολόγος και στρατηγικός αναλυτής στη Schroders, σημειώνει πως αν και επρόκειτο για μια ακόμη μεγάλη αύξηση, αφέθηκαν υπονοούμενα πως οι μελλοντικές αυξήσεις μπορεί να είναι μικρότερες. Δεδομένου, ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απείχε αρκετά από την επίτευξη ενός επιπέδου επιτοκίων συμβατού με την επαναφορά του πληθωρισμού στον στόχο, η επιτροπή αποφάσισε πως η πολιτική που θα ακολουθηθεί, θα αποφασίζεται αποκλειστικά ανά συνεδρίαση.

Αυτό, μπορεί να αποτελεί απάντηση στην αυξανόμενη πολιτική πίεση, καθώς τα υψηλά επιτόκια έχουν αρχίσει να προκαλούν αρνητικές επιπτώσεις στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κατέκρινε τις περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων, λέγοντας ότι μπορεί να «συντρίψουν τη ζήτηση» και να επιδεινώσουν την ύφεση. Αντίστοιχα, η Τζόρτζια Μελόνι στην πρώτη της ομιλία ως πρωθυπουργός της Ιταλίας, επέκρινε την απόφαση της ΕΚΤ σημειώνοντας πως «θεωρείται από πολλούς ως μια βιαστική επιλογή, η οποία ενέχει τον κίνδυνο να επηρεάσει την τραπεζική πίστωση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις».

Εκτός από την αύξηση των βασικών επιτοκίων, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι αυξάνει και το κόστος δανεισμού για τις τράπεζες που χρησιμοποιούν στοχευμένες πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO) – ένα σύνολο δανείων που παρέχονται στις τράπεζες για την αποτροπή τυχόν προβλημάτων ρευστότητας υπό ταραχώδης συνθήκες στην αγορά. Στις τράπεζες προσφέρεται η δυνατότητα να αποπληρώσουν τα δάνεια αυτά πρόωρα, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση της ρευστότητας στις αγορές.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ απάντησε στα αρνητικά σχόλια για τον αντίκτυπο στην ανάπτυξη δηλώνοντας ότι «…θα κάνουμε αυτό που πρέπει να κάνουμε. Πρέπει να επικεντρωθούμε στην εντολή μας. Και η εντολή μας είναι η σταθερότητα των τιμών».

Ανεξάρτητα από αυτό, οι επενδυτές κατάλαβαν ότι η ΕΚΤ γίνεται πιο ευέλικτη, καθώς μείωσε την αναμενόμενη αύξηση των επιτοκίων από λίγο πάνω από 3% πριν από τη συνεδρίαση, σε περίπου 2,75% μετά από αυτήν. Επίσης, υποτιμήθηκε το ευρώ έναντι του δολαρίου ΗΠΑ.

Οι οικονομίες της Ευρωζώνης επιβραδύνονται, αλλά εξακολουθούν να παρουσιάζουν ανάπτυξη

Τα πρόσφατα στοιχεία για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό υποδηλώνουν ότι η οικονομία της Ευρωζώνης αντέχει περισσότερο από ό,τι αναμενόταν και ότι τα επιτόκια μπορεί να συνεχίσουν να αυξάνονται. Τα στοιχεία για το ΑΕΠ δημοσιεύονται με αργούς ρυθμούς, αλλά ήδη υπάρχουν χώρες που ξεπέρασαν τις προσδοκίες όπως η Γερμανία, η οποία ανακοίνωσε ανάπτυξη +0,3% για το τρίτο τρίμηνο (σε τριμηνιαία βάση) έναντι των προσδοκιών για μείωση 0,2%.

Η Ιταλία και η Γαλλία ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις, καθώς αναπτύχθηκαν κατά 0,5% και κατά 0,2% αντίστοιχα, έναντι των προσδοκιών για μηδενική ανάπτυξη. Η Ισπανία σημείωσε επιβράδυνση, από 1,5% το β’ τρίμηνο, σε 0,2% το γ’ τρίμηνο.

Συνολικά, σύμφωνα με εκτιμήσεις, το ΑΕΠ της ευρωζώνης εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 0,2% το γ’ τρίμηνο, αλλά επιβραδύνθηκε κατά 0,8% το προηγούμενο τρίμηνο. Σε ετήσια βάση, η αύξηση της δραστηριότητας επιβραδύνθηκε από 4,1% σε 2,1%.

Καθώς πρόκειται για πρώιμες εκτιμήσεις, υπάρχουν πολύ λίγες πληροφορίες σε αυτό το στάδιο όσον αφορά τους παράγοντες της ανάπτυξης. Είναι γεγονός ότι οι οικονομίες γνώρισαν απότομη άνοδο στις δραστηριότητες τους μετά την Covid – 19, ιδίως εκείνες με μεγάλη εξάρτηση από τον καλοκαιρινό τουρισμό, οπότε μια επιβράδυνση ήταν αναμενόμενη. Η γαλλική στατιστική αρχή δημοσίευσε ωστόσο μια ανάλυση που προσφέρει κάποια δεδομένα. Το καθαρό εμπόριο στη Γαλλία ήταν o κύριος ανασταλτικός παράγοντας για την ανάπτυξη, καθώς η αύξηση των εισαγωγών ξεπέρασε τις εξαγωγές. Οι δαπάνες των νοικοκυριών παρέμειναν αμετάβλητες, ενώ οι επενδύσεις επιταχύνθηκαν, ενισχύοντας παράλληλα την εγχώρια ζήτηση. Ωστόσο, υπήρξε αξιοσημείωτη αύξηση των αποθεμάτων, γεγονός που υποδηλώνει ότι η ζήτηση δεν συμβαδίζει με την προσφορά και κατά συνέπεια, θα οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής και ενδεχομένως σε μειωμένη ζήτηση εργασίας. Αυτές είναι οι πρώτες ενδείξεις, αλλά φαίνεται ότι η γαλλική οικονομία εισέρχεται σε μια περίοδο παρακμής.

Ο πληθωρισμός συνεχίζει να αυξάνεται και να εξαπλώνεται

Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη εκτινάχθηκε στο 10,7% σε ετήσια βάση τον Οκτώβριο, ξεπερνώντας τις προσδοκίες που ήταν στο 10,2%. Ο ενεργειακός πληθωρισμός εξακολουθεί να έχει την πρωτιά, με αύξηση 41,9% σε ετήσια βάση, ενώ τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός αυξήθηκαν απότομα στο 13,1%. Ο δομικός πληθωρισμός (εκτός από την ενέργεια, τα τρόφιμα, τα οινοπνευματώδη και τον καπνό) ενισχύθηκε περαιτέρω στο 5%.

Ο πληθωρισμός αυξάνεται σε όλη την Ευρώπη, ενώ τα ποσοστά του φαίνεται να έχουν διαρκώς ανοδική πορεία. Καθώς η ανάπτυξη εξακολουθεί να επιβραδύνεται και η ανεργία να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, είναι σαφές ότι χωρίς περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα πληθωρισμού, το οποίο θα μπορούσε να χρειάζεται μια δεκαετία για να αντιστραφεί.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα