2020: Η χρονιά των αρχηγών – ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ δίχως συνέδριο

2020: Η χρονιά των αρχηγών – ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ δίχως συνέδριο
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αλέξης Τσίπρας στην είσοδο του Μαξίμου Eurokinissi

Τι σημαίνει, για το πολιτικό σύστημα και τα δύο μεγάλα κόμματα η δυσκολία - λόγω κορονοϊού- να πραγματοποιηθούν οι κορυφαίες εσωκομματικές διαδικασίες. Ενώ το αρχηγικό μοντέλο ενισχύεται, μήπως ο νέος "διπολισμός" μοιάζει περισσότερο με τον παλιό "δικομματισμό";

Σε συνθήκες κανονικότητας, το 2020, θα ήταν η χρονιά που τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της χώρας, η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ, θα πραγματοποιούσαν τα συνέδριά τους και θα εξέλεγαν εκ νέου την ηγεσία τους. Όλα δείχνουν ότι η πανδημία του Covid 19 δύσκολα θα επιτρέψει να πραγματοποιηθούν οι κορυφαίες αυτές διαδικασίες, που θα είχαν πιθανότατα και “φυσιογνωμικό” χαρακτήρα. Αν και οι επικεφαλής των δύο σχηματισμών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αλέξης Τσίπρας, προφανώς δεν σχεδίασαν αυτή την εξέλιξη, βρίσκονται σε ιδιάζουσες συνθήκες. H ροή των πραγμάτων ευνοεί αντικειμενικά το αρχηγικό μοντέλο.

Το συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας

Με αρκετά διακριτικό τρόπο, η Νέα Δημοκρατία, έχει αναβάλει ουσιαστικά για το 2021 τις εκλογικές και συνεδριακές διαδικασίες της που αναμένονταν να γίνουν έως το τέλος του 2020. Δηλαδή  5 χρόνια, μετά τις αντίστοιχες που ξεκίνησαν το 2015 και ολοκληρώθηκαν στις αρχές του 2016 και είχαν ως αποτέλεσμα την εκλογή στην θέση του προέδρου, του σημερινού πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη. Θυμίζουμε ότι στις 31 Ιανουαρίου του 2020 στην κοπή της πίττας της Νέας Δημοκρατίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: “Για το κόμμα το 2020 θα είναι μια σημαντική χρονιά, θα έχουμε εσωκομματικές εκλογές μέσα στην άνοιξη και βέβαια ένα Συνέδριο στο τέλος του 2020 το οποίο αυτή τη φορά θα είναι και εκλογικό Συνέδριο, εκτός από μεγάλο πολιτικό γεγονός θα είναι και ένα σημαντικό εκλογικό γεγονός. Θα εκλέξουμε και πάλι την επόμενη ηγεσία του κόμματός μας”.

Από το τελευταίο συνέδριο της Ν.Δ Eurokinissi

 

Προφανώς ο πρωθυπουργός “λογάριασε χωρίς τον ξενοδόχο”. Στην προκειμένη την πανδημία του Covid 19. Εξέλιξη που καθιστά πρακτικά και πολιτικά “άκυρο” το συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα. Αρχικά για υγειονομικούς λόγους αφού ένα συνέδριο κυβερνητικού κόμματος με χιλιάδες μετέχοντες δύσκολα θα μπορούσε να γίνει στην τρέχουσα συγκυρία. Αρκεί να αναφέρει κανείς ότι στο τακτικό, και όχι εκλογικό, συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας τον Δεκέμβριο του 2019 συμμετείχαν 1764 σύνεδροι και 5.639 παρατηρητές. Στο πολιτικό επίπεδο είναι σαφές ότι το κυβερνητικό κόμμα δεν έχει ως πρώτη του επιλογή τις εσωτερικές του διαδικασίες. Ιδίως από την στιγμή που ελλοχεύει η πιθανότητα ενός δεύτερου κύματος πανδημίας το Φθινόπωρο,  ενώ αναμένεται να βρίσκονται στο κολοφώνα τους οι οικονομικές επιπτώσεις από την πανδημία.

Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ

Η τελευταία απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ (όργανο που μετέχουν και τα στελέχη της διεύρυνσης), στις 30/5 αναφέρει ότι “σε σχέση με τις διαδικασίες για το Συνέδριο του κόμματος, οι οποίες πάγωσαν λόγω της πανδημίας, το Π.Σ. αποφάσισε ότι αυτές θα επανεκκινήσουν το προσεχές διάστημα, μόλις οι υγειονομικές συνθήκες το επιτρέψουν”. Μία διατύπωση που κάθε άλλο παρά αποκλείει την διεξαγωγή του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ την επόμενη χρονιά. Μάλιστα πολλές είναι και οι πληροφορίες που συγκλίνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Εντύπωση μάλιστα προκάλεσε και η εκτίμηση που έκανε προ ημερών ο Αλέξης Τσίπρας, εκτιμώντας ότι οι συσχετισμοί στο εσωτερικό του κόμματος θα είναι διαφορετικοί σε δύο χρόνια από τώρα.

Από το τελευτάιο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ Eurokinissi

 

Η διεξαγωγή μιας διαδικασίας όπως το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, με υγειονομικούς όρους, δεν είναι απλή υπόθεση. Ιδίως αν συνδυαστεί με την υποχρέωση ενός κόμματος που διεκδικεί την διακυβέρνηση της χώρας, να έχει την ανάλογη εικόνα και στις εσωτερικές διεργασίες του. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που γίνονταν στην Κουμουνδούρου, πριν την έλευση της πανδημίας, στο συνέδριο θα μετείχαν πάνω από 5.000 σύνεδροι. Το μεγαλύτερο ποσοστό εξ αυτών εκλεγμένοι από τις οργανώσεις  ενώ θα υπήρχε και ποσόστωση συνέδρων προερχόμενων από την διεύρυνση του κόμματος. Επίσης το συνέδριο προϋπέθετε μία σειρά εκδηλώσεων και ανοιχτών συγκεντρώσεων όπως και τις ανάλογες συνεδριάσεις του συνόλου των κομματικών οργανώσεων. Εγχείρημα που περιλαμβάνει πολλαπλάσιο αριθμό εμπλεκομένων.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι στην Κουμουνδούρου συζητήθηκε το ενδεχόμενο το συνέδριο να διεξαχθεί – αν όχι κατ’ ολοκληρία, κατά ένα μέρος – με ψηφιακό τρόπο. Λύση που εκτός από υψηλές τεχνικές απαιτήσεις, προϋποθέτει ότι μπορεί να εξυπηρετήσει τα πολιτικά ζητούμενα μιας κορυφαίας διαδικασίας που θα καθορίσει την φυσιογνωμία της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτό σε μία περίοδο που στον ΣΥΡΙΖΑ ενυπάρχει πολιτική αντιδικία σχετικά με το αν μπορούν να εγγράφονται μέλη στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, χωρίς αυτοπρόσωπη παρουσία στις οργανώσεις. Ζήτημα το οποίο δίχασε την συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος στις 16 Φεβρουαρίου και η σχετική πρόταση – που κατέθεσε ο Αλέξης Τσίπρας – πέρασε με οριακή πλειοψηφία.

Το αρχηγο-κεντρικό μοντέλο

Το σημαντικό πολιτικό στοιχείο των παραπάνω εξελίξεων, συνίσταται στο ότι η πανδημία του Covid 19 μοιάζει να ευνοεί μια τάση που ούτως η άλλως ήταν ισχυρή στο πολιτικό σκηνικό της χώρας: Την ενίσχυση του αρχηγο – κεντρικού μοντέλου.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο 13ο Συνέδριο της Ν.Δ Eurokinissi

Η Νέα Δημοκρατία παραδοσιακά ήταν και είναι “προεδρικό” κόμμα. Οι εξουσίες του πρόεδρου που προβλέπονται στην καταστατική λειτουργία της, δεν αφήνουν γι αυτό καμία αμφιβολία. Παρά το γεγονός ότι ως πολιτικός σχηματισμός αποτελεί “κοινή συνισταμένη” διαφορετικών τάσεων με σαφές ιδεολογικό στίγμα (κεντροδεξιά, λαϊκο-πατριωτική δεξιά, φιλελεύθεροι). Είναι ενδεικτικό ότι στην ιστορία στης Νέας Δημοκρατίας, αποτελεί “άγραφο κανόνα” πώς όταν καταγράφεται εκλογική ήττα, σχεδόν αυτόματα τίθεται θέμα ηγεσίας του κόμματος. Ελάχιστες ήταν οι εξαιρέσεις όπου αυτό δεν συνέβη.

Στην παρούσα πολιτική συγκυρία, η πρόσφατη νίκη στις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 αλλά και τα πολύ υψηλά ποσοστά αποδοχής του Κυριάκου Μητσοτάκη στους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας, όπως και ευρύτερα, ενδυναμώνουν αυτά τα χαρακτηριστικά. Για τον λόγο αυτό άλλωστε η αναβολή των συνεδριακών διαδικασιών δεν συνιστά σημαντικό πολιτικό ζήτημα για την Νέα Δημοκρατία. Παρά το γεγονός ότι εσωκομματικά υφίστανται εναλλακτικές πολιτικές πλατφόρμες, όπως αυτή που εξέφρασε στο τακτικό συνέδριο του Δεκεμβρίου του 2019 ο Αντώνης Σαμαράς.

Στον ΣΥΡΙΖΑ, το αρχηγο- κεντρικό μοντέλο επίσης ενισχύεται. Προκαλώντας ενίοτε και εσωκομματικές δυσαρέσκειες. Μετά την εκλογική ήττα του Ιουλίου είναι γνωστό ότι ουδείς αμφισβητεί την ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα. Κάτι που φρόντισαν να τονίσουν μετεκλογικά πολλά στελέχη του κόμματος. Πρόκειται για μία συνθήκη που -σε παλιότερη του συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN – ο Αλέξης Τσίπρας έχει περιγράψει σχεδόν ως βαρετή. Λέγοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση τα πράγματα θα είχαν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Μάλιστα στην παρούσα φάση δεν είναι λίγοι αυτοί που φέρονται να συμβουλεύουν τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσει στην ανασυγκρότηση και στην αλλαγή της φυσιογνωμίας του κόμματος δίχως να αναμένει υποχρεωτικά τις συνεδριακές διαδικασίες. Ιδίως από την στιγμή που παραμένει θολό το πότε οι υγειονομικές συνθήκες θα τις επιτρέψουν, ενώ ταυτόχρονα οι πολιτικές συνθήκες εξελλίσονται ραγδαία.

O Αλέξης Τσίπρας στο 2ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ Eurokinissi

Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται παραινέσεις όπως αυτές του προέδρου της ΔΗΜ.ΑΡ Θανάση Θεοχαρόπουλου που σε άρθρο του στα “ΝΕΑ” στις 3 Ιουνίου επισήμανε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ “οφείλει να προχωρήσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στον ποιοτικό μετασχηματισμό του σ’ ένα ανοιχτό κόμμα που θα αποτελέσει την ραχοκοκαλιά της προοδευτικής παράταξης. Σε αυτή τη βάση συμπορευόμαστε όλες οι δυνάμεις που αποτελούμε το σχήμα της Προοδευτικής Συμμαχίας”.

Στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, ανήκει η φράση “νέος διπολισμός” . Τον επέλεξε το 2016 προκειμένου να περιγράψει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται το πολιτικό σύστημα της χώρας. Το ερώτημα όμως που αναφύεται είναι μήπως ο “νέος διπολισμός” αρχίζει να παρουσιάζει ολοένα και  περισσότερες ομοιότητες με τον κλασσικό “δικομματισμό” του παρελθόντος. Αυτόν που συναπαρτίζονταν από την Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ.

Τότε που τα συνέδρια ήταν… συνέδρια

Αναφερόμενος κανείς  στις συνεδριακές διαδικασίες των σημερινών κομμάτων, δύσκολα μπορεί να αντισταθεί σε μία σύγκριση με το παρελθόν. Σε περιόδους όπου τα συνέδρια είτε της Νέας Δημοκρατίας, είτε του ΠΑΣΟΚ, είτε ακόμη και των κομμάτων της αριστεράς είχαν λιγότερα επικοινωνιακά και περισσότερα πολιτικά στοιχεία.

Το Συνέδριο της Ν.Δ το 1979

 

Η ζυγαριά γέρνει υπέρ του …παρελθόντος, ακόμη και αν δεν συνυπολογιστούν τα πρώτα μεταπολιτευτικά συνέδρια, που έγιναν σε μια περίοδο που διαφοροποιείται αισθητά από την σημερινή. Για παράδειγμα  το πρώτο μεταπολιτευτικό συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας το 1979 στην Χαλκιδική και τις ιδεολογικές συγκρούσεις του τότε ηγέτη του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την μεταρρυθμιστική “Κίνηση της Βόλβης”.  Επίσης τα συνέδρια του ΠΑΣΟΚ μετά το 1981 όπου παραβρίσκονταν ο ηγέτης της Παλαιστίνης, Γιάσερ Αραφάτ και ο Ανδρέας Παπανδρέου εκλέγονταν δια βοής. Ακόμη και έτσι, τα συνέδρια των κομμάτων μετά την οικονομική κρίση, δύσκολα μπορούν να συγκριθούν σε δυναμισμό, διλλήματα και επίδικα με αυτά της δεκαετίας του ‘90.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1990 Eurokinissi

 

Όπως το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1994 όπου ο Ανδρέας Παπανδρέου δηλώνει ότι “το ΠΑΣΟΚ δεν κληρονομείται, δεν χαρίζεται και δεν τεμαχίζεται σε τιμάρια”. Αντίστοιχης δυναμικής και το αμέσως επόμενο το 1996, όταν ο Κώστας Σημίτης ανταγωνίζεται για την ηγεσία του κόμματος τον Άκη Τσοχαζόπουλο και αναδεικνύεται πρόεδρος του κινήματος, διαμηνύοντας στους  συνέδρους πως αν δεν εκλεγεί θα παραιτηθεί και από πρωθυπουργός.  Σημαντικές ιδεολογικές και πολιτικές  συγκρούσεις καταγράφθηκαν και στο 13ο και 14ο συνέδριο του ΚΚΕ, διαδικασίες από τις οποίες εξελέγη τελικά γραμματέας η Αλέκα Παπαρήγα ενώ οδήγησαν στην αποχώρηση πολλών ηγετικών στελεχών του κόμματος, εκ των οποίων σήμερα αρκετά βρίσκονται στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.

Ειρωνεία

Στα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, από το 2009 έως το 2013, σε συνθήκες κατακερματισμού των κομμάτων, κοινή σε σχεδόν όλους πολιτικούς χώρους ήταν η εκτίμηση πως η οικονομική κρίση είχε μετατραπεί σε πολιτική. Μεταξύ άλλων ασκήθηκε κριτική στο δικομματικό μοντέλο διακυβέρνησης με φράσεις όπως το “τέλος της μεταπολίτευσης”. Στο επίκεντρο του προβληματισμού, ενώ ο κλασσικός δικομματισμός κατάρρεε,  είχε τοποθετηθεί η ορθότητα και η αποτελεσματικότητα του “αρχηγικού” μοντέλου στην λειτουργία των κομμάτων.

Σήμερα ενώ μία νέα οικονομική κρίση απροσδιόριστων διαστάσεων έρχεται, το ίδιο μοντέλο δείχνει να ενισχύεται.  Μια παλινδρόμηση που, αν μη τι άλλο, έχει έντονο το στοιχείο της ειρωνείας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα