Βασίλης Καρράς: “Τα πρώτα χρόνια με έπιασε η αστυνομία να κολλάω τις αφίσες μου”

Βασίλης Καρράς: “Τα πρώτα χρόνια με έπιασε η αστυνομία να κολλάω τις αφίσες μου”
Ο Βασίλης Καρράς στο "Ενώπιος Ενωπίω"

Ο Βασίλης Καρράς περιέγραψε την ιστορία της ζωής του και μίλησε για την πορεία του εδώ και 50 χρόνια στη μουσική, που ήταν γεμάτη πόνο, στεναχώριες και μεγάλες χαρές.

Καλεσμένος στην εκπομπή “Ενώπιος Ενωπίω” στον ΑΝΤ1 βρέθηκε ο Βασίλης Καρράς, ο οποίος μίλησε για την 50χρονη πορεία του στη μουσική, για το δύσκολο ξεκίνημά του και την τεράστια επιτυχία που ήρθε αργότερα.

Εισέπραξα πίκρα, πόνο, στεναχώρια και μεγάλες χαρές”, είπε για την πολύχρονη καριέρα του.

“Τους πρώτους δίσκους τους έβγαζα μόνος μου. Με έπιασε η αστυνομία με τον αδερφό μου να κολλάμε αφίσες και μόλις είδαν ποιος είμαι κατάλαβαν. Έκανα τρεις δουλειές, ήμουν μουτζούρης αυτοκινήτων και το σαββατοκύριακο τραγούδαγα. Το 1978 με έφερε ο Μίμης Πλέσσας σε εταιρία και λέει εγώ θα γράψω τα μισά τραγούδια και θα τον στηρίξουμε. Λένε μόλις κλείσαμε λαϊκό τραγουδιστή, τον Μάκη Χριστοδουλόπουλο. Ξαναγύρισα πίσω περιμένοντας να χτυπήσει η πόρτα. Η πόρτα όμως δεν χτυπάει αν δεν χτυπήσεις εσύ”, εξομολογήθηκε ο γνωστός τραγουδιστής.

Πηγαίνοντας ακόμη πιο πίσω, ο Βασίλης Καρράς θυμήθηκε τα παιδικά του χρόνια και την πρώτη του επαφή με το τραγούδι, κοντά στο 1959 – 1960. Όπως περιέγραψε:

“Το 1959 είμαι 8-9 χρονών και είχε βγει “Το τελευταίο βράδυ μου” του Καζαντζίδη και το έχω μάθει απέξω. Πήγα και έσπασα ένα μπολ στο σπίτι και το έκανα ηχείο και φωνάζω τους φίλους μου και κάνουμε μπάντα. Έρχεται η μάνα μου, ξύλο, όσο πιο πολύ με βάραγε, τότε περισσότερο ήθελα να γίνω τραγουδιστής. Η μαμά μου τραγούδαγε παραδοσιακά πάρα πολύ ωραία. Έκανα αμέτρητες δουλειές στη ζωή μου, έπειτα έχασα τον πατέρα μου στα 17, ήταν οικοδόμος και η μητέρα μου καθαρίστρια. Πήγαινα στα σπίτια που καθάριζε η μητέρα μου να τη βοηθήσω και δεν ήθελε, στεναχωριόταν. Η πρώτη επαγγελματική ενασχόληση ήταν όταν ένα βράδυ, πάμε σε ένα ταβερνάκι με την παρέα μου και αρχίσαμε να τραγουδάμε όλοι μαζί και είναι ένας μουσικός και μου λέει δεν έρχεσαι τα Σάββατα να λες κανένα τραγουδάκι. Λέω ντρέπομαι. Ήταν ένα μαγαζί που χώραγε 150 άτομα και έλεγαν λαϊκά και ποντιακά. Στην πρεμιέρα ήρθε όσος κόσμος έρχεται και σήμερα στις πρεμιέρες μου. Ήρθε όλη η γειτονιά, έκλεισε ο δρόμος. Δεν μπόρεσαν να μπουν στο μαγαζί. Εκεί άρχισα να νιώθω τη φλόγα. Την άλλη δουλειά δεν την παρατούσα”.

Και συνέχισε:

“Το 1976 άφησα την άλλη δουλειά. Έκανα 4 εμφανίσεις τη βραδιά, άλλαζα ρούχα μέσα στο αυτοκίνητο. Ήταν δύσκολος ο δρόμος να ανοίξει από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα. Το είχα βάλει στόχο να το καταφέρω και είμαι σε ένα γραφείο μέσα, έχω φάει ένα πούλημα καλό, μεγάλο παραμύθι, εγώ είπα όμως δεν πειράζει. Έρχεται ένας τύπος που μου άρεσε η φάτσα του. Λέω ποιος είναι αυτός. Είχε ένα μαγαζί στο τέρμα της Πατησίων. Του λέω ποιον έχεις μέσα, τον Τζίμη Πανούση μου λέει και τελειώνει αύριο. Ωραία λέω, ξεκινάμε τη Δευτέρα. Κάνω 15 μέρες εκεί και πήραν άλλη τροπή τα πράγματα και άρχισα να κατεβαίνω στην Αθήνα”.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα