Ορέστης Παπαϊωάννου: Ο 26χρονος παγκόσμιος συνθέτης αποτίει φόρο τιμής στο φαινόμενο Σκαλκώτα

Ορέστης Παπαϊωάννου: Ο 26χρονος παγκόσμιος συνθέτης αποτίει φόρο τιμής στο φαινόμενο Σκαλκώτα

Ένας νέος συνθέτης που μεγάλωσε στην ελληνική περιφέρεια, "σπάει" τα στενά μας σύνορα με παγκόσμιες διακρίσεις. Οι επιρροές του, οι αγαπημένες του μουσικές και η "πρώτη" του στο Ηρώδειο σε ηλικία μόλις 23 ετών.

Είναι 26 ετών κι έχει ήδη τιμηθεί με το Α’ Βραβείο σύνθεσης στον Παγκόσμιο Μουσικό Διαγωνισμό Antonin Dvořák. Ο Ορέστης Παπαϊωάννου, λίγο πριν παρουσιαστεί το δεύτερο έργο του- παραγγελία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για τη συναυλία «Ο Σκαλκώτας και οι Σύγχρονοί του ΙΙΙ» που θα ανέβει στις 10 Μαΐου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μιλά αποκλειστικά στο News 24/7 για την πορεία του, τους καθηγητές που τον γαλούχησαν, τη μουσική παιδεία στα ωδεία της περιφέρειας, τις επιρροές στις συνθέσεις του και τα μελλοντικά του σχέδια.

Γεννηθήκατε στην Κρήτη αλλά μεγαλώσατε στην Έδεσσα και έχετε πει ότι το Δημοτικό Ωδείο της πόλης έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξή σας. Ποια ήταν η πιο παλιά σας ανάμνηση από τη μουσική;

«Το δημοτικό ωδείο Έδεσσας ήταν ένα από τα πολλά επαρχιακά ωδεία της Βόρειας Ελλάδας – και όχι μόνο – τα οποία οφείλουν την ίδρυσή τους και την υψηλή τους ποιότητα στον μετέπειτα καθηγητή μου Χρήστο Σαμαρά. Το πιο σημαντικό γεγονός πιστεύω σχετικά με το παλιό μου ωδείο, είναι ότι κατάφερε να με «κρατήσει» έως το τέλος. Αυτό οφείλεται σε έναν συνδυασμό προσωπικών και μη παραγόντων, ο πιο σημαντικός εκ των οποίων είναι το ότι έθετε πολύ υψηλό πήχη και το να φτάσω στην επόμενη τάξη, στο επόμενο επίπεδο ήταν για μένα πάντα μια προσωπική πρόκληση. Ακόμα και με πολύ λίγα ερεθίσματα και εμπειρίες, μπορούσα ως παιδί να καταλάβω ότι η δουλειά που γινόταν ήταν σοβαρή και βαθειά. 

Σημαντικό ρόλο παίζουν φυσικά και οι γονείς μου, οι οποίοι είχαν καταλάβει από νωρίς την κλίση μου στη μουσική και πήραν την πρωτοβουλία να με ωθήσουν προς τα εκεί, στηρίζοντάς με καθ’ όλη την πορεία. Η πιο παλιά μου ανάμνηση θα ήταν να είμαι στο μάθημα της μουσικής προπαιδείας, αίθουσα γεμάτη χρώματα, μεταλλόφωνα – μινιόν αραδιασμένα και το έργο “ο Πέτρος και ο Λύκος”».

Έχοντας μεγαλώσει στην ελληνική περιφέρεια όπου η πρόσβαση στη μουσική – τόσο από την άποψη της εκπαίδευσης όσο και από την άποψη συναυλιακών χώρων –  είναι περιορισμένη κρίνετε ότι αυτή η συνθήκη δεν αποτελεί πραγματικά εμπόδιο;

«Πιστεύω πως πρέπει κανείς να διαθέτει πολύ μεγάλη προσωπική δύναμη για να συνεχίσει να ασχολείται με τη μουσική όταν τα ερεθίσματα είναι τόσο περιορισμένα. Δυστυχώς, λόγω της έλλειψης πολιτιστικών εκδηλώσεων, τα επαρχιακά ωδεία συνήθως αποτελούν έναν μικρόκοσμο. Είναι λυπηρό πόλεις σαν την Έδεσσα, που έχουν αποδείξει το εκπαιδευτικό τους επίπεδο στη μουσική, να μην έχουν πλέον ούτε μία αξιοπρεπή συναυλιακή αίθουσα. Η εμπειρία μίας συναυλίας είναι απολύτως σημαντική και ουσιαστική για τους μουσικούς, καθώς έχει τη δυνατότητα να τους βάλει σε έντονες εσωτερικές διαδικασίες, οι οποίες όμως πολλές φορές χρειάζονται καιρό για να καρποφορήσουν. Είναι για μένα προτιμότερο κάποιος να χάσει δέκα μαθήματα, παρά να χάσει μία καλή συναυλία.»

Είστε μόλις 26 ετών και φαντάζομαι ότι η σχέση σας με το διαδίκτυο είναι πολύ καλή. Τελικά το ίντερνετ, μπορεί να είναι βοηθητικό εργαλείο για κάποιον που επιθυμεί να σπουδάσει ή σπουδάζει μουσική;

«Είμαι στη γενιά που σχεδόν δεν θυμάται τη ζωή της χωρίς ίντερνετ. Το ίντερνετ αποτελεί φυσικά μία τεράστια πηγή πληροφοριών και ψηφιοποιημένης μουσικής. Όλες τις αιτήσεις σχετικά με μουσικά πανεπιστήμια και οποιουδήποτε είδους μουσική ευκαιρία ή εκδήλωση, μπορεί να τις βρει κάποιος επίσης ιντερνετικά. Παρ’ όλα αυτά, τίποτα δεν μπορεί (ακόμα;) να αντικαταστήσει για μένα την εμπειρία μίας ζωντανής συναυλίας, της σύνθεσης μουσικής στο χαρτί, της έρευνας σε μία βιβλιοθήκη…»

Ποια είναι τα πιο σημαντικά διδάγματα που πήρατε από τον Χρήστο Σαμαρά;

«Με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι η σύνθεση δεν είναι μονάχα τεχνική, αλλά και μία διαδικασία αυτογνωσίας, ακόμα και ψυχανάλυσης θα λεγε κανείς. Το πιο βασικό που αποκόμισα από εκείνον είναι ότι έμαθα να αναζητώ την ουσία στα πράγματα, χωρίς να δημιουργώ αυταπάτες, ακολουθώντας τον δύσκολο δρόμο της εργατικότητας και της αναζήτησης της γνώσης, ο οποίος είναι στην τελική ο μόνος που αποδίδει. Το φυσικό ταλέντο και η δημιουργικότητα που μπορεί να έχει κανείς, δεν μπορούν να «ξεκλειδωθούν» χωρίς τα παραπάνω. Μαζί του έμαθα όχι μόνο τη Σύνθεση, αλλά και να αγαπώ την ίδια τη διαδικασία της σύνθεσης.»

Εκτός από τη σύνθεση, έχετε ασχοληθεί ιδιαίτερα και με το κλαρινέτο. Πώς πιστεύετε ότι επηρεάζει ο κλαρινετίστας τον συνθέτη;

«Παίζοντας ένα μουσικό όργανο σε καλό επίπεδο, βοηθάει έναν συνθέτη να δει την παρτιτούρα και από την σκοπιά του εκτελεστή, δύο προσεγγίσεις που είναι αλληλοσυμπληρούμενες. Γράφοντας εξάλλου μία παρτιτούρα, προσπαθώ να την κάνω όσο πιο κατανοητή και προσεγγίσιμη από τους ανθρώπους οι οποίοι πρόκειται να διαβάσουν και να ερμηνεύσουν το συγκεκριμένο έργο.»

Στην εφηβεία παρασυρθήκατε σε μουσικά είδη πιο δημοφιλή στους συνομηλίκους σας από την κλασική μουσική;

«Δεν θα χρησιμοποιούσα τον όρο παρασύρθηκα, διότι δεν σημαίνει ότι κάποιος που ασχολείται μελλοντικά με την σύνθεση ακούει μόνο «κλασική» μουσική. Από μικρός θυμάμαι ήμουν πολύ επιλεκτικός με το τι ακούω και ενοχλούμουν εάν μου επιβαλλόταν κάτι μόνο και μόνο επειδή ήταν «χιτ». Νομίζω είμαι άνθρωπος που εάν κάτι δεν μου προκαλέσει πραγματικό ενδιαφέρον, δεν πρόκειται να το προσθέσω στην playlist μου και με αυτήν την έννοια είχα από μικρός την τάση να είμαι πολύ επιλεκτικός με τα ακούσματά μου και την περιέργεια για ανακάλυψη νέων πραγμάτων.»

Τι μουσική ακούτε στον ελεύθερο χρόνο σας;

«Ένας συνθέτης οφείλει κατά τη γνώμη μου να είναι ενήμερος για την ιστορία αλλά και το παρόν της μουσικής δημιουργίας μέχρι τώρα. Οπότε τα κριτήρια που επιλέγω να ακούσω κάτι δεν είναι μόνο αισθητικά, αλλά έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον το γιατί και το πώς γράφτηκε κάτι, οι κοινωνικές και αισθητικές συνθήκες που το περιέβαλλαν. Η γκάμα της μουσικής που ακούω έχει πολύ μεγάλο εύρος και είναι πολύ λίγες οι στιγμές που δεν έχω κάτι να παίζει στα ηχεία. Το κριτήριό μου, πολύ γενικευμένα, είναι αυτό που ακούω να νιώθω πως έχει μία γνησιότητα και ειλικρίνεια από την πλευρά του δημιουργού, διαφορετικά αποστασιοποιούμαι και μου είναι αδιάφορο.»

 

Κερδίσατε το Α’ Βραβείο Σύνθεσης στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Σύνθεσης Antonín Dvořák, στην κατηγορία Νεαρών Συνθετών, καθώς και δύο ακόμα βραβεία, το Βραβείο για καλύτερο έργο αυστηρού στυλ και το Βραβείο καλύτερης τονικής μουσικής. Πώς νοιώσατε με αυτές τις διακρίσεις και ποια η πρακτική αξία τους για την πορεία σας;

«Οι διαγωνισμοί είναι για μένα κυρίως ένας τρόπος αυτοπροώθησης ενός συνθέτη, αλλά και μία «ένεση» αυτοπεποίθησης, όταν ξέρεις ότι ένα τόσο προσωπικό δημιούργημα έχει αντίκτυπο σε διεθνές επίπεδο. Έχοντας έως τώρα διακρίσεις σε κάποιους διαγωνισμούς, μου δόθηκε η ευκαιρία να παιχτούν τα έργα μου από αξιόλογα μουσικά σύνολα και κατ’ επέκταση να έρθω σε επαφή με άτομα του χώρου που οδήγησαν και σε μετέπειτα συνεργασίες. Μέχρι στιγμής είχα την τύχη να ακούσω έργα μου σε πολλές χώρες της Ευρώπης από πολύ καλούς μουσικούς. Το πιο σημαντικό συνεπώς για μένα δεν είναι τα βραβεία αυτά καθαυτά, αλλά οι εμπειρίες που αποκόμισα μέσω αυτών και οι δρόμοι που αυτά μου άνοιξαν.»

Πώς αισθάνεστε για τη δεύτερη παραγγελία έργου από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών; Την αντιλαμβάνεστε ως τιμητική;

«Είναι σίγουρα μεγάλη μου τιμή η τόση εκτίμηση και εμπιστοσύνη που μου έχουν δείξει η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και ο διευθυντής της κύριος Στέφανος Τσιαλής. Πόσο μάλλον όταν αυτές οι παραγγελίες δίνονται εν μέσω κοινωνικής και πολιτιστικής κρίσης σε ένα άτομο που ακόμα σπουδάζει! Νιώθω ευγνώμων κάθε φορά που βρίσκω μουσικούς με τους οποίους θρέφω μία αλληλοεκτίμηση και οδηγούν σε καλλιτεχνικές συνεργασίες.»

Το 2016, σε ηλικία 23 ετών, παρακολουθήσατε την πρώτη παραγγελία έργου σας από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών με τίτλο «Αποφώνησις» να ερμηνεύεται στο Ηρώδειο. Ποια τα συναισθήματα που σας γέννησε αυτή η συναυλία;

«Ήταν ένα όνειρο το οποίο έγινε αληθινό, ενώ βρισκόταν ακόμα στα σπάργανα, καθώς σχεδόν δεν είχα συνειδητοποιήσει καν ότι είχα τέτοιο όνειρο! Τα συναισθήματα που γεννιούνται στα λίγα λεπτά που ένας συνθέτης ακούει το έργο του είναι τόσο δυνατά που κάνουν τους ολόκληρους μήνες συγγραφής του έργου να αξίζουν. Το να παιχτεί το πρώτο μου ορχηστρικό έργο σε έναν τέτοιο χώρο και από τέτοια ορχήστρα ήταν υπεράνω κάθε προσδοκίας. Το συγκεκριμένο το είχα γράψει λαμβάνοντας υπόψιν τον χωροχρόνο που θα παιζόταν, δηλαδή ένα καλοκαιρινό βράδυ στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού.»

Το έργο σας είναι ένας φόρος τιμής προς τον Έλληνα συνθέτη Νίκο Σκαλκώτα. Θυμάστε πότε ήρθατε πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του; Σας έχει επηρεάσει ως συνθέτη;

«Ο Σκαλκώτας είναι ο μεγαλύτερος Έλληνας συνθέτης. Είχα ακούσει έργα του όταν ήμουν μαθητής λυκείου ακόμα, αλλά τον γνώρισα καλύτερα και τον εκτίμησα εν μέσω των σπουδών μου στο Πανεπιστήμιο. Αποτελεί πρότυπο από πολλές πλευρές. Έχοντας την λεγόμενη δυτικοευρωπαϊκή μουσική παιδεία, εφόσον σπούδασε στο Βερολίνο, ανέπτυξε μία πολύ προσωπική και σύγχρονη μουσική γλώσσα παγκόσμιας εμβέλειας και αξίας. Παρόλο που επιστρέφοντας στην Ελλάδα δεν μπορούσε να έχει εκτελέσεις των έργων του, επειδή ήταν ακατανόητα και στρυφνά για την κοινωνία της εποχής, δεν έκανε καμία θυσία όσον αφορά την ποιότητα και των τρόπο γραφής του. Η τέχνη είναι ανώτερη των μικροπολιτικών συνθηκών και ο Σκαλκώτας είχε απόλυτη επίγνωση επ’ αυτού, κάτι που αποτελεί για μένα έμπνευση και στήριγμα.»

Να περιμένουμε να ακούσουμε ένα έργο με σαφείς αναφορές στη συνθετική γραφή του Σκαλκώτα;

«Το έργο δεν εμπεριέχει τσιτάτα ή στυλιστικές αναφορές στον Σκαλκώτα. Παρ’ όλα αυτά, ο φόρος τιμής έγκειται στον τρόπο φιλοσοφικής προσέγγισης της σύνθεσης στο σύνολό της. Όπως ο Σκαλκώτας, προσπάθησα να δημιουργήσω μία σύνθεση με ισχυρή την αίσθηση της προσωπικής ταυτότητας και του «μοντέρνου», η οποία εμπεριέχει επιρροές τόσο από την Ευρωπαϊκή λόγια μουσική όσο και από την ελληνική παράδοση. Το θετικό της σημερινής εποχής είναι πως τέτοιες συνθέσεις μπορούν να στηριχτούν από φορείς όπως η Κ.Ο.Α, ενώ στην εποχή του ο Σκαλκώτας δεν είχε αναγνωριστεί ούτε ως συνθέτης, ούτε ως εκτελεστής.»

Μέσω ποιων μηχανισμών προσεγγίζετε τη σύνθεση όταν γράφετε ένα νέο έργο;

«Πριν ξεκινήσω ένα έργο, έχω πάντα μία γενική αίσθηση της ατμόσφαιρας που θέλω να δημιουργήσω. Στην συνέχεια αυτή η αίσθηση γίνεται όλο και πιο συγκεκριμένη και αρχίζει να παίρνει μορφή μέσω μουσικών ιδεών. Αυτή η «παραγωγική» διαδικασία σύνθεσης (από το γενικό στο ειδικό) συνεχίζεται μέχρι να μπει και η τελευταία νότα. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας για μένα είναι να αφήνω κάποιο χρόνο όταν υπάρχουν σκέψεις πολλών κατευθύνσεων, έτσι ώστε να υπάρξει μία φυσική πνευματική «αποβολή» των περιττών στοιχείων του έργου και να χρησιμοποιήσω στο τέλος μόνο αυτά που θεωρώ απέριττα.» 

Πολλοί μπορεί να πιστεύουν ότι η ζωή σας είναι πολύ διαφορετική από του μέσου 25άρη σήμερα. Εσείς τι πιστεύετε;

«Έχω την τύχη να σπουδάζω και να ασχολούμαι και επαγγελματικά πλέον με κάτι πολύ δημιουργικό. Η σύνθεση είναι για μένα μία καθημερινή ρουτίνα και μόνο λαμβάνοντας αυτό υπόψιν, ναι, πρέπει να βρίσκομαι σε μια μικρή μειοψηφία.»

Μείνατε στην Ελλάδα μέχρι το 2016, που αποφασίσατε να συνεχίσετε τις σπουδές σας στο εξωτερικό. Είναι πρόκληση να ακολουθήσει κανείς μια καριέρα συνθέτη και μουσικού στη χώρα μας;

«Αποφασίζοντας να σπουδάσω στο εξωτερικό, η καριέρα δεν ήταν το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα. Πρωταρχικός στόχος ήταν να αποκομίσω εμπειρίες και γνώσεις σε μια χώρα που είναι από τα επίκεντρα της «κλασικής» μουσικής σήμερα, την Γερμανία, και από εκεί και πέρα να κρίνω από την πορεία μου και την προσαρμογή μου σε αυτήν. Το “πείραμα” φαίνεται να πετυχαίνει.

Η καριέρα ενός συνθέτη στη χώρα μας είναι κάτι πολύ δύσκολο από τη βάση του. Αρχικά, υπάρχει μεγάλη σύγχυση σχετικά με τον όρο «συνθέτης».  Ο «συνθέτης» στην Ελλάδα δεν έχει κάποια σαφή ταυτότητα, γιατί η λέξη είναι συνδεδεμένη με τον όρο «μουσικοσυνθέτης», που συνδέεται με πιο δημοφιλή είδη μουσικής και όχι με την λόγια Ευρωπαϊκή μουσική. Η ελληνική παράδοση και το ελληνικό τραγούδι είναι πολύ ισχυρά και επισκιάζουν ή «μπερδεύονται» με όρους που ανήκουν σε εντελώς διαφορετικά είδη.

Εφόσον λοιπόν ξεκαθαρίσει κανείς τι είδους «συνθέτης» είναι, η δεύτερη δυσκολία που έρχεται να προστεθεί είναι η έλλειψη πολλών φορέων οι οποίοι να στηρίζουν τέτοιου είδους μουσική. Υπάρχουν φυσικά αξιόλογα μουσικά σύνολα και εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά λόγω ιστορίας και παράδοσης, οι δυνατότητες ενός συνθέτη μπορούν να αποκομίσουν πολλά περισσότερα σε κάποιες άλλες χώρες, της κεντρικής Ευρώπης για παράδειγμα, όπου η «Ευρωπαϊκή λόγια μουσική» αποτελεί παράδοση και πολιτιστική κληρονομιά τους σε βαθμό πολύ πιο έντονο από την Ελλάδα.»

Ποιοι οι άμεσοι στόχοι αλλά και τα όνειρα που κάνετε για την καριέρα σας;

«Άμεσος στόχος μου είναι να συνεχίσω του χρόνου τις σπουδές μου σε διδακτορικό επίπεδο στην Ακαδημία μουσικής και θεάτρου του Αμβούργου, με θέμα που έχει αφετηρία μία όπερα που ετοιμάζουμε σε λιμπρέτο του Αλέξανδρου Λούντζη και μετάφραση του Ορφέα Απέργη με τίτλο «The Fall of the House of Commons». Τα μελλοντικά μου όνειρα γενικότερα θα έλεγα ότι είναι απλά: Να καταφέρω να ζω αξιοπρεπώς συνδυάζοντας δύο πράγματα που αγαπώ, τη σύνθεση και τη διδασκαλία, έχοντας φυσικά τους ανθρώπους μου τριγύρω. Πιο παλιά είχα ευχηθεί να παιζόταν ένα έργο μου από μια επαγγελματική ορχήστρα σε έναν ιστορικό χώρο, αλλά αυτή μου η ευχή έχει πραγματοποιηθεί χάριν της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών εις διπλούν!»

Πληροφορίες

Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, “Ο Σκαλκώτας και οι σύγχρονοί του ΙΙΙ“,

Την Παρασκευή 10 Μαΐου 2019 στις 20.30 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Βασ.Σοφίας & Κόκκαλη, Tηλ: 210 7282333), αίθουσα “Χρήστος Λαμπράκης“.

Ορέστης Παπαϊωάννου: “Un hommage…”, φόρος τιμής στον Νίκο Σκαλκώτα (παραγγελία της ΚΟΑ για τα 70 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη)

Alban Berg: Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα

Νίκος Σκαλκώτας: 36 Ελληνικοί χοροί, σειρά 1

Βιολί: Τιάνγουα Γιανγκ

Μουσική διεύθυνση: Στέφανος Τσιαλής

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα