ΚΑΤΙ ΒΡΩΜΑΕΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ…
Καθώς στη Θεσσαλονίκη καταγράφονται όλο και πιο συχνά περιστατικά ομοφοβικής και τρανσφοβικής βίας, ο Αποστόλης Καραμπαΐρης, πολιτικός επιστήμονας και διευθυντής του Thessaloniki Pride, μιλά στο NEWS 24/7 για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα στα βόρεια.
Η Θεσσαλονίκη δεν είναι μόνο η ζωντανή μητρόπολη του Βορρά. Τα τελευταία χρόνια, η πόλη δείχνει και μια πιο σκοτεινή πλευρά: η ομοφοβική και τρανσφοβική βία αυξάνεται, και μαζί της η καθημερινή πίεση για όσα άτομα ζουν εκτός του… «κανονικού». Παρά τη θεσμική πρόοδο στα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα στην Ελλάδα, η καθημερινότητα πολλών ανθρώπων συνεχίζει να καθορίζεται από αποκλεισμούς, σιωπηρές διακρίσεις και μια ρητορική μίσους που δεν γεννιέται τοπικά, αλλά ταξιδεύει και αναπαράγεται διεθνώς, από social media μέχρι πολιτικά γραφεία.
Η μάχη απέναντι στις οργανωμένες, συντηρητικές δυνάμεις που εμφανίζονται ως οι υπερασπιστές της «παράδοσης» και της «οικογένειας», αλλά στην ουσία προωθούν αποκλεισμό και μίσος. Με κάθε post, κάθε πλακάτ και κάθε ομιλία, επιχειρούν να παρουσιάσουν τη βία και την περιθωριοποίηση ως κανονικότητα, να νομιμοποιήσουν τις ανισότητες και να μετατρέψουν την ποικιλότητα σε απειλή.
Αυτό που συμβαίνει στη Θεσσαλονίκη δεν είναι αποκομμένο φαινόμενο. Είναι μέρος μιας ευρύτερης διεθνούς τάσης: η ομοτρανσφοβία σήμερα παίρνει νέες μορφές, χρησιμοποιεί νέα εργαλεία, προσαρμόζεται στα σύγχρονα μέσα και αναπαράγεται σαν οργανωμένη «ιδεολογία του αποκλεισμού». Από τη ρητορική κατά της «woke ατζέντας» μέχρι τις επιθέσεις σε δρόμους και πλατείες, το μίσος γίνεται καταναλωτικό προϊόν, αλλά και μέσο πολιτικής και κοινωνικής χειραγώγησης των μαζών.
Για να κατανοήσουμε πώς η τοπική πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης συνδέεται με τη διεθνή ανασύνταξη του μίσους και ποιες είναι οι καθημερινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα στην πόλη, δίνουμε τον λόγο στον Αποστόλη Καραμπαΐρη, διευθυντή του Thessaloniki Pride, ο οποίος παρακολουθεί από κοντά τα περιστατικά μισαλλοδοξίας, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στην υπεράσπιση της ορατότητας, της ασφάλειας και των δικαιωμάτων της κοινότητας.
Αποστόλης Καραμπαΐρης: Η παγκοσμιοποίηση του μίσους
«Όχι στην παγκοσμιοποίηση» κραδαίνουν διάφοροι, συνήθως ακραίοι, κύκλοι θεωρώντας την απειλή για την ιδιαίτερη εθνική μας ταυτότητα. Οι ίδιοι όμως κύκλοι δε διστάζουν να αναπαράγουν το αφήγημα μιας παγκοσμιοποιημένης εκστρατείας μίσους σε βάρος των ανθρώπων με μη κυρίαρχο σεξουαλικό προσανατολισμό ή και -ιδίως- ταυτότητας και έκφρασης φύλου, όπως άλλωστε και κάθε είδους ετερότητα (πέρα από τη δικιά τους). Αντιθέτως μάλιστα, παρατηρούμε ότι αναδεικνύεται μια νέα μόδα όπου ο ομοτρανσφοβικός κακοποιητικός λόγος που αναπαράγεται στην Ελλάδα από τους γνωστούς κύκλους που επενδύουν στο μίσος για προσωπικά οφέλη (συνήθως ψηφοθηρία για πολιτικά πρόσωπα ή clickοθηρία για influencers), είναι τρομαχτικά ίδιος, αντιγραφή, πολλές φορές και χωρίς μετάφραση (π.χ. woke) με ό,τι αναπαράγεται από ομοϊδεάτες τους σ’ αυτό που θεωρούν κατά τ’ άλλα κακιά, διεφθαρμένη και παρηκμασμένη Δύση.
Η νέα αυτή τάση παρατηρείται έντονα από την περίοδο της πανδημίας με την άνοδο των βασισμένων σε ψευδοεπιστημονικά επιχειρήματα αντιεμβολιαστικών κινημάτων και φουντώνει με την άνοδο της ακροδεξιάς εκλογικά, ιδιαίτερα δε με την επανεκλογή του τραμπ, του πιο γνήσιου εκφραστή και μεγαλύτερου σπόνσορά της. Από τα βασικά χαρακτηριστικά της είναι μια στροφή σε μια πιο αντισυστημική ρητορική, που έρχεται ως απάντηση στα επιτεύγματα του κινήματος ΛΟΑΤΚΙ+, στην Ελλάδα ειδικά μετά την ισότητα στο γάμο. Οι παράγοντες που είχαν κανονικοποιήσει τη θεσμική ανισότητα, θεωρούν τους εαυτούς τους τώρα απειλημένους, όχι επειδή χάνουν τα δικαιώματά τους, αλλά επειδή δεν έχουν πια την κυρίαρχη θέση στην κοινωνία, απώλεια που τη βιώνουν ως ήττα και αντεπιτίθενται κατά του “συστήματος”, ξεχνώντας, ή σκόπιμα υποκρύπτοντας, ότι ήταν αυτό το “σύστημα” ανισοτήτων που υπερασπίζονταν τόσα χρόνια.
Το πιο ανησυχητικό είναι βέβαια ότι αυτή η τάση αποκτά τα χαρακτηριστικά οργανωμένου κινήματος, με χρηματοδότηση και οργανωμένη δομή, ιδιαίτερα μετά τη συνειδητά διακηρυγμένη αντίθεση του άξονα του τραμπο-πουτινισμού προς την ισότητα και τη συμπερίληψη και την πόλωση που έχει αυτή δημιουργήσει παγκοσμίως μεταξύ προόδου και συντήρησης. Φυσικά, την πολιτική τους βρίσκουν ένα σωρό ευφάνταστα ονόματα να τη βαφτίσουν, γιατί αν την πουν με τ’ όνομά της, δηλαδή κατάργηση της ισότητας, δε θα βρουν μεγάλο ακροατήριο να τους ακολουθήσει, ούτε και μπορούν να σταθούν ηθικά. Έτσι βομβαρδιζόμαστε από νεολογισμούς: η καταπολέμηση του bullying γίνεται καταπίεση της πολιτικής ορθότητας, οι πολιτικές ίσων ευκαιριών βαφτίζονται δικτατορία των μειονοτήτων και ο ρατσισμός και οι ανισότητες μας παρουσιάζονται ως πόλεμος ενάντια στη woke ατζέντα.
Η νέα ορολογία αυτή δεν είναι τυχαία. Επιχειρεί να κανονικοποιήσει τη βία και τις διακρίσεις και να τις επανεισάγει στη δημόσια σφαίρα ως κυρίαρχο τρεντ με ένα μανδύα μοντέρνων στοιχείων με τα οποία ο κόσμος μπορεί να ταυτιστεί. Όπως παλιά οι δικτατορίες επιχειρούσαν να ελέγξουν τα παραδοσιακά μέσα μαζικής ενημέρωσης, τώρα οι υπερσυντηρητικοί και φοντεμενταλιστικοί αυτοί κύκλοι επιχειρούν να ελέγξουν τα social media και να τα διατηρήσουν ως έναν μη εποπτευόμενο χώρο, όπου μπορούν να διαδίδουν εμπρηστικές δηλώσεις άμεσα και χωρίς έλεγχο για το αν πρόκειται για ψευδείς ειδήσεις, ένα πολύ πρόσφορο εργαλείο στα χέρια τους. Έτσι η βία και ο ρατσισμός όχι μόνο κανονικοποιείται, αλλά γίνεται και καταναλωτικό και ανταλλακτικό αγαθό, μέσο προσέλκυσης εκλογικής “πελατείας” και αύξησης της απήχησης. Δεν είναι τυχαίο ότι οι εκπαιδευτικοί αναφέρουν όλο και περισσότερο περιστατικά κακοποίησης μεταξύ νεαρών με στόχο να τα καταγράψουν στις κάμερές τους και να τ’ ανεβάσουν για να πάρουν views. Η ανατριχιαστική επίθεση του όχλου σε βάρος δύο ατόμων με πιο ανδρόγυνη έκφραση φύλου στην πλ. Αριστοτέλους (Θεσσαλονίκη), το Μάρτιο του 2024 εντάσσεται στο μοτίβο αυτό. Όπως καταλαβαίνουμε, οι πολιτικές αυτές δεν είναι αθώες. Δεν είναι απλά προσπάθεια για επικράτηση της μίας πολιτικής ιδεολογίας έναντι μιας άλλης. Έχουνε κόστος σε βία ακόμα και σε ζωές.
Και φυσικά πάντα το θύμα είναι τα πιο ευάλωτα άτομα. Από την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙ+, συνήθως στο στόχαστρο είναι οι τρανς άνθρωποι, ειδικά όσοι κινούνται εκτός του έμφυλου διπόλου, αυτοί που “τους φαίνεται” και “προκαλούν”, όπως χαρακτηριστικά λένε. Φυσικά “πρόκληση” εννοούνε την ίδια την ύπαρξη του διαφορετικού. Ή, ακόμα περισσότερο, οι διακρίσεις στρέφονται σε άτομα με πολλαπλές ευαλωτότητες, δηλαδή, αν πέρα από ΛΟΑΤΚΙ+ είναι και, για παράδειγμα, άτομα που εργάζονται στο σεξ, μεταναστευτικού ή προσφυγικού προφίλ, οροθετικά, Ρομά, και γενικά άνθρωποι μη προνομιούχοι που δύσκολα υπερασπίζονται τον εαυτό τους σε περίπτωση διακρίσεων και φέρουν κοινωνικό στίγμα. Και με το στίγμα αυτό επιχειρείται να δικαιολογηθεί και η ρατσιστική μεταχείριση.
Αυτή είναι η νέα όψη της ομοτρανσφοβίας σήμερα: παγκοσμιοποιημένη, συγκεκαλυμένη, αντισυστημική και με “ανανεωμένη” γλώσσα. Είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη σύγχρονη μορφή όλων των υπόλοιπων διακρίσεων που προωθεί η νέα τάξη πραγμάτων που επιχειρεί να επιβληθεί και ως τέτοια οφείλουμε να την εντοπίζουμε και να την αντιμετωπίζουμε. Γιατί η δημοκρατική, ευημερούσα και συμπεριληπτική κοινωνία ισότητας επιτυγχάνεται, μόνο όταν καταπολεμάμε το στίγμα συνολικά, όχι όταν το μεταθέτουμε σε πιο ευάλωτες ομάδες. Η κοινωνία ευημερεί και προοδεύει, μόνο όταν δεν αφήνει πίσω κανένα μέλος της.
*Ο Αποστόλης Καραμπαΐρης είναι πολιτικός επιστήμονας. Είναι ιδρυτικό μέλος και διευθυντής του Thessaloniki Pride.