Ακρίβεια: Το κόστος απειλεί την πρωτογενή παραγωγή – Μείζον πρόβλημα η εγκατάλειψη της υπαίθρου

Ακρίβεια: Το κόστος απειλεί την πρωτογενή παραγωγή – Μείζον πρόβλημα η εγκατάλειψη της υπαίθρου
Αγρότης στη Νάξο (φωτογραφία αρχείου) Dimitris Peristeris / SOOC

Μείζων είναι ο κίνδυνος, λόγω χρόνιων παθογενειών αλλά και εκτίναξης του κόστους παραγωγής, να εγκαταλειφθεί η γη και η ζωική παραγωγή, με επιπτώσεις της κατάστασης αυτής στην επισιτιστική ασφάλεια της χώρας.

Τα χρόνια προβλήματα του πρωτογενούς τομέα, ομού με την εκτίναξη του ενεργειακού κόστους αλλά και τη φυγή νέων από την ύπαιθρο συνιστούν ένα «εκρηκτικό» κοκτέιλ που απειλεί κοινωνία και οικονομία. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν παράγοντες του δημόσιου χώρου, που μάλιστα, αν και έχουν διαφορετικές θεσμικές και πολιτικές αφετηρίες, συμφωνούν ότι ειδικά για την ύπαιθρο και την αγροτική παραγωγή απαιτείται ένα συγκροτημένο σχέδιο.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει σε Επίκαιρη Ερώτηση που κατέθεσε χτες προς τον κ. Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Σπ. Λιβανό, ο Σταύρος Γ. Αραχωβίτης, Βουλευτής Λακωνίας ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει η συνέχιση της αγροτικής παραγωγής, η βιωσιμότητα του αγροτικού κόσμου αλλά και η διαθεσιμότητα τροφίμων, ειδικά για τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα.

«Οι αυξήσεις στο κόστους παραγωγής θέτουν σε κίνδυνο τη συνέχιση της αγροτικής παραγωγής και την επιβίωση χιλιάδων γεωργικών εκμεταλλεύσεων» ανέφερε ο Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Στ. Αραχωβίτης που σημείωσε ότι «η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κατάφερε να κάνει τη χειρότερη πληρωμή προκαταβολής βασικής ενίσχυσης που έγινε ποτέ».

Στα ύψη το ενεργειακό κόστος

Ο κ. Αραχωβίτης μάλιστα στέκεται και στο θέμα του ενεργειακού κόστους. «Καθώς η τιμή του πετρελαίου έχει σχεδόν διπλασιαστεί, η εξαγγελία για την επιστροφή ΕΦΚ αποκλείει την μεγάλη πλειοψηφία των πραγματικών παραγωγών, ενώ αφορά την κατανάλωση του 2022 και η επιστροφή θα εκταμιευτεί μέσα στο 2023. Πολύ λίγα σε πολύ λίγους και πολύ αργά» τονίζει και προσθέτει ότι:

«Ταυτόχρονα, η Ελλάδα αναδεικνύεται «πρωταθλήτρια» ακρίβειας στη χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν επιπλέον χρέωση λόγω της «Ρήτρας Αναπροσαρμογής». Η αγροτική παραγωγή έχει τον υψηλότερο βαθμό εξάρτησης από την ηλεκτρική ενέργεια σε όλη την Ευρώπη. Απέναντι σε όλα αυτά, η Κυβέρνηση θεσμοθετεί ελάχιστες ελαφρύνσεις που αφορούν μόνο τους καταναλωτές χαμηλής τάσης. Αποτέλεσμα της αύξησης στους λογαριασμούς άρδευσης είναι η συσσώρευση επιπλέον χρεών στους ΤΟΕΒ.»

Υπενθυμίζεται ότι Νοέμβριο καταγράφηκε περαιτέρω αύξηση της μέσης χονδρεμπορικής τιμής ηλεκτρικού ρεύματος στα 228,87 ευρώ/ MWh, από 198,34 ευρώ που ήταν τον Οκτώβριο. Πρόκειται για πανευρωπαϊκό ρεκόρ, που οφείλεται και στις τιμές τόσο του φυσικού αερίου (95 ευρώ/MWh χθες στο διεθνές hub TTF της Ολλανδίας) όσο και των ρύπων (75 ευρώ/τόνος στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων).

Εκτόξευση κόστους αγροτικά εφόδια

Παράλληλα ο κ. Αραχωβτίτης σημειώνει ότι καταγράφεται εκτίναξη τιμών και στα αγροτικά εφόδια. «Σύμφωνα με την ΕΕ (DGAgri, στοιχεία Σεπτεμβρίου 2021), η ετήσια μεσοσταθμική αύξηση της τιμής των λιπασμάτων είναι 68,5 %. Ωστόσο, η Κυβέρνηση βρίσκεται εκτός πραγματικότητας και δεν λαμβάνει κανένα απολύτως μέτρο που θα επιτρέψει την αντιμετώπιση του αυξημένου κόστους λίπανσης των καλλιεργειών» αναφέρει ο κ. Αραχωβίτης και προσθέτει ότι: «Όταν οι αυξήσεις στις ζωοτροφές κυμαίνονται σε 30-40% ενώ μπορεί ανά περιοχές και είδος να φτάσουν και το 70%, θεσμοθετεί μια μείωση του ΦΠΑ που αποτελεί λογιστικό μέγεθος. Αντίθετα, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα καθώς ο ΦΠΑ είναι διαφορετικός στις αγορές απ΄ ότι στις πωλήσεις, με αποτέλεσμα την αδυναμία ισοσκελισμού. Αλλά και για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και το πολλαπλασιαστικό υλικό εκτιμάται ότι οι αυξήσεις θα συνεχιστούν με περαιτέρω επιβάρυνση του κόστους.»

Μείζον ζήτημα η εγκατάλειψη της υπαίθρου

Το θέμα πάντως της φυγής των νέων από την ύπαιθρο ανέδειξε πριν λίγες εβδομάδες ο υποδιοικητής της τράπεζας της Ελλάδος κ. Θεόδωρος Πελαγίδης στην ομιλία του στο πλαίσιο της παρουσίασης της ετήσιας έκθεσης του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ.

Ο κ. Πελαγίδης χαρακτήρισε σχολιάζοντας την έκθεση την εγκατάλειψη της υπαίθρου ως ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα των ημερών, επισημαίνοντας την ανάγκη λήψης μέτρων ώστε να αποτραπεί μια περαιτέρω συρρίκνωση του πληθυσμού της.

Όσον αφορά το αυξημένο κόστος των πρώτων υλών και των ενδιάμεσων αγαθών λόγω του πληθωρισμού, ο κ. Πελαγίδης τόνισε ότι πράγματι αυτό είναι ένα ζήτημα, από την άλλη όμως επανέλαβε ότι ο πληθωρισμός έχει γρήγορα αποκτήσει ένα χαρακτήρα πληθωρισμού ζήτησης. Επομένως, είπε, οι εταιρείες ανταγωνίζονται πλέον για μια καταναλωτική και επενδυτική δαπάνη η οποία αυξάνεται ταχύτατα και το γεγονός αυτό δίνει στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις την ευκαιρία να αυξήσουν τους τζίρους και τα κέρδη τους.

Όσον αφορά τις αδυναμίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ο κ. Πελαγίδης υπογράμμισε ότι στη σύγχρονη εποχή το μέγεθος δεν ταυτίζεται με την ανταγωνιστικότητα και ότι είναι πολύ πιο σημαντική η ένταξη σε διεθνείς αλυσίδες αξίας.

Έφερε ως παράδειγμα ελληνικές εταιρείες σχετικά υψηλής τεχνολογίας με μεγάλο τζίρο και χαμηλή απασχόληση, οι οποίες είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικές και με ικανοποιητική πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα.

Όσον αφορά τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων ο κ. Πελαγίδης ανέφερε ότι κατά 60% περίπου αυτός συγκεντρώνεται στην Αττική, ενώ τόνισε ότι πράγματι αποτελεί πρόβλημα για τη χώρα η επιχειρηματική υπανάπτυξη και η χαμηλή χρηματοδότηση της υπαίθρου.

Όπως και το γεγονός ότι οι ταλαντούχοι νέοι και νέες δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότηση για νέες επιχειρηματικές προσπάθειες με αποτέλεσμα πολλοί να σκέφτονται τη μετανάστευση στην Ευρώπη.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα