Π. Κουστένης -Εκλογές ΚΙΝΑΛ: Ερμηνείες και στοιχήματα της νίκης Ανδρουλάκη

Π. Κουστένης -Εκλογές ΚΙΝΑΛ: Ερμηνείες και στοιχήματα της νίκης Ανδρουλάκη
Eurokinissi

Ο Παναγιώτης Κουστένης, Δρ. Πολιτικής Επιστήμης, με άρθρο του στο NEWS 24/7, αναλύει τα αποτελέσματα των εσωκομματικών εκλογών του Κινήματος Αλλαγής.

Η εκλογική διαδικασία για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ σημαδεύτηκε πρωτίστως (και για μια ακόμα φορά) από την ευρεία συμμετοχή, καθώς οι 270.000 περίπου ψηφοφόροι που προσήλθαν στις κάλπες- και μάλιστα σε καθεστώς πανδημίας- ήταν κατά 30% περίπου περισσότεροι από την αντίστοιχη αναμέτρηση του 2017 (212.000).

Στοιχείο που δεν μαρτυρεί μόνο το αυξημένο σχετικό ενδιαφέρον και τη συμπάθεια, ειδικά μετά τις εξελίξεις των τελευταίων μηνών (την αποχώρηση και τον πρόωρο χαμό της Φώφης Γεννηματά και την είσοδο του Γ. Παπανδρέου στην κούρσα), αλλά μπορεί σαφώς να ερμηνευθεί και ως ενίσχυση της επιρροής του ΚΙΝΑΛ σε σύγκριση με το 8,1% του 2019, σε επίπεδα ανώτερα του 10% πλέον, όπως καταγράφεται σε αρκετές από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις.

Σε αυτό το ρεύμα, μπορεί βεβαίως να συνυπολογιστεί και η ανάγκη έκφρασης ενός τμήματος του εκλογικού σώματος, για πρώτη φορά τόσο μαζικά 2,5 χρόνια μετά τις προηγούμενες εκλογές, ενδεχομένως απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, αλλά και προς μία εναλλακτική πρόταση, μακριά και από αυτήν της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Το εύρος της συμμετοχής σε κάθε περίπτωση ήταν γνωστό ότι θα αποτελούσε καθοριστικό, αλλά και τον πλέον αστάθμητο παράγοντα για το τελικό αποτέλεσμα, με ένα περιορισμένο μέγεθός της να αναμένεται ότι θα ευνοούσε τον Γ. Παπανδρέου, ενώ οι ελπίδες για τον Α. Λοβέρδο φαίνονταν να αυξάνονται εφόσον η συμμετοχή άγγιζε ή υπερέβαινε το εκλογικό μέγεθος του κόμματος (458.000 ψήφοι το 2019).

Μία ενδιάμεση εκτίμηση συμμετοχής 250.000-300.000 αναμενόταν να αυξήσει το (καταγεγραμμένο σε αρκετές δημοσκοπήσεις, αλλά όχι σε αυτήν την έκταση) προβάδισμα του Ν. Ανδρουλάκη, γεγονός που επιβεβαιώθηκε.

Το ίδιο το αποτέλεσμα, με τον Ν. Ανδρουλάκη να συγκεντρώνει περίπου 37% και να εξασφαλίζει μια καθαρή διαφορά περίπου 10 μονάδων από τους σχεδόν ισοδύναμους Γ. Παπανδρέου και Α. Λοβέρδο (σχεδόν 28% και 26% αντίστοιχα) φαίνεται ότι αντανακλά τις δημοσκοπικά αποτυπωμένες αντιλήψεις των οπαδών του κόμματος, σχετικά τη μελλοντική στρατηγική του, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις πιθανές συνεργασίες του.

Σύμφωνα με τα δημοσκοπικά στοιχεία, οι μισοί περίπου ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ, στο δίλημμα της συνεργασίας με την ΝΔ ή με τον ΣΥΡΙΖΑ αρνούνταν να πάρουν θέση – δηλώνοντας κυρίως υπερ της αυτόνομης πορείας, ενώ οι υπόλοιποι ήταν διχασμένοι μεταξύ των δύο επιλογών, παρότι με πλειοψηφική προτίμηση προς τη ΝΔ. Σε αυτό ειδικά το ζήτημα, παρότι δεν βρέθηκε στο επίκεντρο της επίσημης προεκλογικής συζήτησης, ο Ν. Ανδρουλάκης από τους τρεις βασικούς υποψήφιους ήταν ο προσεκτικότερος ως προς τις διατυπώσεις των θέσεών του.

Με αυτήν την έννοια, εκτός από το αίτημα για ανανέωση (που εκφράστηκε και με την αυξημένη μάλλον συμμετοχή νεότερων ψηφοφόρων σε σχέση με το 2017 αλλά και σε σχέση με την γερασμένη ηλικιακά εκλογική βάση των τελευταίων ετών) καθώς και το πλεονέκτημα που μάλλον αποκτούσε προς στιγμή μετά την απόσυρση της Φώφης Γεννηματά και πριν την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Γ. Παπανδρέου, ο Ν. Ανδρουλάκης συγκέντρωνε και τα χαρακτηριστικά του καταλληλότερου εγγυητή της ενότητας του κόμματος, αλλά ενδεχομένως και του ικανότερου για την αύξηση της εκλογικής του επιρροής, με δυνατότητες αμφίδρομης απεύθυνσης προς τους σημερινούς οπαδούς των δύο μεγάλων κομμάτων.

Φυσικά η ικανοποίηση και η γενικότερη διαχείριση των παραπάνω προσδοκιών προσδιορίζουν ήδη τα στοιχήματα για τον νέο ηγέτη, εφόσον η επικράτηση του επιβεβαιωθεί και στον Β’ Γύρο, ενόψει του οποίου το χθεσινό αποτέλεσμα συνιστά σαφέστατο πρόκριμα. Σε κάθε περίπτωση, όλα τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά του Ν. Ανδρουλάκη έφταναν για να αντισταθμίσουν μειονεκτήματα όπως η έλλειψη κυβερνητικής εμπειρίας ή η απουσία από την κεντρική πολιτική σκηνή. Πρόκειται άλλωστε για τον πρώτο εν ενεργεία ευρωβουλευτή στην Ελλάδα ο οποίος εκλέγεται αρχηγός κόμματος που ταυτόχρονα εκπροσωπείται στο εθνικό κοινοβούλιο.

Ας σημειωθεί πάντως ότι η επικράτηση του Ν. Ανδρουλάκη, σύμφωνα με την μέχρι τώρα ανολοκλήρωτη καταγραφή των αποτελεσμάτων, αποτυπώθηκε και με μία σχετική γεωγραφική ομοιομορφία, κερδίζοντας τη σχετική πλειοψηφία με 35%-40% στις περισσότερες περιοχές της χώρας, με εξαίρεση την Κρήτη όπου επικράτησε με ποσοστά της τάξης του 60%, την Δυτική Ελλάδα όπου πλειοψήφησε ο Γ. Παπανδρέου, αλλά και με την κρίσιμη εξαίρεση της Αττικής όπου πρώτος αναδείχθηκε ο Α. Λοβέρδος, ενώ ο ίδιος ο Ν. Ανδρουλάκης υπολείφθηκε του 30%.

Ειδικά η δυναμική του κόμματος και του νέου αρχηγού στην – με ευρύτερη πολιτική και κοινωνική σημασία – περιφέρεια της πρωτεύουσας συνιστά ένα ακόμα στοίχημα για τη συνολική εκλογική ανασυγκρότηση της παράταξης, αποτελώντας τα τελευταία χρόνια «αχίλλειο πτέρνα» του κόμματος. Υπενθυμίζεται ότι ακόμα και στις εκλογές του 2019, το ΚΙΝΑΛ έλαβε ποσοστό χαμηλότερο του 5,5% (και αναδείχθηκε σε 4η κατά σειρά πολιτική δύναμη, χαμηλότερα από το ΚΚΕ), όταν αντίστοιχα στο σύνολο των 3-εδρικών περιφερειών, όπου ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτούσε η προοπτική της προσωπικής εκλογικής επιτυχίας των τοπικών υποψηφίων του, έφτανε αθροιστικά το 12%.

Σχετικά με τους άλλους δύο βασικούς διεκδικητές, τα αποτελέσματα του Γ. Παπανδρέου (του τελευταίου πρωθυπουργού που εξελέγη στη χώρα με ποσοστό ανώτερο του 40%) ήταν σαφώς κατώτερα των προσδοκιών, παρά το ρεύμα που επιχείρησε να διαμορφώσει με τις μεγάλες κατά τόπους ανοιχτές συγκεντρώσεις, αλλά και τον ρόλο του «μεμονωμένου αδιαφιλονίκητου φαβορί» που διεκδίκησε τόσο με το αρχικό του αίτημα για απόσυρση των υπολοίπων υποψηφιοτήτων, όσο και με την άρνηση της συμμετοχής στο debate.

Το ρεύμα αυτό ως διαίσθηση αποτυπώθηκε σε αρκετές περιπτώσεις στην παράσταση νίκης, αλλά ποτέ σχεδόν με ξεκάθαρο προβάδισμα έναντι των δύο βασικών αντιπάλων του. Αποδείχθηκε εν τέλει ότι η προσωπική επιρροή του πρώην πρωθυπουργού στο πλαίσιο της ευρύτερης παράταξης παρέμεινε περιορισμένη, τουλάχιστον κατά τη χθεσινή αναμέτρηση, στα όρια του ΚΙΔΗΣΟ (που στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 είχε λαβει περίπου το 1/3 επί του αθροιστικού ποσοστού των κομμάτων που συναποτελούν το σημερινό ΚΙΝΑΛ). Από την άλλη πλευρά, η καταγεγραμμένη υψηλότερη δημοφιλία του Α. Λοβέρδου στο σύνολο του εκλογικού σώματος (παράλληλη και ταυτόσημη σχεδόν με τη διατήρηση της σχετικής δημοσκοπικής πλειοψηφίας της ΝΔ) δεν αποδείχθηκε αρκετή για να έχει το ανάλογο εκλογικό αντίκρισμα στην εσωκομματική διαδικασία, αφού και με βάση τις δημοσκοπήσεις ο συγκεκριμένος υποψήφιος τοποθετούνταν σαφώς δεξιότερα τόσο από το σύνολο των υπολοίπων διεκδικητών, όσο και από τον μέσο όρο των ψηφοφόρων του κόμματος.

Έτσι το τελικό ποσοστό του Α. Λοβέρδου παρέμεινε στα ίδια περίπου επίπεδα με εκείνα της προηγούμενης συμμετοχής του στην εκλογή ηγεσίας τον Ιούνιο του 2015 (25,3%). Για τον Ν. Ανδρουλάκη, εφόσον η πλειοψηφία του επιβεβαιωθεί στον Β’ Γύρο, σημαντική παρακαταθήκη θα αποτελέσουν τόσο η ευρεία συμμετοχή όσο και η επικράτηση επί καθόλα αξιόμαχων αντιπάλων.

Το βασικό ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό θα μπορέσει να κεφαλαιοποιήσει και εκλογικά τα δύο αυτά στοιχεία που κέρδισαν τις εντυπώσεις στη χθεσινή διαδικασία. Η μελλοντική απάντηση αυτού του ερωτήματος αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, για ένα κόμμα που όχι μόνο τοποθετείται ιδεολογικά και πολιτικά ενδιάμεσα των δύο μεγάλων (και με τις αμέσως επόμενες εκλογές να διεξάγονται με Αναλογική), αλλά και που η ιστορική εκλογική του μήτρα παραμένει ενεργή, αποτελώντας κρίσιμο αριθμητικό και πολιτικό συστατικό για όλα τα κυβερνητικά σχήματα από το 2012 μέχρι σήμερα.

*Ο Π. Κουστένης είναι Δρ. Πολιτικής Επιστήμης

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα