Μητραλέξης: Η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε την ήττα της Εκκλησίας

Μητραλέξης: Η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε την ήττα της Εκκλησίας
Φωτογραφία από την Ιερά Σύνοδο Eurokinissi

Ο ακαδημαϊκός, πάνω σε βιβλίο του οποίου βασίστηκε η συμφωνία Τσίπρα- Ιερώνυμου, διερωτάται με ποιά αρμοδιότητα αποφασίζει η ιεραρχία να «εμμείνει στο υφιστάμενο καθεστώς μισθοδοσίας» και τονίζει ότι συμφωνία- salad bar δεν υφίσταται

Η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε την ήττα της Εκκλησίας, υποστηρίζει σε ανάρτηση του στο facebook ο ακαδημαϊκός Σωτήρης Μητραλέξης.

Ο κ.Μητραλέξης είναι Seeger Fellow στο Πανεπιστήμιο του Princeton, ερευνητικός εταίρος στο Πανεπιστήμιο του Winchester και επίκουρος καθηγητής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Πόλεως, Κωνσταντινούπολη (Istanbul Şehir University – ερευνητική άδεια). Από τον Ιανουάριο έως τον Μάϊο του 2017 διετέλεσε επισκέπτης εταίρος στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και ερευνητικός συνεργάτης στο κολλέγιο Peterhouse.

Στο βιβλίο του «Απελευθέρωση της Εκκλησίας από το Κράτος: οι σχέσεις Εκκλησίας-Κράτους και η μελλοντική μετεξέλιξή τους» (επιμ., Αθήνα: Manifesto 2015), φέρεται να βασίστηκε η συμφωνία Τσίπρα- Ιερώνυμου

Στην ανάρτηση του υπενθυμίζει ότι σύμφωνα με το ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου: «η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος ομοφώνως αποφάσισε: 1. Να συνεχιστεί ο διάλογος με την Πολιτεία επί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος. 2. Να αναθέσει στην Διαρκή Ιερά Σύνοδο την συγκρότηση Ειδικής Επιτροπής, η οποία θα αποτελείται από Ιεράρχες, Νομικούς, Εμπειρογνώμονες και Εκπροσώπους του Εφημεριακού Κλήρου για την μελέτη των θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος, ο καρπός της οποίας θα υποβληθεί στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος προς τελική έγκριση. 3. Να εμμείνει στο υφιστάμενο καθεστώς μισθοδοσίας των Κληρικών και των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.»

Ο κ.Μητραλέξης κάνει λόγο για “αμοιβαία επωφελή συμφωνία πρωθυπουργού και αρχιεπισκόπου στις 6 Νοεμβρίου 2018” και υπενθυμίζει ότι αυτή είχε ουσιαστικά δύο σκέλη:

“1. Για πρώτη φορά στην ιστορία του Ελληνικού Κράτους, την κατωχύρωση της μισθοδοσίας ικανού αριθμού κληρικών, από πόρους που το κράτος θα δίδει κατ’ ευθείαν στην εκκλησία ως αποζημίωση για της πλημμελώς ή ουδόλως αποζημιωθείσες απαλλοτριώσεις συγκεκριμένων ιστορικών περιόδων: την εκκρεμότητα μιας τέτοιας αποζημίωσης την αναγνωρίζει το κράτος για πρώτη φορά.

2. Την από κοινού αξιοποίηση, με 50% των πόρων στην Εκκλησία και 50% στο κράτος, συγκεκριμένων «μπλοκαρισμένων» σήμερα κτήσεων της Εκκλησίας. Εμμέσως πλην σαφέστατα, αυτό το κρατικό 50% συνιστά και μια αυτο-χρηματοδότηση της αποζημίωσης για τη μισθοδοσία.”

Σημειώνει ότι η Ιεραρχία σήμερα αποφάσισε πως θέλει να συζητήσει τα υπόλοιπα ζητήματα «κοινού ενδιαφέροντος» με την Πολιτεία, αλλά «να εμμείνει στο υφιστάμενο καθεστώς μισθοδοσίας των Κληρικών και των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος». Τι σημαίνει αυτό;

Όπως αναφέρει ο κ.Μητραλέξης: “Σημαίνει πως η Εκκλησία της Ελλάδος δε δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη νομοθετική κατωχύρωση της μισθοδοσίας του κλήρου, η οποία νομικά και θεσμικά δεν αναγνωρίζεται σήμερα ως ανταποδοτική για κάτι, και καμμία μελλοντική κυβέρνηση δεν έχει υποχρέωση να τη διατηρήσει το γε νυν έχον, και ότι άρα δεν την απασχολεί το ενδεχόμενο να παύσει ολοσχερώς αυτή η μισθοδοσία σε ένα υποθετικό μέλλον, κατά το οποίο η Εκκλησία της Ελλάδος δεν θα έχει την οίηση μιας κοινωνικής επιρροής που έχει σήμερα, την οποία φαντάζεται ως ανασχετική νομοθετημάτων με τα οποία επιλέγει να διαφωνεί. Η μισθοδοσία του κλήρου είναι σήμερα μετέωρη, εδραζόμενη σε ένα νομοθετικό jenga διατάξεων που μπορεί να καταρρεύσει ανά πάσα στιγμή εάν ο νομοθέτης το θελήσει. Η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζει, λοιπόν, πως η μισθοδοσία του κλήρου πρέπει να συνεχίσει να είναι μετέωρη.”

Δεύτερον, αναφέρει ο ακαδημαϊκός: “Εξυπακούεται πως, αντιστοίχως και σε συνάρτηση με το προηγούμενο, η Εκκλησία της Ελλάδος δεν ενδιαφέρεται για την αναγνώριση εκ μέρους του κράτους πως εκείνο έχει εκκρεμότητες και υποχρεώσεις αποζημίωσης απέναντί της. Ο γράφων δε διανοείται να προσβάλει κανέναν κληρικό με τον ισχυρισμό πως οποιοσδήποτε κληρικός ή λαϊκός θα μπορούσε να υποθέσει ότι η Πολιτεία θα συνεχίσει να παραχωρεί αυτήν την αναγνώριση, όπως αυτή αποτυπώθηκε στις 6 Νοεμβρίου, ακόμα και αν το δεύτερο σκέλος της, δηλαδή η διευθέτηση της μισθοδοσίας, ακυρώνεται! Το «τα δικά μου, δικά μου, και τα δικά σου πάλι δικά μου» βρίσκεται στη σφαίρα της φαντασίας. Δεν έχουμε, βέβαια, συμφωνία-salad bar: το εδάφιο της συμφωνίας σύμφωνα με το οποίο «το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε» απλώς σταματάει να υφίσταται, διότι δεν μπορείς βέβαια να τα έχεις όλα. Η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζει, λοιπόν, πως δεν ενδιαφέρεται για την αναγνώριση εκκρεμοτήτων του κράτους έναντί της για τις μέχρι το 1939 απαλλοτριώσεις.”

Σημαίνει όμως και τα εξής, προσθέτει ο κ.Μητραλέξης:

“Δεν νοείται, φυσικά, να δημιουργείται η εντύπωση πως είναι η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος που φέρει την ευθύνη της νομοθετικής εξουσίας στη χώρα. Με ποιά αρμοδιότητα αποφασίζει να «εμμείνει στο υφιστάμενο καθεστώς μισθοδοσίας»; Σάμπως είναι η Εκκλησία που μισθοδοτεί τους κληρικούς, για να αποφασίζει και αρμοδίως; Γιατί φαντάζεται η Σύνοδος της Ιεραρχίας ότι το Κράτος δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει την απόφασή της και να υπακούσει ταπεινά στις αποφάσεις της για το πώς θα μισθοδοτούνται οι κληρικοί και το πώς θα νομοθετεί το ίδιο;

“Προφανώς έχει δοθεί η εντύπωση στην Ιεραρχία πως η εναλλακτική στα προτεινόμενα της συμφωνίας είναι η συνέχιση της υφιστάμενης κατάστασης. Είναι όμως αυτό αλήθεια; Υπάρχει ενδεχόμενο να συνιστούν τα προτεινόμενα της συμφωνίας εναλλακτική σε μια ολοσχερή παύση της μισθοδοσίας του κλήρου ή άλλης δυσμενούς ρύθμισης και όχι βέβαια στο status quo; Υπενθυμίζουμε πως ο Πρωθυπουργός εξετέθη, παρουσιάζοντας από κοινού με τον Αρχιεπίσκοπο το ανακοινωθέν της 6ης Νοεμβρίου. Εικάζει κανείς ότι η θέση του δεν θα είναι εύκολη, εάν κληθεί να «συρθεί» πίσω από την διατύπωση γνώμης της Ιεράς Συνόδου (διότι η λέξη «απόφαση» έχει μια κανονιστικότητα που εδώ υφίσταται μόνο στη φαντασία ορισμένων). Και εάν είναι take it or leave it; Πώς θα αντιδράσει τώρα το κυβερνών κόμμα; Πλέον γνωρίζουμε πως ο Πρωθυπουργός ξέρει το πολιτικό παιχνίδι απείρως καλύτερα από ότι η Ιεραρχία της Εκκλησίας.”

Και ο ακαδημαϊκός καταλήγει: “Όταν προωθείται μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία, για την οποία στρατιές καχυπόπτων δυσκολεύονται να πεισθούν πως δεν ισχύει ότι «το Κράτος τα δίνει όλα στην Εκκλησία», και ακολούθως η Εκκλησία την απορρίπτει, το συμπέρασμα προς το αντικληρικαλιστικό φάσμα του πολιτικού κόσμου είναι σαφές. Η Εκκλησία τους διδάσκει ότι θα βρίσκουν άκρη μόνο όταν θα προχωρούν σε βίαιες μονομερείς ενέργειες, όπως γινόταν άλλωστε πάντοτε, με πρώτο εγχείρημα ριζικής αλλαγής τη συναινετική συμφωνία της 6ης Νοεμβρίου. Η Εκκλησία διδάσκει τον πολιτικό κόσμο: «δεν έχει νόημα να προσπαθείτε να βρείτε συναινετικά άκρη μαζί μας. Δεν τό’χουμε.»”

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα