Ηριάννα: Εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό η υπόθεση

Ηριάννα: Εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό η υπόθεση
Δίκη για την Ηριάννα και τον Περικλή Eurokinissi

Στο Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας έχει οριστεί να αρχίσει σήμερα Τετάρτη η δίκη με κατηγορούμενους την Ηριάννα Λ. και τον Περικλή Μ.

Εκδικάζεται σήμερα σε δεύτερο βαθμό η υπόθεση της Ηριάννας Β.Λ. και του Περικλή, οι οποίοι βρίσκονται στη φυλακή από τον Ιούνιο του 2017.

Οι δύο νέοι καταδικάστηκαν πρωτοβάθμια από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων σε ποινή κάθειρξης 13 ετών ο καθένας για συμμετοχή στην οργάνωση Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς.

Το χρονικό

Η Ηριάννα συνελήφθη τον Μάρτιο του 2011 σε έφοδο της Αντιτρομοκρατικής στο σπίτι του φίλου της στα πλαίσια επιχείρησης παρακολούθησης υπόπτων που είχαν επισκεφτεί το ίδιο σπίτι.

Μετά την έφοδο ο φίλος της, που συνελήφθη, κατηγορήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 187Α του Ποινικού Κώδικα για συγκρότηση, ένταξη και συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση, αλλά στη συνέχεια αθωώθηκε ομόφωνα και αμετάκλητα από το πρωτόδικο δικαστήριο και με τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα της έδρας.

Η διδακτορική φοιτήτρια στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών είχε δώσει τότε δείγμα DNA, χωρίς ωστόσο να προκύψει κάποιο στοιχείο εναντίον της, με αποτέλεσμα να αφεθεί ελεύθερη.

Ωστόσο, δύο χρόνια αργότερα, με αφορμή ένα «εύρημα» των αρχών βρέθηκε ξανά αντιμέτωπη με τη δικαιοσύνη. Απολογήθηκε και αφέθηκε ελεύθερη με περιοριστικούς όρους μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης. Ακολούθησε η καταδίκη της σε 13 χρόνια κάθειρξη, με μόνο ενοχοποιητικό στοιχείο ένα αμφιλεγόμενο δείγμα DNA, γεγονός που ξεσήκωσε μια σειρά αντιδράσεων με πολιτικά κόμματα, φορείς, συλλογικότητες και προσωπικότητες της δημόσιας ζωής από τον επιστημονικό και καλλιτεχνικό χώρο να ζητούν την απελευθέρωσή της.

Ανακοίνωση της Διεθνούς Αμνηστίας

Σήμερα αρχίζει στο Εφετείο Αθηνών η ακρόαση της έφεσης της Ηριάννας, της διδακτορικής φοιτήτριας, η οποία καταδικάστηκε σύμφωνα με την αντιτρομοκρατική νομοθεσία της Ελλάδας σε φυλάκιση 13 ετών. Η Ηριάννα καταδικάστηκε για την συμμετοχή της στην αναρχική ομάδα Πυρήνες της Φωτιάς, η οποία συνδέθηκε με δραστηριότητες όπως η αποστολή βομβών-δεμάτων σε Ευρωπαίους πολιτικούς. Στο πλαίσιο ανησυχιών για το πόσο δίκαιη ήταν η πρώτη δίκη και, ειδικότερα, για την αξιοπιστία των αποδεικτικών στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν για την καταδίκη της, η Διεθνής Αμνηστία καλεί τις ελληνικές αρχές να διασφαλίσουν ότι η έφεση της Ηριάννας θα πληροί τα διεθνή πρότυπα δίκαιης δίκης, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στο τεκμήριο της αθωότητας και στα πρότυπα αποδεικτικών στοιχείων.

Η καταδίκη της Ηριάννας φαίνεται να βασίζεται σε ένα αμφισβητούμενο δείγμα DNA και στη σχέση με τον σύντροφό της, ο οποίος κατηγορήθηκε επίσης για συμμετοχή στους Πυρήνες της Φωτιάς, αλλά έκτοτε κρίθηκε αθώος από το Εφετείο Αθηνών. Ένας δικαστικός πραγματογνώμων που ειδικεύεται στην ανάλυση και ταυτοποίηση του DNA και ο οποίος εμφανίζεται τακτικά ως ειδικός μάρτυρας ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων, κατέθεσε ότι το δείγμα DNA ήταν τόσο χαμηλής ποσότητας και ποιότητας που δεν μπορούσε να ταιριάξει με το προφίλ του DNA της Ηριάννας. Επιπλέον, το δείγμα κακής ποιότητας εξαντλήθηκε μετά από την αρχική αστυνομική ανάλυση, οπότε δεν μπορούσε να εξεταστεί ανεξάρτητα από τον εμπειρογνώμονα για λογαριασμό της υπεράσπισης της Ηριάννας. Η Ηριάννα έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι είναι αθώα και έχει λάβει ευρεία υποστήριξη από πολλά μέρη της ελληνικής κοινωνίας.

Ιστορικό

Βασικό κριτήριο για μία δίκαιη ακρόαση είναι η αρχή της ισότητας των μέσων μεταξύ των διαδίκων σε μια υπόθεση. Η αρχή αυτή εξασφαλίζει ότι η υπεράσπιση έχει μια πραγματική ευκαιρία να προετοιμάσει και να παρουσιάσει την υπόθεσή της και να αμφισβητήσει τα επιχειρήματα και τα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν ενώπιον του δικαστηρίου, σε ισότιμη βάση με εκείνη της εισαγγελίας. Οι απαιτήσεις της αρχής της «ισότητας των μέσων» περιλαμβάνουν το δικαίωμα επαρκούς χρόνου και διευκολύνσεων για την προετοιμασία της υπεράσπισης, συμπεριλαμβανομένης της αποκάλυψης από τις διωκτικές αρχές σημαντικών πληροφοριών.

Μια άλλη θεμελιώδης αρχή του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη είναι το δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου/ης ποινικού αδικήματος να τεκμαίρεται αθώος/α μέχρι να αποδειχθεί ένοχος/η, σύμφωνα με το νόμο, μετά από μία δίκαιη δίκη. Η απαίτηση του να θεωρείται αθώος ο κατηγορούμενος, σημαίνει ότι το βάρος απόδειξης της κατηγορίας βαραίνει τη δίωξη. Ένα δικαστήριο δεν μπορεί να καταδικάσει εκτός αν η ενοχή έχει αποδειχθεί πέρα από εύλογες αμφιβολίες. Εάν υπάρχει εύλογη αμφιβολία, ο κατηγορούμενος πρέπει να αθωωθεί.

Οι κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι οποίες απορρέουν από τη νομολογία του σχετικά με το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη και τη χρήση αποδεικτικών στοιχείων, ορίζουν ότι «πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ποιότητα των αποδεικτικών στοιχείων, καθώς και οι συνθήκες υπό τις οποίες ελήφθησαν και αν αυτές οι συνθήκες θέτουν υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία ή την ακρίβειά τους. Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο δίνει επίσης βάρος στο ζήτημα αν τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία ήταν αποφασιστικής σημασίας ή όχι για την έκβαση της ποινικής διαδικασίας».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα