Όταν πολιτική κάνουν σύμβουλοι και δημοσκόποι, οι πολιτικοί πάνε περίπατο…
Διαβάζεται σε 6'
Εκλέγουμε πολιτικούς και κόμματα για να ηγούνται και όχι να ακούνε συμβούλους και να κάνουν δημοσκόπηση ακόμα και για το αν πρέπει να πάνε στην… τουαλέτα. Αυτό δεν είναι πολιτική, είναι υποδούλωση της πολιτικής στους τεχνικούς της εξουσίας.
- 12 Σεπτεμβρίου 2025 06:08
Ισχύει εδώ και δεκαετίες, αλλά τώρα πια έχει γίνει καθεστώς. Κυβερνήσεις και πρωθυπουργοί, κόμματα και αρχηγοί έχουν γίνει δούλοι των πολιτικών συμβούλων και των δημοσκοπήσεων. Πριν πάρουν οποιαδήποτε απόφαση παραγγέλλουν έρευνες, για να δουν αν συμφωνεί η «κοινή γνώμη» με κάτι που πάνε να κάνουν.
Πού οδηγεί αυτό; Στην παντοδυναμία των «τεχνικών της εξουσίας» και στην υποβάθμιση έως και στην απόλυτη χειραγώγηση της πολιτικής. Διότι το κόμμα και ο αρχηγός εκλέγονται για να ηγούνται και όχι για να τους καθοδηγούν άλλοι. Οι αποφάσεις δεν πρέπει να υπακούουν στο «ρεύμα» της συγκυρίας, αλλά να κοιτάζουν και το ευρύτερο και μακροπρόθεσμο συμφέρον-της χώρας, όχι το δημοσκοπούμενο των κυβερνήσεων και των κομμάτων.
Και για να ξεφύγουμε από τη γενικολογία, ας απαριθμήσουμε μερικά παραδείγματα, από το παρελθόν και σημερινά, για να φανεί τι εννοεί ο τίτλος.
Παράδειγμα πρώτο: Το 1982 η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έκανε επαναστατικές (για την εποχή) αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο: πολιτικός γάμος, κατάργηση της προίκας, κατάργηση του… αδικήματος της μοιχείας κ.α. Το δεξιο-παπαδότσουρμο της εποχής χάλασε τον κόσμο: κινδυνεύει η πατρίς, υπονομεύεται ο θεσμός της οικογένειας και άλλα φαιδρά. Αν ο Ανδρέας Παπανδρέου, οι υπουργοί και οι φωτισμένοι νομικοί, που έγραψαν το πακέτο των αλλαγών, άκουγαν αυτήν την «κοινή γνώμη», θα είχαν νικήσει ο Αβέρωφ και ο Σεραφείμ. Δεν τους άκουσαν και η ζωή πήγε μπροστά, χωρίς να μας βρει καμιά συμφορά.
Παράδειγμα δεύτερο: Το 2000 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (για την ακρίβεια ο Σημίτης και ελάχιστοι υπουργοί, οι πιο πολλοί λούφαξαν) αποφάσισαν να αφαιρεθεί το θρήσκευμα από τις Αστυνομικές Ταυτότητες. Τα ίδια είχαμε. Σύμπασα η Δεξιά της εποχής (Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και Κώστας Καραμανλής υπέγραψαν στο «δημοψήφισμα» του Χριστόδουλου…) και το παπαδότσουρμο έβγαλαν εικόνες και λείψανα στους δρόμους, επειδή κινδύνευαν το έθνος, η πατρίς, η οικογένεια και άλλες τέτοιες μπούρδες. Οι δημοσκοπήσεις ήταν αρνητικές, η κυβέρνηση δεχόταν πιέσεις να υποχωρήσει, αλλά ευτυχώς δεν το έκανε. Είχε υποστήριξη και από τα αριστερά της, Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν ο φωτισμένος δεξιός Κωστής Στεφανόπουλος, που πέταξε στο καλάθι του το «δημοψήφισμα» του μακαριστού και η ζωή πήγε μπροστά. Η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, που ακολούθησε, ούτε κάν τόλμησε να επαναφέρει το θρήσκευμα, ο Χριστόδουλος λούφαξε, αρκέστηκε στο ότι ήρθε στα πράγματα η «Δεξιά του Κυρίου».
Παράδειγμα τρίτο: Το 2019 η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να λύσει το «μακεδονικό» με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Πάλι τα ίδια. Η Δεξιά του Κυρίου (υπό τον «φιλελεύθερο» Κυριάκο Μητσοτάκη) συντάχθηκε με ό,τι πιο ακραίο βγήκε μπροστά. Η λέξη «προδοσία» πήγαινε κι ερχόταν (ο ίδιος ο αρχηγός Κυριάκος απέφευγε να εκτεθεί πολύ, άφηνε τα ακραία για τους ούλτρα εθνικοπατριώτες), οι δημοσκοπήσεις ήταν αρνητικές, ο συνεταίρος Καμμένος απειλούσε να ρίξει την κυβέρνηση και, δυστυχώς, ο Τσίπρας τον ανεχόταν, αντί να τον έχει πετάξει τότε έξω, ώστε να έχει γλιτώσει εν μέρει από τη συνεργασία αυτή, που τον στιγμάτισε. Ευτυχώς ο Τσίπρας δεν υποχώρησε, είχε και κοινοβουλευτική υποστήριξη και από άλλες δυνάμεις (πχ βουλευτές του Ποταμιού) και η Συμφωνία πέρασε. Το «μακεδονικό», ζήτημα χαμένο έως τότε, λύθηκε επ’ ωφελεία των εθνικών συμφερόντων. Ο Μητσοτάκης μια χαρά εφαρμόζει τη Συμφωνία και υποδέχτηκε στο Μαξίμου τον πρωθυπουργό της γειτονικής χώρας κι ας έλεγε το αντίθετο όταν ήταν αρχηγός της ΝΔ κοροϊδεύοντας τους ντεμέκ μακεδονομάχους.
Και τώρα μερικά σύγχρονα παραδείγματα:
- Η χώρα υποφέρει από τη στεγαστική κρίση. Σπίτια δεν υπάρχουν και γι’ αυτό οι τιμές έχουν πάει στα ύψη. Η κυβέρνηση αφήνει την κατάσταση να σέρνεται, με βάση τη θεωρία «πλήττονται οι ενοικιαστές, αλλά κερδίζουν οι ιδιοκτήτες», την οποία ανέπτυξε πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Θέλει να τα έχει καλά με όλους, δίνοντας μερικά ψίχουλα στους ενοικιαστές και μειώνοντας το φόρο στους ιδιοκτήτες με υψηλά εισοδήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο συντελεστής φόρου για ενοίκια μέχρι 12.000 ευρώ (που αφορά τους πολλούς και φτωχότερους) παραμένει αμετάβλητος, ενώ μειώθηκαν οι συντελεστές για εισοδήματα από υψηλά ενοίκια άνω των 1000 ευρώ το μήνα.
- Η χώρα υποφέρει από την κρίση του δημογραφικού. Όλοι οι ειδικοί συμφωνούν ότι, χωρίς αξιοποίηση των μεταναστών, θα υποφέρει από μεγάλη έλλειψη εργατικών χεριών με σοβαρές επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή και μακροπρόθεσμα στην εθνική οικονομία. Και αντί ο «φιλελεύθερος» Μητσοτάκης να χαράξει μια ρεαλιστική μεταναστευτική πολιτική, κάνει υπουργό τον Πλεύρη, για να εξαλείψει κάθε μεταναστευτικό ρουθούνι. Ο κ. Μητσοτάκης ακούει συμβούλους που του λένε να παίζει σκληρά στο θέμα αυτό, για να μη χάσει ακροδεξιές ψήφους. Πολιτική κάνουν οι σύμβουλοι και οι δημοσκοπήσεις κόντρα στο πραγματικό εθνικό συμφέρον.
Η μόδα αυτή, των συμβούλων που συμβουλεύουν έτσι, έχει πέραση και σε άλλους χώρους, πέραν της ΝΔ που κυβερνά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι όλο και πιο «στρογγυλές» θέσεις του Αλέξη Τσίπρα στα επίμαχα θέματα των ημερών. Οι γενικόλογες έννοιες «εθνικό σχέδιο ανάταξης», «νέα εθνική πυξίδα», «νέος πατριωτισμός», «νέο παραγωγικό μοντέλο» προφανώς είναι αποτέλεσμα συμβουλών να απευθυνθεί σε ευρύτερα εκλογικά κοινά εν όψει της επανόδου του. Κι ενώ ο στόχος είναι σωστός, είναι πολύ αμφίβολο αν μπορεί να επιτευχθεί με τέτοια εφευρήματα, τα οποία μπορεί να μη λένε τίποτα και, πάντως, να μην έχουν πρόβλημα να τα λένε πολιτικοί από όλο το πολιτικό φάσμα.
Εκλέγουμε πολιτικούς και κόμματα για να ηγούνται και όχι να ακούνε συμβούλους και να κάνουν δημοσκόπηση ακόμα και για το αν πρέπει να πάνε στην… τουαλέτα. Αυτό δεν είναι πολιτική, είναι υποδούλωση της πολιτικής στους τεχνικούς της εξουσίας.
Γιατί όλο και πιο συχνά συμβαίνει αυτό; Ίσως την εξήγηση δίνει αυτή η ρήση του Βρετανού συγγραφέα Άρθουρ Κλαρκ: «΄Ενας πολιτικάντης σκέφτεται τις επόμενες εκλογές, ένας πολιτικός τις επόμενες γενιές»…