ΑΕΠ και αστερίσκοι – Το σενάριο της φθίνουσας αναπτυξιακής δυναμικής

Διαβάζεται σε 7'
Ελληνική οικονομία
Ελληνική οικονομία ISTOCK

Η προβλεπόμενη επιβράδυνση της οικονομίας το 2027 συνδέεται με την ολοκλήρωση της απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) το 2026.

Σταθερά αναπτυξιακή παραμένει η αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, όπως, μάλιστα, κατέγραψαν και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ωστόσο το στοίχημα της διατηρήσιμης ανάπτυξης με συμπεριληπτικό χαρακτήρα, παραμένει κεντρικό, στο φόντο και μια συγκυρίας έντασης των ανισοτήτων.

Έτσι, με βάση τους τριμηνιαίους εθνικούς λογαριασμούς της ΕΛΣΤΑΤ, που δημοσιοποιήθηκαν την Παρασκευή, ανάπτυξη 2% καταγράφηκε το γ’ τρίμηνο εφέτος, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι, στην ελληνική οικονομία, ενώ μεταξύ του γ’ τριμήνου και του β’ τριμήνου 2025 το ΑΕΠ αυξήθηκε 0,6%.  Αυτό προκύπτει από  η οποία παράλληλα προχώρησε σε αναθεώρηση της περιόδου 1οτρίμηνο 2022- 2ο τρίμηνο 2025.

Όπως φαίνεται, οι ρυθμοί παραμένουν σε επίπεδο υψηλότερο σε σχέση με την άλλη ΕΕ αν και απαιτείται μεγάλη προσπάθεια για να καλυφθεί το κενό. Να σημειωθεί ότι με βάση το Bloomberg και όσα ανέφερε χθες, Σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, το εποχικά προσαρμοσμένο ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,4 % στη ζώνη του ευρώ και κατά 1,6 % στην ΕΕ το τρίτο τρίμηνο, μετά από +1,6 % στη ζώνη του ευρώ και +1,7 % στην ΕΕ το προηγούμενο τρίμηνο.

Όπως αναφέρεται, η οικονομία της περιοχής αποδείχθηκε αναπάντεχα ανθεκτική στις διαταραχές των δασμών κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2025, με μια σταθερή αγορά εργασίας να στηρίζει τις ιδιωτικές δαπάνες και τις δαπάνες των επιχειρήσεων να επωφελούνται από το χαμηλό κόστος δανεισμού. Παρά, πάντως, την επιτάχυνση της οικονομίας της ΕΕ, όπως καταγράφεται, που δημιουργεί μεγαλύτερα στοιχήματα για την Ελλάδα για την κάλυψη της απόστασης με τους μέσους όρους της ΕΕ, υπάρχει και η θετική επίδραση, καθώς μια καλή πορεία της οικονομίας στην Ευρώπη δημιουργεί θετικές μετενέργειες στην Ελλάδα. ‘Αλλωστε η ΕΕ είναι ο βασικός μας οικονομικός εταίρος.

Το ΑΕΠ το γ τρίμηνο

Σύμφωνα, δε, με την ΕΛΣΤΑΤ, η άνοδος του ΑΕΠ κατά 2% προέκυψε, κύρια, από τις επενδύσεις, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για τη θωράκιση της ελληνικής οικονομίας, αλλά και από την αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης. Πιο συγκεκριμένα η άνοδος του ΑΕΠ προέκυψε από τις εξής μεταβολές των βασικών μεγεθών:

  • Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε αύξηση 2,1% (η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε 2,4% και εκείνη της Γενικής Κυβέρνησης 1%).
  • Οι επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου) αυξήθηκαν 12,8%.
  • Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση 1,7%. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν 1,7%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν 1,1%.
  • Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 4%. Οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν 5% και οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 0,8%.

 Παράλληλα στην τριμηνιαία σύγκριση υπήρξαν οι εξής μεταβολές:

  • Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε 0,6% (η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε 0,7% και αυτή της Γενικής Κυβέρνησης 0,2%).
  • Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν 3,5%.
  • Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση 0,2%. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν 1,1%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν 0,4%.
  • Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση 1,6%. Οι εισαγωγές αγαθών μειώθηκαν 2,3%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν 1%.

Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το πιο πρόσφατο τεύχος του περιοδικού Focus Economics, η μέση εκτίμηση της αγοράς (consensus forecast) για τον τριμηνιαίο πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης στην Ελλάδα το γ’ τρίμηνο 2025 διαμορφώνεται στο 0,7%, και για τον αντίστοιχο ετήσιο στο 2,3%.

Το σενάριο της φθίνουσας αναπτυξιακής δυναμικής στην Ελλάδα

Με βάση, ωστόσο, την ανάλυση της Eurobank (7 ΗΜΕΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, 4 Δεκεμβρίου 2025, Τεύχος 555) που βασίζεται στις εκτιμήσεις για το ΑΕΠ που κάνουν ΕΕ και ΟΟΣΑ, η λήψη του Ταμείου Ανάκαμψης θέτει μεγάλες προκλήσεις, ως προς τη διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής.

Όπως αναφέρει η Eurobank, για το σύνολο του έτους 2025, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕπ) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) τοποθετούν την ανάπτυξη στην Ελλάδα στο 2,1% . Για το 2026 οι προβλέψεις των εν λόγω οργανισμών συγκλίνουν ξανά, εν προκειμένω στο 2,2%, ενώ για το 2027 διαφοροποιούνται οριακά, με την ΕΕπ να εκτιμά την ανάπτυξη στην Ελλάδα στο 1,7% και τον ΟΟΣΑ στο 1,8%.

Οι δύο οργανισμοί τονίζουν στις ανακοινώσεις τους, όμως, ότι η προβλεπόμενη επιβράδυνση της οικονομίας το 2027 συνδέεται με την ολοκλήρωση της απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) το 2026. Το σενάριο της φθίνουσας αναπτυξιακής δυναμικής στην Ελλάδα την επαύριον του ΤΑΑ υιοθετείται και στον Πολυετή Δημοσιονομικό Προγραμματισμό 2026-2029, αναφέρει η Eurobank.

Μετά το ΤΑΑ

Πάντως με βάση το εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων του τμήματος μελετών της Alpha Bank (2/12/25), “η αύξηση της συμβολής των επενδύσεων στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τον επιτυχή μετασχηματισμό του αναπτυξιακού προτύπου της ελληνικής οικονομίας. Όπως αναφέρει το Δελτίο “παρά την άνοδο των επενδύσεων την τελευταία πενταετία, το αρνητικό επενδυτικό κενό της χώρας μας έναντι του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27) παραμένει σημαντικό αναδεικνύοντας την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσής τους. Η σύγκλιση αυτή προϋποθέτει τη διεύρυνση της επενδυτικής δραστηριότητας τόσο στις επιμέρους κατηγορίες επενδύσεων, όσο και στους κλάδους της οικονομίας.”

Παράλληλα αναφέρεται, ότι “οι μακροοικονομικές προβλέψεις που περιλαμβάνονται στον πρόσφατα κατατεθέντα Προϋπολογισμό του 2026 καταδεικνύουν τον καίριο ρόλο των επενδύσεων στην οικονομική μεγέθυνση το επόμενο έτος, καθώς εκτιμάται ότι θα καταγράψουν διψήφιο ρυθμό αύξησης. [Οι επενδύσεις προβλέπεται ότι θα αυξηθούν κατά 10,2% το 2026 (σταθερές τιμές), συμβάλλοντας κατά 1,8 ποσοστιαία μονάδα στην άνοδο του ΑΕΠ (2,4%).].

Από το 2027, ωστόσο, και ιδιαίτερα τη διετία 2028-2029 αναμένεται σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των επενδύσεων, σύμφωνα με τον Πολυετή Δημοσιονομικό Προγραμματισμό 2026-2029. Στο πλαίσιο αυτό, αναλύεται η σύνθεση των επενδύσεων ανά  κατηγορία και κλάδο για το 2024 και η μεταβολή τους στο χρόνο, καθώς και τα κεφάλαια που αναμένεται να εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία από τις δαπάνες δημοσίων επενδύσεων.”

Με βάση το Δελτίο της Alpha Bank, “η κινητοποίηση πρόσθετων ιδιωτικών επενδύσεων θα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία όσο το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας οδεύει προς ολοκλήρωση. Λαμβάνοντας ως δεδομένη τη δημοσιονομική σταθερότητα, η περαιτέρω βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος δύναται να ενισχύσει τη δυναμική των επενδύσεων, προσελκύοντας επιπλέον επενδυτικά κεφάλαια ιδιαίτερα σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας. Υπό αυτό το πρίσμα, η στροφή που πραγματοποιεί η Ευρώπη προς την ενίσχυση της άμυνας, εν μέσω αναδιάταξης γεωπολιτικών  ισορροπιών και συμμαχιών, συνιστά ευκαιρία για την ελληνική αμυντική βιομηχανία, καθώς θα μπορούσε μεσοπρόθεσμα να δημιουργήσει νέες επενδυτικές ροές σε υποδομές, μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό και συμμετοχή σε ευρωπαϊκές αλυσίδες αξίας.

Η άμυνα

Προς αυτή την κατεύθυνση, σημαντική για την ενίσχυση της επενδυτικής δραστηριότητας είναι η θέσπιση υπερεκπτώσεων επενδυτικών δαπανών σε τομείς της βιομηχανίας. Το συγκεκριμένο μέτρο περιλαμβάνεται στον Κρατικό Προϋπολογισμό και αφορά τις επενδύσεις της περιόδου 2026-2028 σε άμυνα, κατασκευή οχημάτων, αεροσκαφών και των εξαρτημάτων τους. Επιπρόσθετα, την τελευταία εξαετία (με εξαίρεση το 2020), έχει καταγραφεί σημαντική αύξηση των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων (ΞΑΕ), με τις επενδύσεις που αφορούν στη δημιουργία νέων λειτουργικών εγκαταστάσεων (greenfield investment) να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 40% των συνολικών ΞΑΕ [Οι υπολογισμοί έγιναν με βάση τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο World Investment Report 2025, UNCTAD, ενώ ο αριθμητής του κλάσματος είναι η αξία των νέων έργων που αναγγέλλονται].

Οι επενδύσεις αυτές έχουν πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό κατευθύνεται σε δραστηριότητες με υψηλή προστιθέμενη αξία, ενώ διευρύνουν τις παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας.”

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα