Μακρόν εναντίον Λεπέν: Από την αμοιβαία αντιπάθεια στην αλληλο-εξάρτηση

Μακρόν εναντίον Λεπέν: Από την αμοιβαία αντιπάθεια στην αλληλο-εξάρτηση
Γιάνης Βαρουφάκης Eurokinissi

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν επανεξελέγη επειδή πέτυχε να παρουσιαστεί ως η επιτομή του αποτελεσματικού, ικανού διαχειριστή. Αλλά οι εκλογές έδειξαν επίσης ότι περισσότεροι ψηφοφόροι από ποτέ θέλουν το σύστημα να καταστραφεί, όχι να το διαχειρίζονται καλύτερα.

Η επανεκλογή του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν με άνετη διαφορά έναντι μιας αντιπάλου με την οποία μοιράζεται μια αμοιβαία αντιπάθεια σχεδόν συσκότισε μια ορισμένη αλληλο-εξάρτηση μεταξύ των πολιτικών τους στρατοπέδων. Ο Μακρόν και η αντίπαλός του, η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν, μπορεί να μισούν ο ένας τον άλλον, αλλά έχουν αναπτύξει ένα είδος πολιτικής συμβίωσης που παρέχει ζωτικής σημασίας πληροφορίες για την τρέχουσα αδιέξοδη κατάσταση στη Γαλλία, την Ευρώπη και παραπέρα.

Η σκιά μιας πιθανής νίκης των Λεπέν έχει διαμορφώσει μια παράδοση που συμβάλλει στην επιστροφή των εν ενεργεία Προέδρωνστην εξουσία. 20 χρόνια πριν από τον Μακρόν, ο Ζακ Σιράκ ένωσε το 82% του εκλογικού σώματος ενάντια στον πατέρα της Λεπέν, τον Ζαν-Μαρί Λεπέν.

Αυτή η φορά, όμως, ήταν διαφορετική. Το 2002, ο φόβος του Ζαν-Μαρί Λεπέν σφυρηλάτησε τον θρίαμβο του Σιράκ. Το 2022, ήταν περισσότερο αμφίδρομη η κατάσταση: ενώ η Λεπέν σίγουρα βοήθησε τον Μακρόν να συγκεντρώσει μια σαφή πλειοψηφία ψηφοφόρων, ο Μακρόν ενίσχυσε επίσης τη Λεπέν. Το αποτέλεσμα μιλάει από μόνο του: μια ακροδεξιά κέρδισε το 42% των ψήφων. Τα τελευταία πέντε χρόνια, η αλληλεξάρτηση Μακρόν-ΛεΠεν μεγάλωσε, και αυτό συνέβη όχι μόνο παρά την αμοιβαία αντιπάθεια των δύο αντιπάλων, αλλά τουλάχιστον εν μέρει εξαιτίας της.

Η επανεκλογή του Σιράκ το 2002 βασίστηκε σε έναν συνασπισμό της δεξιάς, του κέντρου και της αριστεράς ενάντια στην ξενοφοβική ακροδεξιά. Πριν από πέντε χρόνια, αντιμέτωπος για άλλη μια φορά με την ίδια ακροδεξιά απειλή, ο Μακρόν έσπασε το καλούπι παρουσιάζοντας τον εαυτό του ούτε ως αριστερό ούτε ως δεξιό. Αυτό λειτούργησε πολύ καλά: η θέση ούτε αριστερά ούτε δεξιά του Μακρόν μόλυνε τη σκέψη εκείνων που του αντιτάσσονται πιο έντονα.

Οι νέοι, το πρεκαριάτο και, ολοένα και περισσότερο, τα πιο ανασφαλή τμήματα του προλεταριάτου αρνούνται να αξιολογήσουν τους προεδρικούς υποψηφίους με βάση το διαχωρισμό αριστερά-δεξιά. Βλέπουν μια Γαλλία που κυβερνάται από τον άγνωστο κόσμο του χρήματος που όχι απλώς τους έχει αφήσει πίσω, αλλά τους εγκλωβίζει ενεργά εκεί. Στα μάτια τους, ο Μακρόν ενσαρκώνει αυτόν τον κόσμο. Για αυτούς, ο νέος πολιτικός διαχωρισμός είναι ανάμεσα σε αξιοσέβαστους πολιτικούς που υπόσχονται να διατηρήσουν αυτόν τον κόσμο και σε κακοποιούς που ορκίζονται να τον κατεδαφίσουν.

Στην προεκλογική τηλεοπτική αναμέτρηση μεταξύ των δύο υποψηφίων, ο Μακρόν κατάφερε να παρουσιαστεί ως η επιτομή του αποτελεσματικού, ικανού διαχειριστή που κατανοεί το σύστημα και μπορεί να το διαχειριστεί καλύτερα. Αλλά αυτό δεν εντυπωσιάζει τους ψηφοφόρους που θέλουν το σύστημα να καταστραφεί, και όχι να γίνεται καλύτερη διαχείριση.

Η προσέγγιση του Μακρόν μου θύμισε τους σκληροπυρηνικούς Βρετανούς θιασώτες της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση που δεν κατάφεραν να προβλέψουν την αντίδραση των ψηφοφόρων που τάσσονταν υπέρ του Brexit. Όσο περισσότερο έλεγαν σε αυτούς τους ψηφοφόρους, με γραφήματα και στατιστικά, ότι το Brexit θα τους έκανε να υποφέρουν, τόσο περισσότερο ενθουσιάζοντανεκείνοι με την προοπτική να κάνουν συλλογικές θυσίες προκειμένου να γκρεμίσουν ένα σύστημα που πίστευαν ότι ήταν δομημένο ενάντιά τους.

Επιστρέφοντας στη σύγκριση με τις γαλλικές εκλογές του 2002, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ του των δυνάμεων που συμμάχησαν από όλο το πολιτικό φάσμα για να υποστηρίξουν τον Σιράκ και εκείνων που ξόρκισαν την ούτε αριστερά ούτε δεξιά ριζοσπαστικήαφήγηση του Μακρόν. Πριν από είκοσι χρόνια, οι αριστεροί ψηφοφόροι υποστήριξαν έναν δεξιό πολιτικό για να αποκλείσει τον Λεπέν. Ο Σιράκ κατάλαβε ότι η ψήφος τους ήταν δανεική και προερχόταν από πολιτικές δυνάμεις όπως το Σοσιαλιστικό Κόμμα και το Κομμουνιστικό Κόμμα, και κυβερνούσε στη βάση μιας σιωπηρής συμφωνίας με σκληρούς επικριτές του κατεστημένου. Το 2017, αντίθετα, ο Μακρόν κατάφερε να συντρίψει τα κόμματα της αριστεράς και της δεξιάς προτού επικαλεστεί τη σκιά της Λεπέν για να κυριαρχήσει πλήρως.

Στα Ηλύσια, και με απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, ο Μακρόν συνέχισε να εφαρμόζει την ατζέντα του, απαλλαγμένος από τις δεσμεύσεις που είχαν καθηλώσει τον Σιράκ, δεσμευμένος μόνο από τους περιορισμούς του κόσμου του Μεγάλου Κεφαλαίουκαι μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης σε συνθήκες λιτότητας και δέσμιας επιχειρηματικών συμφερόντων. Μέσα σε λίγα χρόνια, πέτυχε να κάνει το Παρίσι πιο θελκτικό προς τις επιχειρήσεις, να αναζωογονήσει τη γαλλική σκηνή των νεοφυών επιχειρήσεων και να προκαλέσει πτώση στο επίσημο ποσοστό ανεργίας.

Όμως,το πρεκαριάτο επεκτάθηκε. Πολλοί ψηφοφόροι είδαν τις προοπτικές τους να μειώνονται ως άμεση συνέπεια των πολιτικών που έμοιαζαν με έναν καθαρό ταξικό πόλεμο που διεξάγεται εναντίον τους προσωπικά: φορολογικές εκπτώσεις στους ήδη πάμπλουτους, απορρύθμιση των απολύσεων, φθίνουσα φορολογία του άνθρακα καιεμμονή για σημαντική αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης σε μια χώρα όπου το προσδόκιμο ζωής των φτωχών ανδρών είναι 13 χρόνια χαμηλότερο από αυτό των εύπορων.

Αυτή η πραγματικότητα αποτέλεσε τη βάσηώστε να τροφοδοτείται αμοιβαία το πολιτικό έργο του Μακρόν και της Λεπέν. Ενώ δεν υπάρχει υπόνοια συνωμοσίας –έχουν ξεκάθαρα αλλεργία ο ένας στον άλλο– η μεταξύ τους δυναμική σχηματίζει ένα πολιτικό αδιέξοδο που διευκολύνει έναν νέο τύπο συσσώρευσης κεφαλαίου για μια νέα άρχουσα τάξη. Ο Μακρόν τελικά υπηρετεί αυτή την τάξη και η βασιλεία του ενισχύεται όταν κάποιος όπως η Λεπέν είναι η αξιωματική αντιπολίτευση.

Κανένα από τα παραπάνω δεν πρέπει να ερμηνευθεί ως απροθυμία να πάρουμε θέση. Πριν από πέντε χρόνια, κάλεσα όσους είχαν τα αυτιά τους ανοιχτά, να ψηφίσουν τον Μακρόν αντί της Λεπέν. Το μόνο που χρειαζόμουν ήταν η σκέψη του απόλυτου τρόμου που ένιωθαν οι Γάλλοι φίλοι μου – ειδικά εκείνοι με πιο σκούρο δέρμα – στην προοπτική να έχει υπό την εξουσία της η Λεπέν την αστυνομία και το υπουργείο Εσωτερικών.

Φέτος, παρόλο που το DiEM25 (το κίνημα στο οποίο ανήκω) αποφάσισε να εκδώσει την ίδια προτροπή στα μέλη μας στη Γαλλία, αποδείχθηκε ότι ήταν πιο δύσκολο. Το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης Μακρόν-Λεπέν έχει περιορίσει τον χώρο που άλλοτε τους χώριζε σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασικής αξιοπρέπειας. Πώς μπορούμε να ξεχάσουμε τον Ζεράλντ Νταρμανέν, τον υπουργό Εσωτερικών του Μακρόν, ο οποίος πέρυσι κατήγγειλε τη Λεπέν ότι ήταν «πολύ ήπια με το μεταναστευτικό»;

Οι πολιτικοί τύπου Μακρόν αποτυγχάνουν παντού να υπερασπιστούν τον φιλελεύθερο ορθολογισμό που ισχυρίζονται ότι υπερασπίζονται. Με το αφήγημά τους «ούτε αριστερά ούτε δεξιά», υποστήριξαν τον παράλογο συνδυασμό λιτότητας και προγραμμάτων διάσωσης τραπεζών που έφεραν 12 χρόνια στασιμότητας, αποτρέποντας σοβαρές επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υποκλίθηκαν σε άσκοπες παραβιάσεις των πολιτικών δικαιωμάτων. Σήμερα, δαιμονοποιούν τους μετριοπαθείς που προειδοποιούν ενάντια στην κλιμάκωση της σύγκρουσης ΝΑΤΟ-Ρωσίας και υποστηρίζουν μια συμφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας που επιτρέπει σε μια ουδέτερη Ουκρανία να εισέλθει στην ΕΕ, αλλά την κρατά έξω από το ΝΑΤΟ.

Το ηθικό δίδαγμα της επανεκλογής του Μακρόν είναι ότι, στις ταξικές κοινωνίες, ο διαχωρισμός αριστερά-δεξιά παραμένει ουσιαστικός. Όταν οι κεντρώοι πολιτικοί καταφέρνουν να τον κρύψουν, παγιδεύονται σε έναν δυναμικό βρόγχο αλληλεπίδρασης που τους κάνει να ακούγονται πιο φρικιαστικοί και πιο παράλογοι, ενώ παράλληλα κάνει τους ακροδεξιούς να φαίνονται παραπλανητικά πιο αποδεκτοί. Ακόμα και όταν κερδίζουν, χάνουν.

*Το πιο πάνω άρθρο αποτελεί απόδοση της μηνιαίας στήλης του Γιάνη Βαρουφάκη στο Project Syndicate με αρχικό τίτλο Macron’s win is not populism’s defeat.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα