Οι ταινίες της εβδομάδας: Ο “Άνθρωπος απ’ τον Βορρά” είναι ένας νέος “Κόναν”

Οι ταινίες της εβδομάδας: Ο “Άνθρωπος απ’ τον Βορρά” είναι ένας νέος “Κόναν”

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Οι ταινίες της εβδομάδας:

Ο Άνθρωπος απ’τον Βορρά

(“The Northman”, Ρόμπερτ Έγκερς, 2ω16λ)

3 / 5

Ο θείος του νεαρού Άμλεθ προδίδει και σκοτώνει τον πατέρα του μικρού δημιουργώντας μέσα του μια άσβεστη φλόγα για εκδίκηση. 20 χρόνια μετά ο Άμλεθ είναι τώρα οργισμένος, λιγομίλητος Βίκινγκ που έχει μυαλό μόνο για ένα μόνο πράγμα: Να βρει τρόπο να σώσει τη μητέρα του από τον έλεγχο του μοχθηρού θείου και να τον σκοτώσει παίρνοντας εκδίκηση.

Βίαιο (αλλά όχι όσο ενδεχομένως θα έπρεπε) και εικαστικά επιβλητικό, το νέο φιλμ του εξαιρετικού νέου σκηνοθέτη Ρόμπερτ Έγκερς τον βρίσκει για πρώτη φορά σε πρόσβαση σε ένα αληθινά γενναίο μπάτζετ και τα μέσα να στήσει ένα έπος γενναίων διαστάσεων. Οι προηγούμενες ταινίες του Έγκερς ήταν το απρόβλητο στην Ελλάδα “Witch”, μια από τις καθοριστικές ταινίες του νέου αμερικάνικου σινεμά τρόμου, και το φοβερό “Lighthouse”, μια λαβκραφτικών αποχρώσεων κωμωδία / ψυχολογικό θρίλερ.

Αμφότερα τα δύο του φιλμ έχτιζαν υπομονετικά και με αδιαπραγμάτευτους αισθητικούς όρους, απόλυτα δικούς τους κόσμου, υπνωτιστικούς, εφιαλτικούς, αλλά και με τον τρόπο τους πλήρως ανατρεπτικούς και αλληγορικούς. Ο “Άνθρωπος απ’τον Βορρά” το καταφέρνει επίσης ως ένα σημείο– ο βαριάς αισθητικής κόσμος του φιλμ μοιάζει με εφιάλτη στο όριο του ξυπνήματος, κάτι το σχεδόν απτό αλλά την ίδια στιγμή απόμακρα στιλιζαρισμένο.

Σε αυτό τον κόσμο βίας και βαρβαρότητας οι μάλλον γνώριμες δραματουργικές γραμμές της ιστορίας δεν ανατρέπονται, δεν υποσκάπτονται, ούτε συναντούν κάποια διάθεση αμφισβήτησης. Πρόκειται εν ολίγοις για ένα εντελώς ευθύ φιλμ εκδίκησης που κερδίζει κυρίως χάρη στο βάρος της αισθητικής του κατασκευής. Φέρνει οπωσδήποτε στο νου το πολύ παρόμοιο “Κόναν” του 1982, ένα επίσης πανέμορφο φιλμ, υπομονετικό, προμελετημένο στην αφήγηση, που όμως παρουσίαζε μια αισθητά πιο φιλοσοφική προσέγγιση στο ζήτημα της βίας ως μέτρο ισχύος.

Εδώ ο Έγκερς μοιάζει να απολαμβάνει περισσότερο τις επιμέρους κατασκευές του, μαζί με το εντυπωσιακό του καστ. Δεν είναι κακό αυτό, ειδικά από η ταινία προσφέρει αποστομωτικές κορυφώσεις μέσα σε ένα ευρύτερα καθηλωτικό πλαίσιο, που συχνά παίζει με τα όρια κυριολεξίας και μύθου (από τη σκηνή ανάκτησης του σπαθιού μέχρι την τελευταία στιγμή στο πλεούμενο). Το καστ, με έναν σιωπηλά μανιασμένο και ογκώδη Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ μπροστά και την Άνια Τέιλορ-Τζόι να καταφέρνει εντυπωσιακά να κάνει αυτό τον κόσμο δικό της, υπηρετεί στην εντέλεια τις εκδικητικές φαντασιώσεις του κομματιού.

Όμως κάτι λείπει. Η φιλοδοξία για ένα κείμενο κατά τι πλουσιότερο. Ο έλεγχος του υλικού, που φουσκώνει όταν θα έπρεπε να κινείται πιο εμφατικά και μοιάζει πιο βιαστικό και άτακτο όταν έχει χώρο (ή και ανάγκη) επέκτασης, όπως συμβαίνει πιο κραυγαλέα με την περίπτωση της μητέρας, που παίζει η Νικόλ Κίντμαν (σε μια μάλλον χαμένη ερμηνεία). Η μεγάλη αδυναμία του φιλμ είναι πως τελικά μάλλον δεν ανέρχεται σε κάτι το ουσιώδες.

Δεν πειράζει, απαραίτητα. Δεν είναι λίγο, ως κινηματογραφική διασκέδαση το να βυθίζεσαι για δύο ώρες σε ένα εντυπωσιακά κατασκευασμένο και παιγμένο κόσμο. Υπάρχουν εκλάμψεις βροντερού χιούμορ, φόβου, σοκ, αγωνίας, και ακόμα και παραλόγου (κάτι που ο Έγκερς μπορεί να δημιουργεί με αληθινά πειστικό τρόπο). Κάποιες φορές μπορεί να είναι αρκετό– απλώς ο Έγκερς έχει υπάρξει στο παρελθόν κάτι περισσότερο από αυτό.

Η Παναγία των Παρισίων Φλέγεται

(“Notre-Dame Brûlé”, Ζαν-Ζακ Ανό, 1ω50λ)

2.5 / 5

Ο πολυβραβευμένος δημιουργός της “Αρκούδας” και του “Ονόματος του Ρόδου” επιστρέφει με μια απρόσμενα καθηλωτική εξιστόρηση των γεγονότων που οδήγησαν στην καταστροφική πυρκαγιά στην Παναγία των Παρισίων. Η προσέγγισή του έχει ενδιαφέρον καθώς συνδυάζει αληθινό αρχειακό υλικό, εικόνες από κάμερες, κινητά και drones, με μυθοπλασία και μάλιστα εντυπωσιακά σκηνοθετημένη κιόλας. Ένα περίεργο λοιπόν κράμα ντοκιμαντερίστικης μυθοπλασίας και ταινίας καταστροφής, που χρησιμοποιείται ώστε να ακολουθήσουμε βήμα προς βήμα τα λάθη, τις αμέλειες και τις λάθος αποφάσεις που οδήγησαν σε μια αδιανόητη καταστροφή.

Μεγάλο μέρος της ταινίας εστιάζει σχεδόν αποκλειστικά στη διαδικασία, στο πώς η μία πράξη είχε αποτέλεσμα την επόμενη αλλά και στο πώς αντιδρούν οι δυνάμεις πυρόσβεσης (και οι πολιτικοί υπεύθυνοι), σχεδόν λεπτό προς λεπτό. Αυτή η καταγραφής σχολιαστικής διαδικασίας σε όλα τα επίπεδα, συνθέτει και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του φιλμ. Ενδιαφέρον είπα; Όχι– καθηλωτικό. Για μεγάλο μέρος της αφήγησης ο Ανό μοιάζει να αδιαφορεί πλήρως για δραματουργικές νόρμες, παρουσιάζοντας δράση, λεπτομέρεια και διαδικασία δίχως να υπάρχει όχι απλά πρωταγωνιστής, αλλά έστω και διαχωρίσιμοι μεταξύ τους χαρακτήρες. Υπάρχει μια παλαβή αγνότητα σε αυτό το εγχείρημα, που επιπλέον παρουσιάζεται με μαεστρικά εντυπωσιακό τρόπο μες στην όλη του φρίκη.

Εντελώς κρίμα λοιπόν που σταδιακά το φιλμ κάνει χώρο όλο και περισσότερο για σαχλά χολιγουντιανής κοπής ήρωες, ερχόμενο σε σύγκρουση με τα όσα αντιπροσωπεύει (κινηματογραφικά μιλώντας) το πρώτο εκείνο μισό. Πρόχειρα κατασκευασμένοι ήρωες αντιπαλεύουν τη σαρωτική δύναμη της μοίρας (ή των αποτυχημένων συστημικών δομών, ίσως να είναι το ίδιο πράγμα) και παρόλο που σε κανένα απολύτως σημείο η ταινία δεν χάνει το ενδιαφέρον του θεατή, ο Ανό χάνει την ευκαιρία να ολοκληρώσει κάτι κρυφά -και κάπως σοκαριστικά!- σπουδαίο.

Τρεις Ευχές για την Σταχτοπούτα: Η νορβηγή ποπ σταρ Astrid S γίνεται Σταχτοπούτα και, με φόντο χιονισμένα δάση και βουνά, προσπαθεί να ξεφύγει από την κακιά μητριά της και να βρει την αγάπη. Παραμυθένια περιπέτεια από τη Σκανδιναβία.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα