Η Δήμητρα Παπαδοπούλου μιλά στο Magazine Εύα Bαρβεροπούλου.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: “ΘΑ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΓΕΛΑΝΕ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΤΑ ΧΑΛΙΑ ΤΟΥΣ”

Η Δήμητρα Παπαδοπούλου μιλά στο Magazine με αφορμή την πρώτη της συγγραφική απόπειρα.

Κάποιος θα τη χαρακτήριζε σαν την σταρ της διπλανής πόρτας. Αυτήν που αν συναντήσεις στην είσοδο της πολυκατοικίας θα σου πετάξει μία τέλεια ατάκα που θα σε κάνει να χαμογελάσεις κι ας μην την γνωρίζεις.

Ο λόγος για την αγαπημένη όλων Δήμητρα Παπαδοπούλου, που με μία απλή διαδικτυακή αναζήτηση, θα βρεις δίπλα στο όνομά της τις ιδιότητες της ηθοποιού, της σεναριογράφου, της σκηνοθέτιδας και της συγγραφέα. Επίσης στο παρελθόν έχει υπάρξει παρουσιάστρια τηλεοπτικών εκπομπών, καθώς και ραδιοφωνική παραγωγός.

Είναι μία από τις σπάνιες περιπτώσεις καλλιτεχνών που την ξέρουν όλοι, νεότεροι και παλιότεροι, κυρίως λόγω των δύο μεγάλων τηλεοπτικών επιτυχιών της, των “Απαράδεκτων” και του “Σ’ αγαπώ Μ΄αγαπάς”. Επιτυχιών που παίζονται και ξαναπαίζονται και αποκτούν ολοένα και πιο φανατικούς τηλεθεατές καθώς έχουν αυτό που θα χαρακτηρίζαμε “απέθαντο χιούμορ”.

Αυτό το καλοκαίρι επιστρέφει δυναμικά με τρεις ρόλους. Της ηθοποιού, της θεατρικής συγγραφέα και της κανονικής… συγγραφέα.

Υπάρχουν και τα βιώματά μου στο βιβλίο, αλλά εγώ δεν έζησα σε αυτή την περιοχή και εποχή. Εγώ ήμουν πάρα πολλοί άνθρωποι μαζί. Εύα Bαρβεροπούλου.

Πιο συγκεκριμένα, μόλις έκανε πρεμιέρα στο θέατρο Άλσος η νέα της σπαρταριστή επιθεώρηση “Τι Ζούμε ρε” στην οποία και πρωταγωνιστεί, ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Διόπτρα η πρώτη της συγγραφική λογοτεχνική απόπειρα υπό τον τίτλο “Ο έρωτας είναι παιχνίδι, μωρό μου”, ένα βιβλίο που πραγματεύεται τον ανεκπλήρωτο έρωτα και την περιπλάνηση της νιότης.

Ο έρωτας σίγουρα είναι και παιχνίδι, και έχει πολύ ακριβείς νόμους. Αν μαζευτούν εκατό άνθρωποι και τα βάλουν κάτω, θα δουν και οι εκατό ότι οι νόμοι είναι συγκεκριμένοι.

Η ηρωίδα του βιβλίου αυτού είναι μία φοιτήτρια που ερωτεύεται, τριγυρνά στα μπαρ των Εξαρχείων, εντάσσεται στο επαναστατικό πνεύμα της εποχής και αναζητεί το νόημα της ζωής. Μέχρι που ερωτεύεται το “κακό” παιδί, εκείνο με το οποίο θα μοιραστεί έντονες στιγμές. Αυτός ο έρωτάς θα μείνει μέσα της σαν μια ανεπούλωτη πληγή και θα αποτελέσει οδηγό για τις επόμενες σχέσεις της.

Η ηρωίδα του βιβλίου αυτού είναι μία φοιτήτρια ερωτεύεται, τριγυρνά στα μπαρ των Εξαρχείων, εντάσσεται στο επαναστατικό πνεύμα της εποχής και αναζητεί το νόημα της ζωής. Εκδόσεις Διόπτρα

Μια ολόκληρη ζωή νιώθουμε πως περνάει μπροστά από τα μάτια μας διαβάζοντας το βιβλίο αυτό, η ζωή μιας σύγχρονης, καθημερινής γυναίκας που έχει αναλωθεί σε διαφόρων ειδών σχέσεις, που μεγαλώνει και βλέπει τα σημάδια του χρόνου πάνω της, που προσπαθεί να προχωρήσει παρά τις όποιες δυσκολίες…

Δυνατό ατού του βιβλίου αυτού; Η αφοπλιστική του γλώσσα, που είναι απλή, άμεση και καθημερινή, χωρίς περιττές φιοριτούρες και εντυπωσιασμούς. Δεν απουσιάζει το γνωστό χαρακτηριστικό της χιούμορ, εκείνο που από τη μία σε κάνει να μειδιάς και από την άλλη σε εκπλήσσει με τον ωμό του ρεαλισμό.

Σε αυτό το βιβλίο εντέλει εγώ δεν είμαι εγώ, αλλά όλα τα ταλαιπωρημένα πρόσωπα μιας γενιάς σε αναζήτηση της προσωπικής υπαρξιακής ταυτότητας και στο χάσιμο του πιο μεγάλου αληθινού ψέματος.

Εμείς μιλήσαμε μαζί της με αφορμή την πρώτη της αυτή συγγραφική απόπειρα. Άλλωστε για το θέατρο έχει μιλήσει άπειρες φορές, για τη συγγραφική της ιδιότητα όχι…

Πρώτη φορά συγγραφή ενός βιβλίου και μάλιστα αφιερωμένο στον πατέρα σας. Πώς προέκυψε αυτό, αλλά και η συγκεκριμένη αφιέρωση;
Προέκυψε μέσα στον κορονοϊό και στην απραξία, που παροπλιστήκαμε όλοι, κι εγώ αποφάσισα να τον αξιοποιήσω αυτό τον «χαμένο χρόνο», να τον κάνω κάτι. Συνέπεσε πάρα πολύ η σκέψη αυτή του χαμένου χρόνου με μια φιλοσοφία του πατέρα μου, ότι ο χρόνος είναι το μεγαλύτερο περιουσιακό μας στοιχείο. Επέμενε ότι εγώ τον χάνω, ότι κοιτάω πολύ το ταβάνι, ότι κάνω πολλές βόλτες με φίλους μου…Ότι γενικά δεν τον αξιοποιώ. Όταν είπα ότι θα αξιοποιήσω τον χρόνο, εκεί πάνω μου κούμπωσε και αυτό.

Μέσα στο βιβλίο βλέπουμε κάπου τη Δήμητρα Παπαδοπούλου; Τα βιώματά της;
Υπάρχουν και τα βιώματά μου, αλλά εγώ δεν έζησα σε αυτή την περιοχή και εποχή. Εγώ ήμουν πάρα πολλοί άνθρωποι μαζί. Ήμουν χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας ολόκληρης εποχής και περιοχής.

Το βιβλίο διαδραματίζεται στον απόηχο του Μάη του ‘68. Γιατί επιλέξατε τη συγκεκριμένη περίοδο; Πώς επικοινωνεί αυτή με το σήμερα;
Πολύ μετά τον Μάη του ‘68 ήλθε στην Ελλάδα ο απόηχος. Ήταν η εποχή που ξεκίνησαν στην Ευρώπη να ονειρεύονται ελευθερία, να ονειρεύονται ισονομία, να ονειρεύονται την χαρά της ζωής και το «κάτω οι εξουσίες οι σκληρές». Αυτό, δηλαδή, που ονειρεύεται κάθε εφηβεία, και ο Μάης του ’68 είχε μια εφηβεία στην σύλληψη. Αυτό δεν υπάρχει πουθενά στην εποχή μας, αλλά παραμένει το όνειρο του κάθε ανθρώπου, να υπήρχε αυτό το κομμάτι της ελευθερίας που ζητάει η ψυχή μας.

Είναι πολύ πιο safe και αποτελεσματικό να παλέψεις για να αλλάξεις δικά σου κατεστημένα που σε αγκυλώνουν παρά να γίνεσαι αιθεροβάμων και να νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις το απ’ έξω.

Η επανάσταση της ηρωίδας έγινε από μέσα προς τα έξω, και όχι ανάποδα όπως πρόσταζε η ξεσηκωμένη γενιά της. Πόσο σημαντικό και πολύτιμο είναι αυτό;
Για μένα, όπως αξιολόγησα τα πράγματα και τα έβαλα σε μια τάξη, είναι το νούμερο ένα η επανάσταση να ξεκινήσει από μέσα και όχι απ’ έξω. Πιστεύω ότι ο καθένας είναι ένα δικό του σύμπαν και σε έναν βαθμό το ορίζει, όσο κι αν δεν φαίνεται προς τα έξω. Είναι πολύ πιο safe και αποτελεσματικό να παλέψεις για να αλλάξεις δικά σου κατεστημένα που σε αγκυλώνουν παρά να γίνεσαι αιθεροβάμων και να νομίζεις ότι μπορείς να αλλάξεις το απ’ έξω. Το απ’ έξω αλλάζει με πάρα πολύ δικούς του χρόνους και πάρα πολύ αργά, σε έναν τελείως διαφορετικό ρυθμό από ό,τι εμείς νομίζουμε. Άρα, στο μόνο πράγμα που έχουμε τόσο μεγάλη πρόσβαση -που και πάλι δεν έχουμε τόσο μεγάλη όσο νομίζουμε- είναι ο εαυτός μας. Θέλει και πάρα πολλή δουλειά για να μπεις μέσα, αν μπεις.

Στους ανθρώπους με κουράζει πολύ η αλαζονεία, η έλλειψη ταπεινότητας, και η φλυαρία. Προσπαθώ να μην είμαι εκεί όταν συμβαίνουν. Εύα Bαρβεροπούλου.

Πόσο παιχνίδι είναι ο έρωτας και πόσο μπορεί να μας ακολουθεί για μία ζωή; Να μας καθορίσει το τραύμα του;
Ο έρωτας σίγουρα είναι και παιχνίδι, και έχει πολύ ακριβείς νόμους. Αν μαζευτούν εκατό άνθρωποι και τα βάλουν κάτω, θα δουν και οι εκατό ότι οι νόμοι είναι συγκεκριμένοι. Με αυτήν την έννοια έχει τα στοιχεία του παιχνιδιού. Από την άλλη, μπορεί να γίνει πολύ σκληρό παιχνίδι, γιατί εκεί βγαίνουν και τραύματα. Αυτό δεν αλλάζει ότι παραμένει και παιχνίδι. Απλώς είναι ένα παιχνίδι που αν πέσεις κάτω και αν δεν προσέξεις, δεν ξέρω αν σηκώνεσαι κι εύκολα. Όπως όλα τα παιχνίδια, έχει κινδύνους.

Τι θα θέλατε να αλλάξετε γύρω σας, αν μπορούσατε; Τι δεν αντέχετε στους ανθρώπους;
Στους ανθρώπους με κουράζει πολύ η αλαζονεία, η έλλειψη ταπεινότητας, και η φλυαρία. Προσπαθώ να μην είμαι εκεί όταν συμβαίνουν. Δεν συζητάω καν για κακία, για μοχθηρία, αυτά είναι τα ευνόητα. Ελπίζω ότι δεν έχω στο περιβάλλον μου τέτοια. Νομίζω ότι έχω διώξει από τη ζωή μου όσο περισσότερα κακά άτομα με σκοτεινή ύπαρξη γίνεται.

Θα ήθελα να μπορούσαν να γελάνε οι άνθρωποι με τα χάλια τους. Να μπορούσαν να τα δουν τα χάλια τους από εκείνη τη γωνία που μπορείς και να γελάς. Δεν αντέχω τη μεγάλη σοβαρότητα.

Το βιβλίο αυτό σας “ξεκλείδωσε” περισσότερο από σενάρια και θεατρικά έργα; Σας δυσκόλεψε η συγγραφή του;
Σίγουρα χρειάστηκε σε κάποιες στιγμές να γίνω πιο face to face, αλλά δεν υπάρχει κανένα είδος στο οποίο δεν πατάω σε ειλικρινή πράγματα. Ασχέτως με τη μυθοπλασία που χρησιμοποιώ και στο βιβλίο και στο σενάριο και στο θέατρο, δεν μπορώ να γράψω αν δεν βασίζομαι και σε αληθινά. Εμένα η αλήθεια με εμπνέει. Η αλήθεια είναι μεγάλο παραμύθι.

Η συγγραφή του βιβλίου με δυσκόλεψε γιατί χάθηκε σε τμήματα του χρόνου. Με δυσκόλεψε γιατί στην πορεία, όταν το έγραφα, πέθανε και ο κολλητός μου -που τον αναφέρω μέσα- και εκεί το σταμάτησα για 2-3 χρόνια. Πολλές δυσκολίες.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα