Τι είναι το Postcoital dysphoria (PCD) istockphoto

ΓΙΑΤΙ ΝΙΩΘΟΥΜΕ ΘΛΙΨΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΣΕΞ

Τι είναι η Μετασυνουσιακή Δυσφορία. Ποια τα αίτιά της και πώς τη διαχειριζόμαστε.

Το σεξ για τους περισσότερους ανθρώπους αποτελεί λέξη συνώνυμη με την ηδονή και την ικανοποίηση. Δεν ισχύει όμως για όλους το ίδιο, μιας και υπάρχουν άτομα τα οποία μετά το σεξ βιώνουν σωματική και ψυχική δυσφορία.

Στην πραγματικότητα, όλοι μας μπορεί να βιώσουμε αυτό το συναίσθημα, μία ή και περισσότερες φορές κατά τη διάρκεια της ζωής μας.

Αν έχετε βιώσει θλίψη, άγχος ή ταραχή μετά το σεξ, υπεύθυνη είναι η Μετασυνουσιακή Δυσφορία.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΤΑΣΥΝΟΥΣΙΑΚΗ ΔΥΣΦΟΡΙΑ

Η Μετασυνουσιακή Δυσφορία-Μ.Δ. (Post Coital Dysphoria-PCD) είναι μία κατάσταση κατά την οποία οι άνθρωποι νιώθουν θλίψη, άγχος, ανησυχία, ευερεθιστότητα ή ακόμα και εχθρότητα μετά το σεξ, με τα συναισθήματα αυτά να μπορούν να έχουν διάρκεια έως και δύο ώρες μετά την επαφή.

Η Μετασυνουσιακή Δυσφορία εμφανίζεται αμέσως μετά από μια σεξουαλική επαφή η οποία ήταν ικανοποιητική και ολοκληρωμένη, καθιστώντας τη δυσφορία που βιώνεται ως μια απροσδόκητη συναισθηματική αντίδραση.

Σύμφωνα με τον David W. Wahl, Ph.D., κοινωνικό ψυχολόγο και ερευνητή γύρω από ζητήματα που αφορούν το σεξ, η Μετασυνουσιακή Δυσφορία (PCD) περιλαμβάνει συναισθήματα θλίψης, κατάθλιψης ή άγχους μετά το σεξ. Σχεδόν οι μισοί άνδρες και γυναίκες αναφέρουν ότι έχουν βιώσει τουλάχιστον ένα περιστατικό PCD.

Οι ενοχές γύρω από το σεξ, τα προβλήματα αυτοεικόνας, το άγχος για την απόδοσή μας στο σεξ ή ένα τραύμα του παρελθόντος μπορεί να συμβάλουν στη δυσφορία που μπορεί να νιώθουμε μετά από μια σεξουαλική επαφή.

Sex
Τι είναι το Postcoital dysphoria (PCD) istockphoto

Κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης το σώμα παράγει ντοπαμίνη. Η ντοπαμίνη είναι μια ορμόνη που -μεταξύ άλλων- αυξάνει τη σεξουαλική διέγερση. Ωστόσο, μετά τον οργασμό, ο οργανισμός πρέπει να επιστρέψει στη φυσιολογική του κατάσταση και γι’ αυτό τον λόγο παράγει μια άλλη ορμόνη, την προλακτίνη. Αυτή η απότομη αλλαγή μεταξύ των δύο ορμονών φαίνεται πως προκαλεί την εμφάνιση των αρνητικών συναισθημάτων.

Το 2015, οι Robert D Schweitzer, Jessica O’Brien και Andrea Burri διεξήγαγαν μελέτη σε 230 φοιτήτριες από την Αυστραλία, από τις οποίες: το 46% ανέφερε ότι έχει βιώσει Μετασυνουσιακή Δυσφορία, ενώ το 5,1% παρουσίασε συμπτώματα PCD μερικές φορές κατά τις τελευταίες 4 εβδομάδες.

Σε διεθνή μελέτη στον ανδρικό πληθυσμό, τα αποτελέσματα έδειξαν πως πάνω από το 40% των ανδρών έχει βιώσει Μετασυνουσιακή δυσφορία, σύμφωνα με τους Joel Maczkowiack και Robert D. Schweitzer, στη δημοσιευμένη μελέτη τους στο επιστημονικό περιοδικό “Journal of Sex and Marital Therapy” (2018). Συγκεκριμένα, ερευνητές διεξήγαγαν έρευνα με ανώνυμο ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο σε 1.208 άνδρες, ηλικίας 18 έως 81 ετών, σε 78 διαφορετικές χώρες. Το 41% των ανδρών υποστήριξε πως είχε βιώσει τα συμπτώματα της Μετασυνουσιακής Δυσφορίας κάποια στιγμή της ζωής του. Το 20% των ανδρών είχε αισθανθεί τα συμπτώματα τις 4 εβδομάδες που προηγήθηκαν της μελέτης. Τέλος, το 3-4% ανέφερε συχνή εμφάνιση των συμπτωμάτων.

ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΤΑΣΥΝΟΥΣΙΑΚΗ ΔΥΣΦΟΡΙΑ

Η Μετασυνουσιακή Δυσφορία (PCD), ανάλογα με τον χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου, εκδηλώνεται και διαφορετικά. Κάποιοι ξεσπούν σε κλάματα και νιώθουν μοναξιά. Άλλοι θέλουν να καβγαδίσουν με τον σύντροφό τους, ώστε να εκτονώσουν τα αρνητικά συναισθήματα.

Σύμφωνα με το International Society for Sexual Medicine, είναι πιθανό «η σύνδεση με έναν σύντροφο κατά τη διάρκεια του σεξ να είναι τόσο έντονη, που η απώλειά του να προκαλεί θλίψη».

Ο θεραπευτής σεξουαλικών διαταραχών Ian Kerner υποστηρίζει ότι το σεξ μπορεί να προκαλέσει την απελευθέρωση της ωκυτοκίνης, της «ορμόνης της αγάπης» που κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν ότι έρχονται πιο κοντά με κάποιον άνθρωπο. Ωστόσο, αφού ολοκληρωθεί η επαφή, η ξαφνική αναγνώριση ότι δεν είμαστε πραγματικά τόσο συνδεδεμένοι με το άλλο άτομο, μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε λυπημένοι ή απογοητευμένοι.

Σύμφωνα με το Psychology Τoday, οι πιθανοί λόγοι για την εκδήλωση PCD είναι οι εξής:

Ορμονική απόκριση: Το σώμα είναι κορεσμένο με ορμόνες κατά τη διάρκεια της διέγερσης και του οργασμού, μετά την οποία υπάρχει μια δραματική πτώση στα επίπεδα των ορμονών. Αυτή η πτώση μπορεί να φέρει μαζί της μια αρνητική συναισθηματική απόκριση.

Ενοχές για το σεξ: Μερικά άτομα κάνουν σεξ με βάση ορμονικές ή συναισθηματικές παρορμήσεις και στη συνέχεια μετανιώνουν για την απόφαση που πήραν. Νιώθουν πως θα έπρεπε να κάνουν σεξ σε μια άλλη περίσταση, τοποθεσία ή με διαφορετικό σύντροφο.

Συναισθήματα: Η αβεβαιότητα για την κατάσταση της σχέσης παίζει σημαντικό ρόλο για τα αρνητικά συναισθήματα που μπορεί να νιώσει κάποιος μετά το σεξ. Αυτό αποδεικνύεται ιδιαίτερα όταν ένα άτομο κάνει σεξ πιστεύοντας ότι θα σώσει μια σχέση ή κάνει σεξ πιστεύοντας ότι θα καθορίσει καλύτερα την κατάσταση της σχέσης.

Το σώμα αντιδρά: Τα σωματικά ζητήματα εκφράζονται σε σχέση με τα μεταγενέστερα αισθήματα κατάθλιψης όταν ένα άτομο είναι ιδιαίτερα δυσαρεστημένο με το σώμα του. Όχι μόνο υπάρχει ανησυχία η οποία προέρχεται από το πώς βλέπει το σώμα του, αλλά μπορεί επίσης να υπάρχει άγχος σχετικά με το τι πιστεύει ο/η παρτενέρ στο σεξ για το σώμα του. Όλα αυτά μπορούν να τροφοδοτήσουν μια μεταγενέστερη αρνητική απόκριση.

Sex
Οι ενοχές γύρω από το σεξ ή ένα τραύμα του παρελθόντος μπορεί να συμβάλουν στη δυσφορία μετά τη συνουσία. istockphoto

Σεξουαλική απόδοση: Ακριβώς όπως κάποιος μπορεί να έχει αρνητικά συναισθήματα μετά το σεξ σε σχέση με το σώμα του και να ανησυχεί για τις σκέψεις που έχει ο σύντροφός του για το σώμα του, μπορεί επίσης να ανησυχεί για τη σεξουαλική του απόδοση. Μπορεί να αμφισβητεί αν απέδωσε επαρκώς, αλλά το πιο πιεστικό ερώτημα μπορεί να είναι η γνώμη του συντρόφου του/της για την απόδοση που είχε. Αυτές οι σκέψεις μπορούν να είναι μια σημαντική πηγή άγχους και κατάθλιψης για μερικούς ανθρώπους.

Έλλειψη οργασμού: Το PCD μπορεί επίσης να είναι ξεκινά λόγω έλλειψης οργασμού. Η ανασφάλεια για τις σεξουαλικές επιδόσεις κάποιου είναι γεγονός, αλλά η η κατάθλιψη και το άγχος μπορεί να εμφανιστεί εάν ο σύντροφός του δεν βίωσε οργασμό. Αυτό δεν είναι απαραίτητα θέμα απόδοσης. Το να μην έρχεται κάποιος σε οργασμό, μπορεί να μην έχει καμία σχέση με την απόδοση του συντρόφου. Υπάρχουν πολλοί φυσιολογικοί, συναισθηματικοί και κοινωνικοί λόγοι για τους οποίους κάποιος δεν έρχεται σε οργασμό. Ωστόσο, η έλλειψη οργασμού του συντρόφου μας μπορεί να μας κάνει να βιώσουμε δυσάρεστα συναισθήματα μετά το σεξ.

Τα τραύματα γύρω από το σεξ: Όταν ένα άτομο έχει βιώσει στο παρελθόν ένα τραύμα που σχετίζεται με το σεξ -είτε αυτό το τραύμα έχει αντιμετωπιστεί, είτε όχι-, οι σεξουαλικές συνευρέσεις μπορεί να του προκαλέσουν αρνητικές αντιδράσεις.

Το σεξ ως “επίδεσμος”. Έχετε προβλήματα στη σχέση; Το σεξ μπορεί να μην είναι η απάντηση. Σε πολλές περιπτώσεις, το σεξ μπορεί να λειτουργήσει ως ένας προσωρινός επίδεσμος. Αν και μπορεί να φαίνεται σαν μια εμπειρία που μπορεί να φέρει κοντά τα μέλη της σχέσης, εντούτοις μπορεί να περιπλέξει περαιτέρω την κατάσταση και να έχει συναισθηματικό τίμημα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα εάν το σεξ χρησιμοποιείται για να αποτραπεί ένας χωρισμός ή ως μια προσπάθεια εκ νέου πυροδότησης μιας σχέσης με έναν/μια πρώην σύντροφο.

“Λίγο” σεξ: Υπάρχουν άνθρωποι που -για διάφορους λόγους- δεν κάνουν συχνά σεξ. Το να γνωρίζουμε ότι η σεξουαλική επαφή που ολοκληρώθηκε μόλις μπορεί να είναι η τελευταία για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να μας προκαλέσει θλίψη και έντονα αρνητικά συναισθήματα.

Σεξουαλική κοινωνικοποίηση: Τα σεξουαλικά μας σενάρια συχνά διαμορφώνονται μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης. Εάν ένα άτομο κοινωνικοποιήθηκε με τέτοιο τρόπο που να αισθάνεται ντροπή για το σεξ, αυτά τα συναισθήματα μπορεί να εκδηλωθούν στις αντιδράσεις που έχει μετά από μια σεξουαλική συνεύρεση.

Η ένταση του οργασμού: Αισθήματα άγχους, κατάθλιψης ή θλίψης μπορεί να αποδοθούν στην ένταση του οργασμού. Μέχρι να χαλαρώσει το σώμα και το μυαλό να καθαρίσει, ένας οργασμός μπορεί να προκαλέσει (και) αρνητικά συναισθήματα.

ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΟΥΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΣΥΝΟΥΣΙΑΚΗ ΔΥΣΦΟΡΙΑ

Τι μπορεί να κάνει κάποιος, αν βιώσει αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μετά τη σεξουαλική επαφή; Σε ορισμένες περιπτώσεις, ένας εστιασμένος αυτοστοχασμός μπορεί να βοηθήσει σημαντικά. Μερικές φορές, ο εντοπισμός της προέλευσης του προβλήματος μπορεί να μας κάνει να χαλαρώσουμε και να ξεπεράσουμε σταδιακά το PCD.

Για πολλές από τις αιτίες που αναφέρθηκαν παραπάνω, η συζήτηση με τον σύντροφό μας μπορεί να αποτελέσει μέρος της θεραπείας.

Εάν το άγχος ή η θλίψη βασίζεται στη σεξουαλική απόδοση ή στην έλλειψη οργασμού, το να μιλάμε γι’ αυτά τα ζητήματα με το ταίρι μας είναι ένα καλό πρώτο βήμα.

Εάν τα αρνητικά συναισθήματα μετά τη συνουσία είναι αποτέλεσμα μιας πυροδότησης τραυματικών γεγονότων του παρελθόντος, είναι σημαντικό να ζητήσουμε βοήθεια από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας.

Το σεξ μπορεί να είναι μια πολύ όμορφη εμπειρία, αλλά το PCD μπορεί να επηρεάσει αρνητικά αυτή τη δραστηριότητα.

Η αναγνώριση των συναισθημάτων που βιώνουμε, το να ακούμε τον εαυτό μας, το να μιλάμε στον/στην σύντροφό μας ανοιχτά για ό,τι μας απασχολεί, η αναγνώριση της προέλευσης των συναισθημάτων και η κατάλληλη φροντίδα, μπορούν να βοηθήσουν στη βελτίωση της σεξουαλικής μας υγείας.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα