Σε αντίθεση με τη δημοκρατία, οι αγορές έχουν αδιέξοδα…

Σε αντίθεση με τη δημοκρατία, οι αγορές έχουν αδιέξοδα…
Φυσικό αέριο ISTOCK

Η Ευρώπη είναι υποχρεωμένη να διατηρήσει την πολιτική των πολιτικών παρεμβάσεων και των "εργαλείων" άμβλυνσης των συνεπειών της κρίσης.

Το 2022 υπήρξε μια συστηματικά ανήσυχη και περιπετειώδης χρονιά, σε ό,τι τουλάχιστον αφορά τον τομέα της ενέργειας.

Πριν ακόμα ξεκινήσει η εισβολή της Ρωσίας και ο πόλεμος στην Ουκρανία, είχε ήδη δημιουργηθεί αναστάτωση στις ενεργειακές αγορές από την ανισορροπία ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση και την εξ΄αυτής ραγδαία κλιμάκωση των τιμών. Η τάση αυτή γιγαντώθηκε, και παραμένει έως σήμερα, μετά την έναρξη του πολέμου.

Ολόκληρη η χρονιά χαρακτηρίστηκε από την προσπάθεια της Ευρώπης να βρει απαντήσεις στη δύσκολη εξίσωση που έχει τρείς κύριες παραμέτρους:

Πρώτον, την επιλογή και υποχρέωση να συμμετάσχει ενεργητικά στα μέτρα και κυρώσεις κατά της επιτιθέμενης Ρωσίας και να μειώσει την ενεργειακή εξάρτηση απ΄αυτήν.

Δεύτερον, την ανάγκη να εξασφαλίσει, υπό τις νέες συνθήκες, ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια εφοδιασμού.

Τρίτον, να προστατέψει τους πολίτες της από την ενεργειακή ένδεια αντιμετωπίζοντας τις τεράστιες συνέπειες σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις από την έκρηξη των τιμών αερίου, ρεύματος και καυσίμων.

Οι απαντήσεις που επιχειρεί να δώσει η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολλές φορές καθυστερημένες ή ανεπαρκείς. Άλλες είναι αντισυμβατικές ή και αντιφατικές. Εκείνο όμως που φαίνεται να εμπεδώνεται ως αντίληψη, είναι ότι από μόνα τους τα «εργαλεία» και οι θεσμοί της αγοράς, δεν είναι ικανά να δώσουν απαντήσεις σε συνθήκες βαθιάς κρίσης.

Η ενεργειακή ορθοδοξία, δηλαδή η πεποίθηση ότι η απελευθέρωση των αγορών και η εγκατάσταση μοντέλων που στηρίζονται κατά κύριο λόγο στη λειτουργία των χρηματιστηρίων ενέργειας, μπορούν να απορροφήσουν τις έκτακτες αναταράξεις και να οδηγήσουν σε μια νέα ικανοποιητική ισορροπία, δέχτηκε ισχυρό πλήγμα.

Στο σύνολό τους οι κυβερνήσεις, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο, άλλες πιο γρήγορα και άλλες πιο αργά, αλλά και η ίδια η Κομισιόν, προχώρησαν σε ανατροπές όλων των θεμελιωδών κανόνων, ξεκινώντας από τη θέσπιση πλαφόν στις τιμές της χρηματιστηριακής διαπραγμάτευσης και περιορισμών στην ελεύθερη διακίνηση ενεργειακών αγαθών και φτάνοντας στην ανάκτηση των έκτακτων υπερκερδών με τα οποία «φιλοδώρησε» η κρίση τις ενεργειακές εταιρείες, καθώς βέβαια και στη δυναμική επιδότηση των καταναλωτών για την κάλυψη των αναγκών τους σε ρεύμα, αέριο και καύσιμα.

Το τέλος της ενεργειακής κρίσης δεν είναι ορατό, στο βαθμό φυσικά που και οι προβλέψεις για τον πόλεμο στην Ουκρανία δεν είναι ασφαλείς. Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι οι καλές εμπορικές σχέσεις της Ευρώπης με τη Ρωσία και συνεπώς η κυριαρχική τροφοδοσία της γηραιάς ηπείρου με Ρωσική ενέργεια, δεν θα επανέλθουν στα προ κρίσης επίπεδα. Έως ότου βρεθεί ένα νέο σημείο ισορροπίας, όποιο κι αν είναι αυτό, η αβεβαιότητα θα είναι παρούσα και συνεπώς οι τιμές της ενέργειας θα παραμείνουν ψηλά και οι διακυμάνσεις θα αποτελούν τη μόνη σταθερά στον ενεργειακό τομέα.

Υπό αυτήν την έννοια, η Ευρώπη είναι υποχρεωμένη να διατηρήσει την πολιτική των πολιτικών παρεμβάσεων και των «εργαλείων» άμβλυνσης των συνεπειών της κρίσης. Σε δεύτερο επίπεδο είναι πιθανόν να δούμε πλέον να αναδομείται η αρχιτεκτονική των ίδιων των ενεργειακών αγορών, προκειμένου να ενταχθούν δομικά σε αυτές οι περιοριστικοί μηχανισμοί αντιμετώπισης ακραίων καταστάσεων, όπως αυτές που βιώνουμε ολόκληρο το χρόνο που φεύγει.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα