EUROKINISSI/ 24 MEDIA CREATIVE TEAM

ΓΙΑΤΙ Ο ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΘΕΛΕΙ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ… ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Οι γερμανικές εκλογές θα είναι καθοριστικές και για την Ελλάδα και συνολικά την Ευρώπη, αφού μετά θα ξεκινήσει συζήτηση για το Σύμφωνο Σταθερότητας στη μετά κορονοϊού εποχή. Μόνη μικρή ελπίδα η SPD.

Εν όψει των γερμανικών εκλογώντης 26ης Σεπτεμβρίου, η Ελλάδα και όλη η Ευρώπη παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στη Γερμανία, όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν βρίσκεται καν στην προεκλογική ατζέντα των γερμανικών κομμάτων.

Αυτό βέβαια μπορεί να είναι και καλό: Την τελευταία φορά που η Ευρώπη και η Ελλάδα έγινε αντικείμενο προεκλογικής συζήτησης στη Γερμανία, ανέβηκε η νέα ακροδεξιά με το όχημα της AfD, της Εναλλακτικής για τη Γερμανία.

Οι Γερμανοί δεν θα ψηφίσουν λοιπόν με κριτήριο το μέλλον της Ευρώπης, το οποίο αναμφισβήτητα θα επηρεάσει η επόμενη κυβέρνηση τους και ο επόμενος ή η επόμενη καγκελάριος, μετά το τέλος εποχής με την αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ. Τα θέματα που απασχολούν κυρίως τους Γερμανούς ψηφοφόρους αφορούν στην ψηφιοποίηση, την προστασία του περιβάλλοντος και τις οικονομικές σχέσεις με την Κίνα.

Οι γερμανικές εκλογές θα είναι όμως καθοριστικές και για την Ελλάδα και συνολικά την Ευρώπη, αφού μετά θα ξεκινήσει συζήτηση για το Σύμφωνο Σταθερότητας στη μετά κορονοϊού εποχή. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκηςστη ΔΕΘ προανήγγειλε ότι θα δοθεί μάχη στην Ευρώπη για αλλαγές στο δημοσιονομικό πλαίσιο.

“Το Σύμφωνο Σταθερότητας θα αλλάξει. Δεν μπορούμε να είμαστε πια δεσμευμένοι από σκληρούς ανελαστικούς στόχους, που λίγες χώρες μπορούν να υπηρετήσουν και που δημιουργούν ανατροφοδοτούμενες κρίσεις. Αυτή είναι η μεγάλη συζήτηση του 2022”, είπε, σχολιάζοντας ότι η Γερμανία δεν ήθελε και το Ταμείο Ανάκαμψης, που όμως τελικά προχώρησε και εκτιμώντας ότι: “Θα έχουμε μία ενδιαφέρουσα συζήτηση στην Ευρώπη μετά τις γερμανικές εκλογές, θεωρώ όμως ότι και οι Γερμανοί δεν θα είναι τόσο δογματικοί όσο στο παρελθόν”.

Σημειωτέον ότι ο κ.Μητσοτάκης, ο οποίος την Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου φιλοξένησε τη EUMED9 και άρα είχε την ευκαιρία να δει Μακρόν, Ντράγκι, Σάντσεθ, Σίλβα κα, την επομένη των γερμανικών εκλογών, στις 27 Σεπτεμβρίου, θα βρίσκεται στο Παρίσι με αφορμή την έκθεση στο Μουσείο του Λούβρου με θέμα τη Γέννηση της Σύγχρονης Ελλάδας, και άρα έχει την ευκαιρία να ξεκινήσει τις διαβουλεύσεις με άλλους ηγέτες για ένα ενιαίο μέτωπο στο θέμα.

Ο πρωθυπουργός όμως πρέπει να ελπίζει ότι η επόμενη γερμανική κυβέρνηση θα έχει ως κορμό την SPD, δηλαδή τους Σοσιαλδημοκράτες, παρότι ο υποψήφιος καγκελάριος Όλαφ Σόλτς έχει ταχθεί κατά της χαλάρωσης των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, με δεδομένο ότι οι Σοσιαλδημοκράτες θα θέλουν μία γενικότερη διαφορετική οικονομική πολιτική, ενώ για τους Χριστιανοδημοκράτες κάθε αύξηση δαπανών αποτελεί κόκκινο πανί.

Στο ερώτημα του News24/7, εάν οι Έλληνες μπορούν να ελπίζουν στο SPD, ο καθηγητής Juergen Neyer εκτιμά πως ναι, αλλά προειδοποιεί ότι θα είναι μία μακρόχρονη μάχη και ότι η Ελλάδα και άλλες χώρες που θέλουν αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας θα πρέπει να πιέσουν και να ξαναπιέσουν τη Γερμανία, η οποία έχει σταθεί κερδισμένη από την πολιτική για το χρέος τα προηγούμενα χρόνια.

Ο αρχισυντάκτης του Politico, Florian Eder, συμφωνεί ότι η Αθήνα μπορεί να ελπίζει λιγάκι στους Σοσιαλδημοκράτες και υπενθυμίζει πως με το Ταμείο Ανάκαμψης ουσιαστικά η ΕΕ προχώρησε σε κοινό δανεισμό και “έσπασε” το μέτωπο των βόρειων χωρών και της Ολλανδίας. Και εκείνος όμως επισημαίνει ότι ο δρόμος θα είναι μακρύς και ξεκαθαρίζει ότι σε κάθε περίπτωση το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν θα πάψει εντελώς να υπάρχει, αλλά θα παραμείνουν ορισμένοι κανόνες.

Αυτό θα είναι και το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης στην Ευρώπη με την επόμενη γερμανική κυβέρνηση. Δεδομένου όμως ότι η Γερμανία έχει παράδοση κυβερνήσεων συνεργασίας (καθώς άλλωστε το πολύπλοκο γερμανικό εκλογικό σύστημα τις ευνοεί, από το φόβο της ανάδειξης ξανά ενός Χίτλερ), σημασία δεν έχει μόνο ποιο θα είναι το πρώτο κόμμα και ποιος θα γίνει καγκελάριος, αλλά και ποιοι θα είναι οι εταίροι και κυρίως ο δεύτερος εταίρος.

Οι Χριστιανοδημοκράτες μετά από 16 χρόνια Μέρκελ και με δεδομένο ότι η σημερινή ηγεσία της CDU ανήκει επίσης στη μερκελική εποχή, έχουν κουραστεί και κουράσει. Ο Άρμιν Λάσετ, που είχε κερδίσει την εσωκομματική μάχη ως συνεχιστής της Μέρκελ, αποδεικνύεται ο λάθος υποψήφιος και ο Βαυαρός άσπονδος φίλος του από την CSU, δηλαδή τους Χριστιανοκοινωνιστές, Μάρκους Ζέντερ, τον περιμένει στη γωνία.

Πρόκειται βέβαια για την πλέον ρευστή μάχη. Μόλις τον Ιούλιο η CDU/CSU είχε περάσει μπροστά, μετά από ένα διάστημα κατά το οποίο οι Πράσινοι έμοιαζε πιθανό ότι θα έκαναν τη μεγάλη έκπληξη.

Η πτώση της CDU στη συνέχεια όμως σε συνδυασμό με την άνοδο της SPD και το γεγονός ότι η “έκρηξη” των Πράσινων δεν συνεχίστηκε, σημαίνει ότι θα μπορούσε ο επόμενος καγκελάριος να είναι Σοσιαλδημοκράτης. Σε αυτή την περίπτωση, ποιος θα είναι ο εταίρος;

Ο Σολτς ποντάρει σε συγκυβέρνηση με τους Πράσινους, αν και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι πιθανότατα θα χρειαστεί τη στήριξη και ενός τρίτου κόμματος. Εάν μπει η Αριστερά στη γερμανική ομοσπονδιακή Βουλή, θα μπορούσε να είναι ο τρίτος εταίρος, αλλά απλώς για να βγουν τα κουκιά και δεν θα αναμένετο να έχει μεγάλη επίδραση στην κυβέρνηση. Αυτή η κόκκινη- πράσινη- κόκκινη συμμαχία (από τα χρώματα των κομμάτων), θα δημιουργούσε το πιο πρόσφορο έδαφος για θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος- και όχι μόνο όσον αφορά στην οικονομία.

Η Αναλένα Μπέρμποκ ενδεχομένως να μην είναι η επόμενη καγκελάριος, αλλά καθώς η στήριξη των Πρασίνων θα απαιτηθεί για το σχηματισμό κυβέρνησης, είτε με κορμό τους Σοσιαλδημοκράτες, είτε τους Χριστιανοδημοκράτες, θα είναι κατά πάσα πιθανότητα η επόμενη υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, καθώς το υπουργείο αυτό πηγαίνει παραδοσιακά στον δεύτερο κυβερνητικό εταίρο.

Σύμφωνα με τον δρ Neyer, εάν οι Πράσινοι αναλάβουν το υπουργείο Εξωτερικών, η γερμανική εξωτερική πολιτική θα αλλάξει. Θα γίνει λιγότερο πραγματιστική και περισσότερο προσανατολισμένη σε αξίες.

Αυτό ενδέχεται να σημάνει και αλλαγή της γερμανικής realpolitik απέναντι στην Τουρκία, καθώς οι Πράσινοι θα επιμείνουν ιδιαίτερα σε θέματα δημοκρατίας. Μένει να φανεί εάν θα αλλάξει και η γερμανική και άρα η ευρωπαϊκή πολιτική όσον αφορά στο προσφυγικό και μεταναστευτικό σε σχέση με την Τουρκία.

Τέλος, υπάρχει και το ενδεχόμενο, να απαιτηθεί για το σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία η συμμετοχή των Φιλελεύθερων, της FDP. Εάν οι Σοσιαλδημοκράτες αναγκαστούν όμως να στηριχθούν στην FDP, θα προκύψει μία απολύτως ασταθής κυβέρνηση, αφού διαφωνούν σε θεμελιώδη θέματα όπως η φορολόγηση.

Το σενάριο ενός νέου μεγάλου συνασπισμού δεν το επιθυμεί κανείς από τα δύο μεγάλα κόμματα. Αν και με το γερμανικό εκλογικό σύστημα όλα είναι πιθανά. Και μάλιστα, ανάλογα με το αποτέλεσμα, οι διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης θα μπορούσαν να κρατήσουν και μήνες, όπως έγινε και την προηγούμενη φορά. Εν τω μεταξύ η Ευρώπη και η Ελλάδα, θα περιμένουν.

Δεν είναι βέβαια μόνο οι πολιτικές του κόμματος που θα κερδίσει και των κυβερνητικών εταίρων του, αλλά και η προσωπικότητα του επόμενου καγκελαρίου και η χημεία με τους άλλους ηγέτες της ΕΕ, που θα παίξει σημαντικό ρόλο.

Η Μέρκελ επί16 ολόκληρα χρόνια κυριάρχησε στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας και της Ευρώπης, για καλό ή κακό. Οι ισορροπίες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο χωρίς τη “μητερούλα” θα αλλάξουν και κανείς δεν μπορεί επακριβώς να προβλέψει ποια θα είναι η κατάληξη. Καθοριστική θα είναι η σχέση του επόμενου καγκελαρίου με το Γάλλο Πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν, ενώ στο ευρωπαϊκό παιχνίδι παίζει πλέον ισχυρά και ο Μάριο Ντράγκι ως πρωθυπουργός της Ιταλίας.

Η παρουσία της Μέρκελ ήταν πάντως ένας ενοποιητικός παράγοντας, ακόμη και αν δεν ήταν πάντα θετικός ο απολογισμός για τους ευρωπαϊκούς λαούς, και η αποχώρηση της προκαλεί και ανησυχίες για το μέλλον. Η ίδια θα θυμάται ως δυσκολότερη στιγμή της θητείας της την Ευρωκρίση, όταν όπως η ίδια είπε “ζήτησα τόσο πολλά από τους Έλληνες”. Οι Έλληνες θα ζητήσουν περισσότερο δημοσιονομικό χώρο με την αποχώρηση της. Οι ισορροπίες θα αλλάξουν, αλλά η Γερμανία θα εξακολουθήσει να παίζει κεντρικό ρόλο στην Ευρώπη και από τις 27 Σεπτεμβρίου θα ξεκινήσει μία νέα μεγάλη ευρωπαϊκή “μάχη”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα