Lewis Joly/Invision/AP

ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΝΤΕΣΠΛΑ: O ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟΣ ΜΕ ΟΣΚΑΡ ΣΥΝΘΕΤΗΣ ΜΙΛΑ ΣΤΟ NEWS 24/7

Ο βραβευμένος με Όσκαρ, ελληνικής καταγωγής συνθέτης, μιλάει από τις Κάννες στο News24/7 για τη νέα ταινία του Γουές Άντερσον, Το Φοινικικό Σχέδιο.

Για τον Αλεξάντρ Ντεσπλά, η κινηματογραφική μουσική έμοιαζε να ήταν ανέκαθεν το πεπρωμένο του.

Από μικρός έπαιζε τζαζ, του άρεσε να αυτοσχεδιάζει. Ήθελε να παίζει όλα τα όργανα, όχι για κάποιο άλλο λόγο, αλλά γιατί πολύ απλά, «είχα όλους αυτούς τους ήχους μέσα στο κεφάλι μου που ήθελα να χρησιμοποιήσω», όπως μου είχε πει όταν τον συνάντησα πρώτη φορά πριν 12 χρόνια στην Αθήνα. «Κι ο μόνος τρόπος να τους βγάλω από εκεί μέσα, ήταν να τους γράψω».

Έτσι ξεκίνησε. Και το όνειρό του, ήταν πάντα η μουσική για σινεμά. Αντλώντας έμπνευση από τα πάντα – από μια ηλιόλουστη μέρα, από βιβλία, από άλλη μουσική που άκουγε, από ταινίες που έβλεπε. Κι οι ήχοι αυτοί πάντα ήταν για το σινεμά. Ο άνθρωπος είχε πάντα αυτό το χάρισμα: Η μουσική που έφτιαχνε μες στο κεφάλι του, έντυνε εικόνες.

Δίχως αμφιβολία ένας από τους σημαντικότερους – αν όχι ο σημαντικότερος – κινηματογραφικός συνθέτης του 21ου αιώνα, ο Ντεσπλά έχει μαζέψει τα βραβεία με το τσουβάλι, ανάμεσά τους και δύο Όσκαρ, για το Grand Budapest Hotel του Γουές Άντερσον και το Shape of Water του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, δύο από τους μόνιμους συνεργάτες του, κάθε νέα ταινία των οποίων είναι εκεί για να ντύσει μουσικά.

Και, εντυπωσιακά, με έναν τρόπο που δεν κάνει ποτέ τις μουσικές του να μοιάζουν ίδιες. Ακόμα κι όταν ζωντανεύουν κόσμους των ίδιων σκηνοθετών.

Ο Γουές σίγουρα έχει ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους. Με τα κινηματογραφικά του διοράματα που είναι γεμάτα συναίσθημα, χιούμορ και νοσταλγία, μας βάζει ξανά και ξανά σε έναν κόσμο ολόδικό του. Η νέα του ταινία, το Φοινικικό Σχέδιο, ακολουθεί τον εφοπλιστή ΖαΖα Κόρντα (Μπενίσιο Ντελ Τόρο) σε μια προσπάθεια να διασώσει το μεγαλεπίβολο σχέδιό του από την οικονομική καταστροφή, σε μια περιπέτεια σε όλο τον πλανήτη, παρέα με την αποξενωμένη κόρη του (Μία Θρίπλετον) και έναν αλλόκοτο Νορβηγό δάσκαλο (Μάικλ Σέρα!!) που τους ακολουθεί στο ταξίδι τους.

Εδώ η μουσική του Ντεσπλά φέρνει στο τραπέζι κάτι τελείως διαφορετικό σε σχέση με τη μουσική του, ας πούμε, για το Moonrise Kingdom του Γουές Άντερσον. Υπάρχει μια επίμονη εμφάνισή τους και μια υπαναικτικότητα που τονίζει το σασπένς της πλοκής και βρίσκει τον Ντεσπλά να φλεξάρει διαφορετικούς μύες από ό,τι άλλες φορές.

Στο πλαίσιο της παγκόσμιας πρεμιέρας του Φοινικικού Σχεδίου στο 78ο φεστιβάλ Καννών, συναντήσαμε τον θρυλικό ελληνικής καταγωγής, γάλλο συνθέτη σε ένα δωμάτιο του ξενοδοχείου Marriott. Μας χαιρέτησε με χαρά και ενθουσιασμό στα ελληνικά – η μητέρα του έφυγε από την Ελλάδα όταν 20 χρονών κι ο ίδιος ερχόταν μικρός κάθε καλοκαίρι. «Πήγαινα διακοπές με τα ξαδέρφια μου στην παραλία, στο Λαγονήσι, στη Μονεμβασιά. Αλλά μετά στα 18-19 που έπρεπε να αρχίσω τις σπουδές μου, να δουλεύω, έμεινα πια στη Γαλλία. Δεν ερχόμουν πια τόσο συχνά», μου έλεγε το ‘13.

Γυρνάμε λοιπόν την κουβέντα στα αγγλικά και ξεκινώντας από τον Γουές, μιλάμε για τις διαφορετικές μουσικές (και τα ετερόκλητα όργανα) που του αρέσει να ζωντανεύει, για το πώς δεν περνάει καθόλου καλά όταν ακούει μουσική του (ακόμα κι όταν διευθύνει μια ορχήστρα), για τον Τζον Γουίλιαμς και τον Τζέρι Γκόλντσμιθ, και για το πώς του αρέσει να γράφει μουσική μπαίνοντας μέσα στην κάθε ταινία – σα να ήταν ένας ήρωας από το Πορφυρό Ρόδο του Καΐρου.

Ο Αλεξάντρ Ντεσπλά στο κόκκινο χαλί της παγκόσμιας πρεμιέρας του Φοινικικού Σχεδίου στις Κάννες, μαζί με τον Γουές Άντερσον. (Δίπλα τους, ο Ρούπερτ Φρεντ.) Scott A Garfitt/Invision/AP

Τι είναι αυτό που σε κάνει να θέλεις να επιστρέφεις και να δουλεύεις μαζί με τον Γουές Άντερσον ξανά και ξανά; Και μάλιστα χωρίς να πρόκειται για την ίδια μουσική. Στο Φοινικικό Σχέδιο ας πούμε ένιωσα αυτή την υποβλητικότητα της μουσικής, ότι ήταν παρούσα όλη την ώρα με έναν πολύ διακριτικό τρόπο, επειδή πρέπει να κρατήσει το σασπένς.

Λοιπόν, κάθε ταινία που σκηνοθετεί είναι διαφορετική, όμως είναι η ίδια εμμονή της σκηνοθεσίας αυτής της οπτικής γωνίας. Είναι ίδια η τεχνοτροπία, οι ηθοποιοί… υπάρχει ένα ισχυρό σύμπαν στο οποίο ανήκουν οι ταινίες του Γουές, αλλά για τη μουσική προσπαθούμε πάντα κάτι διαφορετικό. Μπορείς να θυμηθείς τις μελωδίες ή τα μοτίβα, η ενορχήστρωση είναι πάντα λίγο μοναδική, λίγο παράξενη – προσπαθούμε πάντα να βάζουμε μαζί όργανα που τους είναι γραφτό να ταιριάζουν μεταξύ τους.

Στο Φοινικικό Σχέδιο όλα ξεκινούν με μια σκηνή όπου βλέπουμε τον Ζα-Ζα Κόρντα σε ένα δωμάτιο, και στο βάθος υπάρχει ένα πικάπ που παίζει Στραβίνσκι. Από εκεί ξεκίνησε η ιδέα ότι θα χρησιμοποιούσαμε ένα μοτίβο του Firebird ως συνδετικό κρίκο όλης της μουσικής στην ταινία. Κι αυτό είναι κάτι πολύ διαφορετικό από το προηγούμενο μας φιλμ, και είμαι σίγουρος ότι θα είναι διαφορετικό και από το επόμενο.

Συνήθως δουλεύεις με μια ολοκληρωμένη ταινία, ή από το σενάριο;

Λοιπόν, στο Asteroid City είχα γράψει λίγη μουσική από πριν. Αλλά για το Φοινικικό Σχέδιο είδα πρώτα την ταινία.

Προτιμάς κάτι από τα δύο;

Προτιμώ να βλέπω την ταινία. Είναι εκεί που τελικά η άποψη του σκηνοθέτη φτάνει μπροστά μου, μπροστά στα μάτια μου. Πριν από αυτό, δεν ξέρω, διαβάζεις μια σκηνή, αλλά που ξέρεις τι θα κάνει η κάμερα; Θα στέκεται με τον ηθοποιό; Θα κινείται; Θα πέφτει το φως από εδώ; Από την πλάτη; Κάποιος θα στέκεται σε ένα σημείο του κάδρου, και θα κάνει κάτι. Οπότε πώς θα τα δω όλα αυτά αν όχι στην ταινία;

Αυτό είναι που θέλει να δει και να αισθανθεί ο εγκέφαλός μου, ο οποίος λειτουργεί πολύ συναισθητικά. Πρέπει να το νιώσω αυτό. Είναι πολύ διαισθητικό. Αυτό είπε και ο Τζέρι Γκόλντσμιθ – ότι αυτή η διαίσθηση ήταν πολύ σημαντική για τη σχέση μεταξύ του συνθέτη και της εικόνας.

Ναι, γιατί μπορούμε να φανταστούμε μια ταινία σαν αυτή γυρισμένη με έναν πιο συμβατικό τρόπο, πιο προσανατολισμένη στη δράση…

Και βέβαια, αυτός είναι ο λόγος που ο Γουές έχει τέτοια επιτυχία, επειδή εφηύρε ένα στυλ που κανείς δεν είχε πριν και κανείς δεν ξέρει πώς να το κάνει. Είναι το δικό του πράγμα. Και είναι συναρπαστικό κάθε φορά να δουλεύεις μαζί του.

Μου αρέσει αυτό που ανέφερες για όργανα που δεν είναι γραφτό να είναι μαζί.

Ναι, ναι, ναι. Να συναρμολογούμε, να ταιριάζουμε όργανα που δεν είναι γραφτό… Ξέρετε, υπάρχει μια παράδοση στο πώς τα όργανα συνυπάρχουν. Η τριπλέτα μπάσο, πιάνο και ντραμς ή μια συμφωνική ορχήστρα ή κουαρτέτο εγχόρδων ή, ή, ή.

Αλλά με τον Γουές, πάντα κάνουμε παράξενα πράγματα. Χρησιμοποιούμε μπάντζο και και φαγκότο. Ή ας πούμε στο Isle of Dogs υπάρχει ένα μάτσο σαξόφωνα και μπάσοι άντρες που τραγουδούν. Υπάρχουν μερικά στοιχεία που κρατάμε έτοιμα στο ράφι, έτοιμα για χρήση. Αλλά πάντα προσθέτουμε κι άλλα όργανα ή ιδέες που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μαζί τους.

Είχα βρει υπέροχο στο Moonrise Kingdom που υπήρχε αυτό το κομμάτι στους τίτλους τέλους που κατά κάποιο τρόπο αποδομεί την ορχήστρα. Είναι ένα από τα πιο συγκινητικά πράγματα που έχει κάνει!

Ναι! Και, ξέρετε, είναι αστείο γιατί δεν ήξερα ότι το είχε κάνει αυτό. Tο άκουσα εδώ για πρώτη φορά, στη μεγάλη αίθουσα Lumiere. Επειδή δεν είχα δει την ταινία πριν. Ολοκληρώθηκε αφού είχα γράψει τη μουσική. Και ήταν ένα απίστευτο δώρο από τον Γουές προς εμένα. Και μια μεγάλη έκπληξη.

Υπάρχουν πράγματα που εμπνέουν ένα μουσικό σου κομμάτι πέρα από την ίδια την ταινία;

Ό,τι έχεις πάρει στη ζωή σου, κάθε συναισθηματική εμπειρία σε βοηθάει να γράψεις ή να δημιουργήσεις οτιδήποτε. Θα μπορούσε να είναι ένας πίνακας ζωγραφικής ή γλυπτική ή λογοτεχνία, ό,τι κι αν είναι. Έτσι, όταν πρόκειται για μια ταινία, προσπαθώ να ζήσω μέσα της. Σα να έπαιζα στην ταινία, αυτό κάνω. Προσπαθώ ο υπόλοιπος κόσμος να μην υπάρχει πια. Ξέρεις, είναι σαν την ταινία του Γούντι Άλεν, το Πορφυρό Ρόδο του Καΐρου, που μπαίνουν μέσα στην οθόνη. Αυτό προσπαθώ να κάνω, βασικά.

Είναι πάντα συγκεκριμένες οι ιδέες για την κάθε ταινία; Έχεις κάπου ένα μάτσο ιδέες που απλά περιμένεις να τις χρησιμοποιήσεις κάπου;

Όχι, όχι, αυτό που μπορώ να κάνω είναι όταν αρχίζω να δουλεύω πάνω σε μια ταινία, ίσως κάτι μου έρθει και μου πει, α, αυτό το πράγμα που σκεφτόμουν να χρησιμοποιήσω –αυτό το όργανο ή αυτή τη φωνή ή αυτό το πρόσωπο– είναι μια καλή ιδέα για εδώ. Αλλά πάντα είναι η ταινία που αποφασίζει.

Ρωτάω γιατί έχει συμβεί να έχεις γράψει μουσική σε ταινίες που στα χαρτιά μπορεί να είναι συναφείς, όπως το Argo και το Zero Dark Thirty που βγήκαν την ίδια χρονιά κιόλας, αλλά έχουν ένα χάσμα μεταξύ τους σε ύφος, και αυτό έχει να κάνει και με τη μουσική προφανώς.

Αυτό είναι συναρπαστικό όταν κάνεις ταινίες που φαίνονται ίδιες και, και στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου επειδή η σκηνοθεσία είναι τόσο διαφορετική. Αν εγώ ακολουθούσα απλά την ιστορία, θα μπορούσα να κάνω το ίδιο. Αν απλά διάβαζα το σενάριο, μπορεί να έγραφα την ίδια μουσική!

Θυμάμαι μια ταινία που λέγεται Extremely Loud and Incredibly Close, η οποία μου αρέσει πολύ, του Στίβεν Ντάλντρι. Είναι η ιστορία ενός νεαρού αγοριού που έχει σύνδρομο Asperger. Αν διαβάσεις το σενάριο, ποιος είναι ο πειρασμός εκεί; Ο πειρασμός είναι να κάνεις μια μουσική πολύ δραστήρια και πολύ γρήγορη. Αλλά αν το γράψεις αυτό στην συγκεκριμένη ταινία, σκοτώνεις την ταινία, σκοτώνεις τον χαρακτήρα. Πρέπει να κάνεις το αντίθετο.

Το σενάριο είναι μια παγίδα στην οποία μπορεί κανείς να πέσει!

Από τη μία υπάρχει η εμπειρία του να δουλεύεις πάνω σε ταινίες σκηνοθετών με τους οποίους συνεργάζεσαι συχνά, όπως ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, αλλά από την άλλη πλευρά υπάρχει ένα μεγάλο μπλοκμπάστερ που έρχεται σύντομα, το Jurassic World Rebirth. Ποια είναι η διαφορά εκεί για σένα;

Η διαφορά είναι περισσότερο στο πόση ενέργεια πρέπει να βάλω σε αυτά τα μεγάλα μπλοκμπάστερ σε σύγκριση με κάτι σαν το Lee ή άλλες μικρότερες ταινίες που έχω κάνει, κάτι σαν το Piano Lesson. Ταινίες πιο ανεξάρτητες, που είναι πιο οικείος ο κόσμος στον οποίο μπαίνω. Όταν πρέπει να κάνω αυτές τις μεγάλες ταινίες, απαιτείται ένα μεγάλο κομμάτι ενέργειας που πρέπει να χρησιμοποιήσω για να παράγω πολλή μουσική. 100 μουσικοί, κρουστά, χορωδία… Κι αυτό είναι και μια καλή πρόκληση, γιατί σπρώχνει τα όριά σου, για να μη μένεις στο safe zone σου.

Είναι καλό να είσαι στη safe zone σου, δε λέω, μερικές φορές θέλω να είμαι στη safe zone μου και να κάνω μια μικρή ταινία με ένα φίλο. Κι ακόμα κι αν δοκιμάζουμε κάτι που δεν έχω ξανακάνει, γίνεται με έναν ήρεμο τρόπο, ξέρεις, κουλ. Αλλά… αν το κάνεις αυτό συνέχεια, αποκοιμιέσαι. Πρέπει να προκαλείς τον εαυτό σου! Και αυτά τα μεγάλα μπλοκμπάστερ σίγουρα με προκαλούν.

Και επίσης σε αυτή την περίπτωση έχεις στο μυαλό σου και το ότι ακολουθείς τα βήματα κάποιου όπως ο Τζον Γουίλιαμς.

Φυσικά και παίζει ρόλο κι αυτό. Σε φοβίζει, γιατί είναι μια απόλυτη ιδιοφυΐα. Επινόησε το κύριο θέμα του Χάρι Πότερ, του Jurassic Park… Οπότε αυτό είναι κάτι που έμαθα κάνοντας το Χάρι Πότερ: Να είμαι έτοιμος γι’ αυτό και να προσπαθώ να βρω το δρόμο μου, πάντα με σεβασμό στον μάστερ.

Έχεις ήρωες; Ανέφερες ήδη τον Τζέρι Γκόλντσμιθ…

Τζον Γουίλιαμς σίγουρα. Και ο Μπέρναρντ Χέρμαν κι ο Νίνο Ρότα, ο Ζορζ Ντελερού κι ο Μορίς Ζαρ… αυτοί οι δύο ειδικά επειδή ήταν Γάλλοι που πήγαν στο Χόλιγουντ. Και ήταν και πολύ διαφορετικοί, μουσικά. Ο Ντελερού θα μπορούσε να γράψει μουσική για μια πολύ μελαγχολική, οικεία ταινία όπως μου αρέσει να κάνω. Κι ο Μορίς Ζαρ θα μπορούσε να σκοράρει ένα τεράστιο μπλοκμπάστερ των ‘60s, όπως επίσης μου αρέσει να κάνω τώρα. Έτσι έχω αυτά τα δύο είδωλα στα οποία μπορώ να ανατρέξω.

Είναι ενδιαφέρον αυτό που αναφέρεις, γιατί ένα από τα πράγματα που πραγματικά μου αρέσει στη δουλειά σου είναι ακριβώς ότι δεν είναι ένα πράγμα αυτό που κάνεις.

Αν και ξέρω ότι αν οι άνθρωποι όταν αναφέρονταν σε μένα, θα αναφέρονται κυρίως στο Κορίτσι με το Μαργαριταρένιο Σκουλαρίκι ή στο Danish Girl ή σε αυτό το είδος του πολύ ντελικάτου, λεπτού score, ξέρεις. Αλλά προσπαθώ να τους αποδείξω το αντίθετο!

Θυμάμαι τον μακαρίτη τον μάνατζέρ μου που έχει φύγει δυστυχώς από τη ζωή, τον Ρόμπερτ Έρμπαν, που μετά το Κορίτσι με το Μαργαριταρένιο Σκουλαρίκι μου έλεγε ότι δεν πρέπει να στριμωχτώ σε ένα είδος, δεν πρέπει να ταξινομηθώ εύκολα στο πεντάγραμμο. Και ετσι απέρριψα τόσες πολλές ταινίες που μου προσέφεραν μετά το Κορίτσι, γιατί δεν ήθελα να το κάνω αυτό ξανά και ξανά. Ξέρεις, αυτές τις ταινίες εποχής, με τα κουστούμια…

Έχεις μουσικές σου που αγαπάς πιο πολύ;

Από είναι δύσκολο να πω. Υπάρχουν πολλές. Αλλά ας πούμε όταν διευθύνω σε συναυλία, δεν έχω σχεδόν καμία ευχαρίστηση. Δεν ακούω ποτέ τις μουσικές μου. Ποτέ. Οπότε είναι μόνο μια συναυλία. Πρέπει να ετοιμάσω τις παρτιτούρες μου και να είμαι έτοιμος να διευθύνω. Και μερικές φορές νομίζω ότι καθώς γυρίζω τη σελίδα και διευθύνω, θα υπάρξει μια στιγμή στο ένα ή στο άλλο κομμάτι που θα με κάνει να νιώσω κάτι ωραίο – κάτι που με γεμίζει.

Ε, αλλά φεύγει γρήγορα. Και αυτό είναι όλο. Είναι πολύ παράξενο. Είμαι πολύ αποστασιοποιημένος από αυτό που έχω κάνει. Δεν με ενδιαφέρει!

Τι μουσική θα ακούσεις λοιπόν όταν θέλεις να σε παρασύρει κάτι;

Ακούω Μάιλς Ντέιβις… Σοστακόβιτς… ή Ντεμπισί, το πιο πιθανό.

Το προσωπικό μου αγαπημένο κομμάτι σύνθεσής σου είναι από τον Χτύπο Που Έχασε η Καρδιά Μου, του Ζακ Οντιάρ. Είμαι ερωτευμένος με αυτή τη μουσική, την ακούω συνέχεια. Τι θυμάσαι από αυτή τη συνεργασία;

Αυτή η μουσική είναι ένα καλό παράδειγμα για το πώς πρέπει να είναι η διαδικασία μιας συνεργασίας. Όταν είδα για πρώτη φορά την ταινία, πρότεινα στον Ζακ να ακολουθήσει η μουσική την πορεία του χαρακτήρα. Όταν ξεκινάει είναι μεσίτης ακινήτων. Βάρβαρος. Χοντροκομμένος. Φρικτός. Και η μουσική θα τον ανυψώσει. Σιγά-σιγά επιστρέφει στη μουσική, η οποία θα του δώσει μια άλλη πραγματική διάσταση του τι είναι ομορφιά και τι όχι.

Έτσι, στην αρχή της ταινίας δείχνει τον άνθρωπο ως έναν προϊστορικό άνθρωπο. Δεν είναι ακόμα άνθρωπος ακριβώς, είναι των σπηλαίων. Και στο τέλος της ταινίας, θα γίνει αυτός που έπρεπε να γίνει. Έτσι, το θέμα που θα ακούσετε στο τέλος, η μελωδία που θα ακούσετε στο τέλος, την ακούτε στην αρχή της ταινίας, αλλά είναι τόσο αργή και σε υψηλό τόνο που δεν μπορείτε δεν μπορείτε να καταλάβετε καν ότι είναι μελωδία – στην πραγματικότητα όμως είναι οι ίδιες νότες. Αργά αλλά σταθερά, αυτές οι νότες θα γίνουν μελωδία όταν κι αυτός γίνει άνθρωπος.

[σφυρίζει τη μελωδία και χαμογελά]

Όταν το ακούς, το καταλαβαίνεις!

Ο ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΝΤΕΣΠΛΑ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ

Ένα απόσπασμα από τη συζήτηση του 2013, μιλώντας για τη σχέση του μεγάλου συνθέτη με την Ελλάδα.

Είχες έρθει πριν λίγα χρόνια, έρχεσαι συχνά;

Πιο μικρός ήμουν συνέχεια εδώ. Η μητέρα μου έφυγε από την Ελλάδα όταν ήταν 20.

Οπότε έχεις ισχυρό δεσμό.

Ναι, είναι Ελληνίδα-Ελληνίδα. Όταν ήμουν μικρός ερχόμουν κάθε καλοκαίρι και πήγαινα διακοπές με τα ξαδέρφια μου στην παραλία, στο Λαγονήσι, στη Μονεμβασιά. Αλλά μετά στα 18-19 που έπρεπε να αρχίσω τις σπουδές μου, να δουλεύω, έμεινα πια στη Γαλλία. Δεν ερχόμουν πια τόσο συχνά. Έχω χάσει… [το γυρνάει στα ελληνικά] δε μιλάω πολύ καλά πια.

Α, μιλάς όμως!

Ναι, ναι… μόνο λιγάκι. Ξέχασα… όταν δεν έρχεσαι δεν τα εξασκείς πια. Αλλά αισθάνομαι το δεύτερο σπίτι μου εδώ. Δε βλέπω την ώρα να περπατήσω την Ελλάδα κάθε φορά. Και τώρα θέλω να αγοράσω θυμιατό γιατί το δικό μου έχει χαλάσει. Να πάω και σε ένα ζαχαροπλαστείο… Η Ελλάδα είναι μες στην ψυχή μου.

Θα ήταν ωραίο αν έγραφες μουσική για κάποια Ελληνική ταινία αλλά οι πιο πολλές…

…δεν έχουν μουσική!

[γελάμε]

Ε, ίσως μια μέρα. Δεν μου το έχουν ζητήσει ποτέ! Ίσως μια μέρα να με πάρει κάποιος τηλέφωνο.

Info:

Η ταινία Το Φοινικικό Σχέδιο κυκλοφορεί 29 Μαϊου στις αίθουσες από την Tanweer. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο 78ο φεστιβάλ Καννών.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα