ΟΔΔΗΧ: Εγγύηση μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους η συμφωνία του Λουξεμβούργου

ΟΔΔΗΧ: Εγγύηση μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του χρέους η συμφωνία του Λουξεμβούργου
Φωτογραφία αρχείου Eurokinissi

Τα βασικά συμπεράσματά του για την βιωσιμότητα του χρέους έως το 2060 ανακοίνωσε ο ΟΔΔΗΧ. Στα θετικά της συμφωνίας συγκαταλέγονται οι χρηματοδοτικές ανάγκες οι οποίες θα παραμείνουν κάτω του 20% και το δημοσιονομικό μαξιλάρι.

Βιώσιμο ως το 2060 καθίσταται το ελληνικό χρέος μετά την λύση που δόθηκε στο Λουξεμβούργο σύμφωνα με ανάλυση που κάνει στα μέτρα ελάφρυνσης ο ΟΔΔΗΧ

Το τελικό συμπέρασμα της ανάλυσης είναι ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες του χρέους θα παραμείνουν κάτω από το 20% του ΑΕΠ ως το 2060 άρα θα πληρούνται οι όροι βιωσιμότητας ως την πλήρη αποπληρωμή του μειώνοντας στην ουσία το ενδεχόμενο για λήψη μακροχρόνιων μέτρων

Στα θετικά της συμφωνίας συγκαταλέγει την αύξηση του δημοσιονομικού μαξιλαριού που θα έχει η Ελλάδα στα 24,1 δισ. ευρώ που καλύπτει τις χρηματοδοτικές ανάγκες του χρέους για δύο χρόνια . Μάλιστα τονίζεται ότι αν τα έντοκα γραμμάτια αναχρηματδοτούνται συνεχώς το απόθεμα αυτό μπορεί να καλύψει της ανάγκες χρηματοδότησης του μακροχρόνιου χρέους έως και για 4 χρόνια

Την δυνατότητα χρήσης των 3,3 δισ. ευρώ από τα 15 δισ. της τελευταίας δόσης από το δάνειο του ESM για την εξαγορά «ακριβού» χρέους.

Χρησιμοποιώντας το DSA της ΕΕ ο ΟΔΔΗΧ υιοθετεί τις βασικές μακροοικονομικές παραδοχές:

1. Μακροπρόθεσμη ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,0% από το 2023 έως το 2060

2. Μέσο πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ από το 2023 έως το 2060

3. Μέσo κόστος αναχρηματοδότησης άνω του 5,2% από το 2023 έως το 2060

Προβλέπει ότι οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης και εξυπηρέτησης του χρέους θα είναι κάτω από 20% του ΑΕΠ μέχρι το 2060 που αποτελεί το βασικό όριο για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

Στα βασικά συμπεράσματα του ο ΟΔΔΗΧ διαπιστώνει ότι

• Η δυναμική του χρέους είναι σαφώς βιώσιμη και σε καθοδική πορεία μετά από τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.

• Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 128% του ΑΕΠ το 2032 έναντι 134% στο παρελθόν και για την περίοδο 2018-2032, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες μειώθηκαν κατά 2,7% ως ποσοστό του ΑΕΠ σε 10,6% κατά μέσο όρο.

• Τα κυμαινόμενα επιτόκια στο χρέος αντιπροσωπεύουν πλέον μόνο το 49% του συνολικού χαρτοφυλακίου χάρη στα βραχυπρόθεσμα μέτρα που εφαρμόστηκαν και στην επικέντρωση της Ελλάδας σε εκδόσεις σταθερού επιτοκίου τους τελευταίους 12 μήνες.

• Η Ελλάδα προστατεύεται από τον κίνδυνο επιτοκίων μέσω συμφωνιών ανταλλαγής επιτοκίων, τις περιορισμένες χρηματοδοτικές ανάγκες, το σημαντικό όγκο μετρητών, τη χαμηλή ευαισθησία του κόστους χρηματοδότησης του ESM και τις μελλοντικές επαναγορές.

• Τέλος, η ρήτρα «ραντεβού» που υπάρχει για το 2032 αποτελεί δικλείδα ασφαλείας, εάν η δυναμική του χρέους δεν θεωρηθεί ικανοποιητική και απαιτηθεί εφαρμογή των μακροπρόθεσμων μέτρων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα