Review: Synch Festival 2009

default image

Το ΜΕΝ 24 οδοιπορεί στο πιο ευρωπαικό μουσικό φεστιβάλ στην χώρα μας και σας μεταφέρει τις εντυπώσεις του.

Το ΜΕΝ 24 οδοιπορεί στο πιο ευρωπαικό μουσικό φεστιβάλ στην χώρα μας και σας μεταφέρει τις εντυπώσεις του.Τεχνόπολις, βράδυ Παρασκευής (12/6/09), γύρω στις εννιά. Μια από τις συνομιλίες περί ανέμων και υδάτων που εξελίσσονται ολόγυρα έχει αποσπάσει την προσοχή μου. Ο Βασίλης, ένας πνευματώδης όσο και ελευθερόστομος τριαντάρης, με γυαλιά δημοσιογράφου και πλούσια γενειάδα, κομπάζει για τις συναυλίες που έχει μπει στο τζάμπα.



Η απαρίθμηση των «τεχνικών» του με έχει πείσει ότι δε λέει ψέματα. Ακόμα πιο ενδιαφέρουσα είναι η ομολογία του πως αυτή τη φορά έχει πληρώσει διήμερο εισιτήριο. «
Βλάκα, ηλίθιε, δίπλα ξεκινούν οι Ebony Bones, έχω ακούσει ότι γ@$24ε…» φωνάζει πριν πάρει το δρόμο για το Οpen Air 2. Το ένστικτο μου υπαγορεύει να τον ακολουθήσω.




Ebony Bones








Στη σκηνή του Open Air 2, η πληροφόρηση του Βασίλη αποδεικνύεται «εσωτερική». Ένα καρναβαλικό συνονθύλευμα έχει βάλει φωτιά στην αρένα με ένα απροσδιόριστο μείγμα από dance, postpunk και electropop πασπαλισμένο με άφθονους ήχους κρουστών σε ιθαγενείς αφρικάνικους ρυθμούς.



Όσο δύσκολο είναι να προσδιορίσω τη μουσική τους άλλο τόσο είναι να αποφασίσω ποιος είναι ο βασιλιάς καρνάβαλος. Η τραγουδίστρια (Ebony Thomas) που ενσαρκώνει τη διασταύρωση του Ziggy Stardust με τη Madonna; Ο κιθαρίστας που εκτελεί τα επί γης χρέη του Βασιλιά Τουταγχαμών μέχρι να έλθει η Δευτέρα Παρουσία; Ή ο εκτελών χρέη τρομπετίστα με το ημίψηλο καπέλο να μισοκρύβει τη μάσκα του Ζορό στο πρόσωπο;








Κάπου στη μέση της «παρέλασης», η Ebony Thomas, με ύφος δεσποτικό σταματάει τη μπάντα. Εξίσου αυταρχικά αρχίζει να δίνει οδηγίες στο κοινό: «
When I move to the right, all of you people move to the right, when I move to the left you move to the left!» προστάζει. Για την αποφυγή παρερμηνειών εκτελεί μια αυτοσχέδια πρόβα.








Η πρώτη προσπάθεια συναντά την άρνηση και την αμηχανία του κόσμου. Η δεύτερη όμως όχι. Η μάζα, άβουλη, εκτελεί πειθήνια τις προσταγές της. Οι σφυρίχτρες και τα τύμπανα δημιουργούν μια ατμόσφαιρα πανζουρλισμού και το πάρτι συνεχίζεται στους ίδιους ρυθμούς για αρκετή ώρα.



Το τέλος του «καρναβαλιού» με βρίσκει διχασμένο ανάμεσα σε Florence and the Machine και Fujiya and Miyagi που ξεκινούν σχεδόν συγχρόνως, περίπου στις 10 το βράδυ. Η απόφαση μου δε βασίζεται στους νόμους των συναυλιακών πιθανοτήτων -ποιος θα ξανάρθει- ούτε καν σε κάποια ιδιαίτερη προτίμηση. Τη πλάστιγγα προς το μέρος των Fujiya and Miyagi γέρνει η κούραση.




Day Ι



Είναι ήδη μιάμιση ώρα και δύο live μετά από τη στιγμή που παρέλαβα το δημοσιογραφικό πάσο στην είσοδο, «χτύπησα κάρτα» στο σκανεράκι των security, έκανα μια σύντομη αναγνωριστική βόλτα και πήρα θέση για τους Jazzanova. Είναι ήδη μιάμιση ώρα από τη στιγμή που κάποιος στα δεξιά μου, κάποιος που δε γύρισα καν να κοιτάξω, είπε με αρκετή δόση ειρωνείας: «
Εσύ, θα ‘σαι ο αστειάρχης




Δεν αφορούσε σε μένα. Ο «αστειάρχης» ήταν ο ιδεότυπος του χαζοχαρούμενου αγγλοσάξονα με το καουμπόικο καπέλο, τις σαγιονάρες, το χαβανέζικο πουκάμισο. Ήταν πάνω στη σκηνή. Τα αγγλικά του ήταν τα απλούστερα αγγλικά μετά από αυτά που θα ακούσεις από κράχτες σε τουριστάδικα των ελληνικών νησιών: «
Come on people,» φώναζε στο μικρόφωνο. «
The First Jazzanova live in Greece….»



Οι παραινέσεις του, όσο αστείες και να ήταν, είχαν αποτέλεσμα. Ο λιγοστός και διασκορπισμένος μέχρι τότε κόσμος άρχισε να μαζεύεται σαν τα μυρμήγκια. Δεν ήταν πολυάριθμος. Ακόμα όμως ήταν πολύ νωρίς. Μαζί του έπαιρναν θέση τα μέλη της γερμανικής τζαζ κολεκτίβας και λίγο αργότερα οι πρώτες νότες του φεστιβάλ δονούσαν τα τύμπανα του κοινού.




Jazzanova



O σοφιστικέ ηχότυπος των Jazzanova δεν έκρυβε τα δάνεια του από τη χορευτική μουσική. Έβγαινε με μια χαλαρότητα που μου προκαλούσε ευχαρίστηση. Το ίδιο και η εναλλαγή των γυναικείων φωνητικών της Clara Hill με τον Paul Randolph.



Ευχαρίστηση αρκετή για να ξεχάσω τη διαφορά φάσης του Paul Randolph με την υπόλοιπη μπάντα όταν έπαιζε μπάσο και να παραμείνω προσηλωμένος στο πρόγραμμα μου. Μισή ώρα αργότερα η «πολυδιαφημισμένη» εμφάνιση των Jazzanova ήταν παρελθόν και ο κόσμος είχε αρχίσει τις συζητήσεις περί… ανέμων και υδάτων!




Fujiya and Miyagi




Πίσω στο Open Air 2, μια πλημμυρίδα χρωμάτων και ψηφιοποιημένων σχεδίων καταφθάνει στους αμφιβληστροειδείς μου. Όταν ο εγκέφαλος καταφέρνει να τα συνθέσει σε εικόνες, τα ψηφία είναι γνώριμα. Ζάρια που αλλάζουν χρώματα, ενδείξεις και κινούνται με καταιγιστικούς ρυθμούς σχηματίζοντας εικόνες από ανθρώπους, γεωμετρικά σχέδια και arcade παιχνίδια. Όταν ο pacman τελειώνει την πίστα και τα φαντάσματα είναι όλα εξουδετερωμένα τα ζάρια σχηματίζουν τρεις λέξεις: Fujiya and Miyagi!



Τo τρίο από τη Βρετανία είναι, για την ώρα, ένα μέλος μείον αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να γεμίζουν την ατμόσφαιρα με μια πανδαισία γνώριμων ήχων. Ίσως πιο γνώριμους από όσο θέλω, λόγω ηλικίας, να παραδεχτώ. Με την προσθήκη του ντράμερ και χωρίς να χάνουν ούτε μία στιγμή το ξεχωριστό τους ύφος αναπαράγουν κομμάτι προς κομμάτι όλη τη μουσική μου νιότη.








Η rock electronica των Primal Scream αναμειγνύεται με την trip hop των Massive attack και αφήνει μια pop επίγευση. Γλυκιά σαν βανίλια. Αρωματική σαν φράουλα. Την ώρα που το εξαγριωμένο σόλο του David Best προϊδεάζει για τους τίτλους τέλους συνειδητοποιώ ότι είναι ώρα για το κυρίως πιάτο αυτής της βραδιάς.



Ελάχιστα μετά τις έντεκα βρίσκομαι πίσω στο Οpen Air 1. Οι Tortoise είναι το κυρίως πιάτο αλλά το «στομάχι» είναι γεμάτο. Ψυχαναγκαστικές σκέψεις κάνουν βόλτες στους δαιδάλους του εγκεφάλου μου. «
Οι Puppetmastaz βγαίνουν μετά τις δώδεκα. Πρέπει να κρατήσω δυνάμεις




Tortoise



Αντίθετα με μένα, ένας φαν των Tortoise έχει ήδη αρχίσει να χορεύει εκστασιασμένος, καταλαμβάνοντας συναυλιακό χώρο τριών ατόμων παρά το μικρό του μέγεθος. Τα χέρια του και του πόδια συντονίζονται απόλυτα με τους avant-garde ήχους των αμερικάνων.







Tortoise_Salt_the_Skies



Το υπόλοιπο κοινό φαίνεται να “συμφωνεί” μαζί μου. Οι Tortoise δε θυμίζουν σε τίποτα τους punk rockers της δεκαετίας του ’90 και είναι απολύτως συμβιβασμένοι με το ύφος και ήθος του Synch. Είναι μια «ήσυχη» εμπειρία.



Το επιβεβαιώνει και ο Νίκος, ένας φίλος, που γυρνάει από το μπροστά μέρος της σκηνής για να μου πει ότι εκεί ακούς καλύτερα χωρίς τους ψίθυρους του κόσμου. Η Jazz που αναδύεται στην αρένα είναι για εκπαιδευμένα αυτιά. Με ταλέντο. Οι κιθάρες είναι σε ρόλο κομπάρσου και τα σόλο στα διπλά ντραμς μπερδεύουν το κοινό που πασχίζει να διακρίνει ποιος παίζει τι.




Puppetmastaz



Η τελευταία στάση είναι ό,τι πρέπει για να κλείσει η βραδιά λίγο πιο χορευτικά και να ξεμουδιάσουν τα πόδια από την ορθοστασία. Η συρροή του κόσμου στο κλειστό D7 ανεβάζει τη θερμοκρασία τη στιγμή που οι πρωταγωνιστές της ιδιότυπης αυτής παράστασης βάζουν μπρος τα πρώτα μηχανήματα και βγαίνουν για να εξηγήσουν το σκοπό τους: Μια επανάσταση μουσική με μέσο τη μουσική. Όχι από ανθρώπους. Από κούκλες.








Η πρώτη εντύπωση δεν είναι καλή. Το κουκλοθέατρο των Puppetmastaz ηχεί προκατασκευασμένο. Φαίνεται απρόσωπο και φέρνει αναμνήσεις από Eurovision: Ηχογραφημένη hip hop με ζωντανά φωνητικά. Δίπλα μου, η Ιλόνα, μια 21χρονη φοιτήτρια. Τα κατάξανθα μαλλιά της τονίζονται από μια μικρή τούφα με μωβ ανταύγεια. Είναι εμφανώς απορροφημένη από το θέαμα. Δε μοιάζει καν να κινείται.



«
Ωραίο, δεν είναι;» τη διακόπτω με σκοπό να αποσπάσω μια δεύτερη γνώμη. Θέλω να είναι σύμφωνη με τη δική μου αλλά δε θέλω να την προκαταβάλλω. Η απόκριση της, όμως, δεν είναι αυτή που περιμένω: «
Tα puppets είναι για τα παιδιά! Και αφού μοιάζει με παράσταση για μικρά παιδιά αυτό το κάνει ωραίο», συμπληρώνει με σχεδόν ρητορικό ύφος.



Λίγο αργότερα έρχεται η δεύτερη γνώμη που περιμένω. Τα «πρόσωπα» βγαίνουν στο μετρημένο χώρο της σκηνής με μπασκετική εμφάνιση και περούκες που κρύβουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. Είναι έτοιμα να πάρουν την εκδίκηση από τις κούκλες.



Το πραξικόπημα τους κάνει τη μουσική επιτέλους πιο άμεση. Πιο προσωπική. Όχι μόνο σταματάει η εικόνα να αποσπάει την προσοχή του κόσμου αλλά και οι μανιερισμοί της μπάντας το τροφοδοτούν με ενέργεια. Η ενέργεια με τη σειρά της τροφοδοτεί το λίκνισμα στους ξεσηκωτικούς ρυθμούς των Puppetmastaz.



Η «καταστολή του πραξικοπήματος» και η επιστροφή στο κουκλοθέατρο συμπίπτει με την άνοδο της θερμοκρασίας πέρα από τα όρια επιφυλακής. Σηματοδοτεί το τέλος της βραδιάς. Μια πρόταση για Cluster στο αμφιθέατρο πέφτει στο κενό.



Τι σημασία έχει άλλωστε; Τόσο το μυαλό μου όσο και το pda που ταλαιπωρώ ανοιγοκλείνοντας όλη την ώρα έχουν κορεστεί από πληροφορία. Η κούραση έχει αρχίσει να με καταβάλλει. Είναι ώρα για επιστροφή και απολογισμό.




Day ΙΙ



Η δεύτερη μέρα του Synch με βρίσκει χωρίς καμία απολύτως διάθεση. Το overdose από την προηγουμένη έχει αφήσει τα σημάδια του τόσο στα πόδια όσο και στο μυαλό. Κανένα απολύτως κουράγιο να σπρωχτώ ή να τρέξω για να δω ό,τι περισσότερο προλάβω.



Η ατζέντα του Σαββάτου είναι μια αποψιλωμένη έκδοση της ατζέντας της προηγούμενης μέρας: The Matthew Herbert Big Band, Mulatu Astatke and the Heliocentrics, Squarepusher και Night on Earth. Η διαδρομή από το Open Air 1 στο Αμφιθέατρο θα είναι το μάξιμουμ της απόστασης που διανοούμαι να περπατήσω.




The Matthew Herbert Big Band



Ένα τεχνικό πρόβλημα καθυστερεί την έναρξη του πιο ανατρεπτικού live του διημέρου. Ευτυχώς, όχι για πολύ. Λίγο αργότερα η μουσική διμοιρία που ακούει στο όνομα «The Matthew Herbert Big Band» παίρνει θέσεις με τα βαρέα όπλα –μια εκτεταμένη ενότητα πνευστών- στην πρώτη γραμμή.



Σε ρόλο «ταραξία», ο Matthew Herbert καταστρέφει δημιουργικά ότι με κόπο χτίζει ο φρακοφόρος μαέστρος με τους πειθαρχημένους μουσικούς. Όταν το σώμα σου χαλαρώνει συντονισμένο σε εύθυμες jazz μελωδίες από το μεσοπόλεμο, τα ηχεία ουρλιάζουν κάνοντας σε να πιστεύεις ότι πρόκειται για πρόβλημα στον ήχο. Το προσωπικό του μανιφέστο για την ενσωμάτωση λαθών στην μουσική έχει υλοποιηθεί στο ακέραιο.



Η συνέχεια των ριζοσπαστισμών του έρχεται με ένα υπέροχο νέο concept: Μουσική χωρίς μουσικά όργανα. Τη θέση τους παίρνει «η φυλλάδα» Daily Mail που μοιράζεται φύλλο προς φύλλο στα μέλη της ορχήστρας. Τις νότες αντικαθιστούν οι συχνότητες που παράγει το σχίσιμο των φύλλων. Τη θέση της συντονισμένης οργανοπαιξίας παίρνει ένας χαοτικός χαρτοπόλεμος με τον Matthew Herbert να οργανώνει άμυνα και επίθεση.



Στιγμές αργότερα, οι πρωταγωνιστές φοράνε κουκούλες. Εκείνη τη στιγμή αγνοώ παντελώς το συμβολισμό τους και διάφορες υποθέσεις περνάνε από το μυαλό μου: Κουκουλονόμος; Αντισυμβατισμός με τη γενικότερη έννοια; Μουσικό αντάρτικο; Πολύ αργότερα θα μάθω ότι πρόκειται για διαμαρτυρία κατά του Γκουαντάναμο. Το ερώτημα «
μα πως βλέπουν;» είναι δευτερεύουσας σημασίας.



Είναι ένα ερώτημα που δε σκέφτομαι δεύτερη φορά για να απαντήσω. Το τέλος της εμφάνισης της «Μεγάλης Μπάντας» με βρίσκει απεγνωσμένο για κάτι δροσερό. Με τη δημοσιογραφική δικαιολογία να κρέμεται ασθενώς από τα χείλη μου, κατευθύνομαι πρώτα στα κουπόνια και μετά στο μπαρ για να «αξιολογήσω» το σέρβις. Η αναμονή είναι μεγάλη. Το νερό έχει τελειώσει και δικτατορικά με υποχρεώνει σε πορτοκαλάδα.




Τελικά, προτιμώ μια μπύρα. Οι χρόνοι εξυπηρέτησης δεν είναι υπερβολικοί αλλά την ώρα που ο αφρός της μπύρας σημαδεύει το χείλος του πλαστικού ποτηριού, στην περιφερειακή μου όραση εισέρχονται οι Heliocentrics και επιστρέφω άρον άρον στην αρένα του Open Air 1.




Mulatu Astatke and the Heliocentrics



Ο Mulatu Astatke δε βρίσκεται στη σκηνή όταν η βρετανική μπάντα αρχίζει να κινείται στα μουσικά της μονοπάτια. Θα χρειαστεί λίγη ώρα για να συναντηθούν αλλά όταν αυτό θα γίνει, είναι εν μέσω χειροκροτημάτων.

Ο σεβάσμιος γέροντας περπατά αργά και σταθερά με το δικαίωμα που του δίνει η τεράστια καριέρα στις γκρίζες ζώνες μεταξύ της τζαζ και της παραδοσιακής μουσικής της Αιθιοπίας και επικυρώνουν οι ώρες διδασκαλίας στο ΜΙΤ και το Χάρβαρντ. Η συγκίνηση της μπάντας είναι έκδηλη τόσο στα πρόσωπα τους όσο και στο παίξιμο τους. Τo ύφος τους αλλάζει μονομιάς.



«
Πρόσεξε την ελευθερία που δίνει στους μουσικούς ο Mulatu,» μου επισημαίνει, σχεδόν στα μισά, η Έλενα. Είναι μια 27χρονη μηχανικός που αν δεν την ήξερα, στερεοτυπώντας, θα την κατέτασσα αυτόματα στο ολιγάριθμο, στο Synch, είδος της «παραλιακής». Δεν είναι τόσο η ευστοχία της παρατήρησης της που με εντυπωσιάζει.



Είναι η αντίθεση που μου επισημαίνει με τη μπάντα του Herbert. Όλοι δείχνουν να διασκεδάζουν τους ρόλους τους. Η καθοδήγηση που τους παρέχει αναδεικνύει τον καλύτερο τους εαυτό στα σόλο. Όταν οι ρόλοι αντιστρέφονται και ο Mulatu παίρνει θέση στο μεταλλόφωνο, η συνοδεία που παρέχουν οι Heliocentrics είναι τόσο διακριτική, που οι νότες τους αναδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο την ιδιοφυία του μεγάλου μουσικού.








Στην αρένα υπάρχει κάτι που μου αποσπά την προσοχή από τη μαγεία του Mulatu. Είναι μια μικρή ανθρώπινη στιγμή: Ένας πατέρας έχει βάλει τον πιτσιρικά του πάνω στους ώμους και χορεύουν μαζί. Μια εικόνα που ασυναίσθητα πηγαίνει τη σκέψη μου είκοσι χρόνια μπροστά. Με κάνει να αναρωτιέμαι πως θα εξελιχθεί αυτό το παιδί με τόσο ποιοτικές μουσικές παραστάσεις από τόσο τρυφερή ηλικία. Στη σκέψη μου έρχεται το
ακανθώδες επιστημονικό ζήτημα: «Γονίδια ή περιβάλλον;» Ό,τι (θέλω να) πιστεύω δέχεται ένα ισχυρό χτύπημα.




Squarepusher



Είναι η στιγμή που αποφασίζω ότι παρατάω και τα μολύβια και τα pda. Από εδώ και πέρα ό,τι συγκρατήσω με το μυαλό. Ό,τι θυμηθώ θα είναι αρκετό: Τους βάρβαρους μέταλ ρυθμούς του Squarepusher που βροντοχτυπάει το μπάσο του σκεπτόμενος μόνο δύο έννοιες: Συχνότητα και χρόνος… Τις ελάχιστες τζαζιές που παρεμβάλει όταν τα δάχτυλα του δείχνουν απρόθυμα να συνεχίσουν στους καταιγιστικούς του ρυθμούς…




Night on Earth



Το μελωδικό ταξίδι των Night on Earth στο Auditorium… Το γλυκό βιολί του Juanito… Την ελεγεία της Sofias που αποδεικνύει με το προσωπικό της παράδειγμα ότι η φωνή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μουσικό όργανο… Το post rock σόλο του Lagos στην κιθάρα που κλείνει, για μένα, ιδανικά το διήμερο.



Πολύ περισσότερο, είναι η ώρα που αποφασίζω ότι το χρώμα, η ατμόσφαιρα και η προσωπική εμπειρία θα πάρουν τη θέση τη ανάλυσης στο κείμενο που σκοπεύω να γράψω. Το μυαλό μου πάει αμέσως στα κείμενα-ταξίδια του Καραγιάννη.



«
Κριτική; Τι θέση έχουν τα επιχειρήματα σε μια τέτοια εμπειρία; Ποιος είσαι εσύ για να ασκήσεις κριτική σε όλο αυτό;» ρωτάω τον εαυτό μου και παίρνω το δρόμο της επιστροφής.




Φωτογραφίες: Γιώργος Βλασσόπουλος




Άλλα βίντεο από το Synch Festival







Synch Festival 2009 – Day II







Synch 2009 – day 2



Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα