ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑ

Το 2022 ξαναβρίσκει τον Γιάννη Φιλέρη σε καθεστώς τηλεργασίας. Σχεδόν δυο χρόνια, μόνος στο σπίτι, έμαθε να μιλάει με τους τοίχους και δουλεύοντας από μακριά, κάνει μια συνολική θεώρηση της ξεχωριστής εμπειρίας.

Θυμάμαι ακόμη τη σκωπτική διάθεση που είχα, ένα μεσημέρι στις αρχές του 2020, όταν κάθισα δίπλα στον Μάνο Χωριανόπουλο για το καθιερωμένο μπούλινγκ: “Πάλι τρομοκρατείς τον κόσμο, γράφοντας για ανύπαρκτους ιούς που μας απειλούν από την Κίνα;” Ο διευθυντής του NEWS24/7 με κοίταξε χαμογελώντας: “Ναι, μόνο που αυτή τη φορά είναι σοβαρό το θέμα. Θα μου το θυμηθείτε” με προειδοποίησε.

Εγώ συνέχισα αμέριμνος: “Τρίχες. Κίνα, ιός, πονγκολίνος. Κλασικό θέμα clickbait, απορώ που τα σκέφτεσαι αθεόφοβε”. Που να φανταζόμουν ότι και λίγα έγραφε ο Χωριανόπουλος. Η απειλή ήταν πραγματική και η δυστοπία δυο-τρία βήματα, έξω από τα Γραφεία μας. Και κάπως έτσι έμαθα, μάθαμε, μάθατε τι σημαίνει τηλεργασία.

Σε λίγο θα συμπληρώσω μια διετία που μπήκα σπίτι και… δεν ξαναβγήκα, παρά ελάχιστες φορές. Ακόμη και τώρα που εμβολιαστήκαμε με μια δυο, τρεις δόσεις, που θα “παίρναμε τη ζωή μας πίσω” κι άλλες πομφόλυγες του “σκληρού” Νίκ Χαρδαλιά, ο ιός είναι εδώ σε διάφορες παραλλαγές, λες και παίζει πόκα, κούκο μονό σε δυο ταμπλό. Η “Δ” έγινε “Ο”, βγήκε λέει και η “φλορόνα”, οι περισσότεροι έχουμε γίνει ειδικοί λοιμοξιωλόγοι, επιδημιολόγοι άσχετα αν στη βιολογία της Γ Λυκείου είχατε πάρει δεκατρία, μετά βίας, άντε τώρα μην αρχίσω.

Σπίτι, λοιπόν. Ποιος, εγώ που έφευγα το πρωί και γυρνούσα το βράδυ (εντάξει, το απόγευμα μην είμεθα και υπερβολικοι); Και σαν εμένα, χιλιάδες άλλοι, ικανοί -λόγω της φύσης του επαγγέλματος- να εργαστούμε οίκαδε, που γράφαμε στις εκθέσεις για να εντυπωσιάσουμε τον φιλόλογο (αφού με το βιολόγο δεν είχαμε τύχη).

Να πω την αλήθεια, στην αρχή, όλα ήταν βολικά. Μένοντας, ως επι το πλείστον μόνος, δεν υπήρχαν άλλοι συγκάτοικοι, μικροί ή μεγάλοι, να με αποπροσανατολίσουν, δεν υπήρχε θέμα προσαρμοστικότητας. Ήμουν εγώ κι ο εαυτός μου. Ε, αν δεν μπορούσα να τα βρω μαζί του, θα είχα ένα, κάποιο πρόβλημα.

Ξέρω, άλλο να μένεις μόνος σου, άλλο να είσαι σπίτι με δυο-τρία παιδιά που για ένα διάστημα έκαναν τηλεκπαίδευση, ή τον/την σύζυγο που επίσης τηλεργάζεται. Καμιά φορά έχει και η μοναξιά τα πλεονεκτήματα της (κοιμάσαι οριζόντια σε διπλό κρεβάτι, πας όποια ώρα θες στην τουαλέτα, ανοίγεις το ψυγείο χωρίς φόβο, καθαρίζεις λίγο αργότερα τα ψίχουλα που έριξες κατά λάθος και λοιπά καλούδια μικρά ή μεγάλα της καθημερινότητας).

Η τηλεργασία μου έδωσε την ευκαιρία να αναβαθμίσω τον οικιακό υπολογιστή και άλλα μικροπράγματα (φώτα, πορτατίφ, καρέκλα γραφείου, χαρτί και μελάνι για τον εκτυπωτή, πρώτα το τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης, μετά η ίδια η TV) που ελέω πολύωρης απουσίας τα άφηνα σαν εκκρεμότητες να αιωρούνται στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου (καμιά φορά και έξω απ’ αυτό, δεν με απασχολούσαν καν δηλαδή).

Προφανώς δουλεύοντας από το σπίτι αποφεύγεις την καθημερινή διαδρομή σπίτι-γραφείο, άρα γλιτώνεις -ανάλογα με τη διαδρομή του καθενός-κάποια ώρα, ή ώρες στο αυτοκίνητο, όχι και τις καλύτερες της ζωής σου. Αγχωμένος να φτάσεις στην ώρα σου, πέφτεις πάνω στην κίνηση, βρίζεις, μουντζώνεις και φωνάζεις πρωινιάτικα, αποφεύγοντας την τελευταία στιγμή να σταματήσεις για καφέ, φοβούμενος ότι δεν θα προλάβεις την πρώτη συνάντηση της ημέρας.

Σε συνδυασμό με την καραντίνα, όπου έτσι κι αλλιώς μέναμε μέσα, το αυτοκίνητο μετατράπηκε σε έκθεμα στο πάρκινγκ, με τρομερή οικονομία στα καύσιμα. “Μαύρα μάτια κάναμε να σας δούμε” όπως μου είπε μια μέρα ο βενζινάς, δεν ξέρω αν με κορόιδευε, ή το έλεγε στα αλήθεια, νομίζοντας ότι ακόμη πηγαίνω στο (πιο φτηνό) βενζινάδικο της άλλης γωνίας.

Πυτζαμούλες και παντόφλες

Αφήσαμε κατά μέρος το “τι θα βάλουμε σήμερα”, γιατί βάζαμε ό,τι μας ερχόταν, ή ό,τι βρίσκαμε πρόχειρο. Πυτζάμες, φόρμες, φούτερ, κοντομάνικα, σορτσάκια. Όσοι έκαναν τηλεδιασκέψεις είχαν ένα πουκάμισο κι από κάτω φορούσαν το σορτσάκι της ΑΕΚ. Σαν τους τηλεοπαρουσιαστές των δελτίων ειδήσεων. Πιο αστείες περιπτώσεις, πολλές γνωστές μου, που για το μίτινγκ μέσω zoom, έριχναν και ένα μικρό βάψιμο, αλλά η σαγιονάρα, σαγιονάρα. Ωραία πράγματα.

Το γραφείο του Γιάννη Φιλέρη με λογαριασμούς και σημειώσεις, στο βάθος ο δίσκος με το μεσημεριανό φαγητό και σε πρώτο πλάνο μια πυτζάμα


Και πιο ωραία η άνεση να σηκωθείς από το κρεβάτι με άνεση, χωρίς βιασύνες, να πάρεις το μπάνιο και το πρωινό σου, πριν ανοίξεις τον υπολογιστή για να ξεκινήσεις να εργάζεσαι σκληρά. Που τέτοια τύχη, όταν έφευγες αλαφιασμένος/η να προλάβεις την κίνηση, μην σε πάρει η ώρα στους δρόμους. Βάλε και τις χαμένες ώρες της επιστροφής, τι καλύτερο από την τηλεργασία μπορούσε να μας τύχει κύριοι;

Γνωρίσαμε τον φούρναρη (φουρνάρισσα, καλύτερα), πήγαμε με το πάσο μας στο σούπερ-μάρκετ, κερδίσαμε χρόνο είδαμε αλλιώς την σχέση σπίτι-δουλειά-σπίτι. Αποκορύφωμα. Η μικρή σιέστα μετά το μεσημεριανό δείπνο, μικρό μυστικό, σύμφωνα με τον Θανάση Κρεκούκια, ευζωίας και μακροημέρευσης.

Συμπολίτες μου, τι γίνεται μεγάλε;

Αλλά, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Και σπιτικό καφέ ήπιαμε, μέχρι και πατάτες τηγανίσαμε μετά από χρόνια, καλά ήτανε. Ωραία είναι να δουλεύεις από μακριά, αλλά στο τέλος, μόνος-μόνος, αρχίζουν οι παραισθήσεις. Αντί να ακούς, ας πούμε την Νίκη Μπάκουλη να μονολογεί στο απέναντι γραφείο, απαντάς στον πρωθυπουργό που στα διαγγέλματά του, ξεκινάει με το “συμπολίτες μου”. Εντάξει δεν είναι σαν το my fellow Americans που λένε οι πρόεδροι των Ηνωμένων Πολιτειών κι αυτό, όμως, έχει τη φάση του.

Μια δυο, τρεις, στην τέταρτη φορά που είπε ο Κ. Μητσοτάκης “συμπολίτες μου”, του απάντησα με ένα “τι γίνεται μεγάλε, πάλι εδώ;”

Δεν είναι που άφησα μαλλιά, που αγόρασα καινούργιες πυτζάμες, είναι που έμεινα μέσα δυο, πέντε, δέκα, δεκαπέντε μήνες μέσα. Αντί για τους συναδέλφους μου, έβλεπα τους τοίχους του σπιτιού μου. Τους έβγαλα και ονόματα. Ο αριστερός ο Τάκης, ο δεξιά ο Σπύρος, το ταβάνι η Φανή, να έχουμε και μια γυναίκα στην συντροφιά. Για να ακούγεται κάτι, εκτός από μουσική, που δεν μου αρέσει ωστόσο να είναι υπόκρουση ενώ εργάζομαι, είχα πάντα ανοιχτή την τηλεόραση, κυρίως στο Cosmote Cinema 3, όπου παίζονται μόνο ελληνικές ταινίες. Κωνσταντάρας, Χατζηχρήστος, Ηλιόπουλος, Βέγγος, Αυλωνίτης και δεν συμμαζεύεται, η κορυφαία παρέα.

Το σπιτικό Γραφείο έμπλεξε τα μπούτια του. Αναλυτικές στατιστικές της Euroleague, ανάκατες με σημειώσεις από μια συνέντευξη ή ένα θέμα που γράφεις, λογαριασμούς της ΔΕΗ και λίστες για ψώνια. Κι αρχίζουν οι υστερίες. Δεν ξεκινάς να εργάζεσαι αν δεν κάνεις τις μίνιμουμ δουλειές που απαιτεί ένα σπίτι το πρωί. Πλύσιμο στα πιάτα, στρώσιμο του κρεβατιού, συμμάζεμα του καναπέ, ηλεκτρική σκούπα (τουλάχιστον) για σαλόνι και κουζίνα, φρεσκάρισμα και στο μπάνιο, είμαι η Μαίρη Παναγιωταρά…

Υποτίθεται, βέβαια, ότι το σπίτι, ο ιδιωτικός σου χώρος είναι εκεί που ξεκουράζεσαι, περνάς τον όποιον ελεύθερο χρόνο σου, άρα είναι διακριτός από το Γραφείο σου, ο άλλος χώρος, ο εργασιακός που όπως λένε πρέπει να μένει μακριά από την υπόλοιπη ζωή σου. “Μην παίρνεις τη δουλειά στο σπίτι”, σου είπαν, αλλά εσύ εν τέλει την … παντρεύτηκες και σπιτώθηκες μαζί της.

Σώπα κακόμοιρο σκυλάκι…

Με αυτόν τον τρόπο μπερδεύονται οι μέρες. Πως ξεχωρίζεις την Κυριακή, από τη Δευτέρα, αφού ήταν ίδιες; Χάνεις το μέτρημα κι εκεί που ήταν Σάββατο, ξαφνικά είναι Τετάρτη πρωί. “Εντάξει ρε φίλε, δεν δουλεύεις και σε κάτεργο…” θα πείτε. Δίκιο έχετε. Κάποια μέρα θα κάτσεις στον καναπέ και δεν θα κάνεις τίποτε, αν και δουλεύοντας με τις πυτζάμες και τις παντόφλες, όλο και μια κλεφτή ματιά θα ρίξεις σε κάτι που άφησες μισό για τη Δευτέρα. Κι είναι ακόμη Παρασκευή βράδυ.

Μένοντας, όμως, στο σπίτι για δουλειά, γνωρίζεις πολύ καλύτερα και τους ενοίκους της πολυκατοικίας σου. Το παιδάκι από πάνω που αθλείται σε μαραθώνιο χορδοπηδητών, ο μίστερ-παράξενος που με δυσκολία χαιρετάει, ένα δυο που ξεχνάς συνέχεια το όνομα τους και κυρίως το σκυλάκι, στο διπλανό διαμέρισμα. Αφήνοντας το μόνο και έρημο, για δυο-τρεις ώρες, έκλαιγε ασταμάτητα γρυλίζοντας θλιμμένα, κλαίνε τα άστρα κι νυχτιά, κλαίει και η Παναγιά…

Θα έλεγα, όμως, ότι η έλλειψη επικοινωνίας ήταν το χειρότερό μου. Γι αυτό όταν στις αρχές του καλοκαιριού, μετά από τις δυο δόσεις του εμβολίου, την σχετική πτώση των κρουσμάτων, επέστρεψα για λίγο στο Γραφείο, έπαθα πολιτισμικό σοκ. Είδα και άκουσα ξανά τους ανθρώπους που εργάζομαι μαζί να λένε ζωντανή (και όχι διαδικτυακή) καλημέρα, είπαμε δυο τρεις σαχλαμάρες να περάσει η ώρα.

Στο σπίτι με ποιον να τις πεις; Με τον Μητσοτάκη στην τηλεόραση, ή τον Τάκη, τον Σπύρο και τη Φανή, που είναι σκληροί χαρακτήρες σαν τοίχοι; Άλλο οι τοίχοι, άλλο η τηλεόραση, άλλο ο Καίσαρης και ο Μανιάτης, ειδικά σε σουρεαλιστικούς διαλόγους για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.

Κι έτσι άρχισε ξανά το πήγαινε έλα, βάλε βενζίνη, κάνε σέρβις στο αυτοκίνητο, πάρε καφέ, παράγγειλε απέξω να φας κάτι το μεσημέρι, κύριε Άδωνι είχατε δίκιο, στην καραντίνα δεν ξοδεύαμε λεφτά. Βέβαια σας διαφεύγει, ως συνήθως μια λεπτομέρεια.

Έπρεπε να πληρώσουμε τους λογαριασμούς, που λόγω της μεγαλύτερης παραμονής στο σπίτι, ήταν ιδιαίτερα τσιμπημένοι (δεν μιλάμε για τα … απότομα εγκεφαλικά που προκαλούν πλέον τα φιρμάνια της ΔΕΗ ή της θέρμανσης). Να φανταστείτε -και δεν αστειεύομαι- η ΕΥΔΑΠ μου έστειλε μήνυμα για ξαφνική αύξηση κατανάλωσης!

Θα έλεγα ωστόσο (και με ύφος καθηγητή ψυχολογίας) ότι δια ζώσης εργασία σε επαναφέρει στην πραγματική σου θέση που έχεις όταν ανήκεις σε ένα οργανισμό. Νιώθεις ξανά μέρος του συνόλου κι όχι ένας αυτονομιστής στο σπίτι, που κάνει και ό,τι του καπνίσει (λέμε τώρα)

Από την άλλη μαζευτήκαμε πίσω όλοι, ακόμη κι αν δεν βγάζαμε δευτερόλεπτο τις μάσκες, ο ιός ξανάρχισε τα δικά του. Πάρτον έναν, χτύπα την άλλην, κάποια στιγμή ήταν αναπόφευκτο το μήνυμα του κυρίου Πάνου, “όσοι διαβάζετε αυτό το μέιλ, είστε σε τηλεργασία”. Αρχίζει το “μόνος στο σπίτι νο 3″…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα