Πώς η κυβέρνηση παραβιάζει το διεθνές δίκαιο με την τροπολογία για το άσυλο
Διαβάζεται σε 7'
Ο δικηγόρος Σπύρος Απέργης, ειδικός στο προσφυγικό δίκαιο, γράφει γιατί η κυβερνητική τροπολογία για το μεταναστευτικό παραβιάζει το διεθνές δίκαιο.
- 11 Ιουλίου 2025 08:57
Η κυβέρνηση κατέθεσε τροπολογία στη Βουλή με την οποία αναστέλλεται η υποβολή αιτήσεων χορήγησης ασύλου από άτομα που εισέρχονται στη χώρα παράτυπα με οποιοδήποτε πλωτό μέσο που προέρχεται από τη Βόρεια Αφρική. Τα άτομα αυτά επιστρέφονται, χωρίς καταγραφή, στη χώρα προέλευσης ή καταγωγής. Παράλληλα, ο πρωθυπουργός δήλωσε στη Βουλή ότι «όσοι μετανάστες εισέρχονται παράνομα θα συλλαμβάνονται και θα κρατούνται».
Στο πλαίσιο της νομικής αιτιολόγησης της αναστολής της υποβολής των ως άνω αιτήσεων ασύλου η κυβέρνηση επικαλείται το άρθρο 15 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), σύμφωνα με το οποίο τα συμβαλλόμενα κράτη, «σε περίπτωση δημοσίου κινδύνου που απειλεί τη ζωή του έθνους», μπορούν να λάβουν μέτρα ακόμη και κατά παράβαση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στη Σύμβαση, στο απαιτούμενο από την κατάσταση απολύτως αναγκαίο όριο. Το άρθρο αυτό είναι αντίστοιχο με το άρθρο 48 του Συντάγματος για την εφαρμογή του νόμου περί καταστάσεως πολιορκίας.
Η κατάσταση με τις αφίξεις στην Κρήτη έχει ως εξής: Από τις αρχές του 2025 μέχρι και τις 6 Ιουλίου 2025, έχουν αφιχθεί παράτυπα στην Κρήτη 7.136 αλλοδαποί τρίτων χωρών, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες ενώ το σύνολο των αφίξεων των παράτυπων αλλοδαπών ανέρχεται σε 19.790 κατά τις ως άνω αναφερόμενη χρονική περίοδο2 στην Ελλάδα.
Η αύξηση στον αριθμό των αφίξεων παράτυπων αλλοδαπών στην Κρήτη έχει αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες εβδομάδες με πάνω από 4.500 αλλοδαπούς να φτάνουν στο νησί τις τελευταίες σαράντα μέρες, ωστόσο οι συνολικές αφίξεις προσφύγων και μεταναστών στην Ελλάδα φέτος δεν είναι συνολικά αυξημένες μέχρι στιγμής σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρσι. Μεταξύ των παράτυπων αλλοδαπών, έρχονται αρκετοί από το Σουδάν (28,3% των αφίξεων στην Κρήτη, σύμφωνα με στοιχεία μη κυβερνητικής οργάνωσης) οι οποίοι προέρχονται από χώρα που βρίσκεται σε εμφύλιο πόλεμο και με πολλές και σοβαρές παραβιάσεις διαφόρων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), το δικαίωμα πρόσβασης στο άσυλο και η απαγόρευση επαναπροώθησης που κατοχυρώνονται ρητά σε πλείστα διεθνή και ευρωπαϊκά συμβατικά κείμενα (άρθρο 33 της Σύμβασης της Γενεύης 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων, άρθρα 18 και 19 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 3 και 4 του Κώδικα Συνόρων Σένγκεν, άρθρο 98 της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας κλπ) αποτελούν θεμελιώδη πυλώνα τόσο του προσφυγικού δικαίου όσο και των οικουμενικών αρχών της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, πάνω στα οποία η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή κοινότητα έχουν οικοδομηθεί, ενώ δεν προβλέπονται ρήτρες παρέκκλισης από την εφαρμογή των ανωτέρω κειμένων σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, όπως η εθνική ασφάλεια και η δημόσια υγεία.
Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ότι οι αυξημένες αφίξεις στην Κρήτη ανθρώπων που ζητούν διεθνή προστασία λόγω διώξεων ή πολέμων ή μια καλύτερη οικονομικά ζωή λόγω φτώχειας και δυστυχίας στις χώρες καταγωγής τους δεν συνιστούν σε καμία περίπτωση «δημόσιο κίνδυνο που απειλεί τη ζωή του έθνους». Συνεπώς, η εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 15 της ΕΣΔΑ δεν έχει απολύτως καμία σχέση με τις αφίξεις αλλοδαπών τρίτων χωρών στην Κρήτη και δεν μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να τη χρησιμοποιήσει ως νομική βάση για την αναστολή της υποβολής των αιτήσεων ασύλου που έχει εξαγγείλει.
Με δεδομένο ότι δεν υπάρχει καμιά άλλη ρήτρα παρέκκλισης από το δικαίωμα στο άσυλο και στην πρόσβαση σε αυτό στο διεθνές δίκαιο, όπως ξεκαθαρίζει η ΕΕΔΑ σε δήλωσή της το 2020 σχετικά με τα γεγονότα στον Έβρο με τις τότε επικείμενες, μαζικές εισόδους παράτυπων αλλοδαπών από εκεί, καθίσταται σαφές ότι η τροπολογία της κυβέρνησης για την αναστολή της υποβολής των αιτήσεων ασύλου των παράτυπων αλλοδαπών που φτάνουν στην Κρήτη είναι ευθέως αντίθετη με το διεθνές δίκαιο και, ειδικότερα, με το προσφυγικό δίκαιο και πρέπει να αποσυρθεί από τη Βουλή, αλλιώς θα εκθέσει βαριά τη χώρα μας ως προς το κράτος (διεθνούς) δικαίου και την εφαρμογή του.
Περαιτέρω, η ΕΕΔΑ έχει δηλώσει ότι «για την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος στο άσυλο απαραίτητη προϋπόθεση συνιστά η πρόσβαση στην επικράτεια της χώρας προορισμού, μέσω παροχής ασφαλών και νόμιμων διόδων, ενδεχομένως και μέσω της αποτελεσματικής και πραγματικής δυνατότητας πρόσβασης στις διαδικασίες διεθνούς προστασίας μέσω των διπλωματικών αρχών μιας χώρας στο εξωτερικό5. Τέλος , η ΕΕΔΑ, το 2020 είχε καλέσει την ελληνική κυβέρνηση να άρει την απόφαση αναστολής καταγραφών αιτημάτων ασύλου και αυτόματης επιστροφής νεοεισερχομένων αλλοδαπών στα κράτη προέλευσης ή διέλευσης, και να διασφαλίσει την παροχή νόμιμης οδού πρόσβασης στο άσυλο με συντεταγμένο τρόπο».
Επιπρόσθετα, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σε ανακοίνωσή της «εκφράζει σοβαρή ανησυχία για τη νομοθετική τροπολογία που κατατέθηκε για ψηφοφορία στη Βουλή, με την οποία προβλέπεται η αναστολή για τρεις μήνες της υποβολής αιτήσεων χορήγησης ασύλου για όσους φτάνουν στη χώρα με πλωτά μέσα από τη Βόρεια Αφρική καθώς και η επιστροφή τους χωρίς καταγραφή των αιτημάτων ασύλου τους.
Το δικαίωμα αναζήτησης ασύλου είναι ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται στο διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό δίκαιο και ισχύει για κάθε άτομο, ανεξάρτητα από το πώς ή από το πού έφτασε σε μια χώρα. Ακόμη και σε περιόδους μεταναστευτικής πίεσης, τα κράτη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι άνθρωποι που αναζητούν άσυλο έχουν πρόσβαση στις διαδικασίες ασύλου. Το να επιστρέφονται άνθρωποι σε μέρη όπου μπορεί να αντιμετωπίζουν απειλές για τη ζωή ή την ελευθερία τους θα παραβίαζε την αρχή της μη επαναπροώθησης (non-refoulement). Τα κράτη δεν μπορούν να παρεκκλίνουν από αυτή τη σημαντική αρχή του διεθνούς δικαίου».
Εξάλλου, το μέτρο της γενικευμένης κράτησης των παράτυπα εισερχομένων αλλοδαπών στην ελληνική επικράτεια διαφαίνεται ότι έχει τιμωρητικό χαρακτήρα αφού επιβάλλεται αδιάκριτα, μόνο με την άφιξη του αλλοδαπού, συνεπώς αντιβαίνει και αυτό στο κοινοτικό δίκαιο καθώς στην περίπτωση των αιτούντων άσυλο η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει πιο περιοριστικά πρότυπα και η διοικητική κράτηση μπορεί να εφαρμοστεί μόνο σε περιορισμένες περιπτώσεις και όχι γενικευμένα.
Όλες οι διαδικασίες που σχετίζονται με την (περιορισμένη) κράτηση ενός ατόμου πρέπει να μην είναι αυθαίρετες, να προβλέπονται από τη νομοθεσία να είναι αναγκαίες και ανάλογες προς τον θεμιτό σκοπό ενώ πρέπει να προβλέπεται τακτική δικαστική αναθεώρηση όλων των αποφάσεων διοικητικής κράτησης των αλλοδαπών.
Η κυβέρνηση δεν φρόντισε όλο το προηγούμενο διάστημα να προετοιμαστεί για τις αφίξεις των παράτυπων αλλοδαπών στην Κρήτη ενώ την είχαν προειδοποιήσει επανειλημμένα οι τοπικοί αυτοδιοικητικοί παράγοντες. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι αλλοδαποί υποχρεώνονται να διαμένουν σε ακατάλληλους χώρους, μερικές φορές υπαίθριους και υπό καύσωνα, χωρίς στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής και διαμονής και εν μέσω τουριστικής περιόδου όπου καθυστερεί τη μετάβασή τους στα κέντρα φιλοξενίας των άλλων νησιών και της ενδοχώρας και, βεβαίως, χωρίς κατάλληλο προσωπικό να διαχειριστεί την όλη, ιδιαίτερα δύσκολη κατάσταση.
Δεν δημιουργήθηκε εδώ και καιρό ούτε υφίσταται μέχρι στιγμής κανένα απολύτως σχέδιο για την υποδοχή και αξιοπρεπή φιλοξενία, έστω προσωρινή στην Κρήτη, των ανθρώπων αυτών με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Τα μέτρα της κυβέρνησης για τις αφίξεις των παράτυπων αλλοδαπών, εκτός από παράνομα, είναι και αναποτελεσματικά καθώς η γενικευμένη κράτηση των αλλοδαπών θα τους κρατά επί μακρό χρονικό διάστημα στην Ελλάδα υπό συνθήκες που παραβιάζουν διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας αν και μέχρι να επιτυγχάνονται οι απελάσεις τους ενώ οποιαδήποτε ανάσχεση/αποτροπή/επαναπροώθηση προσφύγων και μεταναστών στη θάλασσα είναι αφενός παράνομη, αφετέρου, αδύνατη αφού η περιοχή νότια της Κρήτης είναι ανοικτό πέλαγος που είναι αδύνατο να ελεγχθεί με οποιαδήποτε πλωτά μέσα.
Εκτιμάται, λοιπόν, με βάση τα παραπάνω, ότι τα παράνομα, ξενοφοβικά και ακροδεξιάς κοπής μέτρα της κυβέρνησης είναι κυρίως επικοινωνιακά με απεύθυνση κυρίως σε ψηφοφόρους της ώστε να μην πάνε προς ακροδεξιά κόμματα, όπως η Φωνή Λογικής και η Ελληνική Λύση λόγω της δυσαρέσκειάς τους από τις κυβερνητικές πολιτικές.
Ο Σπύρος Απέργης δικηγόρος, ειδικός στο προσφυγικό δίκαιο, πρώην πρόεδρος του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας