Ο Τραμπ ακολουθεί τα βήματα του Όρμπαν για τη φίμωση των ΜΜΕ
Διαβάζεται σε 4'
Η στρατηγική που ακολουθεί ο Τραμπ για φίμωση οποιασδήποτε διαφορετικής άποψης από τη δική του, είναι βαθιά εμπνευσμένη, είναι βαθιά εμπνευσμένη από τον Ούγγρο ομοϊδεάτη του, τον Βίκτορ Όρμπαν.
- 18 Σεπτεμβρίου 2025 21:54
Η εργαλειοποίηση της αμερικανικής κυβέρνησης για την εξυπηρέτηση πολιτικών συμφερόντων, η πίεση που ασκεί σε ιδιωτικά ΜΜΕ προκειμένου να ακολουθήσουν την κομματική γραμμή και φυσικά, η “παραδειγματική” τιμωρία όσων αντιστέκονται, δεν είναι τακτικές που εφηύρε ο Ντόναλντ Τραμπ. Απλώς, ακολουθεί πιστά την πεπατημένη που “διέγραψε” ο Βίκτορ Όρμπαν.
Τα αποτελέσματα ωστόσο για την Ουγγαρία, είναι ευρέως γνωστά. Και αποκαρδιωτικά. Με τον Όρμπαν στο “τιμόνι” η δημοκρατία στη χώρα υπέστη μεγάλο πλήγμα, αποδυναμώθηκε. Αυτή την τακτική φαίνεται να ακολουθεί ο Αμερικανός πρόεδρος, αλλά και οι σύμμαχοί του.
Με νομικές απειλές (και πράξεις), οικονομικά κίνητρα και εκστρατείες δημόσιας πίεσης, ο Τραμπ ασκέι πίεση στις εταιρείες να υιοθετήσουν αλλαγές που εξυπηρετούν αποκλειστικά τα δικά του συμφέροντα και ενισχύουν τη δική του εξουσία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρόσφατο “κόψιμο” της εκπομπής του Τζίμι Κίμελ από το ABC, μετά τις δηλώσεις του για τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ.
Οργανώσεις υπέρ της ελευθερίας του λόγου, όπως η ACLU, προειδοποίησαν ότι η αναστολή της εκπομπής του Κίμελ, αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας του Τραμπ να φιμώσει τους επικριτές του.
«Αυτό ξεπερνά τον Μακαρθισμό. Οι αξιωματούχοι του Τραμπ χρησιμοποιούν συνεχώς τη δύναμή τους για να σταματήσουν ιδέες που δεν τους αρέσουν, αποφασίζοντας ποιος μπορεί να μιλήσει, να γράψει και να κάνει ακόμα και αστεία», ανέφερε η οργάνωση.
Η ομοιότητα με την Ουγγαρία
Ο Γκάμπορ Σέιρινγκ, πρώην μέλος του Ουγγρικού Κοινοβουλίου και νυν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Georgetown, δήλωσε στο CNN ότι το τελευταίο περιστατικό με τον Κίμελ του θυμίζει έντονα τις τακτικές του Όρμπαν στην Ουγγαρία.
Όπως ο ίδιος υποστήριξε, ο Όρμπαν χρησιμοποίησε “οικονομικά και νομικά μέσα” για να φιμώσει τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης, προσφέροντας κίνητρα στους ιδιοκτήτες να συμμορφωθούν ή να τους εξαγοράσει.
Οι ομοιότητες τελικά, φαίνεται να είναι πολλές. Ο Σέιρινγκ τόνισε ότι αμερικανικές εταιρείες – κολοσσοί, όπως αυτή της Disney, εμφανίζονται αδύναμες και υποκύπτουν στις επιθυμίες του Τραμπ. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό με τις εξωδικαστικές συμφωνίες με τις οποίες οι εν λόγω εταιρείες αποφεύγουν την υπεράσπιση συμφερόντων τους στο δικαστήριο.
Για παράδειγμα, η Disney συμβιβάστηκε στη μήνυση δυσφήμισης του Τραμπ κατά του ABC και η Paramount έλυσε τη μήνυση του Τραμπ κατά της CBS, αν και οι νομικοί εμπειρογνώμονες θεωρούσαν ότι η Paramount είχε πολύ ισχυρά επιχειρήματα.
Ο Σέιρινγκ επισημαίνει επίσης ότι η στρατηγική του Όρμπαν, που περιλαμβάνει την πίεση σε τοπικά μέσα ενημέρωσης, είναι εξαιρετικά παρόμοια με τις κινήσεις του Τραμπ για τη χειραγώγηση των αμερικανικών μέσων.
Ο Σέιρινγκ τόνισε πως η πίεση από τον Τραμπ δεν σταματά μόνο στις τηλεοπτικές εκπομπές, αλλά επεκτείνεται και σε μεγάλους ιδιοκτήτες τηλεοπτικών σταθμών που έχουν ανάγκη έγκριση από την FCC για επικείμενες συμφωνίες. Ιδιοκτήτες όπως η Nexstar και η Sinclair έχουν συχνά ταυτιστεί με την πολιτική του Τραμπ, προκαλώντας ανησυχίες για την αντικειμενικότητα των ειδήσεων που παρέχουν.
Η στρατηγική του Όρμπαν και οι παραλληλισμοί με τον Τραμπ
“Οι οικονομικές πιέσεις για τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ είναι σαφείς: είναι πιο εύκολο να κερδίσουν χρήματα μέσω της πίστης στο κράτος του Τραμπ”, υπογράμμισε ο Σέιρινγκ.
Όπως και στην Ουγγαρία, έτσι και στις ΗΠΑ, οι κυβερνητικές πιέσεις δημιουργούν συνθήκες που ενδυναμώνουν την εξουσία των “ισχυρών ανδρών”.
Ο Σέιρινγκ αναφέρει ότι η αναστολή του Kimmel από την ABC αποδυναμώνει έναν από τους πιο εξέχοντες επικριτές του Τραμπ, ενώ παρατηρεί ότι οι “προσωπικές επιθέσεις και η υπονόμευση χαρακτήρων είναι η καρδιά του καθεστώτος του Όρμπαν και του Τραμπ”.
Αντιμετωπίζοντας τις συνεχείς πιέσεις και τις εκστρατείες για σιωπή, οι αμερικανικές ελίτ φαίνεται να επιβεβαιώνουν την πίστη του Τραμπ ότι “όλοι μπορούν να αγοραστούν”.