Ο Στάθης Αντωνακόπουλος

ΣΤΑΘΗ, ΤΙ ΚΑΛΟ ΘΑ ΦΑΜΕ ΣΤΗ ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ;

Ο Στάθης Αντωνακόπουλος, o Έλληνας που κρύβεται πίσω από τα Carnegie Diner & Cafe μάς ταξιδεύει στη δική του γαστρονομική Νέα Υόρκη – με συμβουλές για το πού να φας, τι να προσέξεις και πώς να ξεχωρίσεις το αυθεντικό από το τουριστικό. Ένα γαστρονομικό οδοιπορικό, με μπόλικο γύρο, πίτσα και σούσι… omakase.

Τον Στάθη Αντωνακόπουλο τον γνώρισα τυχαία, όταν έμαθα πως το Carnegie Diner & Cafe ανήκει σε Έλληνα. Βρέθηκα εκεί με τους συντελεστές της παράστασης “Ελένη” που σκηνοθέτησε η Ιόλη Ανδρεάδη στο θέατρο Tank και μόλις οι σερβιτόροι άκουσαν να μιλάμε ελληνικά, μας ενημέρωσαν πως τόσο ο σεφ όσο και ο ιδιοκτήτης είναι Έλληνες.

Λίγο αργότερα, γνώρισα τον ίδιο. Και κάπως έτσι, από ένα δείπνο στην καρδιά του Μανχάταν, ξεκίνησε μια γαστρονομική κουβέντα που σύντομα μετατράπηκε σε ένα απρόσμενο ταξίδι: από τις πίτσες του SoHo και τις καντίνες της 6ης Λεωφόρου έως το Χάρλεμ και τα καπνιστά παϊδάκια του Κέβιν Σπέισι.

Ο Στάθης, ένας άνθρωπος με ενέργεια, πίστη στο “American Dream” και μεγάλη αγάπη για το φαγητό, δεν μας άνοιξε μόνο την κουζίνα του — μας άνοιξε και τον χάρτη της πιο νόστιμης πλευράς της Νέας Υόρκης.

Από την Κορινθία στο «Αμερικανικό Όνειρο»

Ξεκινώντας από ένα μικρό χωριό της Κορινθίας, τη Λυκοποριά, ο Στάθης Αντωνακόπουλος αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα. Το 1999, «στις 26 Ιουλίου», όπως θυμάται, έφτασε στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει Μάρκετινγκ και Μάνατζμεντ.

«Ήρθα για σπουδές, αλλά πάντα ήμουν στην εστίαση. Η οικογένειά μου είχε εστιατόριο και ξενοδοχείο στην Κορινθία. Μεγάλωσα μέσα στον χώρο. Δεν ήταν απλώς επάγγελμα για μένα — ήταν τρόπος ζωής», λέει.

 

Ο Στάθης Αντωνακόπουλος

Η πορεία του δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Ξεκίνησε από τα χαμηλότερα σκαλοπάτια, δουλεύοντας ως σερβιτόρος. Έγινε μάνατζερ, άνοιξε ένα μικρό μαγαζί που πούλησε γρήγορα, έμαθε τη γλώσσα του επιχειρείν «από μέσα», και λίγο-λίγο, μέρα με τη μέρα, έφτιαξε το δίκτυό του.

«Το American Dream ισχύει 100% για όσους είναι δουλευταράδες, υπομονετικοί και έχουν τη σοφία να μαθαίνουν από τα λάθη τους», τονίζει με βεβαιότητα. «Δεν ήρθα για να γίνω ιδιοκτήτης. Ήρθα, δούλεψα, και όταν πια άνοιξα το πρώτο μου μαγαζί, είχα ήδη ανθρώπους γύρω μου που με πίστευαν και με στήριξαν».

Η Νέα Υόρκη δεν είναι Αμερική – είναι ο κόσμος όλος

Το πρώτο που ξεκαθαρίζει είναι ότι η Νέα Υόρκη «δεν είναι Αμερική. Είναι μία πόλη που έχει όλες τις κουλτούρες, όλους τους πολιτισμούς, όλες τις γεύσεις». Η γαστρονομία, εδώ, είναι ταυτότητα. «Λες θα φάω κινέζικο απόψε’, όχι ‘θα πάω στο μαγαζί του Τάδε’. Διαλέγεις εθνικότητα. Και κάθε εθνικότητα έχει τα πάντα: από αστέρια Michelin μέχρι φαγητό στο πεζοδρόμιο».

Όταν τον ρωτώ γιατί το φαγητό είναι τόσο ακριβό στη Νέα Υόρκη, απαντά πως «ναι, η Νέα Υόρκη είναι ακριβή. Αλλά όχι άδικα. Ο βασικός μισθός στην εστίαση έχει φτάσει τα 16,75 δολάρια την ώρα. Η αγορά λειτουργεί με αυστηρούς κανόνες και όλοι πληρώνονται όπως πρέπει. Όταν δουλέψεις πάνω από 40 ώρες, πληρώνεσαι υπερωρία. Όταν δουλέψεις πάνω από 10 ώρες την ημέρα, πάλι υπερωρία. Εδώ οι νόμοι υπάρχουν και εφαρμόζονται – και από τους εργοδότες και από τους εργαζόμενους».

H Νέα Υόρκη
pixabay

Οπότε, το ζήτημα για εκείνον δεν είναι οι τιμές στη Νέα Υόρκη – είναι τα οικονομικά μεγέθη στην Ελλάδα.
«Το πρόβλημα είναι ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα. Πρέπει να πάει στα 1000 ευρώ. Χτες. Όποιος πολιτικά το αποφασίσει αυτό, θα κερδίσει την αναγνώριση που του αξίζει. Δεν γίνεται να ζει κάποιος με 700-800 ευρώ. Δεν είναι ανθρώπινο», λέει με έντονο ύφος.

Τα στέκια του Στάθη – Τι να δοκιμάσεις και πού

Η κουβέντα προχωρά και, φυσικά, δεν αντιστέκομαι: του ζητώ να μου πει πού πρέπει να πάει κάποιος για να φάει πραγματικά καλά. Και τότε ανοίγει μπροστά μου έναν νοητό χάρτη γεύσεων, με προσωπικές προτάσεις και αναφορές σε αυθεντικά στέκια.
Του ζητώ να μου πει τι του αρέσει να τρώει αυτές τις μέρες — προσωπικά, αυθόρμητα.«Μ’ αρέσουν πολύ τα ράμεν. Δεν ξέρω γιατί», λέει γελώντας. «Είναι γενικώς της μόδας, αλλά για μένα είναι κάτι άνετο, χαλαρό και πολύ απολαυστικό».

pixabay

Δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένο μαγαζί, ούτε σε κάποια αυστηρά ιαπωνική σχολή, αλλά τονίζει τη γενικότερη γοητεία του φαγητού αυτού που προσφέρει ζεστασιά, υφή, και αλμυρό βάθος. Τα ράμεν — όπως και τα bowls με κοτόπουλο στον δρόμο- είναι για τον Στάθη μια γαστρονομική “ανάσα” στην ταχύτητα της πόλης. Κάτι σαν αγκαλιά σε μπολ!

Steak houses με ιστορία – και σχέδια για την Ελλάδα

Όταν η κουβέντα πάει στα steak houses, ο Στάθης δεν έχει καμία αμφιβολία για το ποιο πρέπει να δοκιμάσει κανείς αν θέλει να ζήσει τη γνήσια αμερικανική εμπειρία κρέατος. «Ένα από τα αγαπημένα μου είναι το Gallaghers Steakhouse που μετρά 98 χρόνια ζωής», λέει. Το μαγαζί, θρυλικό στη Νέα Υόρκη, αποτελεί πλέον και προσωπικό του στοίχημα: η τελευταία του επιχειρηματική κίνηση αφορά την εμπορική συμφωνία με τον ιδιοκτήτη του Gallaghers — τρίτης γενιάς Ελληνοαμερικανό — για να φέρει το brand στην Ευρώπη.

«Το καλοκαίρι ανοίγουμε το πρώτο Gallaghers στην Αθήνα. Ακολουθούν η Κύπρος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα», αποκαλύπτει. Το όραμά του είναι να μεταφέρει όχι μόνο τη φιλοσοφία αλλά και την ποιότητα του αμερικανικού steak αυτούσια.

pixabay

«Θα φέρουμε φυσικά τα αμερικανικά κρέατα, όπως το κλασικό Porterhouse από την ίδια φάρμα που προμηθεύεται και το Gallaghers στη Νέα Υόρκη. Αλλά θα δουλέψουμε και με ελληνικά και ισπανικά κρέατα, όπου έχει νόημα”, εξηγεί.

Πριν προχωρήσουμε στις ερωτήσεις μου, τον ρωτώ το αυτονόητο: η Νέα Υόρκη είναι μια πόλη που φιλοξενεί χιλιάδες εστιατόρια και food spots και οι επιλογές μπορεί να γίνουν χαοτικές για έναν επισκέπτη. Είναι ασφαλές να δοκιμάσει κανείς φαγητό από μια καντίνα που φαίνεται καλή; Η απάντησή του Στάθη είναι ψύχραιμη, πρακτική, σχεδόν… δημοσιογραφική.

«Το καλό με την τεχνολογία και τα social media είναι πως πλέον όλα τα μαγαζιά έχουν review. Και αυτά τα reviews, όταν υπάρχει μεγάλος όγκος, είναι κοντά στην αλήθεια», εξηγεί. Δηλαδή, δεν έχει σημασία τι λένε οι πέντε φίλοι του ιδιοκτήτη. Αν υπάρχουν εκατοντάδες ή χιλιάδες αξιολογήσεις, η συνολική εικόνα δύσκολα θα είναι ψεύτικη. Εκεί φαίνεται η αξιοπιστία.

«Η Νέα Υόρκη φέρνει 55 εκατομμύρια τουρίστες τον χρόνο. Κανένα ψεύτικο review δεν μπορεί να επιβιώσει μέσα σε αυτόν τον όγκο», λέει. Για εκείνον, τα εργαλεία τύπου Google Reviews, ακόμα και TripAdvisor — όταν τα διαβάζεις με μέτρο και διασταυρώνεις από πολλές πηγές — μπορούν να σου αποκαλύψουν πραγματικούς θησαυρούς.

Η καλύτερη…καντίνα και το πιο γλυκό hot dog

Ερώτηση πρώτη λοιπόν: Ποιο είναι το καλύτερο βρώμικο της πόλης;
«Υπάρχει μια καντίνα στη 6th Avenue που δουλεύει κάθε βράδυ και είναι διάσημη. Ανοίγει νομίζω γύρω στις 5 το απόγευμα και έχει κάθε μέρα ουρά για τουλάχιστον μισή ώρα. Είναι απ’ αυτές τις περιπτώσεις που ο κόσμος περιμένει υπομονετικά στο πεζοδρόμιο, γιατί το φαγητό είναι καλό”.

Και θυμάται επίσης πόσο -όταν ήταν στην Ελλάδα- περίμενε στην ουρά στα βρώμικα της Αθήνας, στην Μιχαλακοπούλου και στη Μαβίλη. “Αυτό είναι street food που αξίζει» τονίζει.

Δεν κρατήθηκα να μην τον ρωτήσω για το απόλυτο κλισέ: το hot dog στο Άγαλμα της Ελευθερίας είναι όντως εμπειρία ή απλώς μια τουριστική παγίδα;
Ο Στάθης χαμογελάει. Δεν το απορρίπτει — αντίθετα, το τοποθετεί στη σφαίρα του συμβολισμού. «Είναι το κλασικό χοτ ντογκ της Νέας Υόρκης. Όχι, δεν είναι το καλύτερο που θα φας, αλλά… έχει κάτι», λέει. “Και αυτό το “κάτι” είναι ο χώρος, η στιγμή, η φόρτιση.Είσαι μπροστά στο άγαλμα που συμβολίζει τη δημοκρατία και την ελευθερία. Στέκεσαι σε ένα σημείο-σύμβολο για εκατομμύρια ανθρώπους. Και για κάποιο λόγο, αυτό το χοτ ντογκ εκεί είναι λίγο πιο γλυκό. Ίσως να είναι η ψυχολογία, ίσως το τοπίο, ίσως η ιστορία. Είναι εμπειρία», εξηγεί.

Ο κανόνας της καλής πίτσας

Τον ρωτώ πού μπορεί κανείς να φάει μια καλή πίτσα στη Νέα Υόρκη; Η απάντηση έρχεται αβίαστα, σχεδόν αυθόρμητα, σαν κάτι που έχει πει ξανά και ξανά σε φίλους, επισκέπτες, τουρίστες, ακόμα και σε ντόπιους που… δεν έχουν ιδέα.

Το Joe’s Pizza είναι το πιο γνωστό όνομα – μια ασφαλής επιλογή, το απόλυτο classic», λέει. Όμως για εκείνον, υπάρχει ένα άλλο μαγαζί που ξεχωρίζει. «Για μένα, το νούμερο ένα είναι το Bleekers Pizza», τονίζει με σιγουριά. Και εξηγεί με γευστική ακρίβεια: «Έχει λεπτή ζύμη, σωστά ψημένη, και μια σάλτσα που είναι όσο πρέπει όξινη και όσο πρέπει γλυκιά».

pixabay

Και φυσικά, δεν παραλείπει τον χρυσό κανόνα της καλής πίτσας – αυτόν που, κατά την άποψή του, πρέπει να τηρείται ευλαβικά: «Αν η πίτσα σου διπλώνει και πέφτει – τότε δεν είναι καλή. Η ζύμη δεν είναι ποιοτική. Η καλή πίτσα κρατιέται και πρέπει να την τρως τσακίζοντας το κομμάτι στη μέση σαν ένα μακρύ χωνί», λέει.

Νεοϋορκέζικος “gyros”

Καθώς περπατάς στους δρόμους του Μανχάταν, είναι σχεδόν αδύνατο να μη συναντήσεις τη λέξη gyros γραμμένη σε καντίνες, food trucks και πρόχειρα εστιατόρια. Αναρωτιέμαι λοιπόν: μπορεί κανείς να φάει πραγματικά καλό γύρο στη Νέα Υόρκη;

«Ναι, και μάλιστα πολύ καλό», απαντά ο Στάθης χωρίς δισταγμό. Κι αυτό οφείλεται —όχι τυχαία— σε μια ελληνική εταιρεία που έχει κάνει πολύ σοβαρή δουλειά.

«Η εταιρεία αυτή έχει επενδύσει στη Νέα Υόρκη εδώ και 15 χρόνια. Έχει ανοίξει εργοστάσιο στο Νιού Τζέρσεϊ, μόλις 4 χιλιόμετρα από το Μανχάταν και δεν έφερε απλώς πρώτες ύλες, αλλά ολόκληρη την τεχνογνωσία του ελληνικού γύρου” λέει και συνεχίζει «όλα τα καλά μαγαζιά γύρου εδώ χρησιμοποιούν προϊόντα της. Κάνουν αληθινό γύρο – κοτόπουλο και χοιρινό – όπως πρέπει. Είναι κορυφή. Και μπράβο τους, γιατί έκαναν μια σοβαρή επένδυση εν μέσω κρίσης και τους βγήκε», λέει με εμφανή υπερηφάνεια για τη δύναμη της ελληνικής

This Tuesday, Feb. 9, 2016, photo, shows a Burger King "classic" hot dog at a media event to introduce the restaurant's new menu item, in New York. Burger King plans to start selling the hot dogs in the U.S. on Feb. 23. The company says it will offer two options of grilled dogs, a “chili cheese” and “classic” that has relish, onions, ketchup and mustard. (AP Photo/Candice Choi) pixabay

H China town και το σούσι που έχει κατακλύσει τη Νέα Υόρκη

Στην China Town ο Στάθης προτείνει το Chinese Tuxedo γιατί έχει το καλύτερο Dim Sum, ενώ δηλώνει ενθουσιασμένος με το σούσι — ένα από τα ελάχιστα φαγητά που έχουν καταφέρει να εισχωρήσουν τόσο βαθιά στην καθημερινότητα της Νέας Υόρκης, ώστε να θεωρείται πλέον σχεδόν τοπική συνήθεια.

Η δική του πρόταση είναι ξεκάθαρη. Πρέπει κάποιος να δοκιμάσει μια εμπειρία τύπου Οmakase Sushi sto στο Sushi By Bou.

Tι είναι το Οmakase; Μία εμπειρία χωρίς μενού, με τον σεφ να ετοιμάζει και να σου προσφέρει επί τόπου 17 διαφορετικά κομμάτια σούσι, φτιαγμένα εκείνη τη στιγμή, μπροστά σου. Πρόκειται για έναν «πυροβολισμό γεύσεων. Κάθε 3-4 λεπτά σου έρχεται ένα διαφορετικό κομμάτι. Το ρύζι είναι λιγότερο, η γεύση καθαρή, ουσιαστική. Είναι σούσι όπως πρέπει να είναι το σούσι», εξηγεί με ενθουσιασμό.

Τα παϊδάκια του Κέβιν Σπέισι – και πού θα τα βρεις

Αν έχεις δει House of Cards, τότε σίγουρα θυμάσαι τον Φρανκ Άντεργουντ — τον ήρωα που υποδυόταν ο Κέβιν Σπέισι — να τρώει με λαχτάρα καπνιστά παϊδάκια, συχνά αργά τη νύχτα, σε ένα σκοτεινό μπάρμπεκιου στέκι. Τον ρωτώ, λοιπόν, αν μπορεί κανείς να ζήσει κάτι αντίστοιχο στη Νέα Υόρκη.

«Μα αυτά τα παϊδάκια υπάρχουν! Είναι εδώ, στο Dallas BBQ», μου απαντά με χαμόγελο. Πρόκειται για μια μεγάλη αλυσίδα street-style μπάρμπεκιου με τοποθεσίες σε όλη την πόλη και ειδίκευση στα sticky, καραμελωμένα παϊδάκια, που μοιάζουν λες και βγήκαν κατευθείαν από σκηνικό του Netflix.

Όμως δεν σταματά εκεί. «Αν θες το πραγματικά καλό μπάρμπεκιου, πρέπει να πας στο Long Island City. Εκεί υπάρχει ένα μαγαζί που λέγεται John Brown BBQ και κάνει αυτά τα παϊδάκια. Από τα καλύτερα που έχω φάει», λέει, ανεβάζοντας τον πήχη της εμπειρίας.

Katz’s Deli: η παράδοση του εβραϊκού παστράμι στο πιο διάσημο τραπέζι της Νέας Υόρκης

O Στάθης επιμένει πως σε μια πόλη που αλλάζει ασταμάτητα πρέπει να δοκιμάσει κάποιος το Katz’s Deli. Υπάρχουν ελάχιστα μαγαζιά που καταφέρνουν να διατηρούν την αυθεντικότητα και τη φήμη τους για πάνω από έναν αιώνα. Το Katz’s Delicatessen στη Houston Street είναι ένα από αυτά.

«Είναι το πιο κλασικό από τα κλασικά.Το παστράμι, το ψωμί, η πίκλα. Είναι εμπειρία», λέει. Και για τον ίδιο, αυτή η εμπειρία δεν είναι απλώς γεύση, είναι πολιτισμός. Μιλά για το παραδοσιακό εβραϊκό πάστραμι, όπως το έφτιαχναν οι Πολωνοεβραίοι μετανάστες: καπνιστό, αρωματικό, πλούσιο, σε χοντρές φέτες που πέφτουν με βάρος στο πιάτο. «Είναι το New York deli στην απόλυτη μορφή του», εξηγεί.

Red Rooster: γεύσεις Harlem με ρυθμό, ιστορία και… soul

Όταν η συζήτηση φτάνει στο Στάθη Αντωνακόπουλο, ρωτώ τον Στάθη πού αξίζει να πάει κανείς για φαγητό και εμπειρία — και η απάντηση έρχεται αβίαστα:
«Το Red Rooster είναι από τα αγαπημένα μου. Είναι παραδοσιακό, έχει χρόνια ιστορία και φοβερό vibe», λέει.

Το Red Rooster όντως δεν είναι απλώς ένα εστιατόριο. Και το λέω αυτό γιατί το είχα “τιμήσει” σε προηγούμενη επίσκεψή μου στη Νέα Υόρκη. Είναι σταυροδρόμι πολιτισμών και ήχων, ένα μέρος όπου η κουζίνα της Λουιζιάνα και της μαύρης Αμερικής συναντά τη ζωντανή μουσική, τα cocktails και τον παλμό μιας γειτονιάς που έχει προσφέρει πολλά στην αμερικανική κουλτούρα.

Και κάτι πιο…γαλλικό

Όταν η κουβέντα πάει στη γαλλική κουζίνα, ο Στάθης δεν αναζητά το εκκεντρικό ή το καινούργιο. Ξέρει ποιο είναι το όνομα-ορόσημο της πόλης και το αναφέρει χωρίς δισταγμό:
«Το Le Bernardin είναι το απόλυτο αστέρι. Είναι εδώ και χρόνια στην κορυφή. Και όχι τυχαία», λέει.
Πρόκειται για ένα εστιατόριο με τρία αστέρια Michelin, φήμη που ξεπερνά τα όρια της πόλης, με γεύσεις που ισορροπούν ανάμεσα στη λεπτότητα και στην απόλυτη τεχνική ακρίβεια.

Γλυκά που δεν πρέπει να χάσεις

Εδώ ο Στάθης είναι απόλυτος: “Σίγουρα δεν μπορείς να μην δοκιμάσεις το δικό μας “24 Layers” το γλυκό-υπογραφή του Carnegie», λέει με υπερηφάνεια.
Πρόκειται για έναν πύργο σοκολάτας με 24 λεπτά, εναλλασσόμενα στρώματα κέικ και γκανάς, που έχει γίνει viral στα social media και έχει φιλοξενηθεί σε αφιερώματα και τηλεοπτικές εκπομπές.
Eπειδή το συγκεκριμένο το δοκιμάσαμε και εμείς, να πούμε πως είναι ένα γλυκό προορισμός από μόνο του. Ένα επιδόρπιο που φωτογραφίζεις, δοκιμάζεις, μοιράζεσαι και, τελικά, θυμάσαι.

Επίσης, αν υπάρχει ένα γλυκό που έχει γίνει σχεδόν ταυτόσημο με τη Νέα Υόρκη, αυτό είναι το cheesecake. Ρωτώ τον Στάθη ποιο θεωρεί το καλύτερο και πού πρέπει να πάει κανείς για να ζήσει την αυθεντική εμπειρία — όχι τη “τουριστική”. Η απάντησή του με εκπλήσσει. Δεν αναφέρει κάποια από τις γνωστές αλυσίδες ή τα viral spots του Instagram. Αντίθετα, μιλά για μια μικρή, σχεδόν κρυφή “τρύπα” στο SoHo:
«Υπάρχει ένα μικρό μαγαζάκι που λέγεται Eileen’s. Δεν έχει τραπέζια, έχει μόνο ίσως δύο καρέκλες έξω – κι αν υπάρχουν ακόμα», λέει.
Στο Eileen’s δεν πας για τη θέα ή την εμπειρία. Πας για τις γεύσεις, που είναι όπως λέει: «στρογγυλές, αυθεντικές, σχεδόν βουτυράτες. Θυμίζουν πιο πολύ working pot, αλλά είναι άλλο επίπεδο».

Αξίζει αλήθεια να πάει κανείς να πιει τσάι στο ξενοδοχείο Plaza όπως στο Sex and the City;

Αν κάποια στιγμή στη Νέα Υόρκη αισθανθείς την ανάγκη να κάνεις κάτι πιο «παραμυθένιο», πιο βρετανικό, πιο Instagram-ready, πιθανότατα θα σκεφτείς το afternoon tea στο Plaza Hotel. Τον ρωτώ λοιπόν αν όντως αξίζει αυτή η εμπειρία — ή πρόκειται για μια ακόμα τουριστική υπερβολή.

Η απάντηση του Στάθη είναι ειλικρινής και ζυγισμένη:
«Το afternoon tea στο Plaza είναι ό,τι πιο κοντινό σε αυθεντική βρετανική εμπειρία υπάρχει στη Νέα Υόρκη. Αλλά αν θες να το ζήσεις πραγματικά, να πας στο Λονδίνο», λέει. Το τοποθετεί ξεκάθαρα: ό,τι γίνεται στη Νέα Υόρκη είναι αναπαραγωγή, όχι πρωτογενής εμπειρία. Το τσάι, τα συνοδευτικά, το τελετουργικό – όλα είναι καλοφτιαγμένα, αλλά όχι απαραίτητα αυθεντικά.

Carnegie Diner & Cafe: All Day εστίαση με ελληνική ψυχή

Το δικό του δημιούργημα, το Carnegie Diner & Cafe, μετρά ήδη με τέσσερα καταστήματα (και άλλα οκτώ να ανοίγουν τους επόμενους 16 μήνες), βασίζεται στο all day φαγητό. “Αλλάζουμε λίγο τον χάρτη στον κόσμο της diner φιλοσοφίας, των παραδοσιακών all-day εστιατόριων των ΗΠΑ” λέει.

Και συνεχίζει: “Το diner είναι το εστιατόριο που μπορείς να πας όποια ώρα της μέρας θέλεις, και να φας αυτό που πραγματικά έχεις όρεξη. Χωρίς αυστηρές ζώνες πρωινού, μεσημεριανού, δείπνου. Αυτό είναι η ελευθερία στο φαγητό».

Ο ίδιος επέλεξε να διαφοροποιηθεί από τα κλασικά diners, προσφέροντας ποιοτικές πρώτες ύλες, οργανικά αυγά, αποκλειστικές συνεργασίες με φάρμες, χωρίς να ανεβάζει αδικαιολόγητα τις τιμές. «Δεν θυσιάζουμε την ποιότητα στον βωμό του κόστους. Ο κόσμος είναι πολύ έξυπνος για να τον κοροϊδέψεις», λέει με έμφαση.

Αλλά ακόμη και η ίδια η αρχιτεκτονική του μενού είναι μελετημένη: 10 κατηγορίες, από αυγά και pancakes μέχρι burgers, pasta, ψάρια και steak. Καθετί έχει τη θέση του και μπορεί να παραγγελθεί χωρίς να δημιουργήσει καθυστέρηση ή χάος στην κουζίνα.

Σκέψεις για το σήμερα: πολιτική, πόλεμοι, ασφάλεια

Η συζήτηση μας κλείνει πιο βαθιά, ,καθώς έλαβε χώρα εν μέσω επίθεσης της Αμερικής στο Ιράν. Ο Στάθης Αντωνακόπουλος δεν κρύβει την ανησυχία του για τη γεωπολιτική αστάθεια, αλλά παραμένει αισιόδοξος.
«Ο Τραμπ δεν είναι το πρόβλημα – είναι το αποτέλεσμα. Πληρώνουμε την ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση. Χρειαζόμαστε νέα μέτρα, νέες ισορροπίες. Όχι άλλα άκρα. Πιστεύω στη δύναμη του ανθρώπινου μέτρου».

Και καταλήγει πιο αισιόδοξα μιλώντας για τη Νέα Υόρκη λέγοντας πως: «Όποιος μπορεί, πρέπει να έρθει. Εδώ δεν ανακαλύπτεις την Αμερική – ανακαλύπτεις όλο τον κόσμο. Δεν νιώθεις ξένος. Και μπορείς να φας… τα πάντα».

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα