Δίσκοι 45 στροφών: Ένα μουσικό ταξίδι στο παρελθόν

default image

Για να θυμούνται οι νεότεροι και να μαθαίνουν οι παλιότεροι, το ΜΕΝ 24 παρουσιάζει το κίνημα της ψυχεδέλειας μέσα από δίσκους 45 στροφών

Για να θυμούνται οι νεότεροι και να μαθαίνουν οι παλιότεροι, το ΜΕΝ 24 παρουσιάζει το κίνημα της ψυχεδέλειας μέσα από τα 45άρια που έγραψαν τη δική τους ιστορία στη μουσική. Οι μικροί δίσκοι των 45 στροφών ζωντανεύουν τη μουσική μαγεία μιας αξέχαστης εποχής. Κάθε φορά που πιάνουμε τους μικρούς αυτούς θησαυρούς στα χέρια μας για να τους βάλουμε στο πικάπ, ο χώρος γεμίζει με νοσταλγία και με εκείνη την ηχητική ιδιαιτερότητα που μόνο η βελόνα στην επαφή της με το βινύλιο μπορεί να αποδώσει.



Το ΜΕΝ 24 ξεκινά ένα μικρό «φωτογραφικό» αφιέρωμα στα ιστορικά «σαρανταπεντάρια», φιλοδοξώντας να γυρίσει μερικές δεκαετίες πίσω όσους μεγάλωσαν με αυτά, αλλά και να τα γνωρίσει στη νεότερη γενιά της ψηφιακής τεχνολογίας και του i-pod.




Το μουσικό κίνημα της ψυχεδέλειας



Η «ψυχεδέλεια» προέρχεται από τη λέξη ψυχεδελικός («αυτός που αποκαλύπτει την ψυχή» σύμφωνα με την ελληνική ετυμολογία) και είναι όρος που προτάθηκε από τον Βρετανό ψυχίατρο Χάμφρεϊ Όσμοντ σε επιστολή του προς τον Άλντους Χάξλεϊ, ως ο καταλληλότερος για να περιγράψει την εμπειρία των παραισθησιογόνων ναρκωτικών ουσιών. Επεκτάθηκε στη συνέχεια σε κίνημα της ροκ μουσικής που συνδεόταν με την κατανάλωση των ουσιών αυτών.



Από το 1965 με την εισαγωγή του LSD στη δραστήρια μουσική σκηνή του Σαν Φρανσίσκο, αρχίζει να πνέει ένας άνεμος τρέλας και γεννιέται μια αντικουλτούρα ισχυρή τόσο εξαιτίας της ακτινοβολίας της, όσο και εξαιτίας της επινοητικότητάς της, ειδικότερα στο πεδίο της μουσικής. Αν όταν μιλάμε για ψυχεδέλεια αναφερόμαστε κυρίως στη μουσική, αυτό συμβαίνει επειδή εκεί το ψυχεδελικό μήνυμα αφού συνοψίστηκε σε έναν ηδονισμό απαλλαγμένο από συμπλέγματα, εξελίχθηκε σε ουτοπία τόσο δυνατή και τόσο «αφελή» που παρέμεινε περισσότερο γνωστή από την κατάσταση μέθης που ακολούθησε.



Υπήρξε μεγάλος αριθμός θυμάτων που έμειναν για πάντα «εγκλωβισμένα» σε έναν παράλληλο κόσμο, πιο χαρακτηριστικά από αυτά είναι οι Μπράιαν Ουίλσον, Σιντ Μπάρετ, Ρόκι Έρικσον και Σκάι Σάξον.



Η τραγουδίστρια Γκρέις Σλικ του συγκροτήματος Jefferson Airplane διατύπωσε καθαρά αυτό που αποτελεί το μεγαλείο αλλά και την ουτοπία της ψυχεδελικής εμπειρίας: «Η γενιά μας δεν είχε να απαντήσει σε κάποια πρόκληση. Κατά κάποιο τρόπο επιχειρήσαμε να προκαλέσουμε τους εαυτούς μας». Μια γενιά που πέρασε από το ασπρόμαυρο στο έγχρωμο, τη διαρκή γιορτή, την καλή μουσική, τον ελεύθερο έρωτα και την αδελφοσύνη.



Στο Photostory μπορείτε να δείτε εξώφυλλα και σαρανταπεντάρια – σταθμούς στην ψυχεδελική δισκογραφία. Διάλεξα τέσσερα από τα πιο αγαπημένα μου και θα προσπαθήσω μέσα από αυτά να σας δώσω μερικά παραπάνω στοιχεία για το κίνημα της ψυχεδελικής σκηνής των 60΄s.




1. «Alone again or» των Love









Το πιο αγαπημένo 45άρι της μικρής συλλογής μου είναι το «Alone again or» με φλιπ-σάιντ το «Andmoreagain» που κυκλοφόρησαν το 1967 οι Love από το LP «Forever Changes».



Oι Love υπήρξαν ένα από τα κορυφαία σχήματα της ψυχεδέλειας στην αμερικανική δυτική ακτή. Δημιουργήθηκαν το 1965 στο Λος Άντζελες και τα μέλη τους ήταν οι Arthur Lee (κιθάρα και φωνητικά), Bryan MacLean (κιθάρα και φωνητικά), John Echols (lead κιθάρα), Alban “Snoopy” Pfisterer (τύμπανα) και Ken Forssi (μπάσο).



Ο αρχηγός τους Arthur Lee θεωρείται μαζί με τους Syd Barrett και Rocky Erickson, από τους μεγαλύτερους συνθέτες και ερμηνευτές της Ψυχεδελικής σκηνής στη δεκαετία του 60. Η μουσική των Love, ένα μείγμα από ψυχεδελικό ροκ, φολκ ροκ, μπαρόκ ποπ, R&B, γκαράζ και πρώιμο πανκ, προκάλεσε μεγάλη αίσθηση, αν και δεν είχε την ανάλογη προώθηση από τις δισκογραφικές εταιρείες και τα ραδιοφωνικά κυκλώματα της Αμερικής για τον λόγο ότι ο Arthur Lee ήταν έγχρωμος. Πολλοί τους θεωρούν ανώτερους των Doors – με τους οποίους είχαν παράλληλη πορεία – και θα συμφωνήσω μαζί τους.



Οι Love ηχογράφησαν με την αρχική τους σύνθεση τρία άλμπουμ. Το ομώνυμο «Love» (1966) είναι το πιο σκληρό από τα τρία, κυριαρχούν το χαρντ ροκ και το πανκ. Ακολουθεί το «Da Capo» (1977) με γκαράζ και R&B στοιχεία και την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το αριστούργημά τους «Forever Changes», ένα από τα καλύτερα άλμπουμ του ροκ. Θυελλώδη πνευστά, μπαρόκ ενορχηστρώσεις εγχόρδων, κλασικές κιθαριστικές φόρμες συνδυασμένες με την πιο προσεγμένη τεχνική επεξεργασία, δίνουν ένα αριστούργημα ψυχεδελικής πανδαισίας. Ακούστε και τα τρία LPs και αγοράστε οπωσδήποτε το τελευταίο – ει δυνατόν σε βινίλιο.



Ο Lee μετά το Forever Changes διέλυσε τους Love και στην πορεία των χρόνων δημιούργησε πολλά σχήματα με διαφορετικούς μουσικούς κάθε φορά, πάντα όμως με την αρχική ονομασία. Τον Απρίλιο του 2006 του διαγνώστηκε οξεία λευχαιμία στο μυελό των οστών. Δεν σταμάτησε να περιοδεύει μέχρι το τέλος, που ήρθε στις 3 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς στο Τενεσί του Μέμφις.




Love – Alone again







2. «Sloop John B» των Beach Boys









Στις 21 Μαρτίου του 1966 οι Beach Boys κυκλοφόρησαν το σινγκλ « Sloop John B» με φλιπ – σάιντ το «You ‘re so good to me».



Το 1961 στο Λος Άντζελες, τρεις αδερφοί, ένας ξάδερφος και ένας φίλος από το σχολείο ( Brian, Carl και Dennis Wilson, Mike Love και Al Jardine) σχημάτισαν ένα φωνητικό συγκρότημα και το ονόμασαν «Beach Boys». Ψυχή τους ήταν ο Brian Wilson, μια λαμπρή pop ιδιοφυΐα, που κατόρθωσε να γεφυρώσει το ενστικτώδες, εφηβικό surf του καλιφορνέζικου καλοκαιριού με το μελαγχολικό ρομαντισμό και την ηχητική πολυπλοκότητα, δημιουργώντας μόλις στα 24 χρόνια του το LP «Pet Sounds», ένα από τα αριστουργήματα της μελωδικής, μπαρόκ ψυχεδέλειας και ηχητικό ορόσημο στη σύγχρονη ηλεκτρική μουσική.



Tο «Sloop John B» ήταν ένα παραδοσιακό τραγούδι της Καραϊβικής με πολλές διαφορετικές εκτελέσεις από μουσικά σχήματα κυρίως της Τζαμάικα. Τη διασκευή ενός από αυτά, των Kingston Trio, άκουσε τυχαία ο Brian Wilson και αποφάσισε να προσθέσει μερικές διέσεις στη μονοκόμματη φόρμα για να το κάνει πιο μελωδικό. Το πιάνο του μέσα σε 24 ώρες δημιούργησε έναν πολύπλοκο, πολυεπίπεδο πειραματισμό, βασισμένο πάνω σε ανεξάρτητες φωνητικές δομές, ταιριασμένες τέλεια μεταξύ τους.



Η μπάντα μπήκε στα στούντιο της Western Records στις 12 Ιουλίου του 1965 και κατάφερε να ολοκληρώσει την ηχογράφηση στις 22 Δεκεμβρίου. Άλλος ένας μήνας χρειάστηκε για τα συνοδευτικά φωνητικά. Το τραγούδι ανέβηκε μέχρι το νούμερο τρία των charts και έμεινε εκεί για 11 εβδομάδες.



Το «Sloop John B» σήμανε την αρχή της απομόνωσης του Brian Wilson για τη σύνθεση του «Pet Sounds». Ο αρχηγός των Beach Boys σταμάτησε να ακολουθεί την μπάντα σε περιοδείες και συναυλίες για να αφοσιωθεί στην ολοκλήρωση του δίσκου. Δυο χρόνια αργότερα τόσο ο Paul McCartney όσο και ο George Martin, παραγωγός των Beatles, χαρακτήρισαν το «Pet Sounds» θεμελιώδη πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία του «Sgt. Peppers».



Το «Sloop John B» τραγουδιέται από τους φιλάθλους των περισσότερων βρετανικών ομάδων με αλλαγμένους στίχους. Το χρησιμοποιούν οι οπαδοί της Μάντσεστερ ειρωνευόμενοι τον Μάλκολμ Γκλέϊζερ, ιδιοκτήτη της ομάδας. Το 2005 διασκευάστηκε από την περίφημη Cop της Λίβερπουλ για την κατάκτηση του 5ου Κυπέλλου Πρωταθλητριών.




Man United fans – Sloop John B






Το «Sloop John B» ήταν ένα σφουγγαράδικο, του οποίου το πλήρωμα άφησε εποχή για τα καμώματά του στα λιμάνια της Καραϊβικής. Ναυάγησε και βυθίστηκε το 1900 στις Μπαχάμες. ! Το «Pet Sounds» ψηφίστηκε δεύτερο στη λίστα του περιοδικού «Rolling Stone» με τα 500 καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών. Το ξεπέρασε μόνο το «Sgt. Peppers» των Beatles.




Beach Boys – Sloop John B







3. «Arnold Layne» των Pink Floyd









Πριν 40 χρόνια, στις 11 Μαρτίου 1967 κυκλοφόρησε η πρώτη δισκογραφική δουλειά των Pink Floyd, το σινγκλ «Arnold Layne» με φλιπ – σάιντ το «Candy and a Currant Bun», συνθέσεις και τα δυο του Cyd Barrett.



Τον Σεπτέμβρη του 1966, στο Κέιμπριτζ της Αγγλίας, οι Roger Keith «Syd» Barrett (κιθάρα/φωνητικά), Roger Waters (μπάσο/φωνητικά), Nick Mason (τύμπανα) και Rick Wright (πλήκτρα) σχημάτισαν τους Pink Floyd Sound (τιμητική αναφορά στους bluesmen της Τζόρτζια, Pink Anderson και Floyd Council). Λίγο αργότερα «περιορίστηκαν» στο Pink Floyd και άρχισαν να εμφανίζονται στο φημισμένο κλαμπ UFO δίνοντας έμφαση στον αυτοσχεδιασμό και ιδιαίτερο βάρος στα οπτικά εφέ και τους ειδικούς φωτισμούς. Τον Ιανουάριο του 1967 υπογράφουν συμβόλαιο στην ΕΜΙ, ένα μήνα μετά μπαίνουν στο στούντιο και στις 11 Μαρτίου κυκλοφορεί στην αγορά το «Arnold Layne». Αν και το σινγκλ δεν συμπεριλαμβάνεται στο πρώτο LP της μπάντας, «The piper at the gates of dawn», πολλοί είναι αυτοί που το θεωρούν σαν ένα από τα καλύτερα μελωδικά ψυχεδελικά τραγούδια της εποχής. Ο Barrett από τις πρώτες νότες δίνει το προσωπικό του στίγμα – επικίνδυνες κιθαριστικές μανούβρες και φωνητικά υπό τη διαρκή επήρεια παραισθησιογόνων ναρκωτικών.



Το «Arnold Layne» μιλάει για ένα τραβεστί που έχει χόμπι να κλέβει γυναικεία εσώρουχα απλωμένα σε σκοινιά. Αν και έφτασε στο νούμερο 20 των charts, το τολμηρό του περιεχόμενο προκάλεσε την οργή του πουριτανικού βρετανικού ραδιοφώνου, το οποίο επέβαλε εμπάργκο στη μετάδοσή του, υποχρεώνοντας τους Pink Floyd να αλλάξουν τους στίχους για να αρθεί η απαγόρευση. Οι Waters και Wright δέχτηκαν χωρίς δεύτερη κουβέντα να φτιάξουν καινούργιους στίχους, όμως ο Syd Barrett, ενθουσιασμένος από τη λογοκρισία, απέκλεισε κάθε πιθανότητα αλλαγής του τραγουδιού.



Το σινγκλ αμφιβάλλω αν θα το βρείτε, ψάξτε όμως στο διαδίκτυο την εκτέλεση από τη ζωντανή ηχογράφηση στο Royal Albert Hall του David Gilmour (Μάϊος του 2006) με τον David Bowie στα φωνητικά. Μοναδική!



Ένα χρόνο αργότερα, στις 6 Απριλίου του 1968, ο Syd Barrett αποχωρεί από τους Pink Floyd, χαμένος σε μια καλπάζουσα αντικοινωνικότητα λόγω της αλόγιστης χρήσης LSD και αφήνοντας ανεκπλήρωτες μουσικές υποσχέσεις να πελαγοδρομούν στους καλειδοσκοπικούς διαδρόμους του μυαλού του. ! Τον Απρίλη του 1967 γυρίστηκε ένα ασπρόμαυρο φιλμ για την προώθηση του σινγκλ, όπου οι Pink Floyd έντυναν μια κούκλα πριν την περιφέρουν στην παραλία.




Pink Floyd – Arnold Lane







4. «You’re gonna miss me» των 13th Floor Elevators









Τον Ιανουάριο του 1966 οι «13th Floor Elevators» κυκλοφόρησαν το single «You’re gonna miss me» με φλιπ – σάιντ το «Tried to hide».



Οι «13th Floor Elevators» δημιουργήθηκαν στο Ώστιν του Τέξας από τους Tommy Hall και Roky Erickson to 1965, όταν ο πρώτος προσκάλεσε τον δεύτερο να διασκευάσουν την πιο μεγάλη επιτυχία του, το «You’re gonna miss me». Ο Έρικσον δέχτηκε, το τραγούδι έφτασε στο Νο 56 των τσαρτς του 1966 και η φήμη τους εκτοξεύτηκε σε όλη την αμερικάνικη ήπειρο.



Μαζί όμως άρχισαν και τα προβλήματα, αφού το συγκρότημα τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της χρήσης ναρκωτικών ουσιών (μαριχουάνα και LSD). Το 1968 ο Έρικσον μπαίνει στην ψυχιατρική κλινική του Ώστιν για θεραπεία (του διαγνώστηκε παρανοϊκή σχιζοφρένεια και του εφαρμόστηκε θεραπεία με ηλεκτροσόκ παρά τη θέλησή του). Την επόμενη χρονιά επέστρεψε στο ίδρυμα για να αποφύγει τη φυλάκιση, βγήκε από εκεί το 1973, αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να συνέλθει, παρόλο που κατά καιρούς ασχολήθηκε και πάλι με τη μουσική.



Ο Έρικσον χρησιμοποίησε στους δίσκους του αναφορές στον Αριστοτέλη και τον Αϊνστάιν, στους δε στίχους του επικαλείται τις «κάθετες γνώσεις» και την «αναζήτηση της καθαρής ψυχικής υγείας». Το ίδιο εξώφυλλο δίνει εξάλλου την εξήγηση αυτού του είδους ρητορικής: «Εδώ και λίγο καιρό έγινε δυνατό για τον άνθρωπο να αλλοιώνει με χημικά μέσα τη συνείδησή του». Ο τίτλος του άλμπουμ «The Psychedelic Sounds of the 13th Floor Elevators» (1966) σημειώνει για πρώτη φορά την επίσημη εμφάνιση στη σφαίρα της μουσικής της λέξης «ψυχεδέλεια», που επινοήθηκε δέκα χρόνια νωρίτερα, αλλά που μόλις άρχιζε να διαδίδεται.



Το όνομα της μπάντας προήλθε από το γεγονός ότι σε πολλούς αμερικάνικους ουρανοξύστες δεν υπάρχει για προληπτικούς λόγους 13ος όροφος. Παράλληλα γινόταν αναφορά στο 13ο γράμμα του αγγλικού αλφάβητου, το Μ, που είναι το αρχικό γράμμα της λέξης Marijuana.



To 1990, 21 σύγχρονα συγκροτήματα – ανάμεσά τους οι R.E.M., οι ZZ Top και οι Jesus and Mary Chain – ηχογράφησαν ένα άλμπουμ με διασκευές συνθέσεων του Έρικσον ως φόρο τιμής σε έναν από τους καλλιτέχνες που τους επηρέασαν στο ξεκίνημά τους.



Η κινηματογραφική ταινία High Fidelity του Steven Frears (2002, με τους John Cusack και Tim Robbins), ξεκινάει με το «You´re gonna miss me».




13th Floor Elevators – You’re gonna miss me







Μερικοί ιστορικοί σταθμοί




1948: Ο δίσκος μακράς διαρκείας βινύλιου (LP) 12 ιντσών και 33 1/3 στροφών το λεπτό εμφανίζεται για πρώτη φορά από την Columbia. Είναι μονοφωνικός και διαρκεί έως 30 λεπτά.




1949: Η RCA Victor παρουσιάζει το δίσκο 45 στροφών (7 ίντσες και διάρκεια μέχρι 8 λεπτά), το γνωστό μας single.




1950: Η εταιρεία Seeburg παρουσιάζει το jukebox με δυνατότητα επιλογής τουλάχιστον 10 δίσκων 45 στροφών. Το ογκώδες αυτό «πικάπ» γίνεται το must κάθε καφενείου σε όλη την Ελληνική επαρχία, εκτοξεύοντας την παραγωγή των 7ιντσων στα ύψη.




1955: Παράγεται και κυκλοφορεί στην Ελλάδα ο πρώτος δίσκος 45 στροφών στο εργοστάσιο της Columbia στον Περισσό. Πρόκειται για ένα ορχηστρικό κομμάτι, το «mexican fiesta», με ασπρόμαυρη ετικέτα «Odeon».




1958: Βγαίνουν οι πρώτοι στερεοφωνικοί δίσκοι (stereo). Με τη νέα πατέντα οι δυο εγγραφές του στερεοφωνικού συστήματος γράφονται στα δυο πλαϊνά μέρη του ίδιου αυλακιού. Παράλληλα παράγονται και οι πρώτοι δίσκοι 45 στροφών standard.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα